Τετάρτη 8 Ιανουαρίου 2020

ΚΙ ΆΜΑ ΠΆΘΕΙς ΕΣΎ ΚΑΤΆΘΛΙΨΗ ΘΑ ΠΕΘΆΝΕΙ Ο ΚΌΣΜΟΣ;







Ο Πέτρος Καβαλάρης ήταν ένας κανονικός άνθρωπος. Έπαιρνε συχνά το ποδήλατο του κι έκανε βόλτα στην πόλη. Συνήθως μερικά απογεύματα κατέβαινε μέχρι το Παλιό Φάληρο, καθόταν σ ένα παγκάκι απέναντι απ τη θάλασσα και χαμογελούσε.
Χαμογελούσε γιατί ήταν ένας χαρούμενος άνθρωπος που σπάνια μελαγχολούσε. Η ζωή του κυλούσε κανονικά, εργαζόταν στην αντιπροσωπεία αυτοκινήτων του Ζερβο και τα λοιπά, σαν λογιστής, έπαιρνε το μισθό του και τον ξόδευε για όλες τις μικρές χαρές της ζωής.
Ασχημούλης ήταν, κοντός το δέμας με μάτια μαύρα, σπινθηροβόλα, τριαντάρης, είχε κι ένα αυτοκίνητο παλιό μάρκας Ρενό, αντίκα του 1972μ κι οι φίλοι του τον φώναζαν Πετράν.
Το απόγευμα ο Πετράν αφού είχε κοιμηθεί, ξύπνησε ελαφρώς αναστατωμένος. Σκεφτόταν την αυριανή μέρα που θα πήγαινε με τη Μέλανυ στον Ζερβό και λοιπά και κάτι δεν του πήγαινε καλά.
Η Μέλανυ δίπλα του τον αγκάλιαζε.
-Άσε με τώρα, έκανε με δυσφορία. Σήκω να πάμε μια βόλτα στη θάλασσα.
-Να κάνουμε πρώτα ένα παιδί;
-Πότε; Τώρα;-
-Τώρα αγάπη μου!
-Όρεξη που την έχεις! Δε γίνονται τα παιδιά τέτοιες ώρες..
-Τι έχουν οι ώρες; Έκανε και τον κουλούριασε κάτω απ το σεντόνι. Όλες οι ώρες ίδιες είναι μωρό μου. Έλα!
Αργότερα κατεβαίνοντας με το Ρενο προς το Φάληρο σκέφτηκε πως αν έπιανε αυτό το παιδί θα γεννιόταν βαριεστημένο και το είπε στη Μέλανυ μόλις κάθισαν σε ένα μοναχικό ταβερνάκι να πιούνε ένα ουζάκι.
-Αχ! Πως μ αρέσει αυτό το ουζάκι εδώ! δεν είναι χάρμα Πετράν μου; Το παιδί μας θα γεννηθεί μια χαρά! Πανέξυπνο αφού θα μοιάζει με σένα!
-Κι είμαι έξυπνος εγώ; Βλάκας είμαι.
Η Μέλανυ δεν απάντησε, του δειξε με το βλέμμα πως δεν ήταν βλάκας, μισοκλείνοντας ναζιάρικα τα δικά της. Το γκαρσόν τους έφερε τα ούζα και το μεζέ. Τσούγκρισαν τα λευκόχροα ποτήρια, κοιτάχτηκαν στα μάτια ευτυχισμένοι, ήπιαν μια γουλιά.
-Λοιπόν; Έκανε η Μέλανυ. Μίλησες μ τ αφεντικό σου;
-Ε, ναι μίλησα, τι θέλεις τώρα κι εσύ να πιάσεις δουλειά; Καλά δεν περνάμε με το μισθό μου;
-Καλά περνάμε, δε λέω αλλά δεν μπορείς να μου κάνεις όλα μου τα χατίρια..
-Εγώ; Δεν μπορώ να σου κάνω τα χατίρια σου; πες τι δεν μπορώ..
-Να δεν μπορείς ν αλλάξουμε αυτοκίνητο, μείναμε με το Ρενό ...
-Μια χαρά είναι το ρενό.
-Ούτε εκείνο το φόρεμα μπορείς να μου αγοράσεις. Να ξέρεις αν δεν πιάσω δουλειά να τα αγοράσω με δικά μου λεφτά θα βάλω τον χοντρούλη να μου το πάρει!
-Ποιο φόρεμα ... ποιος είναι ο χοντρούλης; Θορυβήθηκε ο Πετράν.
-Έλα, μην κάνεις έτσι σε παιδεύω. Ένας χοντρούλης εκεί στο Κολωνάκι, άστον αυτόν, θα μου το πάρεις;
-Μα είναι ακριβό, πόσο κάνει είπαμε; Στρίφτηκε.
-Ακριβό; Σιγά τα χίλια ευρό.
-Χίλια ευρό! Έπιασε το μούτρο του.
-Είδες! Είδες! Πετάχτηκε. Θα έρθω στη δουλειά και με τον πρώτο μισθό μου θα το αγοράσω μόνη μου. Αλλά για πες μου, πες μου πως είναι αυτό τα αφεντικό σου; πενηντάρης, μου χεις πει..
-Πενήντα πέντε.
-Και είναι καλός;
-Κάλος.
-Στριμμένος;
-Έχει τις βίδες του, του τις στρίβει ο Θωμάς.
-Ο Ζεν πρεμιέ; Ο φίλος σου; χαχαχα! ωραίος είναι ο Θωμάς. Να πιούμε άλλο ένα ουζάκι;
-Πιες εσύ, εγώ οδηγώ..
-Έλα με δυο ουζάκια δεν πιάνει το αλκοτέστ.. γκαρσόν! φώναξε. Φέρε μας δυο ακόμα.
Το γκαρσόν πήγε από πάνω τους.
-Από το ίδιο ούζο μαντάμ;
-Από το ίδιο, γιατί έχετε άλλον τενεκέ; Τον περιέπαιξε η Μέλανυ.
-Όχι.
-Ε, τότε τι ρωτάς!
-Μπορούμε να παραγγείλουμε από τη Βοστόνη.
-Έχετε σύνδεση με τη Βοστόνη; Είπε ηλίθια ο Πετράν.
-Απ το ιντερνετ κύριε! Μιλάμε κι έφτασε επί τόπου!
-Σε παρακαλώ! Φέρε μας δυο ίδια ουζάκια και να είστε πιο ευγενικοί.
-Μάλιστα κύριε! Έφτασαν! Είπε μουτρωμένα το γκαρσόν.
-Τι σου είναι κι αυτά τα γκαρσόνια ...
-Ε, άστον να κάνει τη δουλειά του, για πες μου; τι λέγαμε; Αααα, αλήθεια πως τον λένε τον αφεντικό σου; αλήθεια δε μου χεις πει ποτέ τα όνομα του ...
-Τι το θέλεις είναι και σιδηρόδρομος..
-Ε, πέστο, να μην ξέρω τα όνομα του; αγένεια δεν είναι;
-Ζερβοκιακινίδη, τον λένε.
Ζερβοκιακινίδη! Πετάχτηκε πάνω η Μέλανυ. Όχι! Τι μου λες!
-Τι κάνεις έτσι, ησύχασε.
-Τι να ησυχάσω, ξέρεις πως λένε αυτόν που του ριξα την πάστα στα μούτρα;
-Ε, πως τον λένε ...
-Ζερβο και τα λοιπά, σωριάστηκε στο τραπέζι ... Αχ, ρε Πετράν, όλα σε μας συμβαίνουν κι έβαλε τα κλάματα. Είμαστε άτυχοι Πετράν. Πάει το φόρεμα.
-Ποιο φόρεμα ... τι μου λες; στο αφεντικό μου πέταξες την πάστα; Έμεινε με ανοιχτό το στόμα.
Η Μέλανυ σκούπισε τα δάκρυα και του το κλεισε, ενώ το γκαρσόν απίθωνε τα καινούργια ούζα στο τραπέζι.
-Τα ούζα σας, είπε. Στην υγειά σας!
Η Μέλανυ τον κοίταξε όπως τον κοίταξε και ο Πετράν προσπαθούσε να συνέλθει.
-Τι κάνουμε τώρα, είπε και ρούφηξε το ούζο μονοκοπανιάς.
-Μη..τι κάνεις εκεί..πήγε να της πάρει το ποτήρι αλλά δεν πρόλαβε.
Τον πρόλαβε ένας νταής από το διπλανό τραπέζι αρπάζοντας του το χέρι.
-Τι συμβαίνει κύριος; Γιατί κάνετε την όμορφη κυρία να κλαίει;
-Άσε μας ρε! τι σε νοιάζει εσένα, ο Ρομπέν των δασών είσαι;
-Σας συμπεριφέρεται βάναυσα ο μίστερ; Θα τον κανονίσω εγώ! Είπε ο νταής και σέρβιρε μια μπουνιά στον Πετράν.
Το μάτι του Πετράν θόλωσε, η Μέλανυ σέρβιρε μια άλλη μπουνιά στον νταή, το τραπέζι αναποδογυρίστηκε, το μάτι του νταή μελάνιασε, ο κόσμος πήρε γρήγορες στροφές κι όλοι μαζί βρέθηκαν στο δρόμο να ψάχνουν ποιοι είναι.
Η Μέλανυ Γκρίνουιτς ήταν μια ψηλή Ελληνοκαναδέζα που είχε γεννηθεί στον Καναδά αλλά είχε μεγαλώσει στην Ελλάδα. Στα είκοσι πέντε της χρόνια, τέλειωσε πανεπιστημιακές σπουδές ιδιαιτέρας γραμματέως, υψηλών προδιαγραφών κι έβλεπε τα όνειρα της να πηγαίνουν χαμένα στην Ελλάδα της κρίσης. Γνώρισε τον Πετράν μια μέρα και ύστερα από πέντε μήνες σχέσης αποφάσισε να τον παντρευτεί. Της άρεσαν τα όνειρα του, ταίριαζαν με τα δικά της.
-Πετράν τι θα γίνουμε; Τον ρώτησε όταν κάθισαν μεσάνυχτα σε ένα παγκάκι μετά τα επεισόδια στην ταβέρνα με τα ούζα.
-Τίποτα.
-Θα γίνουμε τίποτα; Με αγωνία.
-Όχι, δε θα γίνουμε τίποτα.
Η Μέλανυ χάιδεψε το πονεμένο του μάτι.
-Πονάς;
-Ε, λίγο..
-Του ριξα όμως κι εγώ μια..
-Ρε Μέλανυ ... πότε θα ηρεμήσεις;
-Γιατί να ηρεμήσω; ... ο κόσμος είναι κακός. Να τώρα αυτός ο Ζερβό και τα λοιπά.. τι θα κάνουμε τώρα;
-Λοιπόν, άκου, δε θα πούμε τίποτα, άσε θα τα μπαλώσω εγώ. Καλύτερα έτσι, θα βρεις αλλού δουλειά, εντάξει; Μη χάσω κι εγώ τη δικιά μου και μείνουμε στο δρόμο. Εσύ δε θα εμφανιστείς ποτέ στον Ζερβο και τα λοιπά.
-Καλά! Ότι πεις αγάπη μου! είσαι ο καλύτερος άντρας του κόσμου!

ΣΥΝΕΧΊΖΕΤΑΙ

2 σχόλια:

  1. Εντάξει.... η Μέλανυ δεν παίζεται! Και δεν την βλέπω και καλά. Όχι αυτήν αλλά τον ...μαύρο τον Πετράν λέμε.
    Καλό Κώστα, συνεχίζουμε.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Χεχε! ναι, Τζον, συμφωνώ αλλά και ο Πετράν μη νομίζεις! έχει τις άκρες του. Καλημέρα.

      Διαγραφή

ΤΡΑΓΟΥΔΑΚΙ ΓΙΑ ΕΥΠΛΑΣΤΟΥΣ ΕΡΩΤΕΥΜΕΝΟΥΣ 3

  ΤΡΑΓΟΥΔΑΚΙ ΓΙΑ ΕΥΠΛΑΣΤΟΥΣ ΕΡΩΤΕΥΜΕΝΟΥΣ   Τα σου΄πα μου΄πες μη μου λες Εμεις τελειώσαμε εχτές Μη μου τ΄αρνιέσαι Σε άλλους φίλους που θα πας...