Τελείωνα τότε το δημοτικό και ήταν ένας πολύ βαρύς Χειμώνας. Στο Παλαιοκκλήσι σπάνια χιόνιζε αλλά φυσούσε κι έβρεχε ταυτόχρονα επί βδομάδες.Το ξεροβόρι πάγωνε τις μύτες και τα μέτωπα όλων των παιδιών που έτρεχαν πρωί-πρωί να πάνε στο σχολείο κρατώντας στο ένα χέρι τη σάκα και στο άλλο από ένα ξύλο για ν ανάβουν τη σόμπα αλλά και για να έχει κι ο δάσκαλος μια μικρή θημωνιά για να τη βγάζει κι αυτός με την οικογένεια του που έμεναν πίσω από την αίθουσα διδασκαλίας σ ένα μικρό δωμάτιο. Η αίθουσα διδασκαλίας ήταν για όλες τις τάξεις μαζί κι έτσι όλη τη μέρα ξαναάκουγες και ξαναθυμόσουν όσα έκανες στις προηγούμενες τάξεις κι αυτό ήταν κάτι φοβερό, όσον αφορά τη μάθηση.
Τότε μας είπε ο δάσκαλος πως έπρεπε να φτιάξουμε κάτι σαν χειροτεχνία, ή καλλιτεχνία που θα στέλνονταν στην επιθεώρηση στα Γιάννενα να παρουσιαστούν σε εκθέσεις. Μας το λεγε και με κοίταζε επίμονα και καταλάβαινα πως είχε ιδιαίτερες απαιτήσεις από μένα για να έδειχνε πως στο σχολείο του γινόταν σπουδαία πράγματα και ίσως να έπαιρνε κάποιον έπαινο από τον επιθεωρητή.
Εγώ έσμιξα τα χείλη μου απορημένος λέγοντας πως δεν είχα κατά νου κάτι αλλά στο τέλος της μέρας με κράτησε πίσω, κάθισε δίπλα στο θρανίο και μου είπε πως θα περίμενε να φτιαξω κάτι σπουδαίο και μου πρότεινε να φτιάξω έναν πελαργό με ξύλα, έτσι όπως στεκόταν στο ένα του πόδι-φαίνεται πως κάπου το είχε ξανακάνει ή κάτι τέτοιο. Πράγματι τις επόμενες μέρες ασχολήθηκα με την κατασκευή του πελαργού αλλά δε με ικανοποιούσε και του το είπα όταν του δειξα την κατασκευή. Αυτός μου είπε, καλό είναι και το κράτησε αλλά εμένα δε με ενθουσίαζε.
Δίπλα ακριβώς από το σχολείο υπάρχει ένα κτήμα μας με υποστατικό, για τα ζώα, κότες και άλογα. Στο κάτω μέρος του κτήματος υπήρχε και υπάρχει ένα πηγάδι. Κάπου εκεί στον όχθο παρατήρησα κοκκινόχωμα, σαν πηλός που χωρίς να ξέρω γιατί, μάζεψα με τις φούχτες μου κάμποσο που τον μετέφερα στο δωμάτιο μου και με πυρετώδες κινήσεις άρχισα να διαμορφώνω μια ανδρική προτομή, περίπου είκοσι εκατοστών ύψος. Επειδή δεν είχα μοντέλο άνοιξα το αναγνωστικό και αν θυμάμαι καλά, διάλεξα τον Αντρέα Συγγρό γιατί μου άρεσε φυσιογνωμικά αλλά κι επειδή είχε και φαλάκρα κι αυτό μου άρεσε επειδή ήθελα να φτιάξω ένα μεγάλο άνδρα. Στον δάσκαλο δεν είπα τίποτε αλλά την άλλη μέρα, ενώ είχα φτιάξει μια τέλεια προτομή, κρανίο, μέτωπο μαλλιά, μύτη, στόμα. σαγόνι, τα σμίλευα μ ένα μαχαιράκι και κλωνιά από σπίρτα που τα έξυνα μυτερά ανάλογα τι ήθελα να φτιάξω, κόλλησα στα μάτια που ήθελα να τα κάνω απλανή, κενά δηλαδή, όπως παρατηρούσα σε αρχαία αγάλματα και μου φάνηκε πολύ δύσκολο. Έτσι, την άλλη μέρα το παρουσίασα στον δάσκαλο που ενθουσιάστηκε αλλά εγώ του είπα να με βοηθήσει στα μάτια κι εκεί που προσπάθησε, το κανε χειρότερο κι εγώ το παράτησα εκεί κι έφυγα να παίξω μπάλα. Την άλλη μέρα μου είπε πως το έδωσε στον Γιώργο Μποροδήμο που ήταν τότε φοιτητής, μήπως και κατάφερνε να το επιμεληθεί στα μάτια αλλά εγώ μόλις το είδα νευρίασα γιατί το είχαν κάνει ακόμα χειρότερο! Θα το φτιάξεις μόνος σου! με διέταξε ο δάσκαλος κι εγώ πήρα τον Συγγρό αγκαλιά και κλείστηκα στο δωμάτιο μου και σιγά-σιγά έφτιαξα και τα μάτια του.
Παρουσιάστηκε μαζί με άλλα και πήραμε έπαινο από την επιθεώρηση. Αλλά από τότε που πέρασαν τόσα χρόνια μου κάνει εντύπωση πως χωρίς να είχα σπουδάσει καθόλου γλυπτική-κεραμική, κατάφερα φτιάξω την προτομή που παρέμενε στα εκθετήρια του σχολείου μέχρι που έκλεισε για πάντα και ερήμωσε ο τόπος από ανθρώπους και παιδιά, όπως τα περισσότερα σχολεία στα χωριά.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου