Δευτέρα 8 Αυγούστου 2022

ΛΊΘΙΟ

 


Ένα τραγούδι θέλω να γράψω
Ν αλλάξω στο δάσος το πράσινο χρώμα
Χαμένο φιλί από κόκκινο στόμα
να ζητώ από χρόνια ποτέ δε θα πάψω.
Βάψτε το δάσος με άλλο χρώμα!
βαρέθηκα αιώνια να με καίει σαν φλόγα
αυτό το κορμί σα μια μαύρη πιρόγα
να σκίζει το φως, να φεύγει το γιόμα.
Βάψτε το δάσος με άλλο χρώμα!
Άσπρο λουλούδι ζητώ να μυρίσω
που το καψε ο ήλιος, το έκανε μαύρο
το κίτρινο πίσω δε θέλω, μα θα βρω
καιρό και συμπόνια να βρω, να γυρίσω!
Ένα τραγούδι θέλω να γράψω
Για κάτι που έφυγε, να μη με λυπήσει
το ήξερα, ωραία μ είχε αγαπήσει
όπως στο όνειρο όπου θα λάμψω.
Βάψτε το δάσος με άλικο χρώμα!
Κίτρινο κρίνο, λευκό επιμύθιο
Μη μείνει στο δάσος κανένα χρώμα
Εγώ που σ αγάπησα δεν ξέρω ακόμα
Στον ήλιο αν έφτασε, του κόσμου το λίθιο.

Σάββατο 6 Αυγούστου 2022

οι άλλοι

 


Θα μου πεις τώρα, αν έκαναν όλοι σαν εμένα θα ήταν καλύτερος ο κόσμος; Μιλώντας ο καθένας για το δικό του "εμένα". [Επειδή όλοι περηφανευόμαστε για ένα ανυστερόβουλο και δίκαιο εγώ.]

Τη σκιά σας την αγαπάτε; Το απόγευμα είναι πάντα πιο μεγάλη και όντως έχουμε μια περίεργη αγαπησιάρικη σχέση μ αυτό το μαύρο που μας ακολουθεί παντού.
Σήμερα πήγα στη Βουλιαγμένη απ όπου και η συγκεκριμένη σκιά μου. Έχω σκεφτεί πολλές φορές ν απαλλαγώ από δαύτην αλλά επειδή το βλέπω αδύνατο μελετάω να περπατώ μόνο στα σκοτάδια ή στο απόλυτο φως.
 
Ποτέ δεν ήθελα να είμαι στριμωγμένος σε έναν τοίχο. Κοίταξε όμως τώρα φίλε πως μας έχουν στριμώξει!


Δείξε ποιος είσαι. Ίσως εγωϊστικός τίτλος. Μπορεί όμως και παρότρυνση. Ανέβασμα ψυχολογικό σε έναν κόσμο που περισσεύει η κακία; Ο δάσκαλος στο σχολείο πάντα ήθελε να δείχνουμε ποιοι είμαστε και τότε και τώρα. Έτσι για να συνεννοούμαστε καμιά φορά εμείς οι δυο. Εσύ που είσαι μετριόφρων κι εγώ που πετάω στα σύννεφα.
 

Παρασκευή 5 Αυγούστου 2022

ΠΙΑΣΕ ΜΙΑ ΜΠΥΡΑ

 





-Λοιπόν, φίλε μου, σήμερα έχω κέφια, πιάσε μια μπύρα

-Από τι να είναι η μπύρα;

-Πιάσε μια πράσινη κι άσε τις εξυπνάδες!

-Πράσινη πίνεις; Αφού μέχρι χτες έπινες Άμστελ με το μπουκάλι..

-Άμστελ; εγώ; με το μπουκάλι; Μήπως είσαι άρρωστος και με
περνάς για τον αδερφό μου;

-Έχεις αδερφό;

-Κοίτα ρε! καφετζής να σου πετύχει! Πιάσε την πράσινη... ναι έχω
αδερφό.

-Πως τον λένε; αράζει στις δυο καρέκλες, ανοίγει τον φίλαθλο

-Μενέλαο.. θα φέρεις την πορτοκαλάδα;

-Πορτοκαλάδα θες; να σου φέρω πορτοκαλάδα.. ομαδάρα θα
φτιάξουμε φέτος, κοίτα: πήραμε τον Μακούν!

-Ποιος είναι αυτός, να ένας τίτλος τεράστιος..θα είναι σπουδαίος ε;

-Ναι, τι είπε ρε το άτομο, παιχταράς. Να φέρω την μπύρα;
Πράσινη ή άμστελ, λέγε τώρα... ναι, τον Θυμάμαι τον αδερφό σου
τον Μενέλαο. Αυτός δεν τις έπινε μπουκαλάτες; Δέκα την ημέρα;
τον έκανε πλούσιο τον Άμστελ.

-Τον ξέρεις;

-Ποιον; τον Άμστελ. Που να τον ξέρω..

-Τον αδερφό μου, λέω.

-Μπα, δεν το θυμάμαι, είχα πάει μια φορά στην Ολλανδία..

-Φέρε βρε μια πορτοκαλάδα, γιατί κοράκιασα!

-Πορτοκαλάδα θες; να σου φέρω αμέσως.. Σιγά, πως κάνεις έτσι..
όποιος βιάζεται, σκοντάφτει.. πέφτει. Θες να πέσεις;

-Ναι, φέρε!

Κι εξαφανίζεται κάτω από το ψυγείο. Γυρνάει με μια πράσινη κι
εγώ τον κοιτάζω μαρμαρωμένος.

-Πορτοκαλάδα, δεν είπες;

-Ναι, αλλά το ξανασκέφτηκα. Με την πορτοκαλάδα δεν ξεδιψάς.
Πάρε μια πράσινη... άμα θες, γιατί αλλιώς την παίρνω κι αυτή πίσω!



 

Πέμπτη 4 Αυγούστου 2022

ΆΜΑ ΣΟΥ ΚΟΨΟΥΝΕ ΤΟ ΡΕΎΜΑ, ΚΆΝΕΙς ΠΕΡΣΌΤΕΡΟ ΣΕΞ

 


-Έλα, άργησες. Που ήσουν όλη μέρα;

-Έτρεχα στους δρόμους, είμαι ένα πτώμα..

-Γιατί έτρεχες; [τον κόβει]

-Ε, να βγάλω τίποτε...

-Έβγαλες;

-Θα σου λεγα τώρα.. [στρίβεται]

Ησυχία. Σκοτάδι. Μια μπουμπουναριά ακούγεται από μακριά.
Μπορεί και κλανιά.

-Κούλα! που είσαι; δε σε βλέπω, άναψε το φως, πολύ σκοτάδι!

-Δεν έχουμε φως Γιάννη! [τραγωδία! κλάμα! να, τα δάκρυα]

-Δεν έχουμε ρεύμα; τι να το κάνουμε; να κρυώσουμε;  ζεσταίνεσαι;
Το παιδί; [όλα μαζεμένα]

-Άστο κοιμάται. [έχουμε παιδί;]

-Α, ωραία ε, τότε να το κάνουμε.. [όλα μαζεμένα]

Ξανά ησυχία. Ο ήχος του μακρινού κλάτσ! κλάτσ! σιγανός.
Κλάτσ, κλάτσ. Σα να μπαίνει κάτι.

-Που είσαι ρε Γιάννη;

-Από πίσω.

-Από πίσω; ας τον κώλο μου ήσυχο ρε! έλα από μπροστά.
Μη μιλάς! Γάμα!

-Ε, τι κάνω τώρα; [κοιτάει το σκοτάδι απορημένος. Τέτοιες ώρες,
τέτοια λόγια.] Μπαίνω- βγαίνω.

-Μπες καλύτερα, κλείσε την πόρτα! [ μπάμ, με το ποδάρι.] Γάμα.

Γιάννννννης: Βήτα! [φωναχτά]

-Κούλα: [εγώ είμαι η κούλα;] αααααχχχ... τέλειωσες κιόλας;
που πήγες;

-Από πίσω.

Ακούγονται κλωτσιές, μπουνιές στο σκοτάδι. Που και που καμιά
κλανιά. Ησυχία.



 

Τετάρτη 3 Αυγούστου 2022

ΤΟΥΜΠΕΚΙ 2

 


Τουμπεκί.

Ανοίγω τον υπολογιστή, μπαίνω στο facebook , κοιτω τα σχόλια,
τις αιτήσεις,τις σελίδες, τα μηνύματα,
γαμώ τα request,και τον
πούστη τον Μάρκ Ζόκενμπεργκ που μας έχωσε μέσα σ΄αυτή την κατάντια,
εδω δεν έχουμε άλλη πίκρα, στέγνωσε ο στόμας, κι
έρχονται και οι
 pathfinders με τους γαμπρούς και τις νύφες, να
περιμένουν στη σειρα, τη μαλάκω ή τον
 μάλαξ που θα τους κάνει
likes, για ένα like πεθαίνω και δόστου οι συμβουλές και οι αηδίες
 για το τι πρέπει να κάνει ένας καλός
blogger,να γράψει ή να μη
γράψει αλλά δεν αντέχει, είναι ανάγκη να ρίξει την μαύρη κλανιά
 του, κι άμα είναι με τρία λάικ να γίνεις δημοφιλέστερος, κάντο ρε
 μαλάκα,
βάλε σε όλους, τσάμπα είναι, και μείνε στην γοητεία των
 σχολίων ρε τσιχλόμαγκα-κλάτς,κλάτς- αν δεν είμαι εκεί θα είμαι
στο μπάνιο,πέντε πλάτς, δυο σαπούνια, δεν προλαβαίνω να χέσω,
 είπε ο φίλος, το ηλεκτρονικό σπέρμα, ο
 κλεισμένος μέσα σε άχαρα δωμάτια ή
 σε καφειντερνετ με ένα σωρο μπλακ μαν γύρω και τα να συλλογιέμαι αν πρέπει
 να έχω
http or https κι ο άλλος να λέει,
 υμνείστε με δοξάστε με, γιατι έχω το καλύτερο
blog και συ να μην αντέχεις,
  
να σούρχεται να του ρίξεις σφαλιάρα, ρε Γιάννη εδω
είσαι κι εγώ χτυπάω τον άνθρωπο τόσην ώρα εκεί κάτω; και να
πέφτουν βροχή οι καλημεράκηδες, οι νευρικοί εραστές του φεις,
αυτοί καλά κάνουν,
μόνο την πάρτυ τους σκέφτονται και καλά
 κάνουν, σιγά τη γκόμενα, που της έχω κάνει αίτηση και περιμένω
 δυο μήνες να με αποδεχτεί, σιγά που θα περιμένω κι άλλο,
ποιά
 νομίζει πως είναι,
η παλιοχαμούρα, άσε δε με νοιάζουν αυτά
 αντιδράει ο σπασίκλας, ο σπαστικός, ο σπασαρχίδας και μου ρίχνει
στη μούρη ένα δε μου αρέσουν αυτά που γράφεις και ποιός είσαι
 συ μωρε; είσαι κανένας; Κανένας. Κανείς δεν είναι κανενός, κάτι
μου θυμίζει αυτό, εγώ ποιανού είμαι;
 Κανένας δεν αντέχει να του
 πουν είσαι άσχημος σαν την κουκουβάγια, είναι γλυκειά η
πουτάνα
 η κολακεία
, κι αν δεν υπάρχουν αποδείξεις για όλα αυτά που λεω,
 τι με νοιάζει, μήπως θα μου κόψουν το άριστα ή θα μου βάλουν
κοσμία διαγωγή, χειρίστη πρέπει να σου χώσουν στη μούρη αλλά
έχεις χάρη που βρίσκεσαι κλεισμένος σε ιντερνετικες κρυψώνες,
πίσω απο κωδικούς κώδικες, πίσω απο σκοτεινα δωμάτια που
 έκλεισες την φουρτουνιασμένη σου ψυχή,
περιμένοντας το ανίδεο
 τέλος,
αυτής της πανάθλιας εποχής ή της ευτυχισμένης για έτερους
που τους χαμογελάει ο κόσμος, τους αστράφτουν οι καλές μέρες,
 τους αποχαυνωμένους στην ευμάρεια του τι κάνεις έτσι, όλα καλά
είναι, όλα υπέροχα...πάρε τώρα και τα πουλάκια σου..τσίου, τσίου!


Δευτέρα 1 Αυγούστου 2022

Σ ΑΜΜΟΥΔΙΆ ΞΕΧΑΣΜΈΝΟΣ

 


 Ένα άδειο χαρτί είναι η ζωή μας, πως να το γεμίσεις;
Με τόσα συναισθήματα άπειρα αρχίζει ένας ακόμα Αύγουστος. Τι έχουμε να πούμε;τι έχουμε να φάμε; πατάτες. Πούτσες μπλε.
Αύγουστος ο μήνας των διακοπών Στην Αίγινα και αλλού, στην Πάργα, στο Καραβοστάσι, στα Κύθηρα, στη Μονεμβάσια και αλλού. Ξεχύθηκαν οι Έλληνες στις παραλίες Ήρθαν και πολλοί άλλοι. Άγγλοι, Γάλλοι, Γερμανοί. Οι Αλβανοί στο καβούκι τους, τρώνε το ζουμί τους. ΤΟ ΖΟΥΜΊ ΤΟΥΣ.
Ένα άδειο χαρτί είναι η ζωή μας Ή καλύτερα ένα λευκό χαρτί όπως η ψυχή μας: κατάλευκη. Αλλά που να καταλάβουν όσοι κυβερνούν, όσοι διαχειρίζονται τα κέρδη μας, πόσο αγνή είναι η ψυχή μας; και πως δεν τους χρωστάμε τίπτε; [τουναντίον μας χρωστάνε αλλά δε θα τα λάβουμε ποτέ]. Κι ακόμα μήπως καταλάβουν πως δεν τους ανεχόμαστε πια. Έφτασε ο κόμπος στο χτένι ή αντίθετα, κομπιάσαμε. Και δε χωράει πια, καμιά συγχώρεση. Μια κουβέντα παραπάνω και θα σπάσει, θα ξεχειλίσει το νερό. Θα γίνει συντρίμμια το γυαλί, θα βγουν κάποτε, έξω, στη στεριά, τα ψάρια.
Οι ζεστές μέρες τ Αυγούστου αρχίζουν. Η πνιγηρή ατμόσφαιρα διαδέχεται μια άλλη, πνιγηρή ατμόσφαιρα. Οι κάψες του Καλοκαιριού μας ορφάνεψαν ακόμα λίγο-μας αφάνισαν. Κάμποσοι γέροι στην παραλία απόκαμαν-συνταξιούχοι, χωρίς καμιά απόφαση ζωής.
Όλες οι παραλίες της Ελλάδας, μοιάζουν. Στ Αργοστόλι, στον Αρίλα, στο Πεταλίδι. Κούφιο νερό, σπασμένα καράβια, να μαι πέρα μακριά. Σ αμμουδιά ξεχασμένος. Έτσι να μαι.

Κυριακή 31 Ιουλίου 2022

ΜΙΑ ΣΦΉΝΑ

 


 

Είχαν έρθει κάτι μέρες ανάποδες. Αλλιώτικες.

Όπου κι αν έστρεφες το βλέμμα, οι άνθρωποι έκλαιγαν.Βουβοί, απανθρακωμένοι,στο έλεος μιας μοίρας απρόσμενης.Κανένας
δεν ήθελε να μιλήσει για τίποτε, λες και τους είχαν πάρει τη φωνή
οι μάγισσες,λες και τους είχαν κόψει το λαιμό στο καρύδι.Και τότε
πως να βγει ήχος;

Είχαν έρθει αυτές οι μέρες οι ανάποδες. Οι περισσότεροι κοιμόνταν
στα πεζοδρόμια των άλλων, κουκουβισμένοι, ανήμποροι νέοι,με μάτι κόκκινο από την πίκρα και κάποιος που βρήκε τη φωνή του, φώναξε τσακίστε τους! αλλά αυτοί το βαλαν στα πόδια νομίζοντας πως θα γλιτώσουν από την πείνα, από την κακομοιριά.

Είχαν έρθει αυτές οι μέρες που η πίκρα έσταζε αίμα στα χείλη των ανθρώπων και οι βασιλιάδες τους κοιμόνταν σε αραχνοΰφαντα
παλάτια.Τι τους ένοιαζε αυτούς; η φωνή συνέχιζε να φωνάζει,
τσακίστε τους! μα ποιος άκουγε τώρα το ποδοβολητό των αλόγων;
ποιος άκουγε τον Μπολίβαρ κρυμμένον επαναστάτη στα ποιήματα
κάποιου Εγγονοπούλου και ποιος λογάριαζε πότε θα ξαναπάρουμε
την πόλη;

Αυτές τις μέρες που καιγόταν το φελέκι τους

κανείς δεν άνοιγε με μια σφήνα το κεφάλι τους

να τους χώσει μέσα μια πέτρα

Μια πέτρα τσακισμένη, μια ίσκα, στουρναρόπετρα

που να παίρνει με μιας φωτιά:τσακίστε τους!

 

Σάββατο 30 Ιουλίου 2022

ΌΛΟΙ ΚΆΤΙ ΚΛΈΒΟΥΝ ΣΤΗ ΖΩΉ

 

 

ΛΟΥΣΙΑΝ ΦΡΌΙΝΤ

 

τώρα, όποιος φοβάται να μείνει στο σπίτι του

μη βγει έξω.

[..σκέφτηκα πως τελικά είμαστε ηλίθιοι]

Πίσω από μια ψεύτικη πραγματικότητα.

Πίσω από καμουφλαρισμένες υποσχέσεις, ότι τάχα θα φτιάξουν
κάποτε τα πράγματα,κρύβεται η στυγνή αλήθεια. Τα πράγματα
δεν θα φτιάξουν ποτέ για τους φτωχούς.

ο φτωχός δεν πρόκειται να ξαναγαμήσει.

..και ο απλούστερος λόγος για αυτήν την εξήγα, είναι που ο
φτωχός είναι αμόρφωτος. Είναι βλάκας.

πως θα μπορέσει ένας βλάκας και μισός να κερδίσει τον χαφιέ του καπιταλισμού;

Όλοι κάτι κλέβουν στη ζωή
αλίμονο σ αυτούς που δεν έμαθαν να κλέβουν τους έφαγε
ο
 Χάλασε όλος ο κόσμος για μια μικρή τουρίστρια που τελικά
δεν ήταν παρά μόνο μια μικρή κλέφτρα τουρίστρια.





 

Πέμπτη 28 Ιουλίου 2022

ΣΠΈΡΜΑ ΚΑΙ ΙΔΈΕΣ

 

 


Έχω ζωγραφίσει τον εαυτό μου ίσως καμιά δεκαριά φορές.
Σκίτσο, παστέλ, ακρυλικά, ελαιογραφία. Σίγουρα,
σκέφτομαι
πως υπάρχει αυτό που κατακρίνουν οι κριτικοί τέχνης.
Κάποιος ναρκισσισμός αλλά ποιος δεν τον έχει για τον
εαυτό του;
Η φύση μας φτιάχνει να μοιάζουμε ο ένας με τον άλλον. Πόσο
μοιάζουμε όμως; Πολύ. Εγώ θα διάλεγα το πολύ. Και εξωτερικά
και εσωτερικά. Είμαστε φτιαγμένοι από τα ίδια υλικά. Χώμα
και ωάρια. Σπέρμα και ιδέες. Οι άνθρωποι δεν γίνεται να
ξεχωρίζουν παρά
μόνο στον υγιή ανταγωνισμό, στην άμιλλα για την
καλυτέρευση
αυτού του κόσμου. 

Για να επανέλθω στο θέμα της αυτοπροσωπογραφίας,
ήθελα να πω,
πως, φτιάχνοντας αυτή την εικόνα μου, ήθελα να
μουντζουρώσω
κάποιες ναρκισσιστικές τάσεις που υπάρχουν ακόμα
στις άκρες του μυαλού. Δε χρειάζεται να σβήσουμε
το εγώ όπως διατυμπανίζουν
κάποιοι που θέλουν να ισοπεδώσουν τα πάντα.
Κανείς δεν μπορεί
να σβήσει το εγώ, η ζωή μας είναι στηριγμένη επάνω του.
Γιατί
άμα θα σβήσουμε το εγώ, πρέπει να σβήσουμε και το εσύ.
Έτσι
που δε θ απομείνει τίποτα από το εμείς.
Μια μέτρια αυτογνωσία
θα μας έπειθε για τη μετριότητα μας αλλά και την
υπερηφάνεια
μας πως κάναμε κάτι για την ανθρωπότητα.




 

Τετάρτη 27 Ιουλίου 2022

ΤΟ ΔΙΆΒΑΣΜΑ

 



Θα πήγαινα στην άκρη του κόσμου αν ήξερα ότι θα είχα μια εφημερίδα κάθε μέρα. Κάθε μέρα ένα βιβλίο.

Ποτέ δεν ήξεραν οι άλλοι τι ακριβώς είμαι.
Από παιδί οι περισσότεροι νόμιζαν πως είμαι ένας αλήτης, ένας του δρόμου, που δε σκέφτεται, που πάει όπου να ναι και πως δεν έχει αρχές-τέτοια ανυπόστατα πράγματα, Η έκπληξη στα μάτια των πολλών, -που έμοιαζαν να πέφτουν από τα σύννεφα μόλις αντιλαμβάνονταν το λάθος τους, επειδή ανακάλυπταν κάποτε τις άλλες, τις πραγματικές μου ιδιότητες- ήταν τεράστια.
Αυτό πάντα με πείραζε.
Ήθελα να ξέρουν οι άνθρωποι τι κάνω. Να ξέρουν πως, εκτός από κάποιες ώρες της ημέρας που τις αφιερώνω στις "μικρές απολαύσεις", ποτό, παιχνίδι, αθλητισμός, έρωτες, είμαι και κάτι άλλο. Προ πάντων, να μην υπερβάλλουν για τα αχαλίνωτα πάθη μου, ενώ αυτά είναι μικροπράγματα.
Να έχεις όμως τόσα προβλήματα, οικονομικά, προσωπικά, οικογενειακά και να υπάρχεις ταυτόχρονα κοντά στην τέχνη, τη ζωγραφική, τη συγγραφή, τη φιλοσοφία, είναι, ίσως για τους περισσότερους ομήλικους, δυσβάσταχτη πολυτέλεια. Έτσι μου είπε ένας απ αυτούς: "Τι τα θέλεις αυτά τώρα; χαρά στο κουράγιο σου!"
Κι εγώ λέω, πως χωρίς αυτά δεν μπορώ να ζήσω. Ούτε και σεις. Κι ας λέτε πως δε διαβάζετε, γιατί, δεν υπάρχει άνθρωπος που δεν διαβάζει.
Ακόμα κι αυτός που ψάχνει κάτι στον τηλεφωνικό κατάλογο, διαβάζει. Και κάτι μαθαίνει.
Ποτέ δεν διάβαζα επειδή έπρεπε. Όχι. Ούτε και τότε στα Γυμνασιακά χρόνια. Από το Δημοτικό διάβαζα με μανία θα λεγα, ότι ήθελα να διαβάσω και ότι έβρισκα. Και φυσικά μου άρεσε κι ακόμα μου αρέσει γιατί είπα, πως το διάβασμα για μένα είναι μια μεγάλη ηδονή. Μικρός, θυμάμαι, προτιμούσα να διαβάζω από το να τρώω.. [Φυσικά χωρίς διάβασμα δεν πεθαίνεις, πεθαίνει όμως η ουσία. Η φαιά. Πεθαίνει η ανθρωπότητα και το νόημα της ύπαρξης.
Ο Προυστ είπε κάποτε πως μόνον η ανάγνωση και η γνώση δημιουργούν τους καλούς τρόπους του πνεύματος.

Τρίτη 26 Ιουλίου 2022

ΜΕΡΙΚΈς ΦΟΡΈς ΉΤΑΝ ΠΙΟ ΨΗΛΌΣ ΑΠΌ ΤΑ ΔΈΝΤΡΑ

 



 Το δέντρο είναι μπροστά ή πίσω από 
το βουνό; Καθώς προχωρούσε,

 έξω από τα κάγκελα του σχολείου,
τίποτα δεν βάραινε επάνω του.

 Ήταν δεκαεπτά χρονών.
 Φορούσε εφαρμοστά
τζιν, πάνω κάτω-όχι ανοιχτόχρωμα, προς το σκούρο.
Η
εφαρμογή τους άφηνε να
 δείχνεται το τέλειο αντρικό του σώμα.
 Πριν
από λίγο που έβλεπε
 τον εαυτό του στα τζάμια των βιτρινών, δεν τον θαύμαζε τόσο.
 Ήξερε πως ήταν ωραίος. Του το δειχναν άντρες και γυναίκες, νέοι,
 γέροι και παιδιά.

Σεμνός, δυνατός, ελκυστικό βλέμμα. Τα μαλλιά του , μπούκλες κατάξανθες,
έπεφταν στους γερούς ώμους του. Βάδιζε αρμονικά. 

Το κορμί του, τα πόδια του, τα χέρια, κινούνταν τέλεια συγχρο-
νισμένα με την σκέψη του αλλά τότε δεν ήξερε αν του άρεσε να
 τον θαυμάζουν γι αυτά, τον ενοχλούσε η σκέψη πως θα έβλεπαν
μόνο την εξωτερική του εμφάνιση. Η απόσταση που περπατούσε
 έξω απο τα κάγκελα του σχολείου, θα ήταν ίσως κοντά στα εκατον πενήντα μέτρα.
  
Τάχυνε το βήμα του να προλάβει και πολλά
 κεφάλια, αγοριών και κοριτσιών, είχαν ήδη στραφεί και τον
έβλεπαν έτσι που τον έκαναν να νιώσει πως ήταν στην οθόνη ενός κινηματογράφου.
Έφτασε στην είσοδο, έστριψε και μπήκε. Προχώρησε ευθεία προς το πλήθος των
οχτακοσίων μαθητών και
τότε, ένα τεράστιο, Ώωωωωωωωω! σάρωσε το χώρο.
 Κοντοστάθηκε λίγο σαστισμένος. Η ιαχή του θαυμασμού ήταν
 γι αυτόν; Ναι, ήταν γι αυτόν. Ένιωσε κάποιον αόριστο φόβο.
Οι ιαχές των γηπέδων, τα χειροκροτήματα των οπαδών, οι
εκφράσεις λατρείας σαν να τον φόβιζαν. Ήταν το πλήθος,
ο όχλος, ο κόσμος που θαύμαζε την εξωτερική του ομορφιά.
Δε θυμάται ποιος αλλά κάποιος του είχε πει πως είναι μεγάλη
ηδονή να κάνεις τον κόσμο να ουρλιάξει. Αυτός δεν ένιωσε έτσι.
Βέβαια, το συναίσθημα της υπεροχής άνθισε στο πιο ωραίο του
 χαμόγελο, όπως και στο γάργαρο γέλιο της κοπέλας που έτρεξε
 κοντά του να τον αγκαλιάσει, να τον κοιτάξει στα μάτια με λατρεία.
 Ήταν η αδερφή του που τον κοίταζε έτσι, ίδια με τα κεφάλια όλων
 των ανθρώπων που είχαν μείνει στραμμένα αριστερά, επάνω τους.
Ο ήχος του επιφωνήματος, έμενε ακόμα στ αφτιά και τα μάτια του,
σαν τη διαπίστωση πως,το δέντρο είναι μπροστά απ το βουνό.


Σάββατο 23 Ιουλίου 2022

ΜΕΡΙΚΟΊ ΛΈΝΕ ΑΠΈΝΑΝΤΙ ΚΑΙ ΕΝΝΟΎΝ ΔΊΠΛΑ!



ΥΠΕΡΒΟΛΈΣ

Μια φορά 
ήταν ένας
που του είχαν μεγαλώσει πολύ τα δόντια

Στην αρχή ήταν μικρά, κανονικά. Μασούσε τσίχλες κι έλεγε πως η καλλιέργεια του νου είναι το ξέπλυμα του εγκέφαλου. Ή του εγκεφάλου.
Έτσι ο δικός μου άνθρωπος είχε τη δυνατότητα να πλένει και να ξεπλένει το κεφάλι του ανά πάσα στιγμή και κατ αυτόν τον τρόπο γινόταν ένας μορφωμένος άνθρωπος, που πετούσε το παλιό, κρατούσε το καινούργιο. Όλα τ άχρηστα τα μασούσε, τα πέταγε στον κάλαθο των αχρήστων.
Όταν ήταν ακόμα μικρός δεν έτρωγε τα δόντια του, ούτε τα νύχια του. Αλλά αργότερα μετάνιωσε κι άλλαξε γνώμη Έτσι έκοβε τα νύχια και τα δόντια του που τ άφηνε επίτηδες να μεγαλώνουν.
Του άρεσαν τα μεγάλα!\

Στην αρχή, οι γύρω του τον κοιτούσαν με περιέργεια. Σου λεγαν: μεγάλα δόντια έχει αυτό το παιδί, θα φάει τον κόσμο. Θα τον μασήσει σαν μαρούλι.
Το πρόβλημα του Δοντιά μεγάλωσε όταν έγινε έφηβος. Πως θα φιλούσε τη γκόμενα; με τέτοια δόντια; το πιο λυπηρό πράγμα στον κόσμο, είναι να είσαι έφηβος και να μην έχεις γκόμενα. [Γενικά είναι λυπηρό να μην έχεις γκόμενα]

Πέμπτη 21 Ιουλίου 2022

Η ΗΔΟΝΉ ΤΟΥ ΆΛΛΟΥ

 


Η ζωή μερικές φορές, είναι βαρετή για ανθρώπους ειδικά σαν εμένα. Και το λέω αυτό επειδή από μικρό παιδί τα είχα όλα. Γεννημένος στην Γλυφάδα, πριν από σαράντα ακριβώς χρόνια, από γένος αριστοκρατικό, πλούσιο, Τσιλιμηταίοι έλεγαν όλοι κι έτρεμε το σαγόνι τους από φθόνο. Ο πατέρας μου, γνωστός αρχιτέκτονας, είχε σχεδιάσει τα μισά από τα πιο ωραία κτίρια των Αθηνών και όχι μόνο: Παρίσι, Λονδίνο, Νέα Υόρκη, Πεκίνο, ήταν διάσημος. Η μητέρα μου ήταν κτηματίας. Η μισή γλυφάδα δικιά της από κληρονομιά. Λεφτά να φάνε κι οι κότες.
Έτσι, εμένα που με είχανε μοναχοπαίδι και άρα ήμουν μοναδικός κληρονόμος μιας τεράστιας περιουσίας, με προόριζαν για πολιτικό. Σπούδασα στα καλύτερα κολέγια των Αθηνών κι ύστερα μεταπτυχιακά, ντοκτορά και τέτοιες αηδίες στη Ζυρίχη, όπου τελευταία, γύρω στα τριάντα μου, τελείωσα πολιτικές επιστήμες.. Εγκαταστάθηκα σε ένα πολυτελές, ιδιόκτητο γραφείο, τοποθέτησα μια σπουδαία επιγραφή στην πόρτα: Τσιλιμηταίος Εμμανουήλ. Πολιτικός επιστήμων.
Η εξωτερική μου εμφάνιση σπουδαία. Γύρω στο ένα ογδόντα ύψος, βάρος εβδομήντα πέντε κιλά. Σταθερά. Πρόσωπο γωνιώδες, από αυτά που λένε πως έχουν φωτογένεια. Μάτια γκριζοπράσινα, λαμπερά. Πηγούνι θεληματικό, όχι ακριβώς τετράγωνο. Γενικά είμαι ένα καλοβαλμένο, ωραίο πρόσωπο. Πρόσωπο και μυαλό. Φυσικά δεν δούλεψα ποτέ μου. Η δουλειά είναι για τα κατώτερα όντα, τους πληβείους. Κι όσο κι αν φαίνεται ρατσιστικό, αυτή είναι η αλήθεια. Ούτε με την πολιτική που σπούδασα, ασχολήθηκα. Τι ανάγκη είχα εγώ για όπλα αυτά; είμαι ένας βολεμένος άνθρωπος που του άρεσαν δυο πράγματα: οι γυναίκες και οι άντρες.
Εκείνο το απόγευμα του Σεπτέμβρη, έπινα τον μελαγχολικό εσπρέσο μου στο καφέ του Αστέρα Βουλιαγμένης, αυτό το γκέτο των πλουσίων. Δεν είχα καμιά διάθεση για τίποτα, καμιά αφορμή δεν μου δινόταν. Έτσι, κάπνιζα το ένα τσιγάρο κατόπιν του άλλου-είμαι μανιώδης καπνιστής όπως οι περισσότεροι ηλίθιοι άνθρωποι. Ποτά δεν πίνω, τα θεωρώ επικίνδυνα για όλους τους ανθρώπους. Όπως και για τα ζώα. Θα είχε περάσει ώρα πολλή-ίσως κανένας αιώνας- κι ενώ συνέχιζα να πίνω τον εσπρέσο μου, δίπλα μου ξεφύτρωσε σαν από πουθενά, ένας φτωχός, πούστης κι άσχημος. Πως διάολο είχε εισχωρήσει στο γκέτο; Πως ξέφυγε από τους φύλακες; Αλλά προσπάθησα να μην δώσω σημασία, αυτοί οι άνθρωποι μου προξενούν αηδία. Σιχαμάρα.
-Νομίζεις πως είσαι κάτι σπουδαίο, μου είπε απερίφραστα με φωνή αντρική, τραχιά.
-Σε μένα μιλάς; απόρεσα.
-Βλέπεις κανέναν άλλον εδώ; έσμιξε τα φιδίσια μάτια του.
Σκέφτηκα να φύγω αλλά γιατί;
-Πάρε δρόμο! του απάντησα εξ ίσου σκληρά.
Γέλασε σαρδόνια.
-Και να φύγω, εσύ δεν γλιτώνεις, είπε χαλαρά λες και δεν συνέβαινε τίποτε.
-Από ποιον; από σένα; χλεύασα.
-Από τον εαυτό σου. Γι΄αυτό ηρέμησε.
Έπιασα σκεφτικός το πηγούνι μου και τον παρατήρησα καλύτερα. Τι ποντικίσια φάτσα ήταν αυτή; Ίσια μαλλιά σαν πράσα, κακοχτενισμένα. Στόμα σαν μια σχισμή, πέντε τρίχες φύτρωναν εδω κι εκεί, σε ένα μαυριδερό σαγόνι. Σώμα λιγνό, νευρώδες, άτριχο. Φορούσε ένα μαγιό, από αυτά που λέμε κουραδοκόφτη, φαινόταν όλο το κωλαράκι του κι έσταζε νερά ενώ εγώ φορούσα Αρμάνι την τελευταία μόδα κατευθείαν από το Μιλάνο.
-Από τη θάλασσα ήρθες; τον ρώτησα.
-Οι φτωχοί από κει έρχονται, αφού συνήθως απαγορεύεται η είσοδος στα μέρη σας.
-Ξέρεις ότι μπορώ να φωνάξω να σε πετάξουν έξω με τις κλωτσιές;
-Δε θα το κάμεις, είπε με πεποίθηση.
-Γιατί;
-Επειδή θέλεις ν αλλάξεις πρόσωπο. Επειδή, δεν σου αρέσει αυτό που είσαι κι εγώ μπορώ να σε βοηθήσω σ΄αυτό.
-Πως και πότε θα γίνει αυτό; είπα ξαφνιασμένος, γιατι πράγματι τον τελευταίο καιρό σκεφτόμουν να γίνω κάτι άλλο.
-Μην έχεις αγωνία, θα σε βρω εγώ. Δουλεύω σε ινστιτούτο αλλαγής φύλου.
Απο μικρό παιδί, πέντε ή έξι χρονών, που μπέρδεψα τα μπούτια μου με μια συνομήλικη ξαδέρφη, κατάλαβα τη διαφορά των δύο φύλων. Του αρσενικού και του θηλυκού, του άντρα και της γυναίκας. Απο τότε θυμάμαι πως με συνάρπαζε η ιδέα πως μπορείς να γίνεις το άλλο. Δηλαδή, εγώ σαν άντρας να μπορούσα να νιώσω τι ακριβώς αισθάνεται μια γυναίκα. Ο φόβος είναι άραγε ίδιος ή μια γυναίκα φοβάται περισσότερο; Η υπόσταση του σώματος μπροστά στον καθρέφτη, τι αναλογία ηδονής, χαράς, μίσους ευτυχίας, προσδίδει στη γυναίκα; Σαν αυτούσιο αρσενικό που ήμουν, γνώριζα ή τουλάχιστον πίστευα πως γνώριζα τι ακριβώς ένιωθα απέναντι στο σώμα μου και στο μυαλό μου. Το θηλυκό όμως; Λένε πως οι γυναίκες είναι πονηρές. Πως σκέφτονται αλλιώτικα από τους άντρες. Είναι όμως αλήθεια αυτό και ποιος μπορεί να το βεβαιώσει απόλυτα αν δεν έχει βρεθεί και στις δύο πλευρές;. Όμως το συναρπαστικότερο μέρος αυτής της σύγκρισης, ήταν πρώτα η ηδονή κι ύστερα η εξίσωση των ειδών εγκεφάλου. Και η περιβόητη ισότητα των δύο φύλων, κατέληγε στον αδυσώπητο αγώνα του φεμινιστικού κινήματος. Γιατί μια γυναίκα να θέλει να εξισωθεί με τον άντρα; Τι νόημα είχε αυτό, αφού αποτελούν δυο αντίθετα πράγματα και ως εκ τούτου εξυπηρετούν διαφορετικούς κανόνες της ζωής.
Όλο το βράδυ δεν κοιμήθηκα. Γυμνός στο τεράστιο σαλόνι περιφερόμουν εδώ κι εκεί. Πολλές φορές έπιανα τα στήθεια μου να δω μήπως μεγάλωσαν και το πέος μου που βρισκόταν σε ακατάσχετη στύση απο φόβο ενστίκτου μήπως αλλοτριωθεί σε αιδοίο. Ήταν όμως κι αυτός ο άτριχος σπουργίτης που είχε εμφανιστεί απο το πουθενά να μου σπαράζει το μυαλό. Τι στο διάολο ήθελε; Εγω ήμουν ένας βολεμένος μεγαλοαστός, ένας άνθρωπος μεγαλωμένος στην εβέλεια της πραγματικότητας, θα μου άλλαζε ένα τυχαίο γεγονός τη ζωή μου; Ή μήπως κατα βάθος, πράγμα που δεν ήθελα να ομολογήσω, ήθελα ν γίνω γκέι; Να αποποιηθώ δηλαδή τη φύση μου. Αλλά ποια ήταν η φύση μου; αναρωτήθηκα φωναχτά στον καθρέφτη. Ήμουν ένας ερμαφρόδιτος παπαγάλος ή μια ξεφωνημένη κολοσούσσα;
Πέρασαν δυο-τρεις μέρες. Συνηθισμένος στις μεγαλοαστικές μου ασχολίες, ξεχάστηκα. Ή μάλλον, σκέφτηκα, τελειωτικά, πως το γεγονός ήταν ένα αποκύημα της φαντασίας μου. Πως δεν υπήρξε δηλαδή, κανένας ξεπουπουλιασμένος σπουργίτης που με είχε επισκεφτεί στην παραλία του Αστέρα Βουλιαγμένης. Έτσι, όταν εμφανίστηκε πάλι ξαφνικά από το βυθό της θάλασσας, δεν το πίστεψα.
Ήταν πρωί αυτή τη φορά κι απολάμβανα την ζέστη ενός ωραίου Φθινοπωρινού ήλιου.
-Είσαι έτοιμος; με ρώτησε
-Έτοιμος για πού;
-Ξέχασες; θα πάμε στο ινστιτούτο αλλαγής φύλων. Όπως συμφωνήσαμε, δεν είναι τίποτα φοβερό, θα δεις.
-Μιλάς σοβαρά; πήγα ν αστειευτώ. Και πότε συμφωνήσαμε;
-Πολύ σοβαρά! με αντέκρουσε με σκιώδη φωνή.
-Μήπως δεν πρέπει; έκανα αμφιταλαντευόμενος
-Ξέχνα το! Πρέπει να γίνει. Εξ άλλου, λεφτά έχεις, τι φοβάσαι;
-Δεν είναι αυτό..έκανα μια άλλη μορφή αντίρρησης σκεφτόμενος πως, άμα έχεις λεφτά, όλα είναι τέλεια, όλα είναι λυμένα.
-Πάμε, πάμε έκανε αποφασιστικά και με πήρε απο το μπράτσο.
Η χειρουργική επέμβαση δεν διήρκεσε πολύ. Ίσως τέσσερις-πέντε ώρες. Εγώ δεν κατάλαβα και πολλά πράγματα, όπως δεν καταλαβαίνει κανείς. όταν βρίσκεται ναρκωμένος στο χειρουργικό κρεββάτι.
Άμα ξύπνησα, οι γιατροί έτριβαν τα χέρια τους.
-Μπράβο! είπαν. Όλα έγιναν στην εντέλεια.
Και με άφησαν μόνο μου.
Ή μάλλον μόνη μου.
Καθώς συνερχόμουν απο την νάρκωση, έβαλα τα χέρια μου στο στήθος. Αναμαλλιασμένος χούφτωσα δυο υπέροχα γυναικεία στήθη. Ύστερα κατέβασα το χέρι μου χαμηλά.Στην αρχή δεν κατάλαβα αν έπιανα πέος ή κλειτορίδα.
Δυστυχώς ήταν κλειτορίδα.
Ή ευτυχώς.
Τώρα ήμουν μια τέλεια γυναίκα.
-Ν΄αφήσεις τα μαλλιά σου να μακρύνουν, άκουσα μια νοσοκόμα που εισέβαλλε ξαφνικά στο θάλαμο. Θα είσαι πανέμορφη. Μια κούκλα!
-Αποτρίχωση; ψέλλισα πιάνοντας τα γένια μου.
-Μη σε νοιάζει! κελάρυσε. Σε λίγες μέρες δε θα βγαίνουν πια.
Έφυγε αφήνοντας με μόνη στην συμφορά μου,
Κι εξαφανίστηκε ως δια μαγείας, όπως ακριβώς είχε εμφανιστεί, αφήνοντας με μετέωρο να χάσκω στο μακρύ βυθό της θάλασσας και της ανθρώπινης διάστασης.

 

ΠΕΙΝΆΩ ΡΕ!

 


Χτες έκανα δυο πράγματα μονάχα. Όπως περπατούσα στον
πεζόδρομο, δε θυμάμαι σε ποιον δρόμο-είχα πιεί ή δεν είχα πιει;
-κλώτσησα μια μαρμάρινη σφαίρα που την πέρασα για μπάλα
ποδοσφαίρου και το δεξί μου ποδάρι πρήστηκε τόσο που δεν το
είχα ξαναδεί. Ο γιατρός μου έβαλε επιδέσμους και μου είπε μη σε
νοιάζει σε ένα μήνα θα μπορέσεις να ξανακλωτσήσεις. Μετά,
κατέβηκα στην Βαλτετσίου, ξέρετε εκεί που είναι τα εστιατόρια.
Τι μου ήρθε στο μυαλό; Είδα έναν που ήταν έτοιμος να φάει μια
τεράστια μπουκιά και πρόλαβα να του αρπάξω το πιάτο!
Δεν μπορείς να φανταστείς πως με κοίταξε. Πεινάω ρε, του
είπα και κρατούσα το πιάτο. Κι εγώ πεινάω, μου
απάντησε με γουρλωμένα
μάτια και μου ρίχνει μια μπουνιά στο αριστερό μάτι, αυτό που
βλέπετε μαυρισμένο σήμερα. Ο οφθαλμίατρος, μου είπε πως σε
ένα μήνα δεν θα έχω πρόβλημα. Θα ξαναβλέπω.



 

Τετάρτη 20 Ιουλίου 2022

ΓΑΛΆΖΙΟ ΦΟΥΣΤΆΝΙ

 


Κανείς δε μας είπε σήμερα, τι ωραίο χαμόγελο που έχετε!
Αστράφτει στον ήλιο καθώς περνάς, το γαλάζιο σου φουστάνι
και κοιτάς τους περαστικούς στα μάτια. Τι καλά που είναι
ευτυχισμένοι οι άνθρωποι λες! Μια μεγάλη χαραμάδα γέλιου
ξεχύθηκε στους δρόμους κι όλοι αυτοί που αγαπούσατε με
τρόπο, που κάποτε θα κάνατε έρωτα, εσείς κι εμείς, ναι, γιατί
είμαστε ωραίοι σήμερα. Και περπατάς στην άσφαλτο θροίζοντας
το πουκάμισο το πρασινί, λες και όλες οι γκόμενες, οι πανέμορφες
γυναίκες και οι γουστόζικοι άντρες, λατρεύουν το άνοιγμα του
καλοσυνάτου Ιούλη. Πλιάτσικα μας δουλεύεις πρωί-πρωί ή είσαι
ξενέρωτος μαλάκας θα πούνε ρε αδερφέ αλλά κανείς δε μας είπε
τι γλυκείς που είστε, σαν ζάχαρη, σαν παγωτό που λειώνει στο
κρεββάτι σου, η γυναίκα με τα λευκά στήθη κι ο άντρας με το
μεγάλο πέος. Τώρα, σίγουρα σήμερα ο ουρανός είναι πιο γαλάζιος.
Ο ήλιος καίει λιγότερο τα σπάργανα του χρόνου.
Κανείς δεν πονάει.

 

συνέντευξη ΕΛ ΜΩΡΑΙΤΗ

  1} Πότε ξεκίνησες να γράφεις βιβλία & ποιες είναι οι πηγές εμπνεύσεως σου -για το κάθε θέμα ή τίτλο βιβλίου σου? Ξεκίνησα να γράφω από...