Δευτέρα 19 Αυγούστου 2019

Ο ΘΕΌΣ ΤΩΝ ΦΤΩΧΏΝ 19 Αινιγματικός κόσμος






Ήταν μια διαδήλωση γέρων που χλεύαζαν εκείνο το περίφημο σύνθημα, ΠΕΡΉΦΑΝΑ ΓΗΡΑΤΕΙΆ. Η εξαθλίωση, φαινόταν στα γηρασμένα πρόσωπα τους, στα φτηνά, αρρωστημένα ρούχα τους. Η αγανάκτηση για την αδιαφορία της πολιτείας εκφραζόταν μ αυτή την πορεία προς την βουλή.
 Ο Καζάρμας δεν ήξερε να κλάψει βλέποντας τους ή να γελάσει θεωρώντας πως βρισκόταν σε μια σκηνή θεάτρου του παραλόγου. Γύρω τους κάμποσοι αστυνομικοί, παρακολουθούσαν γελώντας αυτή την ήρεμη πορεία. Μακάρι να γίνονταν έτσι όλες οι πορείες, σκέφτονταν, γιατί τα πράγματα ήταν τελείως διαφορετικά, όταν είχαν να παλέψουν με το μανιασμένο πλήθος των σκληροπυρηνικών που δε λογάριαζαν ούτε γκλομπς ούτε πιστόλια. Οι γέροι θα πήγαιναν μέχρι τη βουλή κι ύστερα θα διαλύονταν ήσυχα. Οι σκληροπυρηνικοί θα έσπαζαν ότι έβρισκαν μπροστά τους, από κεφάλια αστυνομικών μέχρι βιτρίνες καταστημάτων, θα τα έκαναν όλα γυαλιά-καρφιά.
Βιάστηκε να φύγει μακριά από τους διαδηλωτές με τη σκέψη πως θα μπορούσε να του συμβεί κάποιο απρόοπτο και τότε θα τίναζε στον αέρα όλο το σχέδιο και οι προσπάθειες δυο και πλέον μηνών, που είχε κάνει ο ίδιος, προσωπικά, αλλά και με την βοήθεια της οργάνωσης που είχε συλλέξει όλα τα απαιτούμενα στοιχεία γύρω από τον καθηγητή Μαυροσκότη.
Περνώντας έξω από μια κάβα ποτών, θυμήθηκε πως δεν είχαν κρασί, μπήκε μέσα και αγόρασε ένα μπουκάλι. Θυμήθηκε όμως και τις εντολές της οργάνωσης πως δεν επιτρεπόταν να πίνει αλκοόλ πριν από την εκτέλεση μιας αποστολής και ιδιαίτερα μιας τόσο σπουδαίας αποστολής αλλά τους αγνόησε.
Έφτασε στο σπίτι, χτύπησε το κουδούνι της Μαρίας Διβάνη. Του άνοιξε κοιτάζοντας τον αινιγματικά και τον φίλησε εξ ίσου αινιγματικά.
-Όλες οι γυναίκες δεν είναι ίδιες Καζάρμα, είπε παίρνοντας το κρασί από τα χέρια του.
-Τι σκέφτηκες; ρώτησε βγάζοντας το σακάκι. Φυσικά δεν είσαστε ίδιες.
-Καλό αυτό! μ αρέσει που δεν είσαι ένας μόνο ωραίος άντρας. Ετοιμάζω φαγητό και πήγε προς την κουζίνα, ενώ αυτός κάθισε στον καναπέ, ανοίγοντας την τηλεόραση, παρατηρώντας ξανά αυτό το διαμέρισμα που είχε νοικιασμένο η Μαρία.
 Ήταν ένα άνετο και ευρύχωρο διαμέρισμα επιπλωμένο με ακριβά, πανάκριβα έπιπλα. "Που τα βρίσκεις τόσα λεφτά;" την είχε ρωτήσει. " Δουλεύω αγόρι μου με το μυαλό. Κι όποιος δουλεύει και δεν έχει λεφτά σ αυτό τον κόσμο είναι βλάκας!" του είχε απαντήσει. "Το χρήμα δεν είναι το παν," της είχε απαντήσει και η Μαρία τον κοίταξε σα να έβλεπε εξωγήινο.
Την έβλεπε που πηγαινοερχόταν από την κουζίνα στην τραπεζαρία, να ετοιμάζει το φαγητό κι ήταν πολύ όμορφη, χαμογελαστή, εξαίσια γυναίκα. Ήταν τυχερός που την είχε γνωρίσει.
Η τηλεόραση είχε ειδήσεις. Για λίγο απορροφήθηκε σκόρπιος να παρακολουθεί. Ώσπου στην οθόνη εμφανίστηκε ο καθηγητής Μαυροσκότης. "Και τώρα ο κύριος Μαυροσκότης θα μας μιλήσει για την έλλειψη κλινών στα νοσοκομεία της χώρας." ανήγγειλε η τηλεπαρουσιάστρια.
-Έχει κάτι ενδιαφέρον στις ειδήσεις; τον ρώτησε καθώς του έκανε νόημα να πάει στο τραπέζι. Δε βάζεις λίγη μουσική;
-Συμφωνώ, απάντησε κι άλλαξε σταθμό ψάχνοντας για μουσική, βρήκε κάτι απαλό και πήγε στο τραπέζι.
Άρχισαν να τρώνε, ήπιαν τσουγκρίζοντας τα ποτήρια τους.
-Ωραίο κρασί, είπε η Μαρία,
-Ωραίο, συμφώνησε.
-Αλλά μην πίνεις πολύ, δεν είπες πως το πρωί έχεις να κάνεις μια σπουδαία δουλειά;
-Είπα σπουδαία; την κοίταξε αινιγματικά.
-Ναι, έκανε η Μαρία και τα σακάκια δεν τα παρατάνε έτσι στα σαλόνια! έκανε και σηκώθηκε. Πήγε στον καναπέ να το πάρει όταν το μάτι της έπεσε στο πιστόλι που εξείχε ελάχιστα στην από μέσα τσέπη.
Ανασηκώθηκε κοιτάζοντας μια το πιστόλι και μια εκείνον.
-Τι είναι αυτό; ρώτησε συνεχίζοντας να είναι ξαφνιασμένη αλλά και απορημένη.
-Τίποτε, απάντησε.
-Πως τίποτε; εδώ έχεις ένα πιστόλι...
-Έχω και άδεια οπλοφορίας, της χαμογέλασε. Άστο κι έλα να συνεχίσουμε το φαγητό μας.
Η Μαρία κρέμασε το σακάκι και γύρισε δύσπιστη, παρ ότι της είπε για την άδεια οπλοφορίας. Να έχει πιστόλι; έστω και με άδεια οπλοφορίας;
Τον ρώτησε τι την ήθελε την άδεια οπλοφορίας και το πιστόλι. Της εξήγησε πρόχειρα πως υπήρχαν ειδικοί λόγοι να οπλοφορεί και πως δεν μπορούσε να της πει περισσότερα γι αυτή την κατάσταση.
-Δηλαδή είσαι αστυνομικός; μπάτσος; τι μου λες!
-Όχι, δεν είμαι αστυνομικός. Καθηγητής φιλολογίας είμαι. Σε λίγο καιρό θα διοριστώ σε κάποιο σχολείο, μην ασχολείσαι.
Συνέχισαν το φαγητό τους κι αργότερα καθώς εκείνη μάζευε τα πιάτα, της είπε πως καλά θα ήταν να έπεφταν για ύπνο, ένιωθε αρκετά κουρασμένος, κι έπρεπε να ξεκουρασθεί. Η Μαρία συμφώνησε μαζί του και πήγε στην κουζίνα να πλύνει τα πιάτα.
-Ξάπλωσε εσύ, σε λίγο θα έρθω κι εγώ, του είπε.
Πήγε στην κρεβατοκάμαρα με την σκέψη στο πρωινό. Ξάπλωσε κι άρχισε να ξετυλίγει το σχέδιο απ την αρχή.
Επτά το πρωί θα ξύπναγε. Θα ντυνόταν σε πέντε λεπτά. Επτά και δέκα θα έφτανε στη στάση του λεωφορείου. Εδώ υπήρχε μια μικρή πιθανότητα να καθυστερήσει, γι αυτό θα έφευγε λίγο πιο νωρίς. Το λεωφορείο θα πέρναγε το πολύ σε δέκα λεπτά. Αυτές τις ώρες η κίνηση είναι περιορισμένη και τα λεωφορεία που μετέφεραν τον κόσμο στις δουλειές του, έφταναν πιο γρήγορα. Στις δέκα φορές που περίμενε στη στάση για να κάνει την ίδια διαδρομή, το λεωφορείο είχε φτάσει σε δέκα λεπτά.
Η διάρκεια της διαδρομής, κυμαινόταν από τριάντα μέχρι τριανταπέντε λεπτά. Οκτώ παρά δέκα θα κατέβαινε στην Πανεπιστημίου και θα διάβαινε απέναντι, στο μεγάλο μέγαρο.
Παρά πέντε ακριβώς, την ώρα που ο θυρωρός θα κατέβαινε στο υπόγειο, να βάλει μπροστά τις μηχανές του καλοριφέρ, αυτός θ ανέβαινε τα σκαλιά της εισόδου. Το ασανσέρ βρισκόταν σε απόσταση δέκα βημάτων, συνήθως σταματημένο στο ισόγειο. Αλλά και να μην ήταν, δεν προλάβαινε ο θυρωρός ν ανέβει, ούτε και ν ακούσει τον θόρυβο, αφού εκείνη τη στιγμή θα έμπαιναν μπροστά οι μηχανές του καλοριφέρ.
Το γραφείο του καθηγητή Μαυροσκότη, ήταν στον τρίτο όροφο. Σε μισό λεπτό θα βρισκόταν στο διάδρομο του τρίτου και θα κρυβόταν για δυο λεπτά στην τουαλέτα. Στις οκτώ ακριβώς, ο καθηγητής άνοιγε κάθε Παρασκευή το ιδιαίτερο γραφείο του. Ήταν μια μέρα που δεχόταν επισκέψεις του κοινού που είχε σχέση με την υποψηφιότητα του στις επερχόμενες βουλευτικές εκλογές. Οι σωματοφύλακες του θα έπιναν τον πρωινό καφέ τους στο κυλικείο, έτσι ήθελε ο καθηγητής, να μην υπάρχουν τέτοια άτομα σαν τους σωματοφύλακες, όταν δεχόταν πολιτικές επισκέψεις στο γραφείο του. Δεν ήθελε να μπερδεύεται κανείς στα πόδια του κι ακόμα περισσότερο άνθρωποι με τις φάτσες των σωματοφυλάκων. Ίσως αυτή του η ιδιοτροπία που στην ουσία ήθελε να υποδηλώσει στον κόσμο πως ο καθηγητής ήταν ένας όμοιος τους κι άρα δεν χρειαζόταν την προφύλαξη από άλλους ανθρώπους, να ήταν η μοιραία σκέψη και πράξη για τη ζωή του.
 συνεχίζεται


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

  Η Νεκρή Φύση είναι παράσταση και σύμβολο του απολύτως εφήμερου. Τα εικονιζόμενα προαναγγέλλουν έναν απελπιστικά περιορισμένο βίο. Οι κρεμα...