Παρασκευή 25 Οκτωβρίου 2019

ΤΑ ΒΥΖΙΆ ΤΗΣ ΛΊΤΣΑΣ




ΣΕ ΑΓΡΙΑ ΚΙΝΗΣΗ
Τη Λίτσα τη γνώριζα λίγο καιρό, ίσως κάποιους μήνες. Δε θυμάμαι ποιος ή ποια μου την είχε συστήσει, αλλά θυμάμαι πως μου είχε κάνει τρομερή εντύπωση, ένα κλικ που λέμε στη γλώσσα του έρωτα. Μιλήσαμε κάμποσο εκείνο το βράδυ, κοιταζόμασταν στα μάτια, κάτι νόμιζα πως έπιανε κι αυτή μα το απέφευγε επιμελώς να γίνει ένα κομμάτι του εαυτού μου, δε θα ήταν εύκολη υπόθεση για μένα και την ονειρεύτηκα στο κρεβάτι μου, πίστευα πως μόνο γι αυτό έκανε η Λίτσα με αυτό το φοβερό πρόσωπο, τα μεγάλα μάτια προς το μπλε, σκούρο μπλε, όχι ανοιχτό, ξεβαμμένο, όπως των βορείων προαστιών, αυτό το μάτι δεν το είχα ξαναδεί, όπως και τα εξογκωμένα ζυγωματικά, όπου συχνά κυλούσε ένα δάκρυ, για να υποδηλώσει την αδύνατη πλευρά μιας γυναίκας, φτωχής μεν, πλην, δε τιμίας.
Εγώ δεν είχα ποτέ στο μυαλό μου την εικόνα και την τιμιότητα μιας γυναίκας να είναι καρφωμένη στο μαύρο της, ούτε υπολόγιζα  πως θα μπορούσα να παντρευτώ μια γυναίκα σαν τη Λίτσα, εξόχως κατηγορούμενη από το σινάφι, σαν ελευθερίων ηθών, πράγμα που καθόλου δεν ήταν, αφού η Λίτσα ήταν ένα σκληρά εργαζόμενο κορίτσι, βοηθός λογιστή σε άλφα-έψιλον και τι σχέση θα μπορούσε ν αναπτύξει με μένα που ναι, ήμουν ξυλουργός σε φθίνουσα κατάσταση, έτσι γέλασε μόλις με ρώτησε τι δουλειά κάνεις, χαχαχα, μαραγκός ήταν και ο Χριστός με αποσβόλωσε με το μπλε της μάτι σε αργή κίνηση προς ότι ωραίο υπήρχε  πάνω σ αυτόν τον ηλίθιο κόσμο που ζούμε, όπως σωστά παρατήρησε ο φίλος μου ο Γιάννης που, αφού δεν μπόρεσε να τα φορέσει στη Λίτσα, έλεγε, απλά πως δεν κάνει για τίποτα αυτό το κορίτσι και έτσι συμφωνούσαν οι περισσότεροι της παρέας που δεν είχαν μπορέσει να δαγκώσουν αυτό το υπέροχο μήλο στο λαιμό της ή να χαϊδέψουν τα φοβερά της στήθη. Για πιο κάτω δεν το συζητάμε, επειδή ακόμα και οι κολασμοί του άγιου Αντώνιου δε θα έφταναν να ξεπλύνουν τις αμαρτίες μας αν βλέπαμε γυμνό το εφηβαίο της Λίτσας.  Την πρώτη βραδιά που άπλωσε το δεξί της πόδι προς εμένα, αγκαλιάζοντας κάπως ή αγγίζοντας τον μηρο μου, είπα πως πραγματικά δεν είχα νιώσει ποτέ τέτοια μικρή ηδονή. Εσύ, μου είπε, δεν είσαι σαν τους άλλους, όμως τι να σε κάνω, είσαι φτωχός. Δεν πειράζει, απάντησα εγώ και δεν ενοχλήθηκα καθόλου, γιατί δεν είμαι άνθρωπος που θα εκβίαζε ποτέ μια κατάσταση. Έτσι νόμιζα, πως ήξερα καλά τον εαυτό μου, σαραντάρης πια, όχι κανένα αμούστακο  παιδί, η Λίτσα ήταν περίπου στα εικοσιοκτώ κι ένα βράδυ, άλλο από τόσα που τη λάτρευα αλλά ποτέ δεν είχα τολμήσει να της το πω αφού υπολόγιζα την άρνηση της, αυτή, βέβαια το γνώριζε, πήγαμε οι δυο μας για ένα ποτό σε βραδινό πιάνο μπαρ, όπως πρότεινε εκείνη κι εγώ συμφώνησα, τι ωραία που θα ήταν! Και ήταν πράγματι εγώ κι εκείνη  σε έναν τόσο ειδυλλιακό χώρο, που ο κόσμος ήταν λιγοστός αλλά ήταν κόσμος όπως και να το κάνουμε κι έτσι, σίγουρα εκεί μέσα δε θα μπορούσε να γίνει αυτό που φανταζόμουν με όλο το κορμί, με όλο το πρόσωπο της Λίτσας, που χαμογελούσε διαρκώς, που είχε στο στόμα ένα αιώνιο τσιγάρο, να ποια ήταν μια μεγάλη διαφορά μας, εγώ δεν κάπνιζα, σιχαινόμουν το τσιγάρο, εκείνη το λάτρευε, όπως εγώ τα κοντινά σημεία στα μπούτια, δίπλα από τις ξανθές ή μαύρες τρίχες του αιώνιου μαύρου και όλα ήταν υπέροχα, η μουσική από το πιάνο του μαύρου σολίστα, η εξαίσια φωνή του, μπάσα και τολμηρή με ένα χαμόγελο αστραφτερό.
Όλα είναι εξαίσια, άκουσα τη φωνή της όταν με κοίταζε στα μάτια αλλά εγώ δεν έχω να συμπληρώσω τα μισά χρήματα της αποψινής μας εξόδου, ο πιανίστας έπαιζε το τιβόλιο μπένε, πέσαμε μούτσο, κι  αυτή συνέχισε πως μπορούσε να πληρώσει σε είδος το μερίδιο των χρημάτων, λέγοντας πως μπορούσα να της πιάσω τα βυζιά για ένα πεντάλεπτο!
-Εδώ μέσα;
-Εδώ μέσα, αλλά κάντο κάπως, σα να μη μας βλέπουν, δεν έχω λεφτά, τι να κάνουμε τώρα;
-Όχι, είπα εγώ, θα το κάνω ανοιχτά να το δούνε όλοι. Αν συμφωνείς έτσι, τότε μπορείς να εξισώσεις το χρέος σου.
-Δηλαδή, μου ζητάς να μου πιάνεις τα βυζιά δημόσια; Άνοιξε τα σκούρα μπλε μάτια της.
-Φυσικά, είπα εγώ, αθώα.
Η Λίτσα άνοιξε το στήθος της, λευκό, κατάλευκο, νεανικό, λαχταριστό ψωμί χωρίς αίμα κι όλος ο κόσμος μας είδε εκεί με τα χοντρά μου χέρια, χέρια ενός ξυλουργού, τυλιγμένα στην άσπρη σάρκα, αν μπορούσα θα έμπαινα μέσα της, τι αξία έχουν λίγα λεφτά παραπάνω και της το είπα αλλά κούνησε αρνητικά το κεφάλι της, εμένα για να με γαμήσεις πρέπει να πηδήξεις πρώτα το ουράνιο τόξο και ο σαρκασμός της ήταν κάτι παραπάνω από εφικτός, καθώς ο κόσμος, το πλήθος, ούρλιαζε από ηδονή και ευχαρίστηση, μερικοί έτριβαν ηδονικά τις παλάμες τους,  άλλων τους είχε σηκωθεί, πολλές γυναίκες γνώρισαν έναν αυτούσιο οργασμό, σα να έπιανα τα δικά τους βυζιά επί πέντε λεπτά.
-Τέλειωσε ο χρόνο σου, είπε σε αργή κίνηση η Λίτσα προσπαθώντας να κρύψει το στήθος της.
Το πλήθος ούρλιαζε κι άλλο, κι άλλο, μα δεν τους έκανε τη χάρη. Βγήκε από το πλάνο της σεξουαλικής τους επιθυμίας, είπε πως θα πήγαινε απλά στο μέρος κι ύστερα να την περίμενα στην έξοδο. Η βραδιά μας είχε λήξει.
Βγήκα κι εγώ στην πνιχτή ατμόσφαιρα της νύχτας, κοίταξα το μικρό φεγγάρι, μια φέτα υποκίτρινου μίσους, καταγάλιαζε σε αυτόν τουν Αττικό ουρανό που όλα τα περίμενες να γίνουν. Ο χρόνος που μετρούσα δε θα ήταν παραπάνω από μια σημαντική ανυπομονησία, σα να περιμένεις τη γυναίκα σου να βγει από την τουαλέτα, όπως πραγματικα ήταν η κατάσταση, μα όμως μου φάνηκε ισχυρότατος κλονισμός  κι αναρωτήθηκα δυνατά, που πήγες; Γιατί αργείς τόσο; Όμως η Λίτσα δε φαινόταν πουθενά. Το σκοτάδι συνέχιζε να μου δείχνει απαίσια ώρα. Κινήθηκα προς το χαλίκι. Προς τα χαλίκια που υπάρχουν άσπρα σαν τα στήθη της Λίτσας σε όλους τους εξόδους αυτών των καταστημάτων παροχής απόλαυσης. Στην άκρη της γωνίας, πίσω από μια γλάστρα με σκαιώδη χρώματα, είδα πρώτα το λευκό στήθος της . Δεν ανέπνεε. Τράβηξα με δύναμη τη γλάστρα, το κεφάλι της κίνησε αχνά στα χαλίκια, τα σκούρα μπλε μάτια της  είχαν γυρίσει προς το λευκό, το χρώμα του θανάτου.
ΤΕΛΟΣ


2 σχόλια:

  1. Έχει πάντα τη δύναμη ο λόγος σου να είναι διαφορετικός, μερικές φορές σοκαριστικός αλλά κουβαλάει την προσωπική σου αμεσότητα και ευθύτητα.
    Καλησπερίζω αγαπητέ καλλιτέχνη.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Καλημέρα Τζον. Αυτό το σοκαριστικός λόγος με κυνηγάει από παιδί αλλά, εγώ δεν το καταλαβαίνω έτσι[αν και μερικές φορές, αλήθεια, όταν ξαναδιαβάζω κάποια κείμενα μου σοκάρομαι κι εγώ!]

      Διαγραφή

  Η Νεκρή Φύση είναι παράσταση και σύμβολο του απολύτως εφήμερου. Τα εικονιζόμενα προαναγγέλλουν έναν απελπιστικά περιορισμένο βίο. Οι κρεμα...