Για να κερδίσεις κάτι σε αυτό
τον κόσμο, πρέπει να τα βάλεις με θεούς
και δαιμόνους! Συμπέρανε, αφομοιώνοντας
μια τέλεια ρήση. Ύστερα, σήκωσε το κεφάλι
και τον είδε. Είδε τον άνθρωπο με τη
ρεπούμπλικα που ερχόταν κοντά του.
-Γεια
σου, είπε και κάθισε απέναντι του. Είμαι
ο Καραβοκύρης.
-Το μικρό;
-Δεν έχει
μικρό, χαμογέλασε. Σε πρόσεξα, ξεχωρίζεις
από τους άλλους.
-Γιατί;
-Δεν υπάρχει
γιατί. Ξεχωρίζεις. Είσαι εκλεκτός..
-Μη
μου πεις του θεού!!!
-Όχι δε θα στο πω.
Θεός δεν υπάρχει.
-Δε με ενοχλεί να
το λενε οι άλλοι, τι θα πιεις;
-Αλκοόλ.
Είμαι συνθέτης.
-Δηλαδή; έσμιξε τα
φρύδια του
Ωστόσο παράγγειλε δυο
μαύρες μπύρες. Το γκαρσόνι τους σέρβιρε
ευγενικά.
-Αύριο το πρωι έχω πρόβα
στο μέγαρο μουσικής του Δήμου. Είσαι
προσκαλεσμένος μου. Ανεβάζω την Βαλκυρία
του Βάγκνερ, την ξέρεις;
Ο Παράμετρος
έγνεψε ου.
-Κάτι έχω ακούσει, ψέλλισε
και η φωνή του μόλις ακουγόταν. Ντρεπόταν
που δεν ήξερε τίποτε
-Είναι η μάχη
μεταξύ ισχύος και αγάπης, έλεγχος του
κόσμου, αιώνια μάχη, ξέρεις οι άνθρωποι
τα γνώριζαν αυτά από παλιά, μη νομίζεις
πως εμείς είμαστε οι πιο έξυπνοι.
-
Μα εμείς έχουμε κινητά τηλέφωνα; και
του δειξε μια μικρή συσκευή τηλεφώνου
από τα πρώτα που είχαν αρχίσει να
κυκλοφορούν
-Αυτά θα είναι ο έλεγχος
της ανθρώπινης ιστορίας. Στην υγεια σου
φίλε, θα ρθεις αύριο το πρωι στην πρόβα;
κι έφυγε. Χωρίς να περιμένει απάντηση
Μ ένα χαμόγελο και την ρεπούμπλικα να
καλύπτει το κρανίο του.
Πήγε μόνος
την άλλη μέρα το πρωί και άκουγε τον
Κραβοκύρη να παίζει κλασική μουσική
μια ώρα. Μόνος του. Αυτός και η μουσική.
Και ήταν απίστευτος ο ήχος, ο τρόπος που
ακουμπούσε τα δάχτυλα στο πιάνο και
ήταν αδιαχώρητος ο τόπος, στο μισοσκόταδο
του πρωινού εκείνης της Κυριακής που
ένας άνθρωπος έπαιζε μουσική μόνο για
έναν άλλον άνθρωπο. Έχεις ακούσει ποτέ
ς ένα δωμάτιο τη Λένα Πλάτωνος να σου
παίζει πιάνο;
Η Ροσα Πάβλοβα αρνήθηκε
να πιστέψει πως πήγε μόνος του, χωρίς
αυτήν.
-Μα θα πάμε στην πρεμιέρα!
Αντέδρασε.
-Εγώ ήθελα εκεί! Εκεί που
ήσουν μόνος μαζί του! Δυο άντρες στο
σκοτάδι με κλασική μουσική! Τι κάνατε
εκεί; μήπως ς ερωτεύτηκε κι αυτός;
-Τι
λες; άνοιξε πελώρια τα μάτια του και τα
χέρια του. Κι ο σαρκασμός δεν υπήρχε
περίπτωση να πάει χαμένος.
-Το
κατάλαβα, έκανε αποκαμωμένη.
-Ποιο;
-Πως
κάνατε έρωτα.
-Εγώ μ έναν άντρα;
-Ναι,
γιατί; τι είσαι εσύ;
-Ο ξεχωριστός του
θεού. Οικτρό.
-Μα γιατί δε μ αγαπάς;
τι είμαι εγώ για σένα; κι έβαλε τα
κλάματα.
Γέλασε. Δεν ήξερε τι άλλο να
κάνει. Αμήχανος απ την περιέργεια της
ύλης.
απ το νέο μου μυθιστόρημα Η ΠΑΡΑΜΕΤΡΟΣ ΤΟΥ ΑΙΝΣΤΑΝ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου