Σάββατο 23 Αυγούστου 2025

Σ ΑΥΤΟΥΣ ΠΟΥ ΚΥΝΗΓΟΎΣΑΝ ΤΟΝ ΉΛΙΟ

 


 

Και στα πλατάνια, βασίλευε ο Βελλεροφόντης με τον Πήγασο, το νερό τελείωνε στο πηγάδι, η μητέρα φώναζε που δεν την βοηθούσα όσο έπρεπε κι εγώ έγραφα τον κόσμο στα παλιά μου τα παπούτσια και πήγα πέρα, μακριά σε κάποιον μυστηριώδη παππού που κυβερνούσε ένα μεγάλο κοπάδι από γίδια, ενώ γύρω του κι ολούθε έτρεχαν σκυλιά, πολλά σκυλιά, που τα φοβόμουν αλλά όταν έφτανε η ώρα να με δαγκώσουν ημέρευα κι εγώ κι αυτά, ενώ ο μυστηριώδης παππούς έβγαζε μια μεγάλη φωνή:
-Εεεεεε.έεεεεειιιιιιιιιι! και το κοπάδι άκουγε τις προσταγές του, λούφαζε κάτω από τις γκορτζιές, έλιωναν οι φτέρες κάτω από την φοβερή ζέστη του ήλιου, κάτω από τις μουστάκες του Θωμά Τάτση, αυτός ήταν ο μυστηριώδης παππούς, αγράμματος, στουρνάρι απελέκητο, φορούσε κάπες μάλλινες Χειμώνα - Καλοκαίρι, δεν ίδρωνε, δεν σκεφτόταν τίποτε, δεν ήξερε τίποτε, παρ ότι έμοιαζε ή νόμιζες πως ήξερε.
-Αν βαρέθηκες κυρία φύγε ήσυχη ξανά! Τραγουδούσα εγώ κι εκείνος με κοίταζε, μέσα στη ντάλα του μεσημεριού.
-Ποιο τραί σου αρέσει περισσότερο; Τον ρώτησα.
-Το γκιοσέμι, μου απάντησε, αυτός είναι ο αρχηγός, είναι ο Κολοκοτρώνης.
-Αν βαρέθηκες κυρία φύγε ήσυχη ξανά
τη μικρή μας ιστορία δεν την είπα πουθενά.
Συνέχιζα το λαϊκό άσμα. Και τον κοίταζα στα μάτια, που ήταν πολύ ήρεμα, σα να μην έτρεχε τίποτα, σαν ο κόσμος να ήταν μόνο το κοπάδι του, τα πουρνάρια και το κλαρί που έπρεπε να φάνε και πέταγε που και που κανένα κομμάτι στα σκυλιά που αλυχτούσαν ολούθε.
-Ο λύκος που είδες στον κάμπο, δεν είναι δικός σου, μου είπε.
-Ο άσπρος λύκος; Και που τον ξέρεις εσύ; απόρεσα.
-Χρόνια κάνουμε παρέα!
-Αλλά αυτός είναι νέος!
-Μου έφαγε δέκα κατσίκια και μου τα χρωστάει, θα του τα πάρω πίσω! Άκουσες; Και σήκωνε την γκλίτσα.
-Ο άσπρος λύκος σου χρωστάει δέκα κατσίκια! Ο άσπρος λύκος είναι στον κάμπο! Αναφώνησα. Κι έφυγα. Αυτός ο άνθρωπος δεν ήταν άνθρωπος. Κατέβηκα στον κάμπο να συναντήσω τον λύκο.
Τον βρήκα καθισμένον δίπλα στην πηγή. Μόνος του να κοιτάζει με τα γκρίζα μάτια του το γαλάζιο του ουρανού και το άχρωμο του νερού.

Απ τη ΣΥΝΑΡΠΑΣΤΙΚΌΤΗΤΑ ΤΗΣ ΓΡΑΦΉΣ

 

 

Πέμπτη 21 Αυγούστου 2025

ΑΔΥΝΑΤΌΤΗΤΑ

 

 


Είστε λοιπόν, σπουδαίες κουφάλες, κωλόπαιδα, οι πιο έξυπνοι άνθρωποι που γεννήθηκαν ποτέ, σκέφτεστε τον εαυτό σας, σαν τον σκίουρο. Τρώει τους καρπούς,σκάβει τον κορμό του δέντρου, τρώει τ αρχίδια του. Ωραία δουλειά κάνετε. Σκάβετε τους κορμούς, ωραία η ζωή λέτε εως αύριο. Μεθαύριο θα δείτε αν τα δέντρα υπάρχουν[πέντε λέξεις παραπάνω δεν αρκουν.] Στην ουσία δε λέω τίποτα.
Δεν μπορώ να εξηγήσω τον κόσμο. Προσπάθησα αλλά ήταν αδύνατο. Κανείς άνθρωπος δεν το κατάφερε. Όταν πεθάνω θα σκέφτομαι ακόμα την αδυνατότητα της ύλης μου.
Έχω μερικές απορίες, πάντα από παιδί-λάθος μου- έπαιρνα όλα τα πράγματα σοβαρά αλλά ακόμα δεν έχω καταλάβει γιατί έζησα και γιατί ζω. Αν εξυπηρετεί κανένα σκοπό η παρουσία μου δηλαδή. Εσείς σίγουρα θα ξέρετε κάτι περισσότερο από μένα γι΄αυτό.
Ένα θύμα ψάχνω- χρόνια τώρα στο καπό του αυτοκινήτου μου
Από το γκάζι γλίτωσα- όχι απ΄το μουνί
Ένα θύμα.
Για να έχει κανείς ευτυχισμένο θάνατο τι πρέπει να κάνει;
Πρέπει να έζησε δραματικά. Ένας άνθρωπος που δεν μπόρεσε να ζωγραφίσει το χαμόγελο. Το χάος της ζωής του δεν είναι τίποτα μπροστά στην "αποτρόπαια φιγούρα". Ο Φράνσις Μπέικον, ένας Δουβλινέζος, ομοφυλόφιλος του κερατά, αμόρφωτος, άξεστος, καταπιεσμένος αλκοολικός
ακροσημειώσεις μου
 

Τετάρτη 20 Αυγούστου 2025

ΒΑΘΕΙΑ ΦΤΩΧΕΙΑ

 


Τι με κοιτάς απορημένος ρε καραγκιόζη; Έμεινες κάγκελο με ανοιχτά τα μάτια; Δεν την ξέρεις την παγκόσμια ημέρα της φτώχειας; Θα σου την πω εγώ στατιστικά. Ένα παιδί πεθαίνει κάθε τρία δευτερόλεπτα από την πείνα. Ένα δις άνθρωποι ζουν σε βαθιά φτώχεια παγκόσμια, δηλαδή ο ένας στους τρεις. Απόλυτη φτώχεια ορίζεται το ποσοστό του πληθυσμού που ζει με λιγότερο από ένα καθορισμένο ποσό δολαρίων την ημέρα. Ιδανικό ποσοστό της απόλυτης φτώχειας το 0%. Ο δείκτης της φτώχειας ορίζεται κάτω από τα 5000 ευρώ το χρόνο. Το επίπεδο της ανεργίας είναι σχετικό με τον δείχτη της φτώχειας. Στην Ελλάδα η επίσημη ανεργία αγγίζει το 30%. Ανεπίσημα το 50%. Το 1/3 των Ελλήνων ζει με λιγότερο από 300 ευρώ το μήνα και το 60% ζει με το φόβο πως θα ξυπνήσουν μια μέρα φτωχοί.
Αυτά είναι μια πολύ μικρή σταχυολόγηση αριθμών για να καταλάβεις απορημένε σε ποια κατάσταση βρίσκεσαι, για να καταλάβεις πως κάποιος πρέπει να υποφέρει για να περνάμε εμείς καλά!
Η πιο θανατηφόρα μορφή βίας είναι η φτώχεια, είπε ο Γκάντι. Εγώ λέω πως αν συνεχιστεί η αύξηση των φτωχών στην Ελλάδα ο κίνδυνος για απειλή της κοινωνικής συνοχής είναι εμφανής, που σημαίνει μουρόχαβλε πως θα γίνει πόλεμος. Πόλεμος που θα τον επιδιώξουν οι φτωχοί. Αυτή είναι η βία που φέρνει η φτώχεια και επισήμανε ο μεγάλος Γκάντι που δυστυχώς δεν μπόρεσε να σώσει την Ινδία από την απόλυτη φτώχεια. Στην Αμερική δεν υπάρχει φτωχός με την παγκόσμια έννοια του όρου, η Κίνα ανεβαίνει επίπεδα ιλιγγιωδώς, στη Σουηδία οι φτωχοί παίρνουν το ίδιο εισόδημα με τις ΗΠΑ, όλα αυτά είναι κουραφέξαλα για τους φτωχούς όλου του κόσμου που ζούνε με λιγότερο από ένα δολάριο την ημέρα.
Αυτά είναι μερικά συμπεράσματα για την παγκόσμια φτώχεια μας. Καλημέρα πλούσιοι όλου του κόσμου.

 

ΣΕΝΑΡΙΟ ΕΥΤΥΧΊΑΣ

 


 

Μέρα, μεσημέρι. Εσωτερικό. Στην είσοδο ενός σουπερ μάρκετ, διαβαίνει ο Α. Είναι πεινασμένος αξιοθρήνητος. Στην δεξιά τσέπη του, σφίγγει ένα σαρανταπεντάρι. Με σταθερό βήμα κατευθύνεται στο ταμείο. Το σουπερ μάρκετ είναι σχεδόν άδειο κείνη την ώρα. Αυτό τον βολεύει. Στο ταμείο κάθεται η άγνωστη που συντρόφευε τον Β. Μόλις συναντιούνται τα μάτια τους, ξαφνιάζεται. "Τι θέλετε;" ψελλίζει. Αυτός της προτείνει το πιστόλι. " Βάλε τα λεφτά σε μια σακούλα!" την προστάζει σφυριχτά. Η άγνωστη διστάζει. " Κάνε αυτό που σου λέω! τα χρειάζομαι για τους φτωχούς. Γρήγορα!" ξαναδιατάζει. Η άγνωστη αδειάζει το ταμείο σε μια τσάντα. Νάιλον ή ότι έχει. Ωστόσο από το βάθος εμφανίζεται ένας σεκιουριτάς. Κρατάει πιστόλι και σημαδεύει τον πρωταγωνιστή που γυρίζει και τον αιφνιδιάζει. Πυροβολεί και το πιστόλι του σεκιουριτά, εκσφενδονίζεται πέρα. Πέφτει επάνω του και με δυο μπουνιές ξεκαθαρίζει την κατάσταση. Πάντα έτσι συμβαίνει. Η άγνωστη τον κοιτάζει με θαυμασμό. Αυτός της δίνει ένα φιλί κι εξαφανίζεται.

Πλατεία. Παγκάκια. Πεινασμένοι, Κούρδοι, Πακιστανοί, Έλληνες, ρακένδυτοι όλου του κόσμου, με σβησμένα μάτια, εκλιπαρούν ένα ξεροκόμματο. Ο Α καταφτάνει ανάμεσα τους. Από την σακούλα, βγάζει και μοιράζει τα λεφτά. Οι πεινασμένοι ορμάνε Παίρνει ο καθένας ότι μπορεί. Κάποιοι του ξεσχίζουν το πουκάμισο αφού δεν προλαβαίνουν να πάρουν λεφτά, άλλοι το παντελόνι. Το σλιπάκι. Τον αφήνουν εντελώς γυμνό κι ύστερα το βάζουν στα πόδια. Ένα τσούρμο μπάτσοι που παρακολουθούσε την σκηνή, έκπληκτοι ορμάνε κατά εκεί. Σβέλτα ο Α τρέχει προς ένα αυτοκίνητο, ξένο, πως τα βρίσκουν ανοιχτά τα αυτοκίνητα οι πρωταγωνιστές είναι άγνωστο και ως δια μαγείας μπαίνει μέσα, βάζει μπρος ως δια μαγείας, αναπτύσσει ταχύτητα..... συνεχίζεται.




ΠΟΤΗΣ

Καθόταν στη γωνιά του κι άναβε το ένα τσιγάρο κατόπιν του άλλου. Μάλιστα επειδή δεν είχε φωτιά, σπίρτα, αναπτήρα, ίσκα και τα λοιπά, άναβε απ το τελευταίο, λίγο προτού κάψει την κιτρινισμένη του απ΄την νικοτίνη, ψυχή, λίγο προτού πάρουν φωτιά τα ωχριασμένα μουστάκια του. Έπινε μαύρη ρετσίνα, τράβαγε γeρές ρουφηξιές θανάτου, στόχευε την καρδιά του και δεν του καίγονταν καρφί, αν πέθαινε τώρα απ το φούμο, απ τον καρκίνο του.. πνεύματος, όπως τον είχε προειδοποιήσει ο γιατρός. Θα πεθάνεις, κακομοίρη του είπε και κάπνιζε τον στριφτό μαύρο καπνό του κι αυτός. Κάποια στιγμή, το τσιγάρο έπεσε καταγής κι ο γέρος χώθηκε με μιας κάτω από το τραπέζι, κάτω απ τις καρέκλες, κάτω απ τον εαυτό του, βούτηξε τη γόπα και την ρούφηξε ενώ τα μάτια του τσουρουφλιζόταν απ την ξευτίλα του ποτού και του τσιγάρου. Όταν ανορθώθηκε, τραγουδούσε τα ποτά και τα τσιγάρα κι αμέσως, το καθισμένος στο απόμερο παγκάκι, το τσιγάρο έχει πέσει καταγής, χαμογελώντας, σαν να ήξερε πως όλος ο κόσμος ήταν δικός του, και μονολόγησε πως όποιος έχει υπάρξει καπνιστής και το κοψε, κάποια μέρα θα ξαναφουμάρει ο διάολος να σκάσει Στις Δημοκρατικές κοινωνίες, δεν επιτρέπονται οι ολικές απαγορεύσεις, έλεγε στην οθόνη, ο καθηγητής εγκληματολογίας, Γ.Πανούσης, μιλώντας για την απαγόρευση του τσιγάρου, κι ο γέρων περηφανεύτηκε, ανάβοντας με την στουρναρόπετρα, αυτή τη φορά το τελευταίο τσιγάρο, το τσιγάρο που κρατώ, στον ένα μου θεό, μια ζωή θα σ αγαπώ, πως ακόμα και οι θεοί συμφωνούσαν μαζί του, άρα και ο καθηγητής, που ήξερε τόσα πράγματα, τι διάλο καθηγητής θα ήταν αλλιώς, αλλά αυτό ήταν το τελευταίο του τσιγάρο στην πραγματικότητα, αφού σε λίγο είχε πεθάνει, είχε γείρει, με βλέμμα άδειο, πάνω στο τραπέζι, ενώ το τσιγάρο του έκαιγε το μυαλό, του έκαιγε τα σπάργανα του νου.



 

Τρίτη 19 Αυγούστου 2025

Σας αρέσει ο Πιέρ Λοτί;

 

 


Για να αρέσεις στους άλλους πρέπει ν αρέσεις στον εαυτό σου. Πόσο μάλλον για την αγάπη. Αν δεν αγαπάς τον εαυτό σου μπορείς ν΄αγαπήσεις τους άλλους; Υπάρχουν όμως άνθρωποι που δεν τους αρέσει ο εαυτός τους; Άνθρωποι που δεν αγαπάνε την ύπαρξή τους; Και για ποιους λόγους άραγε; Όλο ερωτήματα είμαι. Καλό βράδυ.
Τώρα, ετούτο μόνο κακόγουστο αστείο μπορεί να είναι:Η Ελλάδα είναι μια από τις πλουσιότερες χώρες της Νότιας Ευρώπης και επίσης στην 25η θέση των πλουσιοτέρων χωρών του κόσμου! Αν πάρουμε σαν παράδειγμα τη φτώχεια που κυριαρχεί εδώ-φανταστείτε τι συμβαίνει στη Ζιμπάμπουε. Δεν ξέρω πως υπολογίζουν τον πλούτο μιας χώρας οι στατιστικές. Ο Καπιταλισμός βέβαια ξέρω: πως θα κάνει φτωχότερους τους πολλούς ανθρώπους.
Δεν ήθελα να πάω πουθενά, σκόρπιος σαν πεταμένο βιβλίο, πήρα πάλι τους δρόμους.
Φίλες και φίλοι ξέρω πόσο σας αρέσει η ποίηση. Οι Έλληνες είμαστε λαός ποιητικός, όλοι γράφουμε. Μερικές φορές όμως καταντάει βαρετό. Νομίζουμε πως θα γίνουμε όλοι Όμηροι και είμαστε όμηροι με μικρό βέβαια, φυλακισμένοι κατά κάποιον τρόπο μεγαλόπνοων ιδεών, επειδή γράψαμε μιας πεντάρας λόγια. Φαίνεται πως θεωρούμε την ποίηση εύκολο λόγο.
Δεν ξέρω αλλά θα πω κάτι εδώ που με εκφράζει όταν γράφω ποίηση:[επειδή χρησιμοποιώ σχεδόν όλα τα είδη του λόγου] Νιώθω την ποίηση σαν μια άλλη απέραντη δύναμη, κάτι που με ωθεί να το πω μόνον έτσι. Οι λέξεις, τα συναισθήματα, οι εικόνες, στην αρχή τρέχουν αλόγιστα, θαρρείς πως θα φτιάξεις μ΄αυτές μια Πυραμίδα, και έχει αυτό μια άλλη ευχαρίστηση. Κι έπειτα έρχεται κάτι άλλο: πόσοι μπορούν να γράψουν ποίηση κατά παραγγελία; Ο Ρίτσος ήταν ένας επαγγελματίας ποιητής; Ο Παλαμάς; Ο Έλιοτ ίσως και ο Ελύτης απέκτησαν αυτό το δικαίωμα. Ο Καρυωτάκης ήταν αμεσότατος ποιητής δεν υποκρινόταν.
Αργά. Μεσάνυχτα και κάτι.
Αν δεν κουνήσουμε το βρακί μας δε γίνεται τίποτα.
Και πως να το κουνήσεις; Σημαία είναι;
Αχά! τελειώσαμε σε μια σπείρα ύπαρξης
Ανόητο μου φαίνεται να υπάρχεις έτσι.
 

Δευτέρα 18 Αυγούστου 2025

ΤΟ ΣΥΝΕΧΈΣ ΑΝΎΠΑΡΚΤΟ.

 


Δηλαδή, τι θα γινόταν αν ο Σίσυφος κατάφερνε τελικά να σταθεροποιήσει την πέτρα πάνω στην κορυφή του βουνού! Αυτός είναι ο στόχος του; Το θέμα είναι αν ο Σίσυφος το ξέρει ή έστω το καταλαβαίνει πως ο στόχος του είναι ένα συνεχές ανύπαρκτο μέλλον, όπως ένας σύγχρονος άνθρωπος κάνει καθημερινά τα ίδια πράγματα: πηγαίνει στο γραφείο του, εργάζεται, προσπαθεί ν ανεβάσει τις μετοχές της επιχείρησης του, την οποία θα μεταβιβάσει στο μέλλον στα παιδιά του για να κάνουν και εκείνα την ίδια προσπάθεια. Είναι δηλαδή μια διαρκής επανάληψη με άπειρους στόχους που δεν μπορούν να δώσουν νόημα στη ζωή του ανθρώπου. Του ανθρώπου που βάζει στόχο το ακατόρθωτο, αυτό αποδεικνύει ο μύθος του Σίσυφου.  


 

Παρασκευή 15 Αυγούστου 2025

ΕΠΑΝΕΚΊΝΗΣΗ ΤΟΥ ΚΌΣΜΟΥ

 


Οι ευτυχισμένοι να σηκώσουν το χέρι. Όπως κι όσοι έχουν δουλειά αύριο. Όσοι έχουν τις μαύρες τους να σηκώσουν κι αυτοί το χέρι. Να μετρηθούμε. Να δούμε ποιοι είναι περισσότεροι. Ποιοι κερδισμένοι και ποιοι χαμένοι. Καλό βράδυ.
Έχετε κοροϊδέψει ποτέ κανέναν; τον εαυτό σας;
Να κοροϊδεύεις τους άλλους μπορείς- αν και αυτό χρειάζεται ικανότητα, καπατσοσύνη. Να κοροϊδεύεις τον εαυτό σου δεν μπορείς. Εγώ ποτέ δεν κατάφερα ούτε το δεύτερο- πόσο μάλλον το πρώτο που το θεωρώ επαίσχυντο.
Γιατί η προσωπικότητα είναι το σύνολο της πνευματικής και σωματικής μας πληρότητας.
Κανονικά θα έπρεπε να αρχίσει μια καινούργια Γαλλική επανάσταση. Ίσως μια παγκοσμιοποιημένη επανάσταση αλλά μάλλον ο σημερινός άνθρωπος δεν μπορεί να επαναστατήσει με τέτοιον τρόπο
Πρέπει να σκοτώσουμε όλους τους πλούσιους. Μόνον έτσι μπορεί να επανακινήσει ο κόσμος. Αν δεν το κάνουμε αυτό, δεν πρόκειται να επιβιώσει ο ανθρώπινος πολιτισμός. Η κρίση είναι όλων των πλουσίων φτιαγμένη.
Άργησα λίγο να σας δω.
Απλά με ενοχλεί να φύγω από αυτό τον κόσμο
χωρίς να καταλάβω γιατί ήρθα.
Ένα μπουκάλι τρύπιο η ζωή μας. Όσο το γεμίζεις, τόσο αδειάζει. Θέλουμε να πούμε κάτι αλλά δεν το λέμε. Τι είναι αυτό; Κι αν βρίσκαμε μια λύση, εσύ κι εγώ, θα την πραγματοποιούσαμε; Ή θα σκοτωνόμαστε στα βουνά; Προς το παρόν, μας σώζει που βρεθήκαμε εδώ.
παίζω και με σημαδεμένη τράπουλα

ΟΙ ΜΟΓΓΟΛΟΙ ΔΕ ΓΙΟΡΤΆΖΟΥΝ ΣΉΜΕΡΑ.

 


Είχα και λίγους σε εκτίμηση, τους έχασα κι αυτούς με τα ευχολόγια.

 Τέλος πάντων. Ας δεχτούμε πως και ο καθένας φταίει για την ηλιθιότητα των άλλων.

.πρόβλεψα το τέλος των θρησκειών στη δική μου γενιά αλλά μάλλον έπεσα έξω.

Οι Μογγόλοι έχουν υψηλότερο μέσο όρο νοημοσύνης από τους Έλληνες! [Αν και δεν πιστεύω σ αυτή την αθλιότητα που λέει πως, όποιος αναγνωρίζει συγκρίσιμα, μαθηματικά σχήματα, είναι πιο έξυπνος από τους άλλους.]
Οι εγκυκλοπαιδικές γνώσεις, για μένα, καθορίζουν το iq των ανθρώπων και, ίσως μόνον αυτές διαρθρώνουν το ποιόν, το ήθος του.
Νοήμων είναι αυτός που καταλαβαίνει, που αντιλαμβάνεται, που έχει αντίληψη, όχι αυτός που ξέρει μαθηματικά.
Οι περισσότερες μαθηματικές ευφυΐες που έχω γνωρίσει δεν μπορούσαν ν αρθρώσουν λέξη. [Κοινώς Μογγόλοι.]
Φυσικά, ο Όμηρος είχε ανώτερο iq από τον Steven Hoking.
Ο Όμηρος γνώριζε από ηρωισμό, πόνο, εκδίκηση, θάνατο, αγάπη, εγκατάλειψη, θλίψη, αυταπάρνηση, σεβασμό. Ακόμα και ο γελαστός Einstein, τι νοήμων υπήρξε σ αυτά;]
Πρωτότυπο. Απόψε ξενυχτάω αναδιαβάζοντας Σέξπηρ. Του μπι ορ νο του μπι- με ήτα είναι πιο συγκλονιστικό. Αλλιώς οι ήττες μου είναι χειρότερες από του Βατερλό. Όλο παρενθέσεις είμαι τελευταία. Του μπη λοιπόν ορ νο.. Το δίλλημα [δε θυμάμαι αν είναι με δυο λαμδα ή με δυο μ] θα έπρεπε να ήταν να γεννηθεί κανείς ή να μη γεννηθεί. Πρωτότυπο. Εγώ και ο Σάιλωκ γεννηθήκαμε ένα απόγευμα πριν από πέντε αιώνες. Όλοι οι ήρωες του Σαίξπηρ είναι τραγικοί. Τώρα εδώ το Σαί με αι, δεν ξέρω γιατί το προτιμούσαν οι πρό τινός πρόγονοι μας, πάντως, ίσως, ο πιο τραγικός ήρωας να είναι ο Ιάγος. Αυτός που ζηλεύει και τη σκιά του! 

  

Τετάρτη 13 Αυγούστου 2025

ΟΡΝΙΘΌΣΠΙΤΟ

 


-Μεγαλώνουν οι τρίχες της περούκας; με ερωτά μειδιών.
-Ουχί μόνον! του απαντώ υπομειδιών.
-Και οι τρίχες των κάτω άκρων; έχουσιν αι πατούσαι τριχίδια; συνεχίζει να με κανονιοβολεί τυρβάζων. [Ε, νυν, χρη μια τύρβη, ένα τυρβάζω κλπ, εις το κείμενον!]
-Όλαι αι τρίχαι μεγαλώνουν! του απαντώ στομφωδώς αν και υποβλέπω τα ήκιστα εκ των χειρίστων, διότι δεν μου άρεσεν η κατάληξις -ίδια που χρησιμοποίησεν.
-Μη φοβού, δεν θα παρεκτραπώ. Οι όρχεις [δεν λέω τ αρχίδια] έχουσιν βεβαίως τρίχες και μάλιστα μακριές ως τα μαλλιά κορασίδων.
-Ααα, ευτυχώς που δεν παρεκτρέπεσαι! Και τι σε έπιασεν με τας περούκας και τους όρχεις; [δίδυμοι γεννητικοί αδένες! φοβερό; υπάρχει κανείς άντρας που αισθάνεται έτσι τ αρχίδια του;]
-Διότι αγαπητέ μου εσύ είσαι φενάκη, μου επιτίθεται. Όλοι οι καλλιτέχνες είσαστε φενακιστές. Μηδενός εξαιρουμένου. Ο Θοδωράκης, ο Χόρν, ο Τσαρούχης
-Και τι σχέση έχει με την περούκα ο Μίκης; αυτός έχει δικιά του κόμη. Ο Τσαρούχης ήτο φαλακρός αλλά ουχί απατεών..πως τολμάς...
-Χαχαχαχα! με τέμνει. Η περούκα είναι μια φενάκη, μια εξαπάτηση που κάνει αυτός που την φορεί διότι είναι φαλακρός; κατάλαβες; Οι καλλιτέχνες εξαπατούν τον κόσμο δείχνοντας ενίοτε μόνον την καλλίστη του όψιν. Ο Τσαρούχης ζωγράφιζε μόνο ευτυχισμένους ναύτες, ο Χόρν είχε μια διαβολική ορχηστική κίνηση σε σχέση με την ευτυχία της ζωής.
-Οιωνοσκοπείς ως αλέκτωρ μοναδικός βασιλεύς εν τω ορνιθοσπιτο. Οι καλλιτέχνες είναι οι μόνοι των ανθρώπων που συναισθάνονται την ευθύνη για όσα συμβαίνουσι στο σύμπαν!
-Άμα δεν υπερασπιστείς το σπίτι σου θα πέσει να σε πλακώσει. Εμ, βέβαια τι θα κάνετε εσείς; Φοβούμαι πως είστε, τελεσίδικα οι καταστροφείς αυτού του κόσμου, ωρύεται φεύγων εκάς, φοβούμενος ο ίδιος την δικαίαν απάντησιν που του ετοίμαζον. Και με αφήνει μόνο μου στη σκιά αυτού του ήλιου να ξεκαρφώνω με την ηλάγρα τις αυταπάτες.
[Παλιο χρονογράφημα μου.]

Τρίτη 12 Αυγούστου 2025

ΙΟΥΛΊΑ. ΤΙΜΉς ΈΝΕΚΕΝ

 


 

ΜΝΗΜΕΣ
«Γιατί πέρασαν τόσα και τόσα μπροστά από τα μάτια μας
που και τα μάτια μας δεν είδαν τίποτα παραπέρα..»
Γ. Σεφέρης [μυθιστόρημα]
Τον Αύγουστο με τα πανηγύρια
στις χαμηλές κωμοπόλεις της επαρχίας
γιατί γύριζαν τόσο μεθυσμένα
τα βραδινά παλικάρια
-ξαδέρφια και φίλοι αγκαλιασμένοι
και τραγουδούσαν λαϊκά τραγούδια
με φωνές ζεστές, ερωτευμένες;
Γιατί περνούσαν τόσο νωρίς τα Καλοκαίρια
Όταν εμείς περιμέναμε πολλά
Όταν εμείς δεν ξέραμε από φόβο;
Ήταν πικρές οι αγριοροδακινιές στα περιβόλια
Και
Στα μποστάνια οι πετροβολημένες χελώνες
δάγκωναν τα αγγούρια που διψούσαν για νερό
Ήταν και οι κληματαριές, γεμάτες σφήκες
που περίμεναν το αόριστο τέλος
το τέλος του Καλοκαιριού
Ήταν τα παιδιά που μεγάλωναν
πέρα από τις κληματαριές
πέρα από τη ζέστη
Μακριά από την περπατησιά του μερμηγκιού
Οι ίσιοι τους μεγάλωναν μες τα κοντά παντελόνια τους
με την αύριο, να μη χρειάζονται πια
το παιχνίδι της μακριά γαϊδάρας, τα σκλαβάκια
και το κυνηγητό στες αυλές
Τότε χάθηκαν μες τις καπνισμένες πέτρες του Αυγούστου
Οι μικρές σιαμιαμίδες τρέχοντας γρήγορα να καούν
Τόσα Καλοκαίρια
Τι είδαμε εμείς που φωνάζαμε για λευτεριά;
Το σιτάρι μας το είχαμε αμπαριάσει με σιγουριά
Και
Τότε, τίποτε δεν θα έρχονταν να διώξει
τις σφήκες από τα μαλλιά των κοριτσιών
που λούζονταν στα πηγάδια του έρωτα
Τον Αύγουστο περπατούσαν οι μνήμες στις πέτρες
Αυτές τις πέτρες που έχτιζαν τα πεζούλια οι πατεράδες
να φυλάξουν τα πουρνάρια και τα σχίνα
Τα σχίνα με τα κόκκινα αγουροξυπνημένα ματάκια
που σέρνονταν χαμηλά στις σκόνες
Αυτές τις πέτρες, μαύρες κι ακανόνιστες
σε χώρους ποτισμένους με ψυχές
κοντά στη ησυχία του νεκροταφείου
εκεί που έκλαιγαν κάτι μαύρες γριές
εκεί που περνάγαμε κι εμείς μια αναπνοή
από λεμονανθούς και μια στυφή έγνοια
από σπασμένο ρόδι
Αυτές τις πέτρες τι να τις κάναμε τώρα;
[Απόσπασμα από το ομότιτλο ποίημα μου]
 

Δευτέρα 11 Αυγούστου 2025

ΣΥΓΝΩΜΗ, ΛΆΘΟΣ

 



Σάββατο 9 Αυγούστου 2025

ΚΥΡΙΑΚΆΤΙΚΑ

  

 


Πήγα μια βόλτα. Όχι μακρινή, μέχρι το Θησείο. Κάθισα σε ένα παγκάκι, εκεί στο παζάρι, λιγόπρωο ήταν ακόμα, κάθισα να χαζεύω. Ενα πανηγύρι άρχισε να κλώθεται, γύρω μου κι έβλεπα αυτούς τους ανθρώπους, όλων των ηλικιών να συνωστίζονται, να κάνουν αστεία μεταξύ τους, να τσακώνονται ποιος θα πάρει το καλύτερο πόστο στην αγορά. Άνθρωποι απ όλον τον κόσμο, παγκοσμιοποίση, σκέφτηκα. Κάποια στιγμή με κέντρισαν πεντε-έξι τύποι, που έστησαν ένα χαροκούτι κι άρχισαν να παίζουν τον παππά. Το γνωστό παιχνίδι. Εδώ παππάς, εκεί παππάς, που΄ναι ο παππάς. Τα χαρτιά έπαιζε μια χοντρή τεραστίων διαστάσεων. Έλα βάλε πενήντα, κάτω εσύ, πάνω εσύ, έλα πάρε, κι εδιναν το πενηντάρικο ο ένας στον άλλον, οι αβανταδόροι μεταξύ τους, περιμένοντας το θύμα. Σε λίγο ο ενας τσιλιαδόρος που ηταν μπροστα μου έδωσε σύρμα. Ως δια μαγείας διαλύθηκαν όλοι, όλα έγιναν καπνός, το χαρτοκούτι έφαγε μια κλωτσιά, τα χαρτιά κρυφτηκαν στην ρόδα ενος αυτοκινήτου, οι αβανταδόροι βόλταραν αδιάφορα και είχε μια πλάκα να τους βλέπεις, σαν στην οθόνη ενος κινηματογράφου, τα πάντα γινόταν στην εντέλεια. Ένα μάθημα που το είχαν μάθει χρόνια. Μόλις έφυγε η Αστυνομία, το σκηνικό επαναλήφτηκε, εδω παππάς, εκεί παππάς, περιμένοντας το θύμα που κάποτε έσκασε μύτη και ήταν ένας μουγγός κακομοίρης, που του πήραν σχεδόν μαγικά διακόσια ευρώ, που να καταλάβει ο κακομοίρης, δεν μπορούσε και να μιλήσει, να διαμαρτυρηθεί και οι παπατζήδες εξαφανίστηκαν ως δια μαγείας όπως δια μαγείας είχαν εμφανιστεί. Αυτή είναι η Ελλάδα σε όλα τα επίπεδα, ένα ατέλειωτο παπαδιλίκι, εδώ παππάς, εκεί παππάς, που είναι παππάς;

Παρασκευή 8 Αυγούστου 2025

Η ΑΓΡΙΌΤΗΤΑ ΤΗΣ ΗΣΥΧ'ΙΑΣ 2

 


Η αγριότητα της ησυχίας. Κάθε Αύγουστο αυτοί που μένουμε πίσω λέμε τα ίδια τετριμμένα πράγματα. Άδειασε η Αθήνα, πιο άδεια δεν ήταν ποτέ, που πήγαν όλοι; Που τα βρίσκουν τα λεφτά και πάνε διακοπές...χαχαχα! κανένας δεν ξέρει πως οι Έλληνες πάντα έχουν- οι μισοί τουλάχιστον.
Η αγριότητα της ησυχίας μ αρέσει και δε μ αρέσει γιατί όταν κυκλοφορείς σε μέρη πολυσύχναστα και τα βλέπεις έρημα σου κάνει ένα κλικ αλλιώτικο, πολλοί λένε πως τους αρέσει, εμένα δεν μπορώ να πω πως με συναρπάζει, μια ζωή μέσα στον κόσμο αν ήθελα να γίνω ερημίτης θα πήγαινα σε κανένα ξωκκλήσι... φτου! φτού!
Γιατί να σου αρέσει η έρημη Αθήνα;
Αφού είμαι εδώ, ανοίγω τα χρώματα μου στο εργαστήρι και προσπαθώ να συγκεντρωθώ στη σύνθεση της ντυστοπίας, οπότε μέσα στην αγριότητα του κόσμου μπαίνει ένας Βούλγαρος και με ρωτάει αν μπορεί να μου πει κάτι για την γυναίκα του που τον παράτησε με ένα παιδί στην πλάτη.
Τον κοιτάζω με σουβλερή αθωότητα.
-Όχι, του λέω δεν μπορείς να μου πεις τίποτα για τη γυναίκα σου που σε παράτησε.
-Μια μπύρα έχει; μου λέει παρακαλώντας.
Του δίνω μια μπύρα αμίλητος. Αυτός φεύγει και μου αφήνει ανοιχτή τη σήτα που έχω βάλει στην πόρτα για τα γαμοέντομα. Δεν τον κυμηγάω να του πάρω τη μπύρα πίσω. Πάω και κλείνω ήσυχα τη σήτα και επιστρέφω στην αγριότητα της dystopia. Κάπως έτσι είναι τον Αύγουστο η Αθήνα της ερημιάς.

μισή σκέψη για όλα

 


Από τον ήχο των βημάτων καταλαβαίνεις ποιος σε ακολουθεί; Τκ-τκ στην άσφαλτο, ανεπαίσθητα. Κπτκτιπ! μια γυναίκα! τακ-τακ, τακ. Ο δολοφόνος δεν ακούγεται σέρνει τα βήματα....σουρς! γιατί όμως ο γυναικείος ήχος είναι πιο δυνατός; χωρίς την άκρη του ματιού, το ίδιο είναι, μέρα ή νύχτα, απλά η γυναίκα ακούγεται πιο πολύ! Τακ-τουκ, τακ-τουκ, με το τουκ μερικές φορές να κοντοστέκεται αν θέλει να σε προσπεράσει ή όχι. Εσύ κοντοστέκεσαι να σε προσπεράσει το ωραίο. Μπορεί να ήθελες να μιλήσεις στα βήματα αλλά έχασες την ευκαιρία.Το σκοτάδι καταπίνει το τακ-τουκ. Απομακρύνεται κι εσύ χάσκεις σε έναν βρεγμένο ουρανό. Ο ήχος μεταδίδεται καλύτερα στο νερό;




Κατάλαβα πως η ζωή είναι πολύ σκληρή και αδιαπραγμάτευτη σ αυτά που ορίζει. Δώδεκα με δεκατρία σου λέει πως θα μεγαλώσει το πέος, και μεγαλώνει χωρίς να σε ρωτήσει κανείς αν θέλεις ή δε θέλεις να γίνει αυτό. Ξαφνικά βρίσκεσαι αντιμέτωπος με την ηδονή, όχι πως δεν σε είχε προειδοποιήσει αλλά δεν το περίμενες έτσι. Μικρό, μεγάλο, ευαίσθητο, αιχμηρό αντικείμενο, σάρκα ιδιότροπη για τον καθένα

Ακούστε φίλοι και φίλες. Δεν χρειαζόμαστε ανθρώπους που θα πηγαίνουν στο καζίνο. Ανθρώπους που θα νοικιάζουν την γη μας σε άλλους,που δεν θα κάνουν τίποτα στη ζωή τους,που δεν θα προσφέρουν στον αγώνα της ζωής και θα οδηγούν την ζωή μας με βάση τον υπερχρηματισμό και το Αμερικάνικο όνειρο ποιος θα γίνει πλουσιότερος σε βάρος των πολλών, ποια θα φοράει την καλύτερη τουαλέτα και η άλλη δεν θα έχει σουτιέν για να κρύψει την γύμνια της. Αν δεν γίνει μετριασμός και κόντεμα της οικονομικής διαφοράς μεταξύ πλουσίων και φτωχών-σήμερα φτάσαμε στο χειρότερο σημείο αυτής της απόστασης- δεν πρόκειται ποτέ να πούμε πως προσπαθήσαμε για την καλυτέρευση των όρων της ανθρώπινης σύζευξης πάνω στον πλανήτη γη.

 



Στην πραγματικότητα γνωρίζουμε τον εαυτό μας;
Δύσκολο να τον περιγράψεις, πιο δύσκολο να τον ζωγραφίσεις στο χαρτί. Στον καμβά. Επεξεργάζοντας μια προσωπογραφία-αυτο.
Στην ουσία μάλλον όλοι νομίζουμε πως είμαστε κάποιοι άλλοι.
Στην ουσία είμαστε ένας θόρυβος από μυστηριώδεις φοβίες, αξεδιάλυτους νευρώνες. Το μέσα μας και το έξω μας, εύκολο να συμβιβαστούν αλλά μόνο σαν μια πενιχρή συμμαχία. Όχι, για τους άλλους.
Η ελευθερία του μυαλού μας δε φτάνει να ικανοποιήσει τον άλλον μας εαυτό. Ο οποίος είναι ανίκητος. Η συνείδηση λοιπόν, είναι ανίκητη.
Έργα χωρίς συγκεκριμένες μορφές, φόρμες, ιδέες. Γρήγορο σχέδιο, σώμα, ψυχή, τόποι. Σχεδόν Ντανταιστστικό.
Οι μορφές ακανόνιστες, άνδρες, γυναίκες, παιδιά. Φαιδρά δέντρα, χαρά, λύπη. Αυτό είναι ένα δύσκολο μέρος της ζωγραφικής: η επιλογή θεμάτων.
Το άλλο είναι πως ο ζωγράφος χρειάζεται κόσμο. Χρειάζεται να ζωγραφίζει για κάποιον ή κάποιους.
Κι έπειτα σκέφτηκα πως τώρα πια πρέπει να ζωγραφίζω πιο ελεύθερα, ακολουθώντας το χέρι, όχι όπως είναι οι εικόνες, απλά να υιοθετούν την ένωση τους. Η ζωγραφική δεν είναι πια μίμηση της πραγματικότητας.
[Για τη ζωγραφική μου και όχι μόνο, στα περιθώρια των σελίδων.]



Είναι λυπηρό να απορρίπτεις έναν φίλο, μια φίλη μετά από χρόνια και να λες, κοίτα πόσο πίσω έμεινε! Αυτή η αίσθηση της απόρριψης, μέσα μου, για κάποιους που θεωρούσα ανώτερους, κάποιου επιπέδου τέλος πάντων, με συνθλίβει. Εχω πολλούς τέτοιους φίλους που κατα καιρούς τους βλέπω και απορώ πως επιμένουν στερεότυπα σε πράγματα που έχουν αλλάξει άρδην, με έναν εγωισμό που καταδεικνύει την ασχετοσύνη τους. Καλησπέρα κυρίες.



Πέμπτη 7 Αυγούστου 2025

σημειώσεις για εγγράμματους

 

 


Τελικά, σκέφτομαι γιατί να μου αρέσει αυτός ο παράλογος κόσμος που ζούμε. Ακόμα γιατί, αφού είναι τόσο σκατένιος να μη θέλουμε να τον εγκαταλείψουμε; ίσως επειδή είμαι ακόμα ζωντανός κι αυτό με κάνει άτρομο. Ίσως επειδή ξέρουμε πως δε θα ξαναυπάρξουμε ποτέ εδώ. Ίσως.

 

κάποια στιγμή όλα τελειώνουν. Τα τσιγάρα, τα ποτά, οι αγάπες, τα ψέμματα και οι αλήθειες. Τα λεφτά. Την ώρα που τα έχεις ανάγκη σου λείπουν Μυστήριο πράγμα με μας. Λες και είναι τρύπιες οι παλάμες μας.

θα ήθελα να ήμουν πρωτόγονος, δε θα κουβαλούσα τίποτε από τα πέντε εκατομμύρια χρόνια βλακείας-Ιστορίας στην πλάτη μου, που με ισοπεδώνουν σήμερα.


Το πορτρέτο έχει μια γοητεία. Η μάλλον πολλές γοητείες. Έχω ζωγραφίσει εκατοντάδες ανθρώπους. Ίσως πάνω από χίλιους. Νέους γέρους, άσχημες, κούκλες, ασήμαντους, βλάκες, χοντρούς, διάσημους. Για μένα δεν υπάρχει άσχημο πρόσωπο στη ζωγραφική. Όταν το λέω αυτό ειδικά σε μερικές γυναίκες που διατείνονται πως είναι άσχημες, νομίζουν πως τις κοροϊδεύω. Όχι δεν κοροϊδεύω ποτέ. Δεν υπάρχει άσχημο πρόσωπο αντικειμενικά. Άσχημες ψυχές που το εμφανίζουν στη μούρη υπάρχουν. Ότι είσαι μέσα σου δείχνεις και απ έξω.
Μου αρέσει αυτό το ψαχούλεμα της μορφής των ανθρώπων. Δεν είναι απλό. Όταν ζωγραφίζεις ένα πρόσωπο είναι σαν να κάνεις εκτός από ανατομία και ψυχογραφία.
Βρίσκεις τι κρύβεται πίσω από το βλέμμα του πίσω από το μυαλό του και πολλοί δεν αντέχουν αυτή την εξεταστική ματιά του ζωγράφου. Μια γυναίκα κάποτε στη Σαντορίνη μου είπε πως η ματιά μου ήταν σαν λεπίδι χειρούργου. Ταράχτηκα τότε, ήμουν και μικρός, μετά κατάλαβα τι εννοούσε η κυρία
 
Κανένας δεν έχει μια απάντηση. Τσιμουδιά. Ωραία λέξη για τα ζώα
  • Όταν πρέπει να σκεφτείτε κάνετε μώκο.

Οι ερωτήσεις μου είναι σαδιστικές για το ανθρώπινο είδος.
Εγώ δε μιλάω εδώ για ν ακούω αηδίες. Σίλια παρεκτρέπεις. άνευ λόγου.
  • Μην γίνεσαι ανόητη. Η κουβέντα δεν είναι προσωπική να μιλάς επί των λεγομένων.
  • Δε νομίζω πως οι άνθρωποι έχουν επίγνωση και αλληλοσκοτώνονται με βάση τον υπερπληθυσμό. Εξ άλλου ποτέ δε φτάσαμε να μη μας χωράει η γη.
 

Η ΗΛΙΚΊΑ ΤΗΣ ΘΆΛΑΣΣΑΣ

      οϊμέ τοις υπάρχουσι-φοβερή η λαϊκή ρήση: αφού γεννήθηκες θα υπάρχεις τραγωδός.     με την ηλικία της θάλασσας στα μάτια και με την υγε...