Δευτέρα 26 Αυγούστου 2019

Ο ΘΕΌΣ ΤΩΝ ΦΤΩΧΏΝ 26



Θα σταματήσεις κάθε ενέργεια που έχει σχέση με την ομάδα, τουλάχιστον για δυο μήνες. Παρέδωσε το όπλο στη γιάφκα. Θα επικοινωνήσουμε μαζί σου για τα περαιτέρω. Δε συμβαίνει τίποτε ιδιαίτερο απλά μετά από μια σημαντική υπόθεση το κάθε μέλος της ομάδας αδρανοποιείται για κάποιο χρονικό διάστημα.
Οι τηλεφωνικές εντολές ήταν σαφείς. Και κανείς δεν μπορούσε να παρακούσει, κανείς δεν μπορούσε να κάνει του κεφαλιού του. Έτσι και ο Νίκος Καζάρμας, παρέδωσε το όπλο αλλά κρατούσε αυτό του δολοφόνου της Λένας. Έκανε πάντα και κάτι, έστω λίγο από του κεφαλιού του. Ποτέ δεν του άρεσε να είναι αυτό που λένε, πειθήνιο όργανο.
Η Μαρία Διβάνη τον παρακολουθούσε χωρίς να ξέρει τι σκέφτεται κι ένιωθε τις περισσότερες φορές αδύνατη μπροστά του για ακριβώς αυτόν τον λόγο.
-Δεν μπορώ να σε συλλάβω, πάντα έχω την εντύπωση πως κάτι κρύβεις, του είπε.
-Όλοι κάτι κρύβουμε, της απάντησε χωρίς να γυρίσει να την κοιτάξει. Να, εσύ μου τα λες όλα;
-Τι άνθρωπος είσαι εσύ; δε μοιάζεις με κανέναν από όσους έχω γνωρίσει. Δεν πιστεύεις στο θεό, δεν πιστεύεις στους ανθρώπους... Εγώ είμαι ανοιχτό βιβλίο, δεν έχω και πολλά να κρύψω...
Ήταν απόγευμα και έπιναν τον καφέ τους στη βεράντα του σπιτιού της Μαρίας Διβάνη.
-Αυτό το τι άνθρωπος είσαι εσύ, μου το έχουν απευθύνει οι μισοί άνθρωποι της γης, αλλά δεν περίμενα να το λες κι εσύ! σε ρώτησα ποτέ εγώ τι άνθρωπος είσαι εσύ; μια χαρά είμαστε και οι δυο... ψευτονευρίασε. Το γιατί  δεν πιστεύω σε θεό στο έχω εξηγήσει πολλές φορές αλλά αρνήσε να δεχτείς τις απόψεις μου. Κανένας θεός και κανένας άνθρωπος δεν μπορεί να με σκλαβώσει.
-Να! αυτά τα μεγάλα λόγια σου. Δε φοβάσαι τίποτε; απόρεσε.
 -Τι να φοβάμαι; δυσκολεύομαι να χρησιμοποιώ τη λέξη θεός, πρέπει να τη σβήσω από το λεξιλόγιο μου. Μου φαίνεται ανύπαρκτη. Πως να χρησιμοποιήσεις μια λέξη που δε θεωρείς απαραίτητη; Δεν είδα ποτέ κανέναν θεό στη ζωή μου. Ούτε έχω ανάγκη απ αυτόν, όσο από τον γιατρό,τον δάσκαλο, τον φίλο, τον γείτονα, εσένα.
-Εμένα; εμένα; έκανε πιο δύσπιστα.
-Φυσικά εσένα, σε έχω περισσότερη ανάγκη.
-Δηλαδή θέλεις να πιστέψω πως εσύ σε λίγο καιρό θα μου κάνεις πρόταση γάμου; τον αγκάλιασε γυρίζοντας τον προς το μέρος της.
-Όχι, αυτό δεν πρόκειται να γίνει ποτέ! πως σου ήρθε αυτό;
-Γιατί; είσαι εναντίον του γάμου; γι αυτό νοίκιασες το τρισάθλιο διαμέρισμα και δεν ήρθες να μείνουμε μαζί;
-Ένας νεοδιορισμένος καθηγητής, υπάλληλος του δημοσίου είμαι...
-Μην πας να ξεφύγεις!
-Τι να ξεφύγω; όχι δε με νοιάζει αν οι άλλοι παντρεύονται και συζούν στο ίδιο σπίτι, στο ίδιο δωμάτιο, στο ίδιο κρεβάτι μέρα-νύχτα. Δεν μ αρέσουν αυτά. Μπορούμε να είμαστε μαζί κι έτσι, ο καθένας τα δικά του αλλά και μαζί όταν ο ένας χρειάζεται τον άλλον. Είναι μια μικρή ελευθερία μπροστά στις τόσες σκλαβιές που μας χαρίζει αυτός ο κόσμος που ζούμε.
-Μα εγώ σ αγαπώ! και δε θέλω να σε χάσω. Θέλω να παντρευτούμε, να κάνουμε οικογένεια, να κάνουμε παιδιά!
-Πως μιλάς έτσι; ξεχνάς ποια είσαι;
-Εννοείς για τη δουλειά μου; που είμαι συνοδός πλουσίων; άνοιξε τα μάτια της.
-Γιατί δεν το λες ακριβώς με τ όνομα του: Είμαι μια πόρνη! έτσι να πεις.
-Δεν το πιστεύεις! πες αλήθεια πως δεν το πιστεύεις αυτό! πετάχτηκε επάνω. Εγώ δεν είμαι πουτάνα! το κατάλαβες; δεν είμαι που-τά-να! τόνισε μια-μια τις συλλαβές.
Κοιτάχτηκαν με ένταση. Τον Καζάρμα δεν τον ένοιαζε τι ήταν, πράγμα παράξενο, για κάποιες προηγούμενες γυναίκες είχε μπλέξει σε συναισθηματολογίες και δεν του άρεσε. Ήθελε να είναι ελεύθερος, μακριά από δεσμεύσεις. Μια περιπέτεια είναι η ζωή και ο άντρας είχε ανάγκη από πολλές γυναίκες, πράγμα που συνέβαινε για τους περισσότερους άντρες, άσχετο αν η κοινωνία χρειαζόταν να κρύβει κάποιες αλήθειες επιδοκιμάζοντας την μονογαμική ταυτότητα που βασίζονταν στο γάμο, στηρίζοντας έτσι ένα ψεύτικο οικοδόμημα.
-Μην κάνεις υστερίες, εντάξει, δεν ήθελα να σε θίξω, νόμιζα πως είσαι πιο ρεαλίστρια, την συγκράτησε που του όρμησε. Δε θέλω να τσακωνόμαστε ή μάλλον εγώ δεν τσακώνομαι ποτέ με κανέναν. Ιδιαίτερα με γυναίκες. Να το θυμάσαι δε θέλω να τσακωθούμε ποτέ. Δεν κάνω όμως γι αυτά που μου ζητάς.
-Και θες να είμαστε μόνο έτσι; μόνον εραστές; έβαλε τα κλάματα στην αγκαλιά του κι εκείνος έγνεψε ναι, παρασέρνοντας την να ξαπλώσουν στον καναπέ.

Η αλήθεια κατάματα δε βλέπεται. Ο ανακριτής, το καταλάβαινε, το πίστευε ακράδαντα. Ήταν ένας υποστηρικτής του νόμου αλλά και του μεγάλου κεφαλαίου, ήταν έντιμος έξυπνος αλλά και επιπόλαιος. Το χειρότερο ελάττωμα του ήταν η εξυπνάδα κι ακόμα χειρότερο πως την έδειχνε, όσο για την επιπολαιότητα δε γνώριζε κανέναν άνθρωπο χωρίς αυτήν. Όλοι οι άνθρωποι μηδενός εξαιρουμένου, ανακάλυπταν τις επιπολαιότητες τους τουλάχιστον μετά από μισό αιώνα. Τότε που δεν μπορούσαν να αναθεωρήσουν τίποτε.
συνεχίζεται


















Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

ΣΕ ΜΕΝΑ ΔΕΝ ΠΕΡΝΆΝΕ ΑΥΤΆ

  Φίλε κόφτην καραμέλα σου και πούλησε τη στους άλλους σε μένα δεν περνάνε αυτά εγώ ξέρω πως απέτυχα παταγωδώς και δε με σώνει κανένας αγωγό...