Παρασκευή 25 Απριλίου 2025

ΣΕ ΜΙΑΝ ΑΥΛΉ 2

 


ΣΕ ΜΙΑ ΑΥΛΗ
Τον γκρίζο κόσμο ενός απογεύματος θελήσαμε να ανεβούμε στο βουνό
Είχαμε μαζί μας όλα τα εφόδια και κανείς πια δεν μας κυνηγούσε
Δεν ήμασταν πολλοί, ο καθείς και ο εαυτός του
Μπορούσες να δεις πως αποφεύγαμε να μιλήσουμε για τον χρόνο
για τον ήλιο που σκόρπιζε το μυαλό μας στα λιγοστά κίτρινα ρείκια
στις καψαλισμένες ασφάκες, κινδυνολογώντας τον θάνατο μας.
Ο καθείς και ο εαυτός του,
Να δρασκελίσουμε τούτο το βουνό που ήταν απο διαμάντι
που ήταν γυαλιστερό σαν κόψη ξυραφιού
ενώ ο μεγάλος αετός γυρόφερνε κοφτερός στις άκρες των δακτύλων
πισωπατώντας τα όνειρα όσων έλεγαν πως δεν θα τα κατάφερναν να φτάσουν στην κορυφή
Έχοντας κατά νου να γυρίσουν εύκολα πίσω
Μη και δεν ήξεραν, πως δεν υπάρχει γυρισμός
αφού κι ο Σίσυφος δεν κατάφερε ποτέ να τελειώσει αυτό το ταξίδι
Ο χλωμός τόπος του απογεύματος, δε μας θύμιζε τίποτε απ΄ τον καλό εαυτό μας
Χαραμάδες ηλιαύγειας κεντούσαν τις λιγοστές πέτρες της μνήμης, δω κι εκεί
κι ο κόσμος αυτός ήταν ολότελα δικός μας. Δεν θα μας τον έπαιρνε κανείς. Ούτε Έλληνας, μηδέ Θετταλός
Αρκούσε μονάχα η θέλησή μας
να γλιτώσουμε απ το κακό και το καλό μιας ερημιάς αφιερωμένης στην έννοια του Ενός
που καταδυνάστευε αιώνες την ύπαρξή μας.
Γυρίσαμε κάποτε κουρασμένοι. Κανείς δεν έφτασε στην κορυφή
να δει τι γινόταν στην σκοτεινή πλευρά του χρόνου
χωρίς να φταίει κανείς, ούτε οι ασφάκες που κιτρίνιζαν τα φτερά τους.
Είχαμε διαλέξει. Ο καθείς και ο εαυτός του.
ΠΟΙΗΜΑΤΑ Κ. ΠΛΙΑΤΣΙΚΑ

 

Τετάρτη 23 Απριλίου 2025

Η ΑΝΤΟΧΉ

 

 


Πόσο μπορεί ν αντέξει ένας άνθρωπος τον πόνο; κι αν αντέξει πολύ, θα χαλάσει το σύστημα.
Άμα ξέρεις πως κάτω από το χαλί κρύβονται σκουπίδια, δεν πρέπει να νιώθεις καλά, επειδή σκούπισες τριγύρω...
Όχι να γίνουμε τέλειοι, να τελειώσουμε. Στον έρωτα, πάντα βιαστικοί. Στην αγάπη, επίσης. Στο σχολείο τρεχάτοι με μια μπουκιά γράμματα στο στόμα. Είναι τόσο λίγη η ζωή μας την κάνουμε κι εμείς πιο σύντομη. Έφηβοι, αιώνιοι εραστές σ αυτό το παιγνίδι της μοίρα.
Υπάρχει χυδαίο στην τέχνη; Όπως υπάρχει στη ζωή, έτσι και στην τέχνη. Ζωγραφίζοντας αυτό το γυμνό, κάποιοι είπαν, σίγουρα, πως είναι σεμνό και δεν προσβάλλει. Εγώ τους κοίταζα με μισό μάτι, το άλλο μισό είχε φύγει ταξίδι για τον κόσμο της ευτυχίας. Εκεί πουν δεν υπάρχει σεμνό και άσεμνο.
Μόνο ένας έξυπνος και αυθόρμητος κόσμος μπορεί να δίνει τη χαρά.
Πολλές φορές, εμείς οι μεγάλοι υποτιμούμε τους μικρούς. Τους πολύ μικρούς: αυτούς που βρίσκονται κάπου εκεί στα έξι, στα εφτά τους χρόνια. Ούτε μεγαλύτερος ούτε μικρότερους. Αυτή η ηλικία παρέχει ίσως τη μεγαλύτερη αθωότητα. Ίσως τα πιο αγνά μάτια, τα πιο υπέροχα χέρια που κινούνται και δείχνουν αυτό που θέλουν χωρίς καμιά σκοπιμότητα.
Ξέρετε τι γίνεται; αν εκφράσουμε μια αντίθετη σκέψη, δε σημαίνει εμπάθεια, δε σημαίνει αναγκαστικά σε γενικό επίπεδο πως διαφωνούμε οριστικά. Διαφωνούμε σε κάποιο θέμα... Πολλοί φίλοι πικραίνονται αμέσως με την παραμικρή αντίρρηση! Προσωπικά, η διαφωνία με ενδιαφέρει περισσότερο από τη συμφωνία- αρκεί να μπορεί, να έχει, λογικές εξηγήσεις.
Γαμώ τη σάρκα μας ρε φίλε. Τόσο φτηνή και συνάμα τόσο ακριβή.
Από τους όλους που γνωρίσαμεν οι μισοί μας μισούν-θλιβερή συνείδηση. Το ενενήντα τοις εκατό κάνει συμβατική πορεία μαζί μας και περιμένει να κάνουμε το λάθος για να μας στήσει στη γωνία. Σύμφωνα με το νόμο της αστάθειας κάποτε θα το κάνουμε. Και τότε θα πέσουμε χωρίς κρότο από το θρόνο που είχαμε στήσει για τον εαυτό μας.
Το θέμα είναι, να μπορείς κατακρίνεις αλλά και να επικροτείς τις σπουδαίες και μη σπουδαίες πράξεις ανθρώπων. Γιατί οι άνθρωποι κάνουν καλές και κακές πράξεις. Δεν υπάρχουν μόνο καλοί ή μόνο κακοί. Θα ήταν μυστηριωδώς παράξενο ή ανεξέλεγκτο να ήμασταν μόνο καλοί. Πιθανώς οι μισοί ρέπουν από τη μια ή την άλλη πλευρά: κάποιος δεν μπορεί να σκοτώσει ένα μυρμήγκι κι άλλος σκοτώνει χιλιάδες! Φοβερή ισορροπία!
Ας πούμε κάτι εντελώς εκκεντρικό: νομίζετε πως νοιάζει κανέναν αν πεθάνετε εσείς; αν πεθάνουν δηλαδή οι ιδέες σας; Δηλαδή οι σκέψεις σας, οι απόψεις σας για μια καλύτερη ή χειρότερη ζωή.
Είναι πολύ δύσκολο, έως απίθανο να συλλάβεις την πραγματικότητα. Κι όταν την "συλλάβεις" να είναι ήδη πολύ αργά. Δεν έτυχε να γνωρίσω ανθρώπους που την γνώρισαν ή την πλησίασαν με ακέραιο ρεαλισμό, να πουν ότι η ζωή είναι αυτό, παρ ότι έτυχε να γνωρίσω σπουδαίους ανθρώπους. Μπορεί όμως κι αυτό να μην είναι αλήθεια.
Όπως και να το δεις πάντα η ζωή ήταν δύσκολη για τους φτωχούς αλλά παλαιότερα είχαν τουλάχιστον το όραμα μιας επανάστασης. Τώρα κι αυτό το λαμπάκι έσβησε: δε θα γίνει ποτέ η επανάσταση των φτωχών. Λόγω ασυμφωνίας στο τι είναι φτώχεια αλλά κι επειδή δεν φαίνεται στον ορίζοντα κανένας Σπάρτακος.

Η ΠΕΊΝΑ ΤΟΥ... ΧΆΜΣΟΥΝ

 

 


Χτες έκανα δυο πράγματα μονάχα. Όπως περπατούσα στον πεζόδρομο, δε θυμάμαι σε ποιον δρόμο-είχα πιεί ή δεν είχα πιει; -κλώτσησα μια μαρμάρινη σφαίρα που την πέρασα για μπάλα ποδοσφαίρου και το δεξί μου ποδάρι πρήστηκε τόσο που δεν το είχα ξαναδεί. Ο γιατρός μου έβαλε επιδέσμους και μου είπε μη σε νοιάζει σε ένα μήνα θα μπορέσεις να ξανακλωτσήσεις. Μετά, κατέβηκα στην Βαλτετσίου, ξέρετε εκεί που είναι τα εστιατόρια. Τι μου ήρθε στο μυαλό; Είδα έναν που ήταν έτοιμος να φάει μια τεράστια μπουκιά και πρόλαβα να του αρπάξω το πιάτο! Δεν μπορείς να φανταστείς πως με κοίταξε. Πεινάω ρε, του είπα και κρατούσα το πιάτο. Κι εγώ πεινάω, μου απάντησε με γουρλωμένα μάτια και μου ρίχνει μια μπουνιά στο αριστερό μάτι, αυτό που βλέπετε μαυρισμένο σήμερα. Ο οφθαλμίατρος, μου είπε πως σε ένα μήνα δεν θα έχω πρόβλημα. Θα ξαναβλέπω.

Σάββατο 19 Απριλίου 2025

εδω θα πούμε περισσότερα

 

Περίεργο. Μερικές φωτογραφίες μας σημαδεύουν ολόκληρη ζωή. Ίσως η στιγμή που μας συνέλαβε ο φακός, τα συναισθήματα που θέλουμε να φανερώσουμε, ο τρόπος του πως μας βλέπουν οι άλλοι και πως κοιτάμε εμείς τον κόσμο. Μπορεί να είναι μοναδικές, λες και τραβήχτηκαν για κάποιο σκοπό αλλιώς δεν εξηγείται που τις ξεχωρίζουμε για να μας θυμίζουν ωραίες ή άσχημες στιγμές από το παρελθόν, γιατί, μια φωτογραφία δεν είναι τίποτε άλλο εκτός από παρελθόν, που όσο περνάνε τα χρόνια μας θυμίζει αδυσώπητα, πόσο περαστικοί υπάρχουμε σ αυτό τον τόπο κι ακόμα πως η σάρκα μας αλλάζει απίστευτα γρήγορα, πως όλα συμβαίνουν ξαφνικά, όπως ξαφνικά γεννηθήκαμε και ήρθαμε μόνοι σ αυτόν τον κόσμο, που όταν πεθάνουμε ούτε αυτή θα μείνει και άρα, μερικές φωτογραφίες είναι ωραίες μόνο για τη ζωή, για τη χαρά, για την όλβια νιότη.
Αυτές οι φωτογραφίες που μας χαρακτηρίζουν είναι λίγες, όπως αυτή εδώ που είναι μια αντιπροσωπευτική δικιά μου και πολύς κόσμος με έχει ταυτίσει μ αυτήν. Θυμάμαι πως την είχε τραβήξει ο Νίκος Κουγιούφας, ένας φίλος παλιός. Δάσκαλος, καλόκαρδος, πότης και ερασιτέχνης φωτογράφος με μέτρια χαρακτηριστικά προσώπου, μάλλον απ αυτούς τους τύπους που μερικοί ονομάζουν κακάσχημους, ιδιαίτερα κάτι γυναίκες, αλλά ο Νίκος δεν έδειχνε να ενδιαφέρεται για το πως ήταν η μορφή του, έβγαζε φωτογραφίες όλη την παρέα, ιδιαίτερα κι εμένα χωρίς ποτέ να στήνει το σκηνικό ή να συμβουλεύει πως να ποζάρουμε κι έτσι δε θυμάμαι πως προέκυψε το τσιμπούκι που ναι μεν κάπνιζα εκείνο τον καιρό για λίγο αλλά ποτέ δεν υπήρξε αξεσουάρ της παρουσίας και της εμφάνισης μου-όσο για το τι σκεφτόμουν τη στιγμή που άστραφτε το φλας, είναι αδύνατο να συλλάβει κανείς απόλυτα, απλώς θυμάμαι πως ήμουν σε δύσκολες μέρες για τη ζωή και το μέλλον.

 

Γερμανία υπάρχουν εκατό χιλιάδες κτηνοβάτες, στην Ολλανδία υπάρχει κόμμα παιδεραστών!]

 Θεωρώ την παραδοχή μια απο τις μεγαλύτερες αρετές του σωστού ανθρώπου. Αν δεν ξέρεις να παραδέχεσαι την ικανότητα και την αξία των άλλων, μόνο κομπλεξικός ανθρωπάκος μπορείς να υπάρξεις. Εσείς....


Έφτασε και φέτος το Χειμόνιο
Γι αυτό έφαγα σήμερα
Δυό πιάτα φασολόνιο
Στις σκοτεινές διαδρομές
υπάρχει ένα τελώνιο
κι άλλα θεριά ανήμερα.
Ναζί κανείς ή να μη ζει;
Άλλοι αποκρίνονται, Ναζί! Ναζί! Ναζί!
Και μόνο μια κρεολή, θυμόταν
τον Ναζίμ, Ναζίμ, Ναζίμ.

Μου προξενεί θλίψη το γεγονός της διπλοπροσωπίας των ανθρώπων.Οι ίδιοι που τον έβριζαν και τον απεχθάνονταν οι ίδιοι τώρα τον τιμούν.Του βγάζουν λευκώματα και τα τοιαύτα.Κάποιοι που τον σεβάστηκαν, ακούνε τα τραγούδια του και κλαίνε...

 
Είναι κακό να παραγνωρίζεσαι με τους ανθρώπους; μυστήριο πράγμα. Ιδιαίτερα με τους μικρούς. [Όχι στην ηλικία]
Θα υιοθετήσουμε τον πληθυντικό και την απόσταση;
Αν δεν αλλάζαμε ματιές
τα λόγια μας δε βγαίνουν στον αέρα
και να χω τόσα να σου πω
και συ να λες μονάχα καλησπέρα.
Είναι που τόσο λαχταρώ
να φύγουμε ξανά για Φθινοπώρου
πες μου αλήθεια σ αγαπώ
και φτάσαμε εις το νησί του Πόρου!

Δεν γλιτώνουμε απ τους Εβραίους. Όταν παύουμε να καταλαβαίνουμε τον κόσμο, είναι ο τίτλος ενός βιβλίου του Μπενζαμιν Λάμπατουτ, που έχει για μυθιστορηματικούς ήρωες μεγάλους και τρελούς επιστήμονες και αναμιγνύει τον Αντριαν Βαντερ Βέρφ με το περίφημο κυανό της Πρωσίας και...
"Είναι η ίδια εποχή που ένας άλλος χημικός ανέμειξε αυτό το πρωσικό μπλε με το θειικό οξύ και έτσι παρήγαγε το υδροκυάνιο, το περίφημο πρωσικό οξύ με το οποίο οι Γερμανοί παρήγαγαν το Zyklon B ‒ με αυτό εξόντωναν μαζικά τους Εβραίους στα στρατόπεδα συγκέντρωσης."
Είναι βέβαιο πως αυτοί οι Ολλανδοί ζωγράφοι έφτασαν σε μια μεγάλη τελειότητα απεικόνισης και ζηλευτής φιλοσοφίας πάνω στην εικόνα ταυτόχρονα με την σύλληψη μιας ιδέας. [Ο πίνακας αυτός του Βερφ έχει τίτλο ΜΗ ΜΟΥ ΆΠΤΟΥ! Δεν σας μεταδίδει μια αμηχανία;]

Εισαι καλογνωμος ...δηλαδη υποχωρεις με ευσχημο τροπο στην ακαμψια του αλλου χωρις να παραιτεισαι απο τη θεση σου ...ειναι ενα προσον κιαυτο.μια βαση φιλιας.
 
Μπορεί να είναι μια μέρα. Μόνον αυτό.
Αγγίζουν τα φύλλα το ένα το άλλο
μπαίνουν μέσα τους κίτρινα φύλλα που
τα ζιψε ο!
Το φως δε φέγγει για όλα
μπορεί να θέλει να πει κάτι αυτό. Ω! το άσπρο φως
κρέμεται από το ταβάνι σα μια μύγα νεκρή
πηγαίνει κι έρχεται
έρχεται και πηγαίνει
πηγαινοέρχεται μια και καλή!
είναι ένα πλαινό ασανσέρ γεμάτο ερωτευμένους σκύλους
η πείνα και το φως μοιάζουν
είναι αχρείαστα όταν πεθάνεις.
Όμως πάντα έτσι δεν ήταν;
όταν λείπει το φως
το εφάμιλλο φωμί, ε, πως;
Η σκόνη μπαίνει από παντού σαν απουσία χώρου.
K.Π.
 
 

 

ΑΠΟΚΕΦΑΛΙΣΜΌΣ. 2

 


-Καλημέρα κύριε Κώστα! μου λέει ένας γείτονας.
-Καλημέρα! του απαντώ.
-Και χρόνια πολλά σήμερα! συνεχίζει.
-Γιατί, τι είναι σήμερα; τον ρωτώ
-Ο αποκεφαλισμός του Ιωάννου! με...αποκεφαλίζει!
Τι να πω; τον κοιτάζω που απομακρύνεται στην άσφαλτο και δεν ξέρω τι μου θυμίζει. Καμηλοπάρδαλη ή αγγούρι.
Με αφορμή το επεισόδιο να πω μερικές σκέψεις μου για τους συνομήλικους μου. Νιώθω πραγματικά εντελώς απογοητευμένος γιατί πίστευα πως η γενιά μας θα ήταν αλλιώτικη. Αλλιώτικη εννοώντας καλύτερη όσον αφορά τουλάχιστον τις πεποιθήσεις και τις πραγματικές αξίες αυτής της ζωής. Αλλά φευ! μου θυμίζουν τον παππού μου και τον πατέρα μου στον τρόπο, στην ομιλία, στο φέρσιμο και αναρωτιέμαι μήπως ζω σε κάποιο όνειρο.. Ιδιαίτερα εκεί στα στέκια που συχνάζουν περισσότεροι άντρες αλλά και ένα ποσοστό γυναικών, δηλαδή στα προποτζίδικα και στα καφενεία, παθαίνεις την πλάκα σου με το επίπεδο αυτών των ανθρώπων. Και δε μιλώ για τον μπακάλη, για τον περιπτερά, και τον μανάβη, δηλαδή ανθρώπους που λογικά είναι λιγότερο μορφωμένοι, αλλά μιλώ για όλο το φάσμα της Ελληνικής κοινωνίας! δικηγόροι, αρχιτέκτονες, εισαγγελείς, υποψήφιους βουλευτές, όλοι μαζί ένας αχταρμάς μιας αδυσώπητης αμάθειας. Χωρίς κανένα ίχνος πολιτισμού, καμιά πολιτισμική κουλτούρα, τους ενδιαφέρει μόνο τι γίνεται στην αυλή τους, να έχουν μόνο αυτοί χρήματα και να περνούν καλά και ιδιαίτερα βλέπεις στα μάτια τους την απληστία, την ζηλοτυπία, τη μοχθηρία! ναι είναι κακοί! στα μάτια τους και στα λόγια τους φαίνεται όλη η ανοησία του πολιτισμού μας:
-Ναι ρε, εγώ δούλεψα πενήντα χρόνια και πρέπει να παίρνω τρεις χιλιάδες σύνταξη. Τι με νοιάζει εμένα για τους άλλους; ας δούλευαν κι αυτοί! ας πα να πνιγούν! φωνάζει ο συνταξιούχος εισαγγελέας και δίπλα του οι άλλοι χειροκροτούν.
Αυτοί είναι οι σημερινοί συνομήλικοι μου, πρώην συμμαθητές που είχαν κάποτε όνειρο ν αλλάξουν την κοινωνία και κορόιδευαν τον πατέρα τους για τα σκουριασμένα του μυαλά.

 

Πέμπτη 17 Απριλίου 2025

ΟΙ ΣΤΑΥΡΩΤΈΣ.

 

ΤΟ ΚΟΙΝΟΝ ΕΙΝΑΙ ΑΙΜΟΧΑΡΕς
 
 

Κάθε χρόνο αναβιώνουμε σταυρικά και λυπητερά έθιμα. Τι να πει κανείς! Οι άνθρωποι τρέφονται με τραγωδίες και κάθε είδους σαδιστική βία και ωμότητα. Παρακολούθησα κάποτε σε μια αρένα, στην Ισπανία μια ταυρομαχία. Αυτό το βάρβαρο θέαμα που μοιάζει με τα Ρωμαϊκά φρικώδη θεάματα στις παλαίστρες και στους στίβους του Κολοσσιαίου. Και τότε το κοινό ούρλιαζε με κατακόκκινα μάτια υπέρ της θανάτωσης του νικημένου. Και τότε όταν έβλεπα τον ταυρομάχο να βασανίζει τον άτυχο ταύρο, ο κόσμος γύρω μου φώναζε ολέ, χειροκροτούσε το Τορέρο. Βέβαια το κόκκινο πανί δεν ερέθιζε μόνο τον δυστυχή ταύρο αλλά και τα δυστυχισμένα όντα στις κερκίδες. Παρατήρησα τα πρόσωπα τους, τις συσπάσεις ηδονής, ευχαρίστησης και με έπιασε θλίψη. Θα έφευγα μόλις άρχισε η ταυρομαχία αλλά έμεινα περισσότερο για να δω τις αντιδράσεις του κοινού. Μπορώ να πω σοκαρίστηκα. Κι έβγαλα το συμπέρασμα πως ο άνθρωπος αρέσκεται στη βία. Στο αίμα. Είναι ένα αιμοδιψές ζώον, φυσικά χειρότερο από τον ταύρο. Κι ακόμα χειρότερα είναι τα πράγματα στην πυγμαχία. Αυτό το βάρβαρο σπορ; που το λένε άθλημα. Αν προσέξεις τις εκφράσεις ενός θεατή την ώρα που ο ένας πυγμάχος σφυροκοπάει τον άλλον, ενώ το αίμα τρέχει, αυτός ο ηλίθιος χειροκροτεί, επειδή νίκησε ο δικός του! Το ρίγκ σείεται, ο σπίκερ αλλόφρων με Στεντόρειες φωνές, εκστασιασμένος παρασέρνει το πλήθος σε πανηγύρι.
Αυτό είναι το κοινό. Το πλήθος. Ο όχλος που παρασέρνει τα πάντα στο διάβα του. Ένας τέτοιος όχλος καταδίκασε τον Ιησού- αν έγιναν έτσι τα πράγματα. Υπάρχουν κάποιες ενδείξεις πως έτσι έγιναν. Βέβαια οι Ρωμαίοι θανάτωναν οποιανδήποτε αντάρτη, ληστή, επαναστάτη κατ αυτό τον τρόπο και είναι απορίας άξιον γιατί επέλεξαν αυτό τον μαρτυρικό θάνατο. Τι να πει κανείς; Ας υποθέσουμε πως κάποιους πρέπει να τους θανατώνουμε. Ακόμα και σήμερα με τους θαλάμους αερίων, με τις ηλεκτρικές καρέκλες το θέμα παραμένει άλυτο.
Ως Σταύρωση ορίζεται η μέθοδος εκτέλεσης θανατικής ποινής με κάρφωμα ή και δέσιμο του θύματος επάνω σε πάσσαλο, δένδρο ή σε σταυρό σχήματος T. Αν και ο Ηρόδοτος χρησιμοποιεί τους όρους ανασκολοπίζειν για την τοποθέτηση των θυμάτων εν ζωή και ανασταυρούν για την καθήλωση των πτωμάτων τους, μετά από εκείνον, τα δύο ρήματα γίνονται συνώνυμα και εκφράζονται με τον όρο Σταύρωση-Σταυρώνω.
Η σταύρωση, εφαρμοζόταν από αρκετούς λαούς όπως οι Πέρσες, οι Ιουδαίοι, οι Καρχηδόνιοι οι Ρωμαίοι κ.ά., από τον 6ο π.χ. αιώνα έως τον 4ο μ.x. αιώνα.
Αυτή η μέθοδος εκτέλεσης θανατικής ποινής καταργήθηκε από τον αυτοκράτορα Μ. Κωνσταντίνο το 337 σε ολόκληρη την Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία, από σεβασμό προς το σταυρικό μαρτύριο του Ιησού Χριστού.
Οι πρώτοι που χρησιμοποίησαν την σταύρωση ως μέθοδο εκτέλεσης και ίσως την εφηύραν κιόλας, ήταν οι Πέρσες. Ο λόγος για τον οποίο την χρησιμοποιούσαν ήταν πιθανόν για να μην έρχεται σε επαφή το σώμα του καταδικασμένου με τη γη και την μολύνει, καθώς ήταν αφιερωμένη στην αρχαία ιρανική θεότητα του Ζωροαστρισμού, τον Αχούρα Μάζντα. Σύμφωνα με τον Ηρόδοτο, το 519 π.X. ο Δαρείος ο Α', βασιλιάς των Περσών, σταύρωσε 3.000 πολιτικούς αντίπαλους του στην Βαβυλώνα.
Σήμερα έχουμε βρει …ηπιότερες μορφές θανάτωσης. Να δούμε πότε θα καταφέρουμε να μην υπάρχει καμία μορφή θανάτωσης από άνθρωπο σε άνθρωπο.

 

Τρίτη 15 Απριλίου 2025

καλύτερος κόσμος

 


Πες ότι ήθελα να φτιάξω τον κόσμο.
Ας πούμε να τον κάνω καλύτερο
Μετριοπάθεια
Κοιτάζω έξω από το παράθυρο και βλέπω.
Ο κόσμος είναι τρένο που περνάει και φεύγει.
Αυτή είναι η εικόνα.
Κανένας δεν ήθελε να φτιάξει το τρένο
Να μια καινούργια ιδέα.
Όχι τον κόσμο, το τρένο

Κυριακή 13 Απριλίου 2025

ΣΤΟ ΦΤΕΡ'Ο 2

 

 


Κάθομαι εδώ, τρώγω μια ομελέτα και σκέφτομαι. Κάποιοι με προσφωνούν δάσκαλο κι έπειτα λένε "μη μας κάνεις το δάσκαλο!" Ποτέ δεν είπα ότι είμαι δάσκαλος κι ούτε με κολακεύει ο τίτλος. Βεβαίως κατά καιρούς παραδίδω ιδιαίτερα μαθήματα ζωγραφικής αλλά δάσκαλος δεν είμαι. Δείχνω σε κάποιους ανθρώπους όσα έμαθα και μαζί ξαναζωγραφίζουμε. Μαζί μαθαίνουμε πάλι. Αυτό είναι. Η ομελέτα ήταν σπέσιαλ- υπ όψιν τ αυγά τα πήρα απ το κοτέτσι μου στην αυλή. Βάζω κι ένα λευκό κρασί να πιω. Αλήθεια με την ομελέτα τι κρασί πηγαίνει;
 
Δε μου άρεσε ποτέ να παπαγαλίζω σκέψεις σπουδαίων ανθρώπων. Αντρών και γυναικών. Φυσικά αναγνωρίζω τη σπουδαιότητα πολλών ρητών, αποφθεγμάτων κλπ και πάντα, από παιδί προσπαθούσα να έχω τις ανάλογες αντιρρήσεις.
 
Χτες, λοιπόν, διάβασα κάπου πως "Το πρόσωπο μπορεί να πει ψέμματα, το σώμα όχι" που αποδίδεται στον Νίκο Εγγονόπουλο- ανθρώπου που σέβομαι την εργασία. Το σώμα δεν μπορεί να πει ψέμματα. Μάλιστα. Το σκέφτομαι. Προσπαθώ να το εμπεδώσω γιατί δεν μπορεί να πει ψέμματα το σώμα; Για το πρόσωπο δεν υπάρχει αμφιβολία, παραλέει ψέμματα. Το σώμα δεν υποκρίνεται;; πχ κουνώντας αδιάφορα τους ώμους;
 
Είμαστε όντως περίεργα ζώα. Αφού κατάφεραν να σπρώξουν μέσα μας και την ευαισθησία "να ντρεπόμαστε" που είμαστε φτωχοί, δηλαδή να μη δείξουμε στο γείτονα πως πεινάμε...ε, αυτό είναι μεγαλοπρέπεια! Μεγαλοπρέπεια ενός χόμο σαρκοβόρου στο έπακρον. Θυμάμαι ακόμα και τη μητέρα μου να της έχουν μάθει; από που το γνώριζε; πως δεν έπρεπε να δείχνουμε στους άλλους τη φτώχεια μας. Να είμαστε αξιοπρεπείς μαζί της!
 
Πάντως και τα σχόλια έχουν κάποια σημασία, κάποιο νόημα. Σ αυτή την επικοινωνία εδώ μέσα μετράνε, πόσο μάλλον αν είναι καλά. Όχι κολακείες αλλά με ένα καλό τρόπο που δυστυχώς δεν τον έχουμε πάντα ή δεν μπορούμε. Εγώ το καλύτερο που θυμάμαι πρόχειρα είναι εκείνο το "σ αγαπάμε το ξέρεις;" που έγραψε η φίλη Αλίκη Σαββόπουλου. Νομίζω πως τα αυθόρμητα σχόλια είναι περισσότερο ενδιαφέροντα και επειδή εγώ είμαι και παρορμητικό άτομο, ανοίγοντας να γράψω κάτι εδώ κάνω ακριβώς σαν υποβολή πολλές φορές, αυτό που με ρωτάει: Τι σκέφτεσαι;
 
Υπάρχουν μερικά πράγματα κάποιες ηθικές αξίες που κράτησα μέσα σ αυτόν τον λασπερό κόσμο. Μια απ αυτές είναι να σέβομαι τον εαυτό μου και να είμαι συνεπής σε ορισμένες άναρχες αρχές. Έτσι ακόμα και σε πολύ δύσκολους οικονομικά καιρούς δεν έφτιαξα ποτέ αγιογραφίες. Δεν πούλησα δηλαδή αυτό που δεν πιστεύω ενώ θα ήταν πολύ εύκολο για μένα να φτιάχνω αγιοδημήτρηδες και να ξεγελώ τους απλοϊκούς ανθρώπους, εγώ ένας άθεος. Με φαντάζεσθε δηλαδή να ξεγελώ ακόμα και τον εαυτό μου; Απ τη μια να δηλώνω άθεος κι απ την άλλη να πουλώ αγίους! Μπορεί σε κάποιους να φαίνεται αφελής η τοποθέτηση μου αλλά δεν είναι.
ΣΤΟ ΦΤΕΡΟ

Παρασκευή 11 Απριλίου 2025

ΠΑΣΧΑΛΙΝΕΣ ΔΙΑΚΟΠΕς ΚΙ ΈΡΩΤΕΣ 2

 



Το Πάσχα στο χωριό ήταν από τις ωραιότερες μέρες του χρόνου. Από τη στιγμή που παρατούσαμε τις τσάντες με τα βιβλία, δεκαπεντάρηδες στο φόρτε μας, στο νου μας είχαμε τη μπάλα και πότε θα πάμε στο γήπεδο! ή στην αλάνα εκεί στο πλάτωμα μπροστά από το παλιό μαγαζί των Χαλαστανέων. Μόλις άκουγα το νταπ! ντουπ της μπάλας παράταγα τα πάντα, ότι δουλειά κι αν είχα. Μόνο η μπάλα και τα κορίτσια ήταν ικανά να με ξεσηκώσουν ακόμα κι αν διάβαζα κάποιο αγαπημένο μου μυθιστόρημα. Και τότε άκουγα τις φωνές της μάνας μου, πότε θα πας να ποτίσεις το άλογο; να κλείσεις τις κότες και τα μανάρια στο κτήμα; θα πάω! απαντούσα κι εγώ φουρκισμένος.
Η αλήθεια είναι πως βοηθούσα όσο μπορούσα και ήταν πολλές οι δουλειές στο χωριό, όλες τις εποχές του χρόνου και η μάνα μου ήταν μόνη, ο πατέρας μου είχε πάει μετανάστης στη Γερμανία, και απορώ πως τα κατάφερνε όλα σχεδόν μόνη της! να φουρνίζει ψωμί, να μαγειρεύει, να μπαλώνει και να σιδερώνει όλα τα ρούχα, -εκείνο τον καιρό ήμασταν εκεί τέσσερα αδέρφια, εγώ, ο Αχιλλέας η Δέσποινα και η μικρότερη αδερφή μου η Φιλοθέη- να σπέρνει σιτάρι και καλαμπόκι στον κάμπο, να θερίζει, να βάζει μποστάνι την Άνοιξη, ω αυτό το φοβερό μποστάνι και τι δεν είχε μέσα. Αγγουράκια, μελιτζάνες, κολοκύθια, μπάμιες ντομάτες και μερικές Δαμασκηνές γύρω-γύρω, τέτοια δαμάσκηνα δεν έχω ξαναφάει από τότε, όπως και δυο τρεις μικρές αλλά θαυματουργές ροδακινιές, ούτε τέτοια ροδάκινα έχω ξαναγευτεί. Όμως, μόλις άκουγα τη μπάλα εξαφανιζόμουν! Το ωραίο ήταν όταν κανονίζαμε να πάμε στη Σταραμιά, ένα ίσιωμα, σχεδόν σαν μισό κανονικό γήπεδο ποδοσφαίρου με φυσικό γρασίδι, δε θυμάμαι να λάσπωνε ποτέ. Εκεί γινόταν τα σπουδαία παιχνίδια. Ολυμπιακοί, Παναθηναικοί, χωριζόμασταν σε ομάδες, άλλοτε ανάμικτα, άλλοτε σύμφωνα με ποια ομάδα υποστηρίζαμε. Ωραίοι παίχτες ήταν ο Γρηγόρης Τσούτσης, ο Κώστας και ο Σταύρος Κύλας, εγώ και από τους παλαιότερους ο Ηλίας Σοκόλης, αυτός ήταν αθληταράς, καθώς και ο Παύλος Σοκόλης αν δεν ήταν υπερόπτης και δεν ήθελε να μας παριστάνει τον Κούδα. Και τα υπόλοιπα παιδιά όμως έπαιζαν με πάθος με αυτοθυσία, απλά για τη νίκη, για το παιχνίδι, χωρίς κανένα έπαθλο.
Όταν τελειώναμε άλλοι ματωμένοι, άλλοι μουντζουρωμένοι απ το κοκκινόχωμα, παίρναμε βαθιές ανάσες, οι νικητές ήταν πιο χαρούμενοι, μα και οι ηττημένοι το ξεχνούσαν και υπόσχονταν πως θα νικούσαν την επόμενη, κατεβαίναμε όλοι μαζί να πιούμε νερό σε μια πηγή που την έλεγαν τα Πούσια-ίσως επειδή είχε περισσότερη ομίχλη, καταχνιά από άλλα μέρη κι εγώ που δεν είχα ψάξει τη λέξη τότε, ούτε είχα διαβάσει το Πούσι του Νίκου Καββαδία, απλά νόμιζα πως ήταν το όνομα μιας τοποθεσίας. Πίναμε νερό από μια απίστευτη πηγή και ήταν τόσο γλυκό, τόσο δροσερό, πίναμε με τις φούχτες, ρίχναμε και στο πρόσωπο, στο λαιμό, στο ιδρωμένο στέρνο και κουρασμένοι στρατιώτες επιστρέφαμε από τον πόλεμο, καθώς σουρούπωνε, μερικές φορές παίζαμε μέχρι να σουρουπώσει για τα καλά, τόσο που δεν ξεχωρίζαμε τη μπάλα και τότε ακούγαμε τις περισσότερες κατσάδες από τις μητέρες.
Όσο για τα κορίτσια δεν ήταν και από τα ευκολότερα πράγματα να τα συναντήσεις και να ξεμοναχιαστείς μαζί τους έστω για λίγες στιγμές. Τα πάντα έπρεπε να γίνονται στα κρυφά, στα μουλωχτά κι αλίμονο σου αν σε έπαιρναν χαμπάρι. Συνήθως οι περισσότερες ματιές ανταλλάσσονταν μέσα στην εκκλησία, τα κορίτσια αριστερά τ αγόρια και οι άντρες δεξιά, στριμωγμένοι γύρω από το ψαλτήρι. Θυμάμαι όμως πως αυτές οι ματιές ήταν τόσο ερωτικές! και φυσικά τότε ερωτευόμουν πολύ εύκολα, μικρές-μεγάλες γυναίκες κι έπλαθα με τη φαντασία μου έρωτες. Άνοιξη, έφηβος, λυγερό σώμα και κορμί τι περίμενες; ήμουν ασυγκράτητος. Τα ραντεβού γινόταν μεταμεσονύχτια. Σκοτάδι και αγάπες. Φιλιά και λουλούδια κι ατέλειωτες υποσχέσεις πως θα παντρευτούμε, πως θα ζήσουμε μαζί όλη τη ζωή-εγώ ήμουν και λίγο φειδωλός στις υποσχέσεις, είχα καταλάβει από τότε πως όλα αυτά, τουλάχιστον για μένα, θα παρέμεναν όνειρα απατηλά αλλά προς το παρόν έπρεπε να τα χαρώ, να τα ζήσω και αυτό έκανα. Και μόνο με τον Αριστείδη Τζοβάρα που ήταν τρία χρόνια μεγαλύτερος μου, ξανοιγόμουν κάπως περισσότερο και με συμβούλευε περί τα ερωτικά. Μιλούσαμε σχεδόν για όλα και μια φορά έτυχε να πάμε με την ίδια κοπέλα, μα δεν έγινε τίποτε, ούτε κακίες ούτε γιατί και πως, τίποτε δεν σταμάτησε αυτή τη ελκυστική φιλία.
Αυτοί οι εφηβικοί έρωτες μένουν χαραγμένοι γερά στη μνήμη και κάποιες φορές ψάχνω την αλληλογραφία μου εκείνο τον καιρό, ανοίγοντας τους ξεφτισμένους από την πολυκαιρία φακέλλους, τις μισοσβημένες αράδες του σ αγαπώ, κρατώ επίτηδες μερικά τέτοια γράμματα, έτσι για να παίρνω τη μυρωδιά του καιρού εκείνου. Που μύριζε Πάσχα, Άνοιξη με ζουμπούλια και κρίνα, δίπλα στις ανθισμένες τριανταφυλλιές του κόσμου.

 

Τετάρτη 9 Απριλίου 2025

ΣΥΓΓΡΑΦΕΊΣ

 


 

ΟΙ ΕΛΛΗΝΕς ΣΥΓΓΡΑΦΕΙς ΓΡΑΦΟΥΝ ΜΠΟΥΡΔΕς
Συγνώμη αλλά υπάρχουν κακοί συγγραφείς. Κάποιοι δουλεύουν στην τοπική εφημερίδα σας, γράφοντας κριτικές για μικρές θεατρικές παραστάσεις ή μιλώντας από καθέδρας για την τοπική αθλητική ομάδα. Κάποιοι προχειρογράφοντας, έχουν αποκτήσει σπίτι στην Καραϊβική, αφήνοντας καθ οδόν πίσω τους, επιρρήματα που σφίζουν από ενέργεια, ξύλινους χαραχτήρες και ελεεινές προτάσεις στην παθητική φωνή. Άλλοι απεραντολογούν σε ποιητικές βραδιές με ελεύθερη συμμετοχή, φορώντας μαύρο ζιβάγκο και τσαλακωμένο χακί παντελόνι. Εκστομίζουν στιχουργήματα για τα «οργισμένα λεσσβιακά μου στήθη» και το «γερτό στενοσόκακο που κραύγασα τα όνομα της μητέρας μου».
Τάδε έφη ο Στίβεν Κινγκ στο ΠΕΡΙ ΣΥΓΓΡΑΦΗς-ΧΡΟΝΙΚΟ ΜΙΑς ΤΕΧΝΗς,που είναι όντως ένα ωραίο βιβλίο, χρήσιμο, ιδιαίτερα για Νεοέλληνες συγγραφείς και συγγραφάρες γυναίκες.
Αυτά πέρα από την Αμερική και μάλιστα από έναν συγγραφέα που δεν τον έχουν και σε καμιά περίοπτη θέση οι Έλληνες κουλτουριάρηδες. [Τελικά αυτή η ατέλειωτη Σαββοπουλοκουλτούρα δε λέει να τελειώσει στην Ελλάδα]. Μίλησα σε κάποιον φίλο με τέτοια χαρακτηριστικά και πέταξε τα χείλη του έξω, αντίθετα με μένα, που σαφώς είμαι σκληρότατος στις κριτικές μου, που βρήκα καταπληκτικό το συγκεκριμένο βιβλίο του. Είναι ένα δείγμα πως μπορεί να γράφει κανείς μεγάλα νοήματα χωρίς να χάνεται σε αοριστολογίες, με απλές, κατανοητές λέξεις. Να λέει δηλαδή τα πράγματα με τα όνομα τους στην τέχνη του γραψίματος. Αυτό, ελάχιστοι Έλληνες συγγραφείς το καταφέρνουν σήμερα. Να γράφουν απλά αλλά χωρίς να μπουρδολογούν. Θα μου πεις, βέβαια, ποιοι Έλληνες συγγραφείς και σε ποιο κοινό αναφέρεσαι και θα έχεις δίκιο, γιατί δεν υπάρχουν πραγματικοί συγγραφείς στη σημερινή Ελλάδα, εκτός ελαχίστων περιπτώσεων μετρημένων στα δάχτυλα του ενός χεριού και πάλι θα έχεις δίκιο.Ούτε συγγραφείς έχουμε, ούτε αναγνωστικό κοινό. Εδώ έχουμε μεγάλο συγγραφέα τον Τατσόπουλο και την Λένα Μαντά και μ αυτούς πρέπει ν ασχολούμαστε. [Λογικά θα υπάρχουν κάποιοι «κρυμμένοι» με βάση το νόμο των πιθανοτήτων που θα τους «ανακαλύψουμε» αργότερα-όταν θα έχουν σβήσει την άθλια ζωή τους.]
Αλλά παραδεχώμαστε πως όντως υπάρχουν κακοί συγγραφείς που αποτελούν τη βάση στη σχετική πυραμίδα που ισχύει σε όλους τους τομείς του ανθρώπινου ταλέντου και της ανθρώπινης δημιουργηκότητας. Το επόμενο επίπεδο είναι πολύ μικρότερο, σημειώνει ο Στίβεν Κινγκ. Είναι οι αληθινά καλοί συγγραφείς. Κι από πάνω τους, πάνω απ όλους εμάς, είναι οι Σαίξπηρ, ο Φόκνερ, οι Γέιτς, ο Μπέρναντ Σο. [Σημειώνει μόνο αγγλόφωνες μεγαλοφυϊες!] Είναι οι μεγαλοφυϊες, θεϊκές συμπτώσεις, προικισμένοι κατά τρόπο που για να τον κατανοήσουμε, πόσο μάλλον να τον κατακτήσουμε, είναι πέρα από τις ικανότητες μας. Διάβολε, οι περισσότερες μεγαλοφυϊες δεν μπορούν να κατανοήσουν οι ίδιοι τον εαυτό τους και πολλοί ζουν μια άθλια ζωή [τουλάχιστον σε κάποιο επίπεδο] συνειδητοποιώντας ότι δεν είναι παρά τυχερά τέρατα, η πνευματική εκδοχή μοντέλων μόδας που έτυχε να γεννηθούν με σωστά ζυγωματικά και με στήθη που ταιριάζουν με το πρότυπο μιας εποχής.
Φυσικά και δε συμφωνώ σε πολλά με τον Κινγκ,-ας πούμε δε θεωρώ τον Φόκνερ μεγάλο συγγραφέα- τα περισσότερα όμως είναι σαφέστατα.
Και φτάνουμε στον πυρήνα αυτού του βιβλίου με δύο θέσεις που και οι δύο είναι απλές. Η πρώτη είναι ότι το καλό γράψιμο συνίσταται στο να κατέχεις τέλεια τα βασικά [λεξιλόγιο, γραμματική, στοιχεία ύφους] και κατόπιν να γεμίσεις το τρίτο επίπεδο της εργαλειοθήκης σου με τα κατάλληλα εργαλεία. Η δεύτερη είναι ότι, ενώ είναι αδύνατον ένας κακός συγγραφέας να γίνει επαρκής κι ενώ είναι εξ ίσου αδύνατον ένας καλός συγγραφέας να γίνει σπουδαίος, είναι δυνατόν, με πολλή σκληρή δουλειά, αφοσίωση και έγκαιρη βοήθεια, ένας απλώς επαρκής συγγραφέας να γίνει καλός.
Όπως έχουμε αντιληφθεί ο Κίνγκ ξεχωρίζει τους συγγραφείς σε κακούς, καλούς και μεγαλοφυϊες.
Στην Ελλάδα όλοι οι συγγραφείς θεωρούν τους εαυτούς τους μεγαλοφυϊες και ξεχνούν πως οι μεγαλοφυϊες το αγνοούν.

 

Τρίτη 8 Απριλίου 2025

ΜΙΑ ΦΟΡΆ ΚΙ ΈΑΝ ΚΑΙΡΌ

 

 


ΑΥΤΉ Η ΧΏΡΑ ΜΈΝΕΙ...
Ωραία μέρα, σκέφτηκα. Πραγματικά Ανοιξιάτικη και ανηφόρισα την Σκουφά, να πάω στο Κολωνάκι να πιω τον καφέ μου. Τι να κάνω; έχω και μερικά ακριβά γούστα, κατάλοιπα της παλιάς εποχής που υπήρχε χρήμα. Αγόρασα και μια εφημερίδα να διαβάσω τα νεα.
Κάθισα στο Ντα Κάπο παρήγγειλα καφέ και κρουασάν, άνοιξα την εφημερίδα ήρθε, ωστόσο ο εσπρέσο. Τι ωραία! ήλιος, κόσμος χαρούμενος, ωραίες γυναίκες και αγόρια. άντρες δεν υπήρχαν καθόλου.
Ο πληθωρισμός στα ύψη, μεγάλα κέρδη από έμμεσους φόρους στο κράτος και η Ρένη Πιττακή να λέει πως, έχει αδυναμία στην ανεξαρτησία! τι ωραία! μ αρέσουν οι ανεξάρτητοι άνθρωποι και, διαβάζω στην άλλη σελίδα για τον εσωτερικό κόσμο της Μπερτ Μορισό της ιμπρεσιονίστρια Γαλλίδας ζωγράφου που πέθανε στα πενήντα τέσσερα, δυστυχώς. Κι έτσι περνούσε η ώρα ρουφώντας εσπρέσο και τρώγωντας το εξαίσιο κρουσαάν μου ώσπου βαρέθηκα και βάζοντας στη μασχάλη την εφημερίδα αποφάσισα να φύγω και σηκώθηκα. Δεν πρόλαβα να κάνω δυο βήματα και με σταμάτησε το γκαρσόν.
-Που πάτε κύριε; είπε με ύφος βλοσυρό'
-Τι σε νοιάζει εσένα; απάντησα επίσης αγενώς
-Ξεχάσατε να πληρώσετε κύριες! ανασήκωσε τα φρύδια του.
-Δεν έχω χρήματα κύριε! του απάντησα κι έκανα να φύγω.
-Δε θα πάτε πουθενά! ελάτε μαζί μου θα σας πάω στο αφεντικό.
Και πήγαμε, σε έναν στρουμπουλό που καθόταν αναπαυτικά στο πολυτελές γραφείο του και μας εξέτασε ερευνητικά.
-Τι τρέχει; ρώτησε φυσώντας τον καπνό από το ακριβό πούρο του.
Το γκαρσόν του εξήγησε την κατάσταση. Αυτός σηκώθηκε κι ήρθε δίπλα μου.
-Ώστε αρνήσε να πληρώσεις ε;
-Δεν έχω χρήματα κύριε...
-Κι όποιος δεν έχει χρήματα έρχεται σε μας; τι είμαστε εμείς φιλανθρωπικό ίδρυμα; να πας στην εκκλησία να πιεις καφέ..τι δουλειά κάνεις;
-Είμαι ζωγράφος κύριε...
-Α, καλλιτέχνης.. και φοράς κι ακριβό πέτσινο.. βγάλτο! κράτησε του το μπουφάν, απευθύνθηκε στο γκαρσόν ή να πας μαζί του να του πάρεις έναν πίνακα!
-Μα, έκανα για δέκα ευρώ θα μου πάρετε έναν πίνακα;
-Δεν είναι για τα δέκα ευρώ κύριε! είναι για την απόδοση δικαιοσύνης! και τάξης! τι θα γίνει αν όλοι αυτοί-κι έδειξε το πλήθος των θαμώνων- αν όλοι αυτοί, λέγω, αρνιόταν να μας πληρώσουν; θα σου πω εγώ τι θα γινόταν: κατάλυση του κράτους! και με ότι συνεπάγεται από αυτό. Κατάλαβες; γι αυτό ή δώσε το μπουφάν ή φέρτε έναν πίνακα!
Το σκέφτηκα και αποφάνθηκα πως είχε δίκιο.
Και προτίμησα να του δώσω το μπουφαν από το να έχουν έναν πίνακα μου και να παινεύονται πως τον απέκτησαν για έναν καφέ κι ένα κρουασάν βουτύρου.

 

Κυριακή 6 Απριλίου 2025

ΑΓΑΠΕΣ

 

 


Κανένας άλλος μηδέ από την τέχνη δε με αγάπησε όσο εσύ
αλλά αυτή ποτέ δε με ξέχασε
είναι λυπηρό να σε ξεχνούν οι άνθρωποι, πέφτεις στο δάπεδο, πίνεις αλκοόλ να ξεχάσεις κι εσύ, μα δεν μπορείς
το σάπιο σανίδι φαίνεται
ο κόσμος υφαίνεται
η μαύρη τρύπα του χάμω μου θυμίζει πως κανείς άλλος
δε μ ε αγάπησε
δεν έκλαψε για χαμένο κορμί
Κανείς άλλος μέσα στον θυμό σου για την προδοσία
ω η τέχνη! γιατί μπλέχτηκα στα δίχτυα της;
δεν φταίω εγώ, λέει ο κάθε φονιάς
η γυναίκα έφυγε
κανείς δεν με αγάπησε
εκτός από την τέχνη

 

Σάββατο 5 Απριλίου 2025

ΠΑΛΙΌ, ΚΑΛΌς ΕΛΛΗΝΙΚΌΣ ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΆΦΟΣ.

 

 


ΚΑΡΙΈΡΑ ΣΤΟΝ ΕΛΛΗΝΙΚΌ ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΆΦΟ.
Περίπου το 1980 είχε εκδοθεί το πρώτο μου βιβλίο κι έκανε κάποια μικρή αίσθηση στο χώρο. Διατηρούσα τότε ένα βιβλιοπωλείο με τον μεγάλο μου αδερφό, κάπου στην οδό Αρματολών και Κλεφτών, πίσω από το γήπεδο του παναθηναϊκού. Από εκεί πέρασε μια μέρα σαν πελάτης ο Νίκος Παπαμαλής ο σκηνοθέτης και μεταξύ άλλων αγόρασε και το δικό μου βιβλίο. Ήταν ένας χαμογελαστός άνθρωπος κοντά στα πενήντα και τίποτε δεν μου έδειξε πως αυτή η γνωριμία θα ήταν αυτό που λέμε γνωριμία ζωής. Γιατί, αμέσως την επόμενη με επισκέφτηκε και μου πρότεινε να γράψω ένα σενάριο! Μάλιστα είχε και τον τίτλο: Φυλακές ανηλίκων. Του είπα πως ήταν πολύ ενδιαφέρουσα πρόταση αλλά δεν είχα επιχειρήσει μέχρι τότε κάτι τέτοιο και πως μου διέφευγαν οι τεχνικές αυτής της γραφής. Ο Νίκος είπε πως αυτό δεν ήταν πρόβλημα και πως από μένα ήθελε να γράψω μια ιστορία γύρω από αυτό το θέμα σα να γράφω την περίληψη ενός μυθιστορήματος, τις σκηνές και τους διαλόγους των ηρώων και με έπεισε να το επιχειρήσω. Εξ άλλου ήταν στη μέση η αμοιβή γιατί, το βιβλιοπωλείο δεν πήγαινε καλά-πράγματι τον Φεβρουάριο του 1982 το κλείσαμε και μας απόμειναν μόνο τα χρέη κι ευτυχώς ένα ψιλικατζίδικο που αγόρασε ο μεγάλος μου αδερφός για να μπορέσει να ζήσει την οικογένεια του. Εγώ μετακόμισα με ότι είχα σ ένα εργαστήρι ζωγραφικής στου Γκύζη. Άρχισε φτώχεια και μπατιριλίκι. Ατσίγαροι γυρνούσαμε με τον Στέλιο Κατσίκα, που είχε σπουδάσει σημειολογία στην Ιταλία αλλά ήθελε να κάνει καριέρα ηθοποιού ή σκηνοθέτη. Ο Στέλιος ήταν ομοφυλόφιλος αλλά στην αρχή τουλάχιστον ήταν αξιοπρεπής γιατί αργότερα άρχισε να ντύνεται σα γυναίκα και να κατεβαίνει στην Συγγρού. Προς το παρόν κρατούσε μια θετική στάση κι εγώ του έλεγα πως δε μας ενδιαφέρουν τα ερωτικά του καθενός μας.
Ένα τέτοιο απόγευμα που δεν είχαμε μία, καθόμασταν στο εργαστήρι και κλαίγαμε τη μοίρα μας, όταν χτύπησε το τηλέφωνο. Ήταν ο Νίκος Παπαμαλής και ούτε λίγο, ούτε πολύ με καλούσε να πάω στα γραφεία της Γκρέκα- φίλμ για να υπογράψω συμβόλαιο για το σενάριο. Έφυγα δρομέως για την Εμμανουήλ Μπενάκη και Ακαδημίας όπου στην είσοδο με περίμενε ο Παπαμαλής χαμογελαστός και ανεβήκαμε. Θυμάμαι πως είχα ένα περίεργο θάρρος και μια αξιόλογη αυτοπεποίθηση κι όταν διασχίζαμε ένα μεγάλο διάδρομο σχετικά πλατύ, παρατηρούσα τις πανέμορφες γυναίκες που καθόταν πίσω από ένα γραφείο, σχεδόν χωρίς να κάνουν τίποτε!
-Τι είναι αυτές; ψιθύρισα στο αυτί του Νίκου. Που κυκλοφορούν αυτά τα κορίτσια;
-Δεν κυκλοφορούν, μου απάντησε. Τις κυκλοφορούμε εμείς με τον Λεφάκη. Διάλεξε μια και θα πάμε στα μπουζούκια.
Ο Μιχάλης Λεφάκης ήταν ο επιχειρηματίας πίσω από τη ΓΚΡΕΚΑ Φίλμ που μας περίμενε στο γραφείο του. Συμφώνησε να δοκιμάσουμε το πείραμα κι έμοιαζε πως ήταν φίλος με τον Παπαμαλή και του δειχνε εμπιστοσύνη. Εγώ επέμενα πως στο συμβόλαιο όπου όρισαν την αμοιβή μου 150.000 δραχμές, έπρεπε να λάβω μια προκαταβολή και θυμάμαι πως ο Λεφάκης άνοιξε πελώρια τα μάτια του! μα θα δώσουμε προκαταβολή για να μας γράψουν σενάριο; απόρησε. Εγώ χωρίς προκαταβολή δε γράφω αράδα! επέμενα. Οπότε με την επέμβαση του Νίκου η γραμματέας μαζί με το έντυπο συμβόλαιο έφερε και πενήντα χιλιάδες. Υπέγραψα το συμβόλαιο και απ ότι μου έχουν πει διάφοροι του επαγγέλματος που γνώριζαν πολλά περί τον Ελληνικό κινηματογράφο, ήμουν ο πρώτος συγγραφέας που πήρε προκαταβολή για να γράψω σενάριο και πως έπρεπε αυτό το συμβόλαιο να το κάνω κορνίζα!
Φύγαμε με τον Νίκο κι αφού συμφωνήσαμε να έχουμε στενή συνεργασία από δω και στο εξής, χωρίσαμε. Εγώ καβάλησα τη μηχανή μου και χαρούμενος με τα πενήντα στην τσέπη έφτασα στο εργαστήρι στου Γκύζη που με περίμενε ο Στέλιος. Μόλις ακούμπησα τη δέσμη με τα πενήντα χιλιάρικα στο γραφείο του φυγε το κεφάλι! Εγώ έβγαλα από τη μέσα τσέπη του μπουφάν ένα κονιάκ Μεταξά και δυο πακέτα τσιγάρα, έβαλα σε δυο πλαστικά ποτήρια και του είπα να πιούμε στην καινούρια καριέρα που ανοιγόταν μπροστά μου κι ενώ του εξηγούσα θυμάμαι πως ήταν πολύ ενθουσιασμένος κι όλο μπράβο αγόρι μου! μπράβο ρε φίλε, μου έλεγε καθώς κατεβάζαμε το Μεταξά.
Καριέρα στον Ελληνικό κινηματογράφο δεν έκανα, είτε γιατί αφ ενός είχε αρχίσει να φθίνει και άλλαζαν τα πράγματα στο είδος αυτό, είτε γιατί στην πρώτη μου κιόλας ταινία ήρθα σε ρήξη με τους ιθύνοντες, Λεφάκη και τους περί αυτόν, επειδή δεν ήθελα να κάνω μια "φτηνή"ταινία, επέμενα πως έπρεπε να πάμε φέστιβαλ Θεσσαλονίκης, ενώ προσπαθούσα ν αλλάξω το στόρι και να μη βγει αυτό που τελικά παρουσίασαν σ αυτή την ταινία, με τον τίτλο φυλακές ανηλίκων, όταν εγώ είχα αποχωρήσει.
[Το συμβόλαιο δεν το κανα κορνίζα αλλά κάπου κυκλοφορεί στα συρτάρια, το βρήκα κι έτσι το έβγαλα μια φωτογραφία να υπάρχει και να μου θυμίζει μια αποτυχία μου.]

 

Πέμπτη 3 Απριλίου 2025

Η ΚΑΤΕΡΊΝΑ ΣΙΔΈΡΗ ΓΡΆΦΕΙ για την ΠΑΡΆΜΕΤΡΟ ΤΟΥ ΑΙΝΣΤΆΙΝ.

 η πιο ωραία ζωή είναι η ψεύτικη και οι περισσότεροι των ανθρώπων ανόητοι…

γράφει η Κατερίνα Σιδέρη

Ο σημερινός ήρωας του βιβλίου, είναι ο Γιάννης Παράμετρος. Ένας άνδρας γύρω στα 50, όμορφος,  με δική του φιλοσοφία, με ιδέες ιδιότροπες θα μπορούσε να πει κάποιος, που λατρεύει το αλκοόλ και φοβάται το νερό και τα ύψη. Διαβάζοντας το βιβλίο κατέληξα ότι ο Γιάννης σπάνια λύγιζε, ποτέ δεν έκλαιγε, δεν αγαπούσε και δεν αγαπιόταν. Άνθρωπος από μάρμαρο; Ίσως, ο κάθε αναγνώστης θα κρίνει με τα δικά του μέτρα και σταθμά και θα δώσει χαρακτηριστικά στον ήρωα Γιάννη.

Το βιβλίο πραγματεύεται την ιστορία του, την πορεία του στη ζωή, τους ανθρώπους που κατά καιρούς τον πλαισίωσαν και τις επιλογές του που διαμόρφωσαν τη ρότα της ζωής του.

Θα μας γνωρίσει την πόρνη Ντίνα, τον Μούργο που περιμάζεψε από τον δρόμο, τους περίπου 300 συναδέλφους του με τους οποίους συνυπήρξε για ένα διάστημα της ζωής του, τον Μπράτσο και τον πολύτιμό θησαυρό του, αλλά και τον αστυνόμο Σαμψωνίδη που η ιδιαίτερη επικοινωνία τους και ίσως η εμμονή ενός εκ των δυο, θα κρατήσει χρόνια.

Ο Γιάννης βίωσε πολλά στη ζωή του, δάμασε ή και όχι τις αδυναμίες του, δοκίμασε τις αντοχές του, ρίσκαρε με το αζημίωτο και δεν σταμάτησε να αναζητά ψήγματα ελπίδας αλλά και το βαθύτερο νόημα της ύπαρξής του.

Μια ανατροπή ενός τρακτέρ, μια πυρκαγιά που καίει μέρες, η αδυναμία στη Μαλαματίνα το εθνικό ποτό των μπατίρηδων, η εργασία ως σερβιτόρος, η ενασχόληση με το διάβασμα, ένα λιτό, εκκλησιαστικό βιβλιοπωλείο και η θρησκόληπτη Ευγενία που ζει κάτω από το περιοριστικό καθεστώς μιας μάνας, είναι σημεία του βιβλίου που απομονώθηκαν στη μνήμη μου και αναζητούσαν τη σύνδεσή τους με τη συνέχεια του βιβλίου.

Θα διαβάσουμε για μια παλιά μηχανή Χάρλεϊ που αλλάζει χέρια, για τον συνεταιρισμό με τον Βίκινγκ Μιχάλη ο οποίος φορά τραγιάσκα και ποτέ δεν την αποχωρίζεται, για μια δουλειά που πηγαίνει από το καλό στο καλύτερο, αλλά και για τις κακές σχέσεις του με την Ευτέρπη που δεν προβλέπεται να βελτιωθούν. 

 

…η πιο ωραία ζωή είναι η ψεύτικη και οι περισσότεροι των ανθρώπων ανόητοι…

 

Τι είναι αυτό που αναζητά ο Γιάννης;

Υπάρχει κάτι το οποίο μπορεί να σταθεί ικανό και να τον κάνει να αποκτήσει συναισθήματα;

Έχει ηθικούς φραγμούς ικανούς να τον σταματήσουν;

Γιατί δεν νιώθει σύνδεση με τίποτα και με κανέναν;

Πως αναγνωρίζεται η αγάπη και πως μπορεί να γίνει αποδεκτή;

Ποια η θέση του χρήματος στη ζωή;

 

Πολλές ερωτήσεις γεννιούνται αβίαστα κατά την ανάγνωση, επωάζουν και κάποιες από αυτές βρίσκουν απαντήσεις. Κάποιες άλλες, χρειάζεται να σκάψεις πιο βαθιά, να ψυχολογήσεις με επιμονή τον χαρακτήρα του ήρωα και ίσως, φτάσεις να βρεις τα απόκρυφα σημεία της ψυχής του.

Σειρά έχει η Μόνικα που εισβάλει στον πεδίο των επιχειρηματιών, ένα ταξίδι στη Σαντορίνη για σκέψη και περισυλλογή, η επωνυμία Only You και η Ρόσα Πάβλοβα που μπλέκεται στα πόδια του πρωταγωνιστή μας, η Βαλκυρία του Βάγκνερ, αλλά και η γκαλερί του Καραμπεριά.

 

Από τα βιβλία που διαβάζω, επιλέγω μια φράση που μου κίνησε το ενδιαφέρον για να την μοιραστώ μαζί σας. Από το βιβλίο του Κώστα Πλιάτσικα, ένα σύντομο βιογραφικό του οποίου θα βρείτε στο τέλος του άρθρου, επέλεξα την παρακάτω:

…είμαι ένας άγνωστος μέσα σ’ έναν κόσμο όπου όλοι προσπαθούν να γίνουν διάσημοι. Εγώ δεν έχω κανέναν προορισμό…

 

Έρωτες, ποτό, μπαρ, γυναίκες, κραιπάλη, τζόγος, ενοχές, χαμένοι θησαυροί, οικογένεια, λιμάνια αλλά και φυλακές, είναι σταθμοί του Γιάννη που λάξευσαν τον χαρακτήρα του.

Θα βρει ένα απάνεμο λιμάνι να καταλαγιάσει τους χτύπους της καρδιάς του;

Θα βρει το άλλο του μισό;

Την ψυχή που θα κουμπώσει ακριβώς με τη δική του;

Κανείς δεν ξέρει. Ίσως ακόμα, ούτε ο ίδιος…

 

Κλείνοντας, θα θέσω άλλο ένα διπλό ερώτημα στον αναγνώστη, ικανό για περισυλλογή και σκέψη.

Ο Γιάννης Παράμετρος, θα μπορούσε να έχει κοινά με τον Αϊνστάιν και ποια τελικά είναι η παράμετρος του Αϊνστάιν την οποία επιλέγει ο συγγραφέας για τίτλο του βιβλίου του;

 

Το οπισθόφυλλο του βιβλίου αναφέρει:

Μόνο κάτι πουλιά πέταγαν δώθε κείθε. Τα πουλιά, σκέφτηκε, είναι από τα πιο άσχημα είδη που υπήρχαν σ’ αυτόν τον κόσμο. Ούτε τ’ αγαπούσε, ούτε τα μισούσε. Ο Γιάννης Παράμετρος δε μισούσε τίποτε. Απλώς αγαπούσε περισσότερο τα δέντρα ακόμα πιο πολύ κι απ’ τους ανθρώπους: τα πεύκα, τις ελιές, τα πλατάνια, όλα τα δέντρα. Ακόμα κι όσα είχαν αγκάθια για να προστατευθούν από την κακία των ανθρώπων.

Ο Μάικ περίμενε να γίνει κάποτε η μεγάλη επανάσταση των φτωχών. Έλεγε ότι τίποτε καλό δεν μπορείς να βρεις πίσω από τα κάγκελα και πως καμία φυλακή δεν είναι καλύτερη από τις άλλες.

Είναι ωραία η ζωή; αναρωτιόταν συχνά ο Γιάννης Παράμετρος. Δεν ήξερε ν’ απαντήσει με σαφήνεια. Ότι είναι κακιά η ζωή, το έβλεπε, το ζούσε: άνθρωποι είχαν βγάλει τις καρδιές άλλων συνανθρώπων τους ως θυσία σε θεούς· άλλοι τους τηγάνιζαν σε καυτό λάδι, άλλοι τους τύφλωναν, τους σταύρωναν, τους παλούκωναν, τους έριχναν μια σταγόνα στο κρανίο μέχρι να τρελαθούν. Δεν χρειαζόταν περισσότερες αποδείξεις γι’ αυτό.

«Η ζωή είναι ωραία», απαντούσε ο Μάικ.

 

Γιατί σκοπός του ανθρώπου είναι η ελευθερία που δεν φυλακίζεται, ακόμα και πίσω από τα πιο ισχυρά δεσμά.

 

Λίγα λόγια για τον συγγραφέα του βιβλίου.

Ο Κώστας Πλιάτσικας γεννήθηκε το 1954 στη Θεσπρωτία και ζει στην Αθήνα. Είναι αυτοδίδακτος ζωγράφος και συγγραφέας. Έχει κάνει αρκετές ατομικές εκθέσεις και πολλά έργα του κοσμούν σπίτια και δρόμους ανά την Ελλάδα. Διατηρεί εργαστήρι ζωγραφικής στην οδό Χ. ΤΡΙΚΟΎΠΗ 120 στα Εξάρχεια.

Εργάστηκε σε εφημερίδες, στο σκίτσο και στη γελοιογραφία. Άρθρα, διηγήματα και γελοιογραφίες του έχουν φιλοξενηθεί σε εφημερίδες και περιοδικά. Εξέδιδε και διηύθυνε το λογοτεχνικό περιοδικό «Δρόμος», αργότερα το «ΔΙΑΣΧΙΖΩ», το οποίο συνεχίζει την πορεία του ηλεκτρονικά. Έχει καταπιαστεί σχεδόν με όλα τα είδη λόγου: σενάριο, μυθιστόρημα, διήγημα, ποίηση, θέατρο, δοκίμιο.

 

Το βιβλίο κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Άνεμος εκδοτική.

 

 

Τρίτη 1 Απριλίου 2025

ΤΕΧΝΗΤΉ ΝΟΗΜΟΣΎΝΗ ΤΟΥ ΠΈΟΥΣ

 

 


Και η φυσική επιλογή του Τέσλα
[Να ζηλεύεις κάτι καλύτερο.]
Να ζωγραφίσουμε ένα πέος δηλαδή ή πολλά. Πέη. Δεν είναι και τόσο εύηχη λέξη, μηδέ όμορφο ή άσχημο, το πέος. Κάτι όρθιο σαν κατάρτι αγέρωχο στις πρύμνες όλων των πλοίων, στέκεται.
Δύσκολο για πολύ [να στηθεί] αλλά πολλές φορές για λίγο! Έχει μια τεχνητή νοημοσύνη αρχέγονη και μια ανελέητη είδηση -συν. Δυνάστης αντρών τε και γυναικών, εύμορφος κύριος όταν βαδίζει. Αδύναμος, κακόμοιρος σαν ξεψυχισμένο δέρμα, σαν μουλιασμένο νερό όταν έχει τελειώσει άμεσα τη δουλειά του. Κάτι σαν τη χειρότερη αίσθηση της αποτυχίας,, της ανοησίας του κόσμου, αυτό είναι ένα δευτερόλεπτο από τα χειρότερα στην έννοια αποτυχία ή του γιατί να υπάρχει η ηδονή. Που έρχεται σε άμεση θέση υπέρ της αναπαραγωγής των ειδών- χωρίς την ηδονή το πέος θα ήταν αχρείαστο σ αυτή την εργασία. Ποιος άντρας σκέφτεται με το πέος;
Νευρώδης, ισχυρή έννοια της ιδιοκτησίας ο φαλλός του άντρα. Τίποτα πιο απόλυτα δικό μου και τίποτα πιο δεικτικό της επιβολής. Φαλλοκρατία. Καθόλου άδικα δεν επικράτησε και καθόλου κρυφά δε θα συνεχίζει να επιβάλλει τη φυσική νοημοσύνη.
Από το πρωί έως το βράδυ ο άντρας σκέφτεται με το πέος. Κι όταν κοιμάται.
Λογικά ένα όρθιο πέος κι, ένας άντρας στην αρχή της ζωής του, δεν ξέρει τι να το κάνει. Τι να κάνει μ αυτό, ειδικά όταν είναι μόνος μαζί του αλλά και αργότερα όταν θ έχει απέναντι του την άλλη σάρκα. Την ανοιχτή πληγή του αιδοίου. ....

ΓΚΡΈΚΟΣ

  -Έλα εδώ ρε! -Τι να ρθω να κάμω; μου χαλάς το κέφι δε σε μπορώ! -Γιατί ρε, τι σου κανα; -Έχεις παραγίνει συντηριτικούρα. Έχεις διαρκώς κατ...