Δευτέρα 4 Μαρτίου 2024

Η ΜΟΙΡΑ ΤΩΝ ΘΝΗΤΏΝ [Από την ΠΑΡΆΜΕΤΡΟ ΤΟΥ ΑΙΝΣΤΑΙΝ]

 


 

Ένα τέτοιο πρωινό που είχε κλειστά τα μάτια του, ξαπλωμένος στο μαύρο χαλίκι, τράβηξε από το πρόσωπο την παλάμη και άνοιξε τα μάτια. Από πάνω του ήταν σκυμμένη και τον κοίταζε ξαφνιασμένη η Ρόσα Πάβλοβα. Ποια ήταν η Ρόσα Πάβλοβα; μια παρτιζάνα που είχε ξεμείνει από τον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο;
-Τι έχετε πάθει; άκουσε τη φωνή της να τον ρωτάει με κάποια αγωνία.
Έκλεισε και ξανάνοιξε τα μάτια του να καταλάβει αν ήταν ξύπνιος ή ονειρευόταν και μόλις συνειδητοποίησε το πρώτο, ανακάθισε στην πετσέτα σαυροπόδι ή οκλαδόν, ενώ η Πάβλοβα επαναλάμβανε την ερώτηση της.
-Τι πάθατε; προσπαθώ μισή ώρα τώρα να δω αν είστε νεκρός ή ζωντανός!
-Τι λες! Γέλασε. Φυσικά και είμαι ζωντανός.
-Μα τόσην ώρα ήσασταν τέλεια ακούνητος, σαν ένα πτώμα! Αναφώνησε.
Ο Γιάννης σκέφτηκε για μια στιγμή πως δε θα είχε σημασία να γνωρίσει μια γυναίκα ακόμα, να κάνει δηλαδή μια καινούργια σχέση ενώ είχε αποφασίσει σχεδόν συνωμοτικά με τον εαυτό του πως θα γνώριζε μόνο περιστασιακές γυναίκες, της μιας νύχτας. Αλλά όλα αυτά πήγαιναν περίπατο καθώς εξέταζε από πάνω μέχρι κάτω την Ροσα Πάβλοβα, που κι αυτή τον κοίταζε μαγνητισμένη.
-Α, σας ξέρω! Έκανε, είστε ο κύριος στο ΟΝΛΥ ΓΟΥ, εγώ είμαι η Ροσα Πάβλοβα, είπε αναψοκοκκινισμένη.
-Ρόσα Πάβλοβα; επανέλαβε και την κοίταζε ερωτηματικά.
-Ναι, είμαι Σέρβα, παρτιζάνα καλά το σκέφτηκες. Συλλέκτης σπάνιων φωτογραφιών..
-Εδώ; την έκοψε. Στη Σαντορίνη; τι φωτογραφίες συλλέγεται;
-Μ ενδιαφέρει το ηφαίστειο και η έκρηξη του που εξαφάνισε την Ατλαντίδα. Μια χαμένη ήπειρο, το φαντάζεσθε; δεν είναι τρομακτικό; δεν είναι φανταστικό; εσείς το πιστεύετε πως εξαφανίστηκε μια ολόκληρη ήπειρο;
-Θέλεις να σε κεράσω ένα ποτό; της χαμογέλασε. Έχω διαβάσει αρκετά πράγματα γι αυτό και μπορεί να σου φανούν χρήσιμα.
-Ευχαριστώ! Πάμε! Απάντησε η Ρόσα Πάβλοβα.
Και είχε έναν ενθουσιασμό, μια φρεσκάδα που παράσερνε τα πάντα στο διάβα της σαν ορμητικός χείμαρρος τέτοιον που ο Παράμετρος ξέχασε όλους τους ενδοιασμούς του περί των σχέσεων των δυο φύλων και αφέθηκε στη δίνη του χειμάρρου.

Ο τύπος είχε στραμμένο το κεφάλι του προς τα έξω-έξω απ το παράθυρο και δεν γύριζε καθόλου προς τα μέσα να δει τι γίνεται. Το μέσα και το έξω, ενός δωματίου, μια σάλας, ενός μπαρ, ενός προσώπου, μιας ψυχής. Υπάρχει το μέσα μιας ψυχής;
Φορούσε Καλοκαιριάτικα μια ρεπούμπλικα που κάλυπτε το καλοξυρισμένο κεφάλι του και ο τρόπος λήψης της εικόνας του ήταν δύσκολος από την γωνία που τον παρατηρούσε. Χωρίς να καταλάβει γιατί, του κίνησε την περιέργεια να μάθει ποιος κρυβόταν πίσω από την ρεπούμπλικα και περίμενε υπομονετικά πως κάποτε θα γύριζε το κεφάλι του γιανα δει τη φάτσα του. Όμως ο χρόνος περνούσε, παράγγειλε και δεύτερο ποτό, άναψε κι άλλο τσιγάρο αλλά ο τύπος παρέμενε ακούνητος στο παράθυρο σαν άγαλμα του Ροντέν. Φορούσε ρούχα κυνηγού στην Αφρική, κοντομάνικο χακί πουκάμισο και ανάλογο κοντό παντελονάκι. Η πιθανότητα να μην ήταν και ηλιοκαμένο το πρόσωπό του άγγιζε τα όρια της ανυπαρξίας τέτοιων ατόμων αλλά δεν ήταν και σίγουρος πως υπήρχαν ακόμα τέτοιες φιγούρες.
Ωστόσο όταν δεν το περίμενε, ο τύπος σηκώθηκε και με γρήγορα βήματα έφτασε κοντά του. Στάθηκε δυο μέτρα μακριά, τα μάτια τους συναντήθηκαν για λίγο.
-Εμείς οι δυο θα τα πούμε, του χαμογέλασε κι έκανε έναν κύκλο με τον δείχτη του δεξιού χεριού του υπονοώντας το μέλλον.
Κι αργά κοιτάζοντας προς τα πίσω χάθηκε όπως είχε εμφανιστεί στο παράθυρο.
Είχε ένα συμπαθητικό πρόσωπο, πράγματι ηλιοκαμένο, μικρή ίσια μύτη, γωνιώδες πηγούνι, γαλάζια μάτια. Περπάτημα σιγανό με ίσιο το κορμί ανάλο
γη ήταν και η συμπεριφορά του, σκέφτηκε ο Παράμετρος και σηκώθηκε απορημένος.
-Τι στο διάολο! Μονολόγησε. Υπάρχουν και τέτοιοι άνθρωποι;
Καταλάβαινε αλλά δεν ήξερε τι του επεφύλασσε η μοίρα. Όχι ακριβώς η μοίρα, αυτός δεν πίστευε σε τέτοια, απλά ο δρόμος όπου πήγαινε και αν μπορούσε να τον αλλάξει ,η να τον αλλάζει όποτε ήθελε αυτός και όχι όπως του βαρούσαν το ντέφι. Τώρα τι να ήθελε ο άνθρωπος με την ρεπούμπλικα; για ζητιάνος δεν του φάνηκε, ούτε φτωχός ούτε πλούσιος, ωραίος όμως ήταν σίγουρα, ίσως κάποιος καλλιτέχνης, αναλογίστηκε.
Το βράδι συναντήθηκε με τη Ροσα Πάβλοβα. Ήταν πράγματι πολύ όμορφη, ίσως πιο όμορφη από την Μόνικα, και πιο καλή από την Ευγενία. Κάθισαν στις άκρες του κρεβατιού γυμνοί. Το μυστικό του κόσμου κρυβόταν στο λευκό μέρος του στήθους της.
-Γιατί δεν κάνεις γυμνή μπάνιο; τη ρώτησε.
-Για να μαυρίσει και το στήθος μου; δε ς αρέσει λευκό;
Λευκό παρέμενε και το μέρος που έκρυβαν οι άντρες με το σλιπάκι τους
-Το μυστικό του κόσμου είναι ανάμεσα στα σκέλια του άντρα,είπε. Θες να ξανακάνουμε κάτι; και σηκώθηκε ολόρθη, γυμνή.
Έμεινε για λίγο, ίσως για πέντε λεπτά να κοιτάζει το μαύρο μέρος που εστίαζε η γέννεση και καταλάβαινε γιατί του άρεσε να βλέπει ή να κοιτάζει εκεί.
-Η ηδονή είναι μυστήριο πράγμα, απάντησε. Χωρίς αυτήν δε θα υπήρχαμε και γέλασε.
-Γιατί γελάς; ήρθε κοντά του στρίβοντας το πηγούνι του πάνω και γύρω από το δικό της.

 

Δυο σελίδες από το καινούργιο μυθιστόρημα μου με τίτλο: Η ΠΑΡΆΜΕΤΡΟΣ ΤΟΥ ΑΙΝΣΤΆΙΝ

 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

ΣΕ ΜΕΝΑ ΔΕΝ ΠΕΡΝΆΝΕ ΑΥΤΆ

  Φίλε κόφτην καραμέλα σου και πούλησε τη στους άλλους σε μένα δεν περνάνε αυτά εγώ ξέρω πως απέτυχα παταγωδώς και δε με σώνει κανένας αγωγό...