Δευτέρα 22 Αυγούστου 2022

ΑΣΠΡΟΜΑΥΡΗ, ΠΑΛΙΆ ΓΟΗΤΕΊΑ

 


Τελειώνοντας αυτό το παραλήρημα, ο συγγραφέας, ανασαίνει βαριά. Ήθελε να τα πει όλα και κουράστηκε. Πέφτει αποκαμωμένος σε μια ξεχασμένη καρέκλα, μοναχικός και εχέμυθος. Ο σκηνοθέτης τον
κοιτάζει περίεργα. Μόνο η πουτάνα η ιστορία τον συλλυπιέται.
"Υπάρχει για σένα το μέγεθος της ιστορίας," του ψιθυρίζει. "Ποιος
άλλος έχει αυτή τη χάρη;" Ο σκηνοθέτης διαφωνεί με αυτή την
άποψη, δυσανασχετεί. "Οι συγγραφείς," επιμένει, "δεν πρέπει να
είναι και ήρωες". Ήρωες είναι ο Αχιλλέας και ο Έκτορας αλλά όχι ο Όμηρος. Ο συγγραφέας που κοιμάται βαθειά ευτυχισμένος, δεν
ανοίγει τα μάτια του. Κοντινό πλάνο στο πρόσωπο του.
Οι τυραννισμένες ρυτίδες του, γεμίζουν την οθόνη. Με φλας μπακ, ανακαλύπτουμε τα όνειρο του: Ένας εξαίσιος κόσμος, γεμάτος
ανισότητες, ένα παιδί του δρόμου, βρίσκει το ξεροκόμματο του και
το τρώει με βουλιμία. Ένας ποδεμένος που λύνει τα κορδόνια των παπουτσιών του και τα δίνει σε έναν ξυπόλυτο. [Αυτό είναι κλεμμένο απ το ΑΜΕΡΙΚΑ-ΑΜΕΡΙΚΑ, του Ελία Καζάν]. Μια γλυκιά μελωδία, παιγμένη από μια μπάντα σαλτιμπάγκων μουσικών, απλώνεται
πάνω και μέσα στην οθόνη. Είναι σημαντική η διάρκεια της. Ίσως
πάνω από πέντε λεπτά. Η σκηνή επαναλαμβάνεται τρείς φορές μέχρι
να την εμπεδώσουν οι ηθοποιοί. Το πλάνο κλείνει, με ζουμ-άουτ, επανερχόμαστε στην πραγματικότητα. Η κάμερα κινείται γρήγορα
στους δρόμους μιας πολύβουης πόλης. Του Νιου Μέξικο ή της
Αθήνας. Κόσμος πάει κι έρχεται. Αυτοκίνητα, χειράμαξες,
αχθοφόροι, παντός είδους Κινέζοι. Ανάμεσα τους ο πρωταγωνιστής
Α, τρεκλίζει με ένα μπουκάλι βότκα ή τεκίλα στο χέρι. Μοιάζει με
τον Νίκο Κούρκουλο, στο κοινωνία ώρα μηδέν. Με σημάδια στο
πρόσωπο, με λεριασμένα ρούχα, σχισμένα. Αξύριστος, ταλαιπωρη-
μένος αλλά είναι ωραίος! Ο θεατής μένει κεραυνοβολημένος στην εμφάνιση του. Πόσο θα ήθελε να ήταν ο ίδιος! Να περνούσε αυτά
που τραβάει ο πρωταγωνιστής. Η νοσταλγία του τσακίζει τα κόκαλα.
Οι γυναίκες κλαίνε αναφιλητά. Πως κατάντησε έτσι! Τελικά ο Α κατορθώνει να μπει σ ένα μπαρ. Σωριάζεται σε μια καρέκλα. Σ ένα
σκαμπό, σε ότι βρίσκει. Πάντως σωριάζεται. Από την άλλη πόρτα
μπαίνει ο Β πρωταγωνιστής, αγκαλιά με μια άγνωστη. Πλησιάζουν, κοιτάζουν με συμφορά τον Α, στέκονται από πάνω του.
"Τι μπορούμε να κάνουμε γι αυτόν; Είναι ένας κατεστραμμένος πρωταγωνιστής. Τον εγκατέλειψε η γυναίκα του, τον παράτησαν
τα παιδιά του, δεν έχει καμιά ελπίδα πια στον κόσμο. Γιατί να ζήσει;" Η άγνωστη του χαϊδεύει τα μαλλιά. Ο Α, ανατινάζεται, με σκοτεινό
βλέμμα, μουγκρίζει: "Φύγετε απο εδώ! Πάρτε δρόμο!" και
ρουφώντας την μπουκάλα ξαναπέφτει με τα μούτρα στο τραπέζι.
Οι άλλοι ανασηκώνουν τους ώμους και φεύγουν.

 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

ΣΕ ΜΕΝΑ ΔΕΝ ΠΕΡΝΆΝΕ ΑΥΤΆ

  Φίλε κόφτην καραμέλα σου και πούλησε τη στους άλλους σε μένα δεν περνάνε αυτά εγώ ξέρω πως απέτυχα παταγωδώς και δε με σώνει κανένας αγωγό...