Πέμπτη 31 Οκτωβρίου 2024

ΝΟΈΜΒΡΗ ΜΉΝΑ

  


 

Νοέμβρης μήνας, ωραίος, παράξενος μήνας.
Σα να μην ξέρεις που να πας.
Ένα ταξίδι στα κίτρινα φύλλα
και πάντα με το τρένο
μέχρι τη μέση του Βορρά.

 

 


Σκόρπιες σημερινές σημειώσεις. [Ωραίο είναι να σημειώνεις στις άκρες των βιβλίων.] Ας πούμε, ένα βρώμικο βιβλίο δεν πιάνει ποτέ σκόνη, μια γυναίκα έλεγε πως και το σεξ είναι βρώμικο. Σε σχέση με κάποιον τίτλο, πιθανώς η αξία της αντίρρησης. Ο άντρας μετά την εκσπερμάτιση,-λέξη κι αυτή!- νιώθει αιχμάλωτος, λέει ο παππούς Φρόιντ και ο Τζον Ρολς με τη θεωρία της δικαιοσύνης του, θεωρείται ο σημαντικότερος άνθρωπος της πολιτικής φιλοσοφίας. Δεν τον έχω διαβάσει, κάπου σπαρτά, εδώ κι εκεί. Κια τελευταία: στην τέχνη δεν υπάρχει παρθενογέννεση, λέει ο Σεφέρης κι εγώ από κάτω, διαφωνώ.

Δευτέρα 28 Οκτωβρίου 2024

ΤΟ ΓΡΑΨΙΜΟ 2

 


Κάτι θέλω να πω σήμερα για το γράψιμο. Παλιά άμα έλεγες πως είσαι συγγραφέας σε κοίταζαν τουλάχιστον με μισό μάτι.[σήμερα έχει ξεπεραστεί αυτό κατά πολύ, ως προς το χειρότερο]. Το γράψιμο όμως, δεν είναι καθόλου απλή υπόθεση. Για μένα είναι στάση ζωής-ίσως ένα από τα τόσα πολλά πράγματα που αγάπησα περισσότερο από κάθε άλλο. Σήμερα που γράφω ένα καινούργιο μυθιστόρημα, νιώθω μια ωραία ευθύνη απέναντι στη ζωή, απέναντι σ αυτό που λέμε χάρισμα. Δεν έγινα ένας διάσημος συγγραφέας, δεν το κατάφερα, ο φανατικότερος αναγνώστης μου είμαι εγώ ο ίδιος. Αγαπώ τα γραπτά μου, παθιάζομαι μαζί τους, τα ξαναδιαβάζω, τα μελετώ και κάθε φορά μου φαίνονται σαν καινούρια!. [Απογοητεύομαι όταν με κρίνουν κάποιοι χωρίς να με διαβάσουν, πρόχειρα- δεν μ αρέσει ούτε η κολακεία- ο υπερβολικός θαυμασμός, μ αρέσουν αυτοί που καταλαβαίνουν, που βάζουν μια λογική στην κριτική, μια αξία που έχουν τα πράγματα, καλή ή κακή]. Επίσης δε μ αρέσει να με συγκρίνουν με κάποιους που έγραψαν ένα βιβλίο, πιθανώς την ιστορία της ζωής τους, αρκετοί απ αυτούς το σημειώνουν και στην ταυτότητα τους : επάγγελμα συγγραφέας! Για μένα ο συγγραφέας είναι αυτός που έχει ασχοληθεί σχεδόν με όλα τα είδη του λόγου. Μυθιστόρημα, διήγημα, νουβέλα, ποίηση, θέατρο, σενάριο-άσχετο αν θα αναγνωριστεί περισσότερο σ έναν απ αυτούς τους τομείς.. Μπορεί να φαίνονται υπερβολικά μερικά από αυτά που σημειώνω αλλά η υπερβολή είναι ένα μέτρο που το χρησιμοποιούν σε υπέρτατο βαθμό όλοι οι γράφοντες.. Διάλεξα να πω μερικά πράγματα απρόσκλητος, πιθανώς μόνο για μένα και δεν ξέρω αν έχουν αξία για σας που θα με διαβάσετε.

Παρασκευή 25 Οκτωβρίου 2024

ΖΩΓΡΑΦΙΚΉ... ΎΨΟΥΣ

 


Όλοι οι ζωγράφοι προσπαθούν απεγνωσμένα να διαμορφώσουν ένα στιλ αναγνωρίσιμο, που θα τους κάνει διάσημους και μου το λένε και εμένα που ποτέ δεν έκανα ανάλογες προσπάθειες και σκέψεις, επειδή δεν ανήκω σε καμιά σχολή, αυτό πιθανώς να έγκειται στο ότι δεν πήγα στην καλών τεχνών ή άλλη σχολή αλλά τόσα χρόνια μελετώντας ιστορία τέχνης, μόνος μου, δεν ένιωσα τέτοια ανάγκη, πειραματιζόμενος σχεδόν σε όλους τους -ισμους ξεκινώντας από την κλασική ζωγραφική και φτάνοντας μέχρι την μοντέρνα και μεταμοντέρνα τέχνη, αν και σταμάτησα πολύ σκληρά στον Πικάσο, πολλοί νομίζουν πως ο Πικάσο είναι αναγνωρίσιμος χωρίς να λαμβάνουν υπ όψιν τους πως αν τους δείξουν έναν πίνακα του Ζουαν Γκρι χωρίς υπογραφή θα αναφωνήσουν, ναι αυτός είναι Πικάσο, πόσο μάλλον του Ζορζ Μπρακ, τον οποίον κατάκλεψε, εκτός φυσικά από τα διάσημα και πασίγνωστα έργα που έχουν κατακλείσει τη μνήμη και την εικόνα μας, αλλά ας ξαναγυρίσω στο τι είναι αυτό που κάνει το στιλ, τι είναι αυτό που διαμόρφωσε ο Σαγκαλ και τον κάνει να ξεχωρίζει, αν και πρότερα οι ιμπρεσιονιστές μοιάζουν όλοι κατά κύματα από τον Σεζαν, πρόδρομος του κυβισμού λένε γι αυτόν, τον Ρενουάρ, τον Ντεγκά, που η ζωγραφική τους ήταν πιο κατανοητή, πιο φαγώσιμη, όπως τα νούφαρα του Κλοντ Μονέ κι ακόμα αυτός ο Μοντιλιάνι που όντως είναι ένα στιλ, ξέρετε γιατί; επειδή δεν πρόλαβε να μεγαλώσει και να βαρεθεί αυτά που έφτιαχνε και κάποτε θα επιζητούσε κάτι άλλο, γιατί η ζωγραφική είναι αναζήτηση, είναι ψαχούλεμα και προσπάθεια εξήγησης του κόσμου μας και άρα, μπορείς να ζωγραφίζεις με όποιον τρόπο σου αρέσει ανά εποχή ή επιταγή πελατείας, όπως ο Έντουαρτ Χόπερ ή ο Τζάκσον Πόλοκ και οι εξπρεσιονιστές με επικεφαλής τον Ρόθκο που έφτασε στο σημείο να μειώνει την τέχνη της ζωγραφικής με τα απλά τελάρα τριών χρωμάτων φτιάχνοντας το μεγάλο άσπρο και από τους Έλληνες να πούμε πως ο Φασιανός κόλλησε σ αυτές τις φιγούρες, ο Τσαρούχης σε γόνιμο ιμπρεσιονισμό, ο Εγγονόπουλος κοντά σε ένα στιλ αλά Ντε Κίρικο, ο Ρόρρης από τους πιο σύγχρονους στο γυμνό πασαλειμμένο με πούδρες σε χαμηλά υπόγεια, κάποιος Παυλόπουλος με κολλάζ και ένα σύνολο ακαταλαβίστικο μεταξύ Μιρό και Κλέε, μεγάλοι ζωγράφοι όλοι, δε λέω, να μην ξεχάσω τον Μπουζιάνη, που έμεινε πιστός στον προεξπρεσιονισμό, για να δείτε πως δε θα βγάλουμε άκρη προσπαθώντας να κατατάξουμε τους ζωγράφους ανά γενιά και χρονικές περιόδους που αναγκαστικά η τέχνη συμμορφώνεται σύμφωνα με την εξέλιξη του ανθρώπου, γιατί, όντως σήμερα δεν μπορούμε να φτιάχνουμε τοπιάκια και προβατάκια αλλά ηλεκτρονικούς υπολογιστές και ρομπότ, επειδή αυτό απαιτεί η σύγχρονη πελατεία επειδή η ζωή του ζωγράφου είναι δεμένη με την αγορά, πράγμα που σημαίνει τι ζητούν οι συλλέκτες και οι ιμπρεσάριοι για να προωθήσουν κάποιον καλλιτέχνη, ορίζοντας τι πρέπει να ζωγραφίζει για να πουλήσει επειδή, φυσικά μέσω αυτού θα γίνει γνωστός και άρα αναγνωρίσιμος και άρα έτσι θα έχει να φάει, να πιει, ν αγοράζει τα υλικά του και αν είναι ένα πράγμα που θέλω να τονίσω, είναι πως όλοι οι ζωγράφοι είναι αντιγραφείς των προηγούμενων, δεν φτιάχνουν κάτι καινούργιο, απλά επιδιορθώνουν το παλιό, το σπρώχνουν αργότερα λίγο παραπέρα και όσοι μιλούν για πρωτοπορίες είναι βαθιά νυχτωμένοι ή δεν έχουν διαβάσει και κατανοήσει σωστά ιστορία τέχνης από τον Απελλή μέχρι τον Μαρξ Ερνστ και τον Όττο Ντιξ, τα ονόματα που λέω μου έρχονται σαν απόρροια αυτών που έχω μελετήσει και δεν έχουν αναγκαστικά κάποια αξιολόγηση, ούτε επαίρομαι σαν κάποιους Κεσανλήδες ή άλλους σύγχρονους ακαδημαϊκούς μας, ξιπασμένους ή ξεπεσμένους που θέλουν κάποιοι να τους παρουσιάσουν το λιγότερο κάτι μεταξύ Ντα Βίντσι και Μπερνίνι που, ούτως ή άλλως υπήρξαν ιδιοφυΐες και το τι σημαίνει αυτό δεν είναι εξηγήσιμο το ταλέντο και πόσο βοηθήθηκε αυτό για να μεγαλουργήσει από αστάθμητους παράγοντες, ανάλογους χαρακτήρες, όρα Καραβάτζιο ή Νταλί ή αυτόν τον απίθανο Γκόγια και τον τρελό Βαν Γκογκ που η μοίρα, παράλογη αυτή η μοίρα, τον έκανε αυτόν που τον έκανε στον σύγχρονο κόσμο μας, άρα, εγώ ζωγραφίζοντας από τοπιάκια, σπιτάκια, προσωπάκια κι αργότερα κυβισμούς, εξπρεσιονισμούς και όλα αυτά τα τοιαύτα, προσπαθώ ν αποδείξω αυτό που είπε ο Μανέ, πως όποιος δεν μπορεί να ζωγραφίσει είναι τρελός, και στην πραγματικότητα πρέπει να κάψω μερικούς πίνακες μου που δεν είναι ανάλογοι του ύψους μου, έτσι με συμβουλεύουν κάποιοι εξέχοντες κριτικοί, όμως εγώ δεν τους κάνω τη χάρη και επανέρχομαι να ζωγραφίζω τον Σκρουτζ και τον Τζονι Ντεπ, ξαναγυρίζοντας στη βασική μου αιτία να ζωγραφίζω ότι μου ρχεται, έτσι όπως νομίζω εγώ, ανατονίζοντας πως η ζωγραφική είναι αυτή που είναι, δηλαδή αναπαράσταση και αντιγραφή της ζωής, άλλοτε σαν Θεόφιλος κι άλλοτε σαν Καζαντζάκης, αυτός ήταν άλλου είδους ζωγράφος κι άλλοτε σαν μικρό παιδί που χαίρεται όταν αρχίζει να ζωγραφίζει και βαριέται αφόρητα κάποτε και τα παρατάει μισοτελειωμένα, μισοαναρχίνητα και τρέχει να παίξει, χαρτιά, τάβλι, να πάει στα μπουζούκια, και να κλάψει στην ποδιά μιας παλιάς ερωμένης που την έλεγαν Ζωγραφιά.

Πέμπτη 24 Οκτωβρίου 2024

ΤΟ ΚΑΦΕΝΕΊΟ ΤΩΝ ΔΈΝΤΡΩΝ 2

 


Πηγαίναμε εκεί χρόνια. Ένας πλάτανος με κολλημένο επάνω τον βαθυπράσινο κισσό, αγκαλιά αιώνες, μια βελανιδιά ξερακιανή με ασπρισμένα τα κομμάτια στον κωλόριζο, γεμάτη μυρμήγκια να ταξιδεύουν, ν ανεβαίνουν και να κατεβαίνουν έρμαια των ψευδαισθήσεων να αποδείξουν πως με την εργασία κερδίζουν μια θέση σ αυτόν τον μαραζωμένο κόσμο της αυταπάτης. Πιο δίπλα το πουρνάρι γκριζερό, δίσκαμπτο, αειθαλές, με τα αγκαθωτά φύλλα του, τους τζίτζικες να φωνασκούν τα Καλοκαίρια και να πεθαίνουν κάθε Χειμώνα. Αυτό το πουρνάρι με το στραβό ψήλωμα, πήγαινε σχεδόν παράλληλα με το έδαφος, έστριβε προς το γκρεμό, κάτω από το μεγάλο πεζούλι της αυλής και μπορούσες να ταξιδέψεις μαζί του στο χάος αν ήθελες να δεις τον άλλο κόσμο πάνω από το ύψος της φθαρμένης πραγματικότητας. Πάνω από το γκρεμό που στο βάθος του, κυλούσε ένας μακρύς και βουερός νερόλακκος.
Στον αυλόγυρο του καφενείου των δέντρων, επικρατούσε συνήθως μια ησυχία, τα δέντρα έπιναν τον καφέ τους αμέριμνα, θροΐζοντας τα φύλλα, πασχίζοντας να ξεπεράσουν την απουσία των ανθρώπων. Στην άλλη άκρη, στηριγμένη στις πέτρες του τοίχου, μια κουτσουπιά, έρριχνε τον παχύ ίσκιο της. Τα ημιστρόγγυλα φύλλα, ο μαύρος ίσκιος του γερασμένου κορμιού της, παίδευε τα παιδιά, που έκοβαν από ένα φύλλο, το τοποθετούσαν στο αριστερό χέρι που έκανε τρύπα και με την ανοιχτή παλάμη του δεξιού, χλάπ! χτυπούσαν ξαφνικά έτσι που να ακουστεί ένας μεγάλος κρότος στην ησυχία του ανήμπορου μεσημεριού κι όλος αυτός ο κόσμος λες και ξυπνούσε τότε από έναν λήθαργο αιώνων. Ο Πλάτανος σαν πιο μεγάλος και πιο ψηλός από όλους, με τα φύλλα του να μοιάζουν με ανοιχτές παλάμες, κοκκινωπές το Φθινόπωρο, ανοιχτοπράσινες την Άνοιξη, δεν έλεγε τίποτε. Τι μπορούσε να πει άλλωστε; Ζούσε αιώνες θλιμμένος από τόσα που είχε δει κι αν μπορούσε ν απαλλαχτεί από σφιχταγκάλιασμα του κισσού που του κοβε την ανάσα, θα το έκανε ευχαρίστως αλλά βλέπεις στη ζωή δε γίνεται πάντα αυτό που ήθελαν τα δέντρα.

 

Δευτέρα 21 Οκτωβρίου 2024

ΘΑ ΣΑΣ ΚΑΤΕΒΛΑΣΩ ΑΠ ΤΟ ΤΡΈΝΟ

 


 

...Τελειώσαν τα ψέμματα.Σήμερα δεν θα σας κατεβάσω από το τρένο. Απλά θα σας ρίξω στον Κορινθιακό. Θα πούμε μερικές αλήθειες και πολλά ψέμματα. Γιατι, η αλήθεια είναι σκληρή και πονάει. Τι σημαίνει αλήθεια;Η απόλυτη συμφωνία με την πραγματικότητα. Ότι δεν επιδέχεται αμφισβήτηση.Η λέξη αλήθεια, προέρχεται απο το Α-ΛΗΘΕΣ-ΕΙΑ. Στην ουσία σημαίνει αυτό που δεν κάνει λάθος.Όχι αυτό που δεν θυμάται [α-λήθη] αυτό που δεν κανει λάθος.ΚΙ ας πούμε τώρα μερικές αλήθειες, βατσιτζέλω-βατσιτζώ. Η πρώτη είναι αυτή που ξέρουμε.Η δεύτερη ,αυτή που λέμε και η τρίτη, αυτή που δεν θα μάθουμε ποτέ. Γιατι όμως η αλήθεια πονάει; γιατί οι άνθρωποι φοβούνται την αλήθεια;Οι πούστηδες οι Εγγλέζοι, λένε truth και είναι απ΄αυτούς που δεν πιστεύουν σε καμιά αλήθεια.Πλιάτσικας σπίκιγκ, τώρα μαλάκα.Υπάρχει άραγε η αντικειμενική αλήθεια; για σκέψου το...Βέβαια, εγώ πιστεύω πως υπάρχει, το δέντρο είναι δέντρο και τα λοιπά αλλά εσυ, ξανασκέψου το. Τι είναι το truth και απο που βγήκε;
Είναι πολύ ψεύτικος ο κόσμος μας.Πολύ lie,πολύ false. Aίφνης, μερικοι πιστεύουν πως δεν πήγαμε στη Σελήνη.Πως είναι το μεγαλύτερο ψέμμα. Είναι τόσο ηλίθιο ψέμμα αυτό; Ή μια μεγάλη αλήθεια; Το ψέμμα δεν ξέρω απο που βγαίνει αλλά είναι πιο γλυκό. Πιο παραμυθένιο. Αρχαία λέγεται ψεύσμα με περισπωμένη αλλά τώρα που να την βρείς. Λόγος όχι αληθινός λένε τα λεξικά.
Πήγαμε ή δεν πήγαμε στο φεγγάρι; Ο κόσμος χρειάζεται πολύ παραμύθι, η αλήθεια είναι πληκτική.
Ο Μπέρκλει, είπε πως τα πάντα είναι διπλή παράσταση στο μυαλό μας. Ξανασκεφτείτε το. Ο Μάρξ του απάντησε στο ΑΝΤΙΝΤΙΡΙΓΚ πως τότε δεν υπήρξε καθόλου αυτός. Δηλαδή ο Μπέρκλει. Και ο Μάξ Νορντάου[ωραίο όνομα] στα κατα συνθήκην ψεύδη, λέει πως δεν πρέπει να πούμε ποτέ στη γυναίκα μας ότι την απατήσαμε. Και στο πείραμα της Κοπεγχάγης, δεν ξέρουμε τελικά τι απέγινε η γάτα, αν δεν ανοίξουμε το κουτί. Πέθανε ή δεν πέθανε;

Παρασκευή 18 Οκτωβρίου 2024

ΤΣΙΤΆΤΑ

 




Όταν έχεις πολλά λεφτά, δεν ξέρεις τι να τα κάνεις. Είναι όπως όταν δεν έχεις καθόλου που δεν ξέρεις τι να κάνεις. [Μοιάζουν αυτά τα δύο;]
Λίγοι μας αγάπησαν γι αυτό που είμαστε. Κι οι πιο πολλοί μας απαξίωσαν επειδή δε γίναμε αυτό που ήθελαν.
Μερικά ρήματα είναι υποβιβαστικά. Όπως το λατρεύω. Εγώ δε λατρεύω τίποτα και δεν πόθησα να με λατρέψουν. Ούτε τη ζωγραφική λάτρεψα, πόσο μάλλον τους θεούς. Άκου αφοσίωση, μεγάλη αγάπη σε πρόσωπο ή πράγμα!
Οι πιο εκνευριστικοί άνθρωποι που έχω συναντήσει στη ζωή μου, είναι αυτοί που προσπαθούν να σε μειώσουν. Και το κάνουν τόσο επιδεικτικά που σο
υ έρχεται να τους ρίξεις μια μπουνιά στο μάτι.

Τι αθλιότης! να συναντάς τη σοφία όταν γερνάς.

Για να αισιοδοξείς: να σκέφτεσαι πως υπάρχουν πιο βλάκες από σένα. Καλή βδομάδα. Πάω για τρέξιμο.
Όσο για το "ήθελε να είναι λέφτερος, σκοτώστε τον" δεν μπορεί να ειπωθεί για κανέναν θρησκευόμενο. Τι σόι ελευθερία ζητάει ένας που είναι δούλος του θεού;
Ξέχωρη ερώτηση: Πόσο πρόστυχο είναι να ζει κανείς ευτυχισμένα, μέσα σε έναν κόσμο γεμάτο δυστυχία;
Έχετε πετάξει ποτέ κάτι στα σκουπίδια και μετά να το ψάχνετε; εγώ είχα πετάξει το μυαλό μου.
Μ αρέσει και το άσπρο και το μαύρο, είμαι ένας άνθρωπος γεμάτος αντιθέσεις, μπορώ να υπερασπιστώ και το ένα και το άλλο. Μπορώ να σε πείσω πως ο γάιδαρος πετάει, αλλά και δεν πετάει. Πολλές φορές θα ισχυριστώ κάτι λάθος και την άλλη μέρα το ίδιο λάθος να είναι σωστό. Δεν παραδέχομαι εύκολα τίποτε. [Τώρα ποιος μου ζήτησε να τα πω αυτά; κανένας; μμ, μπορεί να υπάρχει και κάποιος ή κάποια που νομίζει πως πρέπει να είμαι ένας καθώς πρέπει άνθρωπος.]


Ξέρεις, μια ωραία εικόνα είναι αυτή: δεν μετάνιωσα που σε αγάπησα, μετάνιωσα που δε σε ξέχασα.
Καλύτερα εχθρός παρά κόλαξ.
Δεν υπάρχει κανένας λόγος να έγινε κάποτε το Μπινγκ μπάγκ, η μεγάλη έκρηξη. Ο κόσμος υπάρχει από μόνος του.
Ποιο να είναι άραγε το πιο ωραίο πράγμα που έζησες; ρωτώ τον εαυτό μου και δεν ξέρει να μου απαντήσει. Ή δε θέλει. ίσως εσείς που ξέρετε πιο πολλά από μένα να απαντήσετε.

Έχετε ξυριστεί καμιά φορά χωρίς καθρέφτη;

Βιαστικό σιγάρο, ξευτίλα.
Σαν το γαμίσι στην τουαλέτα με μια ξένη με έναν άντρα που δεν τον ήξερες ποτέ.

Τι ήθελες να κάνεις το πρωί και το βράδυ;

Κοίταξε τώρα! εγώ μπορώ να συγκρουστώ με τον Επίκουρο, τον φιλόσοφο των ηδονών, να πω πως αρχή του κόσμου δεν είναι η ηδονή και θα το κάνω αν το συμπεραίνω. Σ αυτόν τον καινούργιο κόσμο που ζούμε ο Αϊνστάιν είναι μετριοπαθής, ο Μάρκ Ζούκερμπεργκ μεγαλοφυής. Κατά βάθος είμαι μετριοπαθής, ή επιεικής με τον άνθρωπο. Αίφνης δεν υπάρχει πια κανένας Αλέν Ντελόν, καμία Βουγιουκλάκη να απειλεί τη σοβαροφάνεια μας. Ξέρεις σου λέω μερικά πράγματα που σκέφτομαι κι αν δεν συμφωνείς εγώ είμαι εδώ για να τα κουβεντιάσουμε.












Τετάρτη 16 Οκτωβρίου 2024

EMEIΣ

 


 

Δεν πήρα τίποτα μαζί μου
Ούτε το μαύρο τζιν που σου άρεσε τόσο
Ούτε την λύπη σου που έφευγα.
Σκέφτηκα μονάχα πως το Καλοκαίρι
Θα βρισκα μια καινούρια αγάπη
..κι έπειτα, λίγος είναι ο τόπος
μπορεί να χαθούμε σε τόσο λίγο τόπο;
Εμείς δεν είμαστε σαν τους άλλους.
Δεν πήρα επίτηδες τίποτε μαζί μου
επειδή ήταν σίγουρο πως θα ξαναγυρίσω
-το μαύρο τζιν σχισμένο στο δεξί γόνατο
μην ξεχάσεις να το ράψεις-
αν και πάντα μου άρεσαν οι σχισμές
εκεί που κρύβουν οι άνθρωποι τις ανημπόριες τους.
Δεν πήρα τίποτε μαζί μου.
ΠΟΙΗΣΗ Κ. ΠΛΙΑΤΣΙΚΑ.

 

Δευτέρα 14 Οκτωβρίου 2024

ΠΕΠΌΝΙ

 


Με παίρνει μια στο τηλέφωνο.
-Είστε συγγραφέας; με ρωτάει.
-Μάλιστα, απαντώ.
-Τι γράφετε;
-Διάφορα. Διηγήματα, μυθιστορήματα...
-Γράφετε και σεξουαλικά; με διακόπτει.
-Γράφω! ξαφνιάζομαι. Γιατί;
-Ξέρετε εγώ είμαι παντρεμένη, μου λέει.
-Και τι φταίω εγώ;
-Θέλω να μου πείτε τι να κάνω για να μη μυρίζει το ψυγείο μου πεπονίλα!
-Να μη βάζετε το πεπόνι στο ψυγείο! και της το κλεισα.
Μετά από λίγο ξαναχτυπάει το τηλέφωνο. Το κοιτάζω σκωπτικά και το σηκώνω.
-Λέγετε.
-Ξέρετε, είμαι εγώ με το πεπόνι, μου λέει κλαίγοντας γοερά.
-Σιγά κυρία μου! τι έγινε και κλαίτε;
-Με χτύπησε ο άντρας μου, σας είπα είμαι παντρεμένη...
-Και γιατί σας χτύπησε;
-Πέταξα τα πεπόνια...
-Πόσα πεπόνια;
-Πέντε-έξι!
-Και γι αυτό σας χτύπησε; επιμένω.
Ξέρετε κάνει πεπονοθεραπεία! και μου το κλεισε.

 

Κυριακή 13 Οκτωβρίου 2024

ΤΟ ΠΑΡΕΛΘΌΝ

 


Περίεργο. Μερικές φωτογραφίες μας σημαδεύουν ολόκληρη ζωή. Ίσως η στιγμή που μας συνέλαβε ο φακός, τα συναισθήματα που θέλουμε να φανερώσουμε, ο τρόπος του πως μας βλέπουν οι άλλοι και πως κοιτάμε εμείς τον κόσμο. Μπορεί να είναι μοναδικές, λες και τραβήχτηκαν για κάποιο σκοπό αλλιώς δεν εξηγείται που τις ξεχωρίζουμε για να μας θυμίζουν ωραίες ή άσχημες στιγμές από το παρελθόν, γιατί, μια φωτογραφία δεν είναι τίποτε άλλο εκτός από παρελθόν, που όσο περνάνε τα χρόνια μας θυμίζει αδυσώπητα, πόσο περαστικοί υπάρχουμε σ αυτό τον τόπο κι ακόμα πως η σάρκα μας αλλάζει απίστευτα γρήγορα, πως όλα συμβαίνουν ξαφνικά, όπως ξαφνικά γεννηθήκαμε και ήρθαμε μόνοι σ αυτόν τον κόσμο, που όταν πεθάνουμε ούτε αυτή θα μείνει και άρα, μερικές φωτογραφίες είναι ωραίες μόνο για τη ζωή, για τη χαρά, για την όλβια νιότη.
Αυτές οι φωτογραφίες που μας χαρακτηρίζουν είναι λίγες, όπως αυτή εδώ που είναι μια αντιπροσωπευτική δικιά μου και πολύς κόσμος με έχει ταυτίσει μ αυτήν. Θυμάμαι πως την είχε τραβήξει ο Νίκος Κουγιούφας, ένας φίλος παλιός. Δάσκαλος, καλόκαρδος, πότης και ερασιτέχνης φωτογράφος με μέτρια χαρακτηριστικά προσώπου, μάλλον απ αυτούς τους τύπους που μερικοί ονομάζουν κακάσχημους, ιδιαίτερα κάτι γυναίκες, αλλά ο Νίκος δεν έδειχνε να ενδιαφέρεται για το πως ήταν η μορφή του, έβγαζε φωτογραφίες όλη την παρέα, ιδιαίτερα κι εμένα χωρίς ποτέ να στήνει το σκηνικό ή να συμβουλεύει πως να ποζάρουμε κι έτσι δε θυμάμαι πως προέκυψε το τσιμπούκι που ναι μεν κάπνιζα εκείνο τον καιρό για λίγο αλλά ποτέ δεν υπήρξε αξεσουάρ της παρουσίας και της εμφάνισης μου-όσο για το τι σκεφτόμουν τη στιγμή που άστραφτε το φλας, είναι αδύνατο να συλλάβει κανείς απόλυτα, απλώς θυμάμαι πως ήμουν σε δύσκολες μέρες για τη ζωή και το μέλλον.

 

Πέμπτη 10 Οκτωβρίου 2024

ΣΗΜΕΊΑ

 


Εικαστικές δημιουργίες σε τοίχους κτιρίων επί της Καλλιδρομίου από τον ζωγράφο Κ. Πλιάτσικα.
Ανεβαίνοντας κάποιος την Καλλιδρομίου, αυτόν τον κεντρικό δρόμο των Εξαρχείων, λίγο πριν από τη διασταύρωση με την Μπενάκη, βλέπει ότι κάτι διαφορετικό συμβαίνει στη γειτονιά. Τοίχοι ζωγραφισμένοι, ολόκληροι, σε κτίρια της περιοχής. Μεγάλες επιφάνειες, τετραγωνικά μέτρα ολόκληρα, στολισμένα με παραστάσεις, διανθισμένες συχνά με στίχους ποιητών, παραπέμπουν πότε στο παλιό, πότε στο σύγχρονο και το μοντέρνο, πότε στο κλασικό.
Ολα όμως τα έργα φαίνονται πως έχουν γίνει από το ίδιο χέρι, τον ίδιο δημιουργό. Που εργάζεται όχι πολύ μακριά από κει όπου έλαβε χώρα αυτή η μεγάλων διαστάσεων εικαστική παρέμβαση. Το εργαστήρι του Κώστα Πλιάτσικα βρίσκεται λίγο παρακάτω, επί της Καλλιδρομίου, στον αριθμό 55.
Ο Πλιάτσικας είναι παιδί των Εξαρχείων, αν και Ηπειρώτης. Από τα 15 του στην πρωτεύουσα, αφού παράτησε το σχολείο, καταπιάστηκε με ένα σωρό δουλειές. Πάντοτε όμως η κύριά του ασχολία ήταν η ζωγραφική - και η συγγραφή. Πριν από χρόνια, αφού έδρασε στην Αθήνα ως ζωγράφος, εκδότης περιοδικών, σεναριογράφος για τον κινηματογράφο, απέδρασε στην πατρίδα του, για λίγο όμως.
Εδώ και ενάμιση χρόνο, ο Κ. Πλιάτσικας φέρνει τον κόσμο σ' επαφή με την τέχνη, έξω, στο δρόμο. Καταθέτει τη δική του άποψη για την πολιτιστική αναβάθμιση όχι μόνο των Εξαρχείων, αλλά και άλλων συνοικιών της πρωτεύουσας. Κάτι σαν το γκράφιτι ή μήπως όχι ; «Οχι ακριβώς», λέει ο ίδιος ο καλλιτέχνης, «δεν είναι απλή συνθηματολογία ή τέχνη του σπρέι -είναι ζωγραφική και η τέχνη αυτή στόχο έχει πάντα την ανάδειξη του ωραίου» προσθέτει. Και επειδή η λέξη παράγεται από το «ζω και γράφω» ο καλλιτέχνης πιστεύει πως έτσι μπορεί ν' αλλάξει και η διάθεση των κατοίκων. «Να μπει λίγη ομορφιά στην πόλη, στην καθημερινότητά μας, να φύγει η ασχήμια» τονίζει και μας δείχνει έναν άλλο τοίχο, παραδίπλα, γεμάτο με συνθήματα-πάνω στα συνθήματα, και γκράφιτι ξεθωριασμένα. «Πριν από λίγο καιρό, όλοι εδώ γύρω, αποφασίσαμε πως αυτό μπορεί να αλλάξει».
Τοίχοι ζωγραφισμένοι ολόκληροι σε κτίρια της περιοχής δίνουν ένα διαφορετικό τόνο στη γειτονιά της Αθήνας
Και κάπως έτσι ξεκίνησε η μεταμόρφωση. Ο κάτοικος της απέναντι πολυκατοικίας παράγγειλε το πρώτο έργο (που ήταν και το μεγαλύτερο, καλύπτοντας ολόκληρο το τετράγωνο, ώς το ύψος του πρώτου ορόφου). Η δουλειά ξεκινούσε με το πρώτο βάψιμο. Καθαρίστηκε η επιφάνεια, ύστερα βάφτηκε. Βήμα βήμα, μπογιατζής και ζωγράφος συνεργάστηκαν, ο πρώτος προετοιμάζοντας το υπόβαθρο, το έδαφος πάνω στο οποίο θα δουλέψει ο δεύτερος. Σιγά σιγά γέμισε ο τόπος. Πρόσωπα, η Χαρούλα, η Τζένη, ο Τζέιμς, ο Ρίτσος, φυσιογνωμίες γνωστές στους πολλούς αλλά και άγνωστες, βγαλμένες από τη φαντασία του καλλιτέχνη. Τώρα το κτίριο, όπως και άλλα που ακολούθησαν, άλλαξε όχι μόνο όψη. Αλλαξε...ρόλο και από μια ακόμη αρχιτεκτονική πρόταση, καλλιτεχνικά καταδικασμένη στη μονοτονία, τώρα ξεχωρίζει, μέσα στο χρώμα, την εικόνα, τα ρητά και τα στιχάκια του. Σύντομα ακολούθησαν κι άλλες παραγγελίες. Που τραβούν το βλέμμα κι αλλάζουν το αστικό, βαρυφορτωμένο τοπίο. «Κόσμος πάει κι έρχεται» λέει ο ζωγράφος «με κάμερες στο χέρι, φωτογραφίζουν, ρωτούν για τα έργα, ενδιαφέρονται» λέει ο ζωγράφος.
Πάνω από την Καλλιδρομίου, ο λόφος του Στρέφη, τελευταίο φυσικό σύνορο πριν ξεκινήσει, προς τα κάτω, η κυριαρχία του τσιμέντου. Ο δρόμος αυτός, με τη δική του ιστορία, όπως λέει και το τραγούδι, από τους πιο ζωντανούς του κέντρου. Εκεί το «ιστορικό» αστυνομικό τμήμα, παρακάτω τα μπαράκια, η πλατεία και ολόγυρα αυτό το κλίμα ανοχής που μόνο τα Εξάρχεια φαίνεται πως διατηρούν χρόνια τώρα.
Παρά τις κατά καιρούς ταραχές. Ή την έντονη αστυνόμευση των τελευταίων μηνών (και ημερών) που είναι τόσο έντονη, που τα Εξάρχεια κάποιες ώρες της ημέρας θυμίζουν κατεχόμενη περιοχή. Και αν η τέχνη αλλάζει τον άνθρωπο, τότε το εγχείρημα αυτό του ζωγράφου και των κατοίκων αυτής της γειτονιάς, ποτέ άλλοτε δεν είχε τόση σημασία. Και τα Εξάρχεια μοιάζουν να καλοδέχονται αυτήν την αλλαγή.
Του ΔΗΜ. ΡΟΥΤΣΩΝΗ
Ελευθεροτυπία

 

Τρίτη 8 Οκτωβρίου 2024

Η ΜΕΓΆΛΗ ΈΚΡΗΞΗ

 

 


 Ξέρεις, μια ωραία εικόνα είναι αυτή: δεν μετάνιωσα που σε αγάπησα, μετάνιωσα που δε σε ξέχασα.
Καλύτερα εχθρός παρά κόλαξ.
Δεν υπάρχει κανένας λόγος να έγινε κάποτε το Μπινγκ μπάγκ, η μεγάλη έκρηξη. Ο κόσμος υπάρχει από μόνος του.
Ποιο να είναι άραγε το πιο ωραίο πράγμα που έζησες; ρωτώ τον εαυτό μου και δεν ξέρει να μου απαντήσει. Ή δε θέλει. ίσως εσείς που ξέρετε πιο πολλά από μένα να απαντήσετε.

Έχετε ξυριστεί καμιά φορά χωρίς καθρέφτη;

Βιαστικό σιγάρο, ξευτίλα.
Σαν το γαμίσι στην τουαλέτα με μια ξένη με έναν άντρα που δεν τον ήξερες ποτέ.

Τι ήθελες να κάνεις το πρωί και το βράδυ;

Κοίταξε τώρα! εγώ μπορώ να συγκρουστώ με τον Επίκουρο, τον φιλόσοφο των ηδονών, να πω πως αρχή του κόσμου δεν είναι η ηδονή και θα το κάνω αν το συμπεραίνω. Σ αυτόν τον καινούργιο κόσμο που ζούμε ο Αϊνστάιν είναι μετριοπαθής, ο Μάρκ Ζούκερμπεργκ μεγαλοφυής. Κατά βάθος είμαι μετριοπαθής, ή επιεικής με τον άνθρωπο. Αίφνης δεν υπάρχει πια κανένας Αλέν Ντελόν, καμία Βουγιουκλάκη να απειλεί τη σοβαροφάνεια μας. Ξέρεις σου λέω μερικά πράγματα που σκέφτομαι κι αν δεν συμφωνείς εγώ είμαι εδώ για να τα κουβεντιάσουμε.

Δευτέρα 7 Οκτωβρίου 2024

βιογραφικό

 

  1. ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΌ


    Ο Κώστας Πλιάτσικας γεννήθηκε το 1954 στην Θεσπρωτία. Είναι αυτοδίδακτος ζωγράφος και συγγραφέας
    Μαθητής ακόμη του Δημοτικού έδειξε το έμφυτο ταλέντο του στην ζωγραφική και την λογοτεχνία. Αργότερα στο γυμνάσιο έγινε ακόμα πιο εμφανής αυτή του η ροπή προς τις καλές τέχνες γενικότερα.
    Δεν τελείωσε τις Λυκειακές του σπουδές στην Ηγουμενίτσα γιατί εκδιώχθηκε απ’ όλα τα Λύκεια της χώρας, εξ αιτίας του επαναστατικού του χαραχτήρα, μεσούσης της χούντας των συνταγματαρχών.
    Μετά την στρατιωτική θητεία εγκαταστάθηκε στην Αθήνα όπου έζησε περίπου τριάντα χρόνια. Εκεί ήρθε σε επαφή με ανθρώπους των γραμμάτων και των τεχνών. Τον πρώτο καιρό, ασχολήθηκε περισσότερο με την συγγραφή. Εκδίδει τρία βιβλία:
    1] ΙΚΕΤΕΣ ΤΗΣ ΑΛΗΘΕΙΑΣ [Μεγάλο στρατιωτικό, αντιμιλιταριστικό αφήγημα.]
    2] ΝΈΟΝ ΈΡΓΟΝ Η ιστορία ενός τρομοκράτη:Μυθιστόρημα.
    3] ΌΛΑ ΜΟΙΆΖΟΥΝ ΚΑΛΆ:Θεατρικό.
    Ταυτόχρονα, εκδίδει και διευθύνει το πολιτιστικό περιοδικό <ΔΡΟΜΟΣ> Στα τεύχη του, κυριαρχούν η ζωγραφική,η λογοτεχνία, η γλυπτική και γενικότερα η παρουσίαση και η κριτική των τεχνών.
    Ωστόσο ζωγραφίζει και σκιτσάρει συνέχεια ενώ παρακολουθεί για λίγο καιρό, μαθήματα ζωγραφικής, στο εργαστήρι του Γιάννη Τσαρούχη, με τον οποίο τους συνδέει φιλία και η αγάπη για τη φιλοσοφία και την εξέλιξη των τεχνών. Παράλληλα, γνωρίζει πολλούς από τους σύγχρονους ζωγράφους, γλύπτες, χαράκτες, ποιητές, συγγραφείς, συνθέτες, στιχουργούς. Τότε συμμετέχει στη συγγραφή του σεναρίου για την ΓΚΡΈΚΑ ΦΙΛΜ με τίτλο <ΦΥΛΑΚΕΣ ΑΝΗΛΊΚΩΝ> που γυρίζει ταινία ο σκηνοθέτης Νίκος Παπαμαλής.
    Βιοποριστικά, κατά καιρούς κάνει διάφορες δουλειές. Από πλασιέ, οικοδόμος, μανάβης, υπάλληλος έως ότου δημιουργεί μια εταιρία επιγραφών. Ο ίδιος, σχεδιάζει, εκτελεί μεγάλες επιφάνειες,διαφημιστικές.
    Το θεατρικό του <ΌΛΑ ΜΟΙΆΖΟΥΝ ΚΑΛΆ> ανεβαίνει στο πειραματικό θέατρο ΟΥΤΟΠΊΑ στο Μπραχάμι. Στις πρώτες παραστάσεις πρωταγωνιστεί και ο ίδιος.
    Παίρνει μέρος για πρώτη φορά σε διάφορες ομαδικές εκθέσεις ζωγραφικής, στην Αθήνα, στον Πειραιά σε δημόσιους και ιδιωτικούς χώρους.
    Το 1992 εγκαταλείπει τις διαφημίσεις. Ανοίγει εργαστήρι ζωγραφικής στον Πειραιά. Ταυτόχρονα σκιτσάρει και γράφει σε διάφορες Αθηναϊκές εφημερίδες και περιοδικά.
    Το 2000 επιστρέφει για λίγο στην Ηγουμενίτσα. Ζωγραφίζει πολλά έργα σε δημόσιους και ιδιωτικούς χώρους. Κάνει δυο ατομικές εκθέσεις. Μία με παραδοσιακά τοπία της περιοχής και έτερη με αντιπροσωπευτικά του έργα, ανθρωποκεντρικά, εκεί όπου ο Πλιάτσικας, ξετυλίγει το μεγάλο του ενδιαφέρον για την ζωή και την αγωνία για την εξέλιξη του ανθρώπου.
    Γράφει και σκιτσάρει στην εφημερίδα <ΘΕΣΠΡΩΤΙΚΉ> περίπου δυο χρόνια. Ασχολείται επίσης με την γλυπτική.[πηλό,ξύλο κ.λ.π.] στο εργαστήρι που διαθέτει στο κέντρο της πόλης από το 2003. Ταυτόχρονα παραδίδει μαθήματα ζωγραφικής σε μικρούς και μεγάλους.
    Από το 2006 εκδίδει και διευθύνει το πολιτιστικό και σατιρικό περιοδικό <ΔΙΑΣΧΊΖΩ> παρέα με τον ακάματο φιλόσοφο-γεωππόνο, Περικλή Σοφούρη.
    Τελειώνει τα υπό έκδοση μυθιστορήματα,<ΟΙ ΑΠΟΤΥΧΗΜΈΝΟΙ> και την <ΔΈΚΑΤΗ ΤΡΊΤΗ ΏΡΑ>Επίσης, δυο συλλογές διηγημάτων. Η μια με τίτλο <ΕΡΩΤΙΚΑ ΔΙΗΓΉΜΑΤΆ> και η δεύτερη <ΕΝΑΝΤΊΟΝ ΤΩΝ ΑΝΘΡΏΠΩΝ> με περισσότερη φιλοσοφική και κοινωνική οπτική. Ακόμα, δυο θεατρικά. Μια επιθεώρηση και ένα δράμα με τίτλο <ΤΟ ΧΤΎΠΗΜΑ ΤΗΣ ΠΕΤΑΛΟΥΔΑΣ>

    Το 2007 επιστρέφει στην Αθήνα. Ανοίγει το εργαστήρι ζωγραφικής στην οδό Καλλιδρομίου. Ετοιμάζει και πραγματοποιεί δυο ατομικές εκθέσεις σε ιδιωτικούς χώρους. Παράλληλα συνεχίζει την έντυπη έκδοση του περιοδικού ΔΙΑΣΧΊΖΩ. Επίσης παραδίδει μαθήματα ζωγραφικής. Το 2009 αναλαμβάνει να ζωγραφίσει μεγάλες τοιχογραφίες-γκραφίτι στους δρόμους της Αθήνας για βιοποριστικούς λόγους αλλά και επειδή πάντα του άρεσε η ζωγραφική στους δρόμους-[όπου όμως επιτρέπεται.]. Πρωτοστατεί και παίρνει μέρος στην πρώτη ομαδική έκθεση έκθεση ζωγραφικής στους δρόμους της Αθήνας.
    Το 2009 διακόπτεται η έντυπη έκδοση του ΔΙΑΣΧΊΖΩ και αρχίζει η ηλεκτρονική του ιστοσελίδα καθώς και το ομώνυμο μπλοκ με τον ίδιο τίτλο που συνεχίζει μέχρι σήμερα.
    Το 2013 εκδίδεται το μυθιστόρημα του Η ΔΈΚΑΤΗ ΤΡΊΤΗ ΏΡΑ, με μεγάλη επιτυχία. Το 2014 πραγματοποιεί ατομική έκθεση ζωγραφικής με τίτλο ΑΝ Η ΖΩΉ ΉΤΑΝ ΑΚΊΝΗΤΗ ΕΙΚΌΝΑ στον νέο εργαστηριακό του χώρο στην οδό Μαυρομιχάλη76, όπου μετακομίζει. Ζωγραφίζει επί παραγγελία πολλά πορτρέτα, συνθέσεις, τοπία, νεκρές φύσεις, αναπαραγάγει έργα τέχνης διάσημων ζωγράφων. Γράφει το νέο μυθιστόρημα Ο ΘΕΌΣ ΤΩΝ ΦΤΩΧΏΝ όπως και την ΑΠΌΛΥΤΗ ΔΥΣΤΥΧΊΑ ΤΩΝ ΆΛΛΩΝ.
    Το 2018 μετακομίζει στην ίδια οδό ΜΑΥΡΟΜΙΧΆΛΗ 102 όπου ζει και εργάζεται μέχρι σήμερα. Γράφει το σχεδόν βιογραφικό, δοκιμιακό μυθιστόρημα Η ΣΥΝΑΡΠΑΣΤΙΚΌΤΑΤΗ ΤΗΣ ΓΡΑΦΉΣ. Λαμβάνει μέρος σε πολλές ομαδικές εκθέσεις, και ετοιμάζει μια μεγάλη αναδρομική έκθεση με έργα από όλες τις χρονικές περιόδους της ζωγραφικής του τέχνης.














Κυριακή 6 Οκτωβρίου 2024

ΤΡΕΧΕΙ ΤΟ ΝΕΡΌ



Ερχόμουν τότε από μακριά, πέρα από τον μεγάλο κόσμο,
διψασμένος, κατάκοπος, με ένα δισάκι στον ώμο
περπατούσα μέρες μέχρι να συναντήσω μια Ευτυχία
που με περίμενε πάντα εκεί, δίπλα στη βρύση που
πλάθαμε όνειρα να παντρευτούμε κάποτε. Σταμάτησα
λίγο κάτω από ένα χωράφι που παλιά ήταν γήπεδο-
λέγανε πως το χε κάνει δώρο ο παππούς μου.
Ξελαχάνιασα κι είπα ν ανέβω την ανηφόρα.
Πιάστηκα από τις ασφάκες, τα βράχια, το μονοπάτι
είχε κλείσει αλλά κατάφερα να σκαρφαλώσω και να δω
τον τόπο που ήταν ίδιος απαράλλαχτος όπως τότε που
ήμουν παιδί. Οι ομάδες χωρίστηκαν, η μπάλα πήγε στη
σέντρα κι άρχισε ο σφοδρός αγώνας. Νταπ- ντούπ,
νταπ- ντουπ, η μπάλα, έπιασα ένα βολέ, ήμουν παιχταράς
κι ο Σταύρος ο τερματοφύλακας δεν μπόρεσε ν αποκρούσει.
Ο ιδρώτας, η τσατίλα, τα νεύρα, πέφταν μπουνιές και
κλωτσιές, τα πρόσωπα μας είχαν γεμίσει λάσπη αλλά μια
χαρά ήταν ζωγραφισμένη στα πρόσωπα όλων. Κερδίσαμε
και κατηφόρισα πάλι το μονοπάτι, πέρασα τα σιάδια το
πρωινό αυτής της Κυριακής που η μάνα μου έφτιαχνε το
φαί στον παλιό φούρνο έξω από το σπίτι μας. Πεινούσα και διψούσα.
Ο λαιμός μου είχε στεγνώσει, δεκαπέντε χρονών παλληκάρι,
οι φίλοι μου που παίζαμε μπάλα είχαν χαθεί
στον άνεμο αλλά η Ευτυχία με περίμενε στη βρύση που
έφτασα σε λίγο. Ήταν λίγο έξω από το χωριό μπροστά στο
περιβόλι μας. Ακριβώς εκεί και ο αιωνόβιος πλάτανος
που προσπάθησα μάταια κάποια φορά ν αγκαλιάσω τον
πελώριο κορμό του. Κρύφτηκα πίσω του κι έβλεπα την
Ευτυχία να χορεύει, περιμένοντας να γεμίσει τη βαρέλα,
ένα ξύλινο δοχείο που το φάσκιωναν στην πλάτη τους σαν
μωρό οι γυναίκες. Α, τι όμορφες ήταν! όπως τώρα η
Ευτυχία. Φορούσε ένα άσπρο, λινό φόρεμα, και είχε τα
μαλλιά της κότσο, Τα έλυσε σαν νεράιδα των νερών κι
άρχισε ένα τραγούδι:
Τρέχει, τρέχει-τρέχει το νερό
κι εγώ θα περιμένω μια ζωή
να ρθει από μακριά, να με πάρει
να με πάρει από εδώ
Τρέχει, τρέχει- τρέχει το νερό
κυλάει μου πνίγει τον καημό
Τρέχει, τρέχει-τρέχει το νερό
που είναι ο νιος που αγαπώ;
Η βρύση ήταν πέτρινη, μαστορεμένη από παλιούς
ανθρώπους κι εγω αποφάσισα να βγω πίσω απ τον
πλάτανο καθώς η Ευτυχία έσκυβε να σηκώσει τη βαρέλα
και δε με βλεπε. Έφτασα κοντά της και την αγκάλιασα.
Γύρισε έντρομη κάνοντας ένα ριγόφερτο αααα! το κορμί της
τρεμούλιασε στην αγκαλιά μου. Δώσαμε ένα φιλί, σα να μη
ξέρουμε πως να ενώσουμε τα χείλη μας, κοιταχτήκαμε στα
μάτια, τη βοήθησα να ζαλώσει τη βαρέλα και πήραμε το
δρόμο για το σπίτι. Η μάνα σου, μου είπε, τώρα θα έχει
έτοιμο το φαί.

Παρασκευή 4 Οκτωβρίου 2024

ΣΥΜΠΕΡΙΦΟΡΈΣ

 

 


Είναι πολύ δύσκολο να είσαι καλός με όλους. Αν το προσπαθήσεις θα είναι εν μέρει υποκρισία και τότε πρέπει να γίνεις πρώτα ηθοποιός. Απορρίπτεται, δηλαδή η υποψία πως ο κόσμος μας είναι μόνο καλός ή μόνο κακός. Υπερισχύει σαφώς το δεύτερο με βάση όσα γνωρίζουμε και όσα γίνονται ή έγιναν στο παρελθόν.
Θα είσαι καλός όταν μπορείς να κάνεις τα χατίρια όλων όσων είναι γύρω σου και νομίζεις πως σε αγαπάνε ανιδιοτελώς. Αυτό δε συμβαίνει παρά μόνο για ένα τοις χιλίοις και πολύ είπα. Αυτά για την ανθρώπινη συμπεριφορά ιδιαίτερα αυτής που βασίζεται στους λόγους και τις υποσχέσεις που ξεχνιούνται και αλλάζουν πάραυτα, σύμφωνα με τα συμφέροντα του υποτιθέμενου γύρω σου ανθρώπινου δυναμικού πως υποστηρίζει ότι θα πέσει στη φωτιά για σένα και αντ αυτού ξεχνάει και αναποδογυρίζει τα πάντα υπέρ του εαυτούλη του! Αυτά για τους μικρούς ανθρώπους. Τους παραδόπιστους λυκόφιλους που συνεχίζουν αδιάντροπα να παραποιούν την αλήθεια παρουσιάζοντας έναν εαυτό ακραιφνή, αντίθετα με σένα που έχεις γίνει κακός, μισερός και γενικά ότι δεν έχει αξία στη ζωή. Ούτε εσύ, ούτε η εργασία σου.
Το χειρότερο είναι σ αυτές τις περιπτώσεις να σε κατακλίσει ο θυμός και ν αντιδράσεις άμεσα, οπότε μάλλον θα χάσεις κι εσύ τις αξίες σου. Νομίζω πως, τελικά η καλύτερη αντίδραση είναι η χαμηλή αδιαφορία. Θα την έλεγα ευγενική αδιαφορία. Γιατί αν συνεχίσεις τον διάλογο θα χάσεις εκτός από την ηρεμία σου και περισσότερα.

Τετάρτη 2 Οκτωβρίου 2024

ΓΩΓΟΥ.

 


 

ΚΑΤΕΡΙΝΑ ΓΩΓΟΥ
Ήταν ένα πρωινό σαν αυτό. Η ώρα εντεκάτη πρωινή. Περπατούσα στη Σόλωνος, λίγο πριν τη διασταύρωση με την Μπενάκη. Τέτοιος καιρός ήταν, δε θυμάμαι. Από απέναντι ερχόταν η Κατερίνα Γώγου. Συναντηθήκαμε, γεια σου Κατερίνα, της είπα. Δεν την ήξερα πολύ, μια δυο φορές είχαμε βρεθεί με παρέες σε κάποια μπαρ. Την συμπάθησα, και κείνη εμένα, σαν παρουσία. Την ημέρα εκείνη στη Σόλωνος- ήταν λίγο πριν το θάνατο της- μου επιτέθηκε. Βρήκε κάποιες πέτρες, από που; και μου τις πέταξε. Φύγε ρε! μου είπε και στριμώχτηκε στον τοίχο. Οι περαστικοί τα έχασαν, εγώ ακόμα χειρότερα έμεινα με ανοιχτό το στόμα. Δε με γνώρισε, νόμιζε πως μιλούσε σε έναν άγνωστο, στο πουθενά, σε κανέναν. Με στεναχώρησε οικτρά, προσβλήθηκα, ο κόσμος την ήξερε, εμένα κανένας, γιατί να μου φερθεί έτσι; Εγώ την είχα συμπαθήσει μέσα από τις ταινίες της, τα ποιήματα της, από το λίγο που είχαμε βρεθεί. Σκέφτηκα πολλά από τότε για την πάρτι της. Η μικρή υπερετριούλα, το χαμένο κορμί του κόσμου, τα είχε μαζεμένα εναντίον όλων. Τότε δεν ήξερα, ήμουν ένα αυθόρμητο τραγί που πήδαγε όλες τις μάντρες. Η Κατερίνα ήξερε, φοβόταν τη ζωή.
Το αλκοόλ κυλούσε στις φλέβες της, απ το Βαρύ πεπόνι έως τα Τρία κλικ αριστερά, είχε φορέσει το Ξύλινο παλτό της εκείνη τη μέρα. Με μίσησε που ήμουν ωραίος, δυνατός, σαραντάρης περίπου τότε, το είδα στα μάτια της, μίσησε τη ζωή. Εγώ έφυγα στριμωγμένος, κάποιοι με κοιτούσαν περίεργα, λες και έφταιγα εγώ, τι απολογούμαι τώρα; Λίγο πριν στρίψω στη Μπενάκη, γύρισα να κοιτάξω, να δω τι γίνεται. Η σκηνή ήταν κωμικοτραγική, η Κατερίνα έσφιγγε τις πέτρες, έπρεπε να φύγω. Μόνο με τους βλάκες και τους μεθυσμένους δεν μπορώ να τα βγάλω πέρα.
Η κατάσταση τους είναι αμετανόητη. Η σκηνή μου έμεινε χαραγμένη στο μυαλό. Ψηλάφησε τις υποψίες μου περί θανάτου και καταραμένων ποιητών. Περί πεισιθάνατων. Τέτοια ήταν η Κατερίνα Γώγου. Μια πεισιθάνατα, που έγινε έτσι, εξ αιτίας της κοινωνίας που την έσπρωξε σ αυτό το ανούσιο τέλος λίγο πριν κλείσει τα πενήντα τρία χρόνια. Πάνω που είχε καταφέρει να βγάζει το ψωμάκι της, την βύθισαν οι ουσίες σε άγνωστους κόσμους. Εκείνη τη μέρα κατάλαβα πως θα πεθάνει, πως δεν είχε άλλη ζωή. Το Ιδιώνυμο-αδίκημα που αποχωρίζεται από τις κατηγορίες , υπάγεται και τιμωρείται με ιδιαίτερες ποινές- είχε εισβάλλει στη ζωή της, ο θάνατος της ήταν αναπόφευκτος. Δεν είχε τι άλλο να κάνει, τα είχε δώσει όλα. Ο μύθος της εκτοξεύτηκε.

 

ΛΑΙΚΑΤΖΉΔΕΣ

  Κάθε Σάββατο έχει λαϊκή στη γειτονιά μου και σήμερα είπα να έβγω για λίγα ψώνια. Κοίταξα την τσέπη μου κάτι φραγκοδίφραγκα κουδούνισαν. Να...