Παρασκευή 10 Ιανουαρίου 2020

ΩΡΑΊΑ ΤΑ ΛΈΕΙ ΚΑΛΈ!






Μόλις τους στρίμωξαν και τους τέσσερις στο κελί ο καθένας έξυνε τον κόσμο του, η Μέλανυ με τη Μελανή κοιτάζονταν σε έναν αόρατο καθρέφτη, ο Πετράν κρατούσε το πονεμένο του μάτι και ο Νταής έκλαιγε στη γωνιά και στον καναπέ ένας χασικλής ντυμένος με παρδαλά ρούχα, μεσήλικας, στραβοχυμένος έπαιζε τον μπαγλαμά του.
-Βάλτε μου δυο καναβουριέεες! Τον ίσκιο τους να ρίχνουν ...
-Σταμάτα ρε! φώναξε ο Πετράν.
-Γιατί ενοχλείται ο κύριος; Δε σου αρέσει το άσμα; Να σε πω το ρεφρέ θα σου αρέσει. Κανείς δε θέλω νάρθει-καντήλι μα μου ανάψει-ούτε κι αυτή που αγαπώ-για μένανε να κλάψει!
-Σταμάτα γιατί σε λίγο θα κλάψεις εσύ! Μουρμούρισε ο νταής.
-Ωραία τα λέει καλέ! Αφήστε τον να μας πει το άσμα του, είπε η Μελανή.
-Σας αρέσει μανδάμ; Σηκώθηκε και πήγε να μυρίσει το άρωμα των δυο γυναικών ενώ οι άλλοι δυο προσπαθούσαν να τον αποτρέψουν και οι δυο γυναίκες κρυφογελούσαν η μια στην άλλη.
-Γυναίκα σου ε; ρώτησε με κάποιο φιλικό ύφος ο Πετράν.
-Όχι, κοπέλα μου, πρόκειται να παντρευτούμε, ανταπόδωσε το φιλικό ύφος.
-Ωχ, την έβαψες!
-Τι είπες;
-Όχι, τίποτα, τίποτα ... καλά θα κάνεις ... καλά θα κάνεις. Εσένα γιατί σε φέρανε εδώ; γύρισε στον χασικλή.
-Εμένα;
-Εσένα.
-Εγώ κύριος κουβαλούσα ένα σακί να το πάω στην πεθερά και ο κύριος από κει με συνέλαβε κι έδειξε το όργανο που παρακολουθούσε απ το παραθυράκι του κελλιού έξω από τον διάδρομο.
-Επειδή κουβαλούσες το σακί;
-Μάλιστα κύριος, εμάς τους φτωχούς μας έχουνε του κλώτσου και του μπάτσου, δια ασήμαντον αιτίαν μας κουβαλάνε στο τμήμα.
-Και τι είχες στο σακί; Άνοιξε τα μάτια του ο αγαθός νταής.
-Εγώ είχα πάει στη λαική να πάρω πατάτες να το πάω στην πεθερά μου που είναι από τον Κορυδαλλό, έτσι; Εκεί μένουμε από τότε που μας έφερε σ αυτό τον παλιόκοσμο ο πατέρας μου ο Δημητρός που ήτανε από τη Μάνη, έτσι; πάει τώρα πέθανε ο φουκαράς, έτσι; και μας άφησε ορφανά στους πέντε δρόμους, εμένα και την αδερφή μου που παντρεύτηκε ένα καλό παιδί τον Μήτσο που δουλεύει στη λαική, έτσι; εκεί που είχα πάει να πάρω το σακί με τις πατάτες να το πάω στην πεθερά μου, έτσι; Δηλαδής τώρα επειδή δεν έχουμε να φάμε, ξέρεις πόσο καιρό τρώει μια οικογένεια με ένα σακί πατάτες; Έτσι; Αλλά το όργανο από εδώ θεώρησε καλό να μου κάνει έλεγχο στο σακί, τι δουλειά έχει να κάνει το όργανο; Έτσι; Να συλλαμβάνει τους φτωχούς ανθρώπους και να τους χώνει στη φυλακή; Έτσι; Κι έβαλε τα κλάματα.
-Καλά, καλά, μην κάνεις έτσι, θα σου πάρω εγώ δυο σακιά πατάτες, μισόκλαψε και ο Πετράν προσπαθώντας να τον παρηγορήσει.
-Θα σου πάρω κι εγώ δυο σακιά φασόλια, εντάξει είσαι; Μην κλαις! Μουρμούρισε ο νταής.
-Ναι, ναι! Να του πάρουμε και δυο σακιά μακαρόνια! Φώναξαν με ενθουσιασμό οι δυο Μελανές.
Ωστόσο το όργανο είχε ξεκλειδώσει την πόρτα του κελλιού και πρόσταξε τα δυο ζευγάρια να τον ακολουθήσουν.
-Περάστε, τους είπε. Σας θέλει ο αστυνόμος.
-Κι εμένα; Απόρεσε ο χασικλής.
-Εσύ να σκάσεις και να περιμένεις, θα ρθει κι η σειρά σου!
Αυτός πήρε το μπαγλαμά και συνέχισε το άσμα του ενώ οι άλλοι ανέβηκαν στο γραφείο του αστυνόμου.
-Τους έφερα κυρ- αστυνόμε με θέλετε τίποτε άλλο;
-Όχι, όχι παδί μου, σήκωσε το βλέμμα του από τον υπολογιστή ο αστυνόμος ένας κοντόχοντρος πενηντάρης με κοιλίτσα και τα τοιαύτα.
- Για πείτε μου τι συνέβη; Ρώτησε ενώ ταυτόχρονα είχε γουρλώσει τα μάτια από την ομοιότητα των δυο γυναικών.
Οι τέσσερις άρχισαν να μιλάνε όλοι μαζί έτσι που να γίνεται χάβρα Ιουδαίων και να μη καταλαβαίνει κανείς τι έλεγαν, ο καθένας όπως είχε ζήσει τα γεγονότα. Ο αστυνόμους βούλωνε τα αφτιά του, προσπαθούσε να επιβάλει την ησυχία ώσπου κάποια στιγμή σταμάτησαν κι έγινε ησυχία.
-Κατάλαβες κυριε μοίραρχε; Πλησίασε στο γραφείο ο Πετράν. Εμείς δεν κάναμε τίποτε..
-Ναι, κύριε πτέραρχε, τίποτε δεν κάναμε, ψέλλισε και ο νταής.
-Καλά, καλά, αυτό θα το δείξει η ανάκριση. Πηγαίνετε στη θέση σας! Έλα εδώ εσύ! Κι έδειξε τη Μέλανυ.
-Εγώ; Έδειξε τον εαυτό της.
-Ναι, εσύ. Και καθώς αυτή πήγε μπροστά στο γραφείο τη ρώτησε.
-Πως σε λένε;
-Μέλανυ.
-Μέλανυ, τι;
-Ααα! Μέλανυ, τι άλλο..
-Επίθετο δεν έχεις; Δώσε μου την ταυτότητα σου.
-Α, ναι, Μέλανυ Γκρίνουιτς, ενώ του έδινε την ταυτότητα της.
-Ρολόι είσαι; Πες όλο τα όνομα σου ελληνίδα δεν είσαι;
-Πως ...πως ...Μέλανυ Γκρίνουτς- Καβαλάρη. Ο άντρας μου ο κύριος Πετράν κι έδειξε τον.
-Μέλανυ Γκρίνουιτς Καβαλάρη, μουρμούριζε ο αστυνόμος ενώ έγραφε στον υπολογιστή τα στοιχεία. Ύστερα φώναξε και την Μελανή η οποία πήγε και στάθηκε δίπλα στην Μέλανυ.
-Εσένα;
-Τι εμένα; Απόρεσε η Μελανή.
-Πως σε λένε! Μην κάνεις την κουφή, θα με τρελάνετε όλοι σήμερα εδώ! τ όνομα σου! και δώσε μου κι εσύ την ταυτότητα σου.
-Α, ναι, ορίστε πάρτε την, Μελανή με λένε.
Ο αστυνόμος σήκωσε μισοτρελαμένος τα μάτια του.
-Εσύ είσαι η Μελανή; Είπε κι έδειχνε τη Μέλανυ.
-Όχι, εγώ είμαι η Μέλανυ! Διαμαρτυρόταν αυτή.
- Κι εσύ η Μέλανυ; Κι έδειχνε την Μελανή.
-Να σας εξηγήσω εγώ; Πήγαινε κοντά ο Πετράν. Εμένα η γυναίκα μου είναι η Μελανή κι έδειχνη την Μέλανυ!
-Πήγαινε πίσω εσύ ρε! θάρθει κι η σειρά σου!
-Κι ενώ ο Πετράν πήγαινε πίσω ερχόταν ο νταής.
-Να σας τα πω εγώ κύριε ταξίαρχε, δεν έγινε τίποτε, μια παρεξήγηση.
-Παρεξήγηση; Τι παρεξήγηση; Εδώ ήρθε ο άνθρωπος που έχει το μαγαζί να σας κάνει μήνυση και λέει πως σπάσατε πέντε τραπέζια, είκοσι καρέκλες, πενήντα μαχαιροπήρουνα..
-Σπάνε και τα μαχαιροπήρουνα..απόρησε ο νταής.
-Πήγαινε πίσω! Διέταξε ο αστυνόμος. Θάρθει κι η σειρά σου αφού τελειώσω με τις δυο μελανές! Για πες εσύ Μέλανυ.
-Τίποτε κυριε υπουργέ, εμείς είχαμε πάει για δυο ουζάκια. Ε, ήρθαν και οι άλλοι να πιούνε άλλα δυο κι έγινε ότι έγινε..
-Εσύ τον χτύπησες αυτόν; Κι έδειξε τον νταή.
-Ε, ναι, τον χτύπησα! Έπεσε πάνω στο χέρι μου. Έτσι δεν είναι; και γύρισε στον νταή.
-Ναι, έτσι, έτσι, δεν έγινε τίποτα κύριε ταξιάρχη! Χτύπησα και σε μια γωνία.
-Σιγά μη με πεις και αρχάγγελο! Τέλος πάντων δε βρίσκω άκρη με σας. Αστυφύλαξ!
-Διατάξτε! Μπήκε αυτός καμαρωτός.
-Πάρτους πίσω στο κελλί και φέρε μου τον άλλον ...
-Μάλιστα έκανε αυτός και έσπρωξε προς την έξοδο τα ζευγάρια που διαμαρτύρονταν. Τους πήγε πάλι στο κελλί και την στιγμή που έβγαινε από την πόρτα ο χασικλής, ο Πετράν πρόλαβε να τον ρωτήσει.
-Τι πατάτες είχε το σακί ρε;
-Καναβουρίστικες, απλές πατάτες κύριος, τι ήθελες να έχει;
[συνεχίζεται]

2 σχόλια:

ΤΡΑΓΟΥΔΑΚΙ ΓΙΑ ΕΥΠΛΑΣΤΟΥΣ ΕΡΩΤΕΥΜΕΝΟΥΣ 3

  ΤΡΑΓΟΥΔΑΚΙ ΓΙΑ ΕΥΠΛΑΣΤΟΥΣ ΕΡΩΤΕΥΜΕΝΟΥΣ   Τα σου΄πα μου΄πες μη μου λες Εμεις τελειώσαμε εχτές Μη μου τ΄αρνιέσαι Σε άλλους φίλους που θα πας...