Τετάρτη 5 Μαρτίου 2025

ΜΟΡΙΣΟΝ

 

 


 

Δεν ξέρω τι σόι, σκατά τύπος ήταν αυτός ο Τζιμ Μόρισον, που πέθανε ανοήτως σε ηλικία είκοσι επτά χρονών και κάποιοι έγραψαν πάνω στον τάφο του με Ελληνική γραφή, " Κατά τον δαίμονα εαυτού." Κυνηγημένος στο Παρίσι, από τις ΗΠΑ για προσβολή Δημοσίας αιδούς! Μου αρέσει η ποίηση του, όμορφος άντρας, είπε μεταξύ άλλων, πως, φίλος είναι αυτός που σου παρέχει απόλυτη ελευθερία να είσαι ο εαυτός σου, που να βρεις τέτοιους φίλους, όμως ο φόβος καθρεφτίζεται στα μάτια του, παρ ότι μοιάζει στιβαρός στο σύνολο, συμβούλεψε να εκθέτουμε τον εαυτό μας στον βαθύτερο φόβο, ίσως έτσι γίνουμε ελεύθεροι, και, τα ναρκωτικά που απεχθάνομαι, δεν μπορώ να βρω άλλη λέξη, έχω χάσει αρκετούς φίλους από αυτά, περιέργως τους συμπαθούσα θανάσιμα όταν ήταν άπιωτοι και με εκνεύριζαν αφάνταστα όταν βασανισμένοι από αυτό τον όλεθρο ξέπεφταν στα μάτια μου, γίνονταν κακοί, στρέφονταν ου, ο στίχος και η μουσική στα τραγούδια του, μοιάζει να ήταν κατά της ζωής, δε λογάριαζαν τίποτε και έτσι όδευαν προς τον γρήγορο θάνατο.

Τρίτη 4 Μαρτίου 2025

Η ΔΥΣΤΥΧΊΑ ΝΑ ΕΊΣΑΙ ΣΥΓΓΡΑΦΈΑΣ

 

 


Μπορεί πολλές φορές να φαίνομαι πικρός για τον κόσμο μας. Σκληρός και απόλυτος σε πολλές θέσεις αλλά δεν μπορώ να χαϊδέψω πλάτες. Έτσι μεγάλωσα και είμαι περήφανος γι αυτό.
Οι Έλληνες μικροαστοί συναγωνίζονται ποιος θα πει την μεγαλύτερη μαλακία κι αλίμονό μας αν αντιληφθεί - ίσως από τα λαικ- πως αρέσει! Τότε οι δημοσιεύσεις τους θα μας πυροβολούν αλύπητα.
Νομίζω, πως το γράψιμο είναι μεγαλύτερη δυστυχία από τη ζωγραφική. Και τα δυο μαζί είναι σκέτη απελπισία. Μιλάμε βέβαια για πραγματικούς ζωγράφους και συγγραφείς.
Η μεγαλύτερη ατυχία μου ήταν που υπήρξα ωραίος. Αν δεν είχε συμβεί αυτό, θα ήμουν καλύτερος ζωγράφος απ τον Πικάσο.
Δεν υπάρχει ωραίος βλάκας.
Έχω αρκετά πράγματα μέσα στο μυαλό μου περί την τέχνη. Ας πούμε, λέω πως οι άνθρωποι χωρίς την τέχνη θα έκαναν τη ζωή τους περισσότερο ανιαρή και μονότονη. Χωρίς εποχές, δίχως πολιτισμό, και την ανθρώπινη αντίληψη της ομορφιάς που οι αρχαίοι Έλληνες είχαν σαν μέτρο για την τέχνη. Χωρίς την τέχνη, την ποίηση, τη ζωγραφική, το θέατρο, τη μουσική θα πηγαίναμε με ιλλιγγιώδη ταχύτητα στο χαμό.
Πάντως, ένα πράγμα σοβαρό από τα πολλά των ημερών είναι, πως οι περισσότεροι έγιναν πολιτικοί αναλυτές [ορισμένοι έχουν πάρει σοβαρά το ρόλο τους] και δε λένε να σταματήσουν μια και υπάρχουν πολλά λαικ και αποδοχή στην ανάλυση τους οπότε συνεχίζουν ακάθεκτοι να βομβαρδίζουν.
Εγώ δεν μπαίνω συχνά στην αρχική αλλά όταν μπαίνω και μ αρέσει κάτι, τυχαία που συναντώ, πατάω ένα λαικ χωρίς πολλές φορές να βλέπω ποιος γράφει. Νομίζω όμως πως μετά από αυτές τις τελευταίες υπογραφές, αριστεροί, δεξιοί, κεντρώοι, όλοι οι Έλληνες θα συμφωνήσουν πως δεν μπορούμε να στρίψουμε το μαχαίρι στην μεγάλη κοιλιά του παγκόσμιου γουρουνιού που λέγεται αδυσώπητος καπιταλισμός. [Κινδυνεύω να μπω στον πειρασμό της πολιτικής ανάλυσης κι αυτό με βλάπτει ηθικά, προσωπικά, χρονικά, με την άποψη πως σπαταλώ τον χρόνο μου σε ανοησίες.]
Συνεχίστε όμως εσείς, εγώ θα σας διαβάζω. Θα διαβάζω όσα παίρνει ο άνεμος.
Όταν γεννιόμαστε δεν ξέρουμε γιατί ήρθαμε δεν ξέρουμε αν γεννηθήκαμε. Κι όταν πεθάνουμε δεν να μπορεί να θυμόμαστε πως κάποτε γεννηθήκαμε.
Καθένας ασχολείται με ότι του ταιριάζει. Πλουραλισμός. Μια έννοια που αρμόζει απόλυτα στον καιρό μας. Άμα κοιτάξεις στις οθόνες θα δεις πως αυξήθηκαν οι κανονικοί εραστές. Αυτό θα πει ανωμαλία στο σύστημα.
Κάθομαι εδώ, τρώγω μια ομελέτα και σκέφτομαι. Κάποιοι με προσφωνούν δάσκαλο κι έπειτα λένε "μη μας κάνεις το δάσκαλο!" Ποτέ δεν είπα ότι είμαι δάσκαλος κι ούτε με κολακεύει ο τίτλος. Βεβαίως κατά καιρούς παραδίδω ιδιαίτερα μαθήματα ζωγραφικής αλλά δάσκαλος δεν είμαι. Δείχνω σε κάποιους ανθρώπους όσα έμαθα και μαζί ξανά ζωγραφίζουμε. Μαζί μαθαίνουμε πάλι. Αυτό είναι. Η ομελέτα ήταν σπέσιαλ- υπ όψιν τ αυγά τα πήρα απ το κοτέτσι μου στην αυλή. Βάζω κι ένα λευκό κρασί να πιω. Αλήθεια με την ομελέτα τι κρασί πηγαίνει;
Δε μου άρεσε ποτέ να παπαγαλίζω σκέψεις σπουδαίων ανθρώπων. Αντρών και γυναικών. Φυσικά αναγνωρίζω τη σπουδαιότητα πολλών ρητών, αποφθεγμάτων κλπ και πάντα, από παιδί προσπαθούσα να έχω τις ανάλογες αντιρρήσεις.
Χτες, λοιπόν, διάβασα κάπου πως "Το πρόσωπο μπορεί να πει ψέμματα, το σώμα όχι" που αποδίδεται στον Νίκο Εγγονόπουλο- ανθρώπου που σέβομαι την εργασία. Το σώμα δεν μπορεί να πει ψέμματα. Μάλιστα. Το σκέφτομαι. Προσπαθώ να το εμπεδώσω γιατί δεν μπορεί να πει ψέμματα το σώμα; Για το πρόσωπο δεν υπάρχει αμφιβολία, παραλέει ψέμματα. Το σώμα δεν υποκρίνεται;; πχ κουνώντας αδιάφορα τους ώμους;
Αυτή η ζωή είναι έτσι κι αλλιώς ένα άλυτο μυστήριο. Δεν πρόκειται να βρούμε σταθερή άκρη. Δημιουργούμε αξίες και υπεραξίες τουλάχιστον μέσα σ αυτό που εννοούμε Δυτικό πολιτισμό και παραμένουμε στάσιμοι, ανίκανοι ν αποδείξουμε γιατί βρισκόμαστε εδώ.
Είμαστε όντως περίεργα ζώα. Αφού κατάφεραν να σπρώξουν μέσα μας και την ευαισθησία "να ντρεπόμαστε" που είμαστε φτωχοί, δηλαδή να μη δείξουμε στο γείτονα πως πεινάμε...ε, αυτό είναι μεγαλοπρέπεια! Μεγαλοπρέπεια ενός χόμο σαρκοβόρου στο έπακρον. Θυμάμαι ακόμα και τη μητέρα μου να της έχουν μάθει; από που το γνώριζε; πως δεν έπρεπε να δείχνουμε στους άλλους τη φτώχεια μας. Να είμαστε αξιοπρεπείς μαζί της!

Σάββατο 1 Μαρτίου 2025

ΦΙΛΟΣΟΦΊΑ

 


 

Ώ, έως φιλοσοφείν
Ας προσπαθήσουμε να πούμε μερικές αλήθειες. Η πρώτη λέει πως ο άνθρωπος δεν προλαβαίνει και ούτε μαθαίνει καμιά αλήθεια. Άρα, πίσω από αυτό θα είναι πάντα ένα τραγικό ον. Προσπαθήστε να ισομοιράσετε εδώ, την ζωή ενός νεογνού που πέθανε λίγο μετά την γέννα, ενός έφηβου Αφρικανού που ζει στην έρημο, ενός ηλίθιου μεγιστάνα Αμερικανού μεσήλικα κι ενός Ρώσου επιστήμονα που τέλειωσε τη ζωή του από Πάρκινσον σε ηλικία 92 ετών. Ποιος από αυτούς κατάλαβε κάτι ή περισσότερα; Το νεογνό, έζησε μερικά λεπτά, ίσως και μερικές ώρες γι΄αυτό είμαστε σίγουροι πως δεν έμαθε καμιά αλήθεια. Ο έφηβος Αφρικανός, που ζει στην έρημο, γνωρίζει μόνο την καμήλα του. Αυτή είναι ο θεός και ο τάφος του. Δεν υπάρχουν γι αυτόν κανένας Βούδας και κανένας Χριστός αφού δεν τους γνωρίζει. Δεν τους δίδαξε κανείς σ΄αυτόν, αυτή είναι μια μεγάλη αλήθεια: Ότι δεν γνωρίζουμε δεν υπάρχει. Η όαση του Αφρικανού, δεν εμπεριέχει καμιά πλήξη Ευρωπαίων ή Αλβανών που ήλθαν να εργαστούν στην Ελλάδα ή και αλλού, χωρίς να τους νοιάζει ποτέ ποιος κυβερνάει την Ελλάδα. Δεν ξέρουν τίποτα και ούτε τους ενδιαφέρει να μάθουν. Η ζωή αυτών των ανθρώπων ουδεμία σχέση έχει με την νόηση. Πίσω από αυτό, δέχομαι σαν αξίωμα, πως το σύνολο των ανθρώπων, δεν μπορεί να συλλάβει καμιά αλήθεια. Όποιος έχει αντίρρηση να την εκφράσει ευθέως. Ο Αμερικανός ηλίθιος μεγιστάνας που οικονόμησε χρήμα, δημιουργώντας αλυσίδα σούπερ μάρκετ, ξέρει τίποτα παρα πέρα από αυτό; Καζίνο, ουίσκι και όλος ο κόσμος είναι δικός του. Να κάνει παιδιά, να κάνει εγγόνια, ν αφήσει κληρονόμους, να πεθάνει κύριος, επειδή νομίζει πως κύριος είναι αυτός που έχει λεφτά. Και ερχόμαστε τώρα στον εννενήνταδυάχρονο Ρώσο πανεπιστήμονα που τέλειωσε τη ζωή του σε κάποιο υπερσύγχρονο νοσοκομείο της Νέας Υόρκης. Τι έγινε μ αυτόν; Μια ζωή πίσω απ τα θρανία, μελέτες διατριβές, θεωρίες, πρακτική.
Ο Ρώσος πανεπιστήμονας ήταν πίσω από τα θρανία μια ζωή. Μια ζωή στερημένη ερωτικά, ένα άψυχο παρελθόν, ένα αβέβαιο χημικό μέλλον. Θα μπορούσε να ήταν και αλλιώς, όπως ακριβώς σκεφτήκατε. Όπως θέλετε εσείς άλλωστε υπάρχουν άπειροι Ρώσοι πανεπιστήμονες. Η ζωή τους στηριγμένη στο κέρδος της γνώσης. Η ζωή των άλλων στηριγμένη στη γνώση του καθηγητή, ένα απίστευτο τυχαίο γεγονός. Ή μια απίστευτη συγκυρία καταστάσεων για το ποιος έγινε τι, ποιος γεννήθηκε που. Και ποιος πέθανε κάτω από πόσες και ποιες συνθήκες. Αν δηλαδή ήσουν ένας Τούρκος που πέθανε από το σπαθί του Νικηταρά η ένας τυχαίος Ούννος που σκοτώθηκε στη μάχη των Εθνών, ποιο ήταν το αποκομιδείν σου από αυτή τη ζωή; Αν περνώντας το δρόμο σε χτυπήσει ένα αυτοκίνητο και μείνεις ανάπηρος, κουλός, γκαβός και όλα τα συναφή και τελικά πεθαίνεις από το τσίμπημα μιας πεταλούδας,-εκατομμύρια πεθαίνουν το χρόνο από τσιμπήματα εντόμων- δεν έχει σημασία αν είσαι γέρων ή νέος, όλα αυτά μοιάζουν ασήμαντα μπροστά στην έκρηξη μιας βόμβας στη Χιροσίμα όπου πέθαναν ακαριαία διακόσιες χιλιάδες γιαπωνέζοι, σε ένα λεπτό και οι Αμερικάνοι θα πουν τι αξία έχει η ζωή ενός Γιαπωνέζου και αντίθετα.
Οι τέσσερις άνθρωποι μου πέθαναν. Κανείς δεν τους θυμάται πια. Κανείς από αυτούς δεν γνώρισε καμιά αλήθεια. Σκεφτείτε τον εαυτό σας και ποιες αλήθειες ανακαλύψατε για τη ζωή. Απαντήστε ειλικρινά όμως, όχι κουραφέξαλα.
Και ξαναγυρίζουμε πάλι στους τέσσερις σαν ομάδα, την οποία επέλεξα τυχαία. Υπάρχουν άπειρες τέτοιες αναφορές και καταστάσεις. Στην ουσία, πιθανότατα, κανείς άνθρωπος δε γνωρίζει γιατί έζησε. Όποιος απαντήσει θετικά σε αυτό-ότι ξέρει- θα θεωρηθεί τουλάχιστον αναξιοπρεπής. Η ζωή των ανθρώπων είναι μια αλυσιδωτή συγκυρία συμπτώσεων. Σκεφτείτε πόσοι ειδών θάνατοι υπάρχουν. Το νεογνό έζησε έναν από αυτούς. Ο Αφρικανός έφηβος πέθανε υπερασπιζόμενος την καμήλα του από ριπές όπλων που πούλησε ο Αμερικανός μεσήλικας επιχειρηματίας, στην κατασκευή των οποίων μετείχε ο Ρώσος πανεπιστήμονας. Υπάρχουν λοιπόν άπειρες τέτοιες υποθέσεις. Η κεντρική ιδέα μου, εδώ, είναι ν αποδείξω πως κανείς δεν συλλαμβάνει την αλήθεια. Δεν θα πάω στη μεταφυσική να ψάξω δικαιολογίες και νομίζω πως το μέγιστο των αστών το γνωρίζει αυτό αλλά δεν το παραδέχεται για διάφορους λόγους και αιτίες. Οι περισσότεροι των αστών, που ζούνε λέγοντας τα ίδια πράγματα κάθε μέρα. Καλημέρα. Έλα να πιούμε καφέ. Γιατί άργησες και όταν φεύγει δεν ξέρει τι άλλο να του πει.
Είπα πως η τοποθέτηση αυτών των ανθρώπων εδώ, είναι εντελώς τυχαία ερριμμένη. Στις τέσσερις αυτές κατηγορίες μπορούν να ενταχτούν χιλιάδες υποκατηγορίες. Η βασικότερη αιτία της μη αναγνώρισης, έστω μιας αιτίας, της ύπαρξης μιας αλήθειας, είναι η αγνωσία. Αλλά τι νόημα θα έχει η γνώση να είναι κάτοχος των πολλών; Υποτίθεται πως σήμερα είναι αλλά το πλείστο των πολλών δεν θέλει να ξέρει τι γίνεται, πέρα από την οικογένεια του, το παιδί τους και που θα το θάψουν. Υπάρχει μια ανοησία στην ύπαρξη. Όπως και στην αιτία. Ανέκαθεν ψάχνουμε μια αιτία. Αιτία χωρίς αιτία. Άλλα ας το αντιστρέψουμε. Γιατί να υπάρχει αιτία; δεν θα είναι πιο καλά τα πράγματα να είναι για πάντα έτσι; Να μην γεννήθηκαν ποτέ; Ένα από τα μεγαλύτερα αξιώματα είναι πως καμιά ύπαρξη αφού πεθάνει, δεν γυρίζει πίσω. Εδώ δεν επιδέχεται άρνηση, η απόδειξη είναι παντοτινή. Κανείς δεν γυρίζει πίσω, κανείς δεν ανασταίνεται και είναι τουλάχιστον ηλίθιο να πιστεύουμε πως μπορεί να γίνει κάτι τέτοιο, γιατί τότε δεν θα χρειαζόταν ο θάνατος. Για ν αναστηθείς πρέπει να πεθάνεις.

 

Παρασκευή 28 Φεβρουαρίου 2025

11 ΧΡΌΝΙΑ ΠΡΙΝ

 


11 χρόνια πριν
1 Μαρτίου 2014 
Κοινοποιήθηκε στους εξής: Δημόσια
 
ΚΑΛΥΤΕΡΑ ΝΑ Σ΄ΕΛΕΓΑΝ ΜΑΡΙΑ...
 
Καλύτερα να σ έλεγαν Μαρία
Στο πρωινό υπόγειο
Ξεπερνώντας τον καιρό
Στα ανθρώπινα όρια
Γιατί έτσι σου είπαν πως ήταν καλύτερα
Μη φοβάσαι οι άλλοι πέθαναν στη μάχη
με μια σφαίρα καρφωμένη στο μυαλό
-όχι δεν θα φύγουμε από εδώ έτσι τυχαία
Θα το παλέψουμε παρέα.
Καλύτερα να σ έλεγαν Βασίλη
Τις νύχτες να μην τριγύρναγες
Με σωθικά κλεμμένα
Έχει ένα όριο η ζωή δεν το καταλαβαίνεις;
έχει σημασία αν είναι βράδυ ή πρωί
Έτσι όρισαν οι άνθρωποι
Να το παλέψουμε πριν νικηθούμε
Ένα κομμάτι ψωμί κι θάνατος παρέα.
Καλύτερα να σ έλεγαν Ανθούλα
Πρέπει να φτιάξουμε τη ζωή απ την αρχή
Αν τύχει και στον πόλεμο βρεθούμε
τη σάρκα μας να κάψουν στην πυρά
άνθρωποι ευτραφείς, μην πούνε
λύγισε μοναχός του στη θλιβή.
Καλύτερα να σ έλεγαν Βασίλη
Θα χες του κόσμου όλες τις χαρές
μια γυναικούλα το πρωί στο παραθύρι
κι ένα παιδί να κλαίει που γένηκε χτες
Άσπρο πουλί, μικρό πουλί, της νιότης
το χατίρι.
Καλύτερα να σ έλεγαν Ανθούλα
θα ήσουν μάνα, φίλη κι αδερφός
Θα το παλέψουμε δε φεύγουμε τυχαία
έχει σημασία αν είναι βράδυ ή πρωί
ξεχνάς τον δρόμο που ήρθες να με βρεις
παρέα.
Καλύτερα να σ έλεγαν Μαρία
Στα σκοτεινά υπόγεια να τριγυρνάς
Έχει σημασία να μην νικηθούμε
Σ αυτές του ορίου τις φυλακές
γιατί, ο κόσμος τι θα πει για μας;
Ήταν ανόητοι και καλά έπαθαν όσα έπαθ

 

Τετάρτη 26 Φεβρουαρίου 2025

ΤΊΤΛΟΣ: ΣΥΓΓΡΑΦΈΑΣ

 

 


Επειδή πολλοί φίλοι με ρωτάνε πόσα βιβλία έχω γράψει για να παίρνω τον τίτλο του συγγραφέα και αρκετοί λένε πως όποιος θέλει τον παίρνει αφθαίρετα αναφερω εδώ, κάτι σαν βιογραφικό τα εξής:
Έχω εκδώσει τέσσερα βιβλία 1] ΙΚΕΤΕΣ ΤΗΣ ΑΛΗΘΕΙΑΣ. 2] ΟΛΑ ΜΟΙΑΖΟΥΝ ΚΑΛΆ [θεατρικό] 3] ΝΕΟΝ ΕΡΓΟΝ Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΕΝΟΣ ΤΡΟΜΟΚΡΑΤΗ. [Μυθιστόρημα] 4] ΔΕΚΑΤΗ ΤΡΙΤΗ ΩΡΑ. [Μυθιστόρημα.] 5] ΔΡΟΜΟΣ [Έντυπο περιοδικό. 6] ΔΙΑΣΧΙΖΩ. [Έντυπο περιοδικό και διαδυκτιακό.]
Ο Συγγραφέας όμως, δεν είναι μόνο αυτά που έχει εκδώσει. Έχω γράψει και έχουν δημοσιευτεί σε διάφορα έντυπα δυο συλλογές διηγημάτων, σελίδες 600, ΔΟΚΙΜΙΑ, σελ. 700, ΟΙ ΑΠΟΤΥΧΗΜΕΝΟΙ μυθιστόρημα 250 σελίδων, δυο θεατρικά, ΟΙ ΒΡΟΧΕΣ ΤΟΥ ΠΕΡΣΙΝΟΥ ΧΕΙΜΩΝΑ και το ΧΤΥΠΗΜΑ ΤΗΣ ΠΕΤΑΛΟΥΔΑΣ. Επίσης Ο ΓΡΥΛΛΟΣ ΓΙΑΝΝΗΣ ένα παραμύθι για μεγάλους, 250 σελίδες ΠΟΙΗΣΗ και την ΣΥΝΑΡΠΑΣΤΙΚΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΓΡΑΦΗΣ, 450 σελίδες, το τελευταίο μου μυθιστόρημα, τρία κινηματογραφικά σενάρια και...
Ο συγγραφέας δεν είναι ακριβώς υπεύθυνος για την έκδοση των βιβλίων του, αν και πότε θα εκδοθούν, μπορεί και ποτέ. Είναι υπόχρεος απέναντι σ αυτό που εχει αναλάβει και τον ωθεί σ αυτή την εργασία η αγάπη, το πάθος, η έλξη για την Λογοτεχνία, πότε βαρύγδουπα, πότε όχι και είναι συνεχώς βαλλόμενος πανταχόθεν από κοινό, από την έκθεση, από τους κριτικούς, από αντιμάχεια με τους εκδότες, από αμφισβήτηση που του τρώγει τα σωθικά.
Αν με αυτά που έχω κάνει δε λογίζομαι σαν συγγραφέας θα αποποιούμαι τον τίτλο.
Η Ζωγραφική μου αφορά όχι τόσες πολλές εκθέσεις, εξ αιτίας, πρώτον που είμαι αυτοδίδακτος με ότι συνεπάγεται από αυτό και έτερα πολλά κακά που κουβαλάω στην πλάτη μου, εξ αιτίας άλλων αντιδραστικών καταστάσεων. Έχω ζωγραφίσει πάνω από 2.500 έργα και έχω εργαστεί ως σκιτσογράφος σε εφημερίδες και περιοδικά. Αν και με αυτά δεν θεωρούμαι ζωγράφος θα αποποιούμαι και αυτόν τον τίτλο.

 

Τρίτη 25 Φεβρουαρίου 2025

ΠΕΡΙΜΈΝΟΝΤΑΣ ΤΗ ΒΡΟΧΉ 2



Μοναδικό δέντρο στην κοιλάδα των θάμνων, λίγο πριν την Κυλλήνη ήταν ένας πλάτανος στην άκρη του μονοπατιού που ένωνε με τον κεντρικό δρόμο. Ο Θανάσης Ανωμέρης φτάνοντας εκεί ένα καταμεσήμερο τον Ιούνιο του 1980 ακούμπησε την παλάμη του στα πλευρά του κορμού και μέτρησε με τα μάτια το ύψος του πλάτανου. Ανάμεσα από τα κλαδιά ένα σκουπιδάκι έπεσε και μπήκε στο μάτι του. Σαν τρίχα του φάνηκε, μπορεί και να ήταν, πολλά πράγματα μοιάζουν σ αυτή τη ζωή.
Έσκυψε άμεσα το κεφάλι και προσπάθησε να το βγάλει πράγμα που αποδείχτηκε δύσκολο. Το μάτι του έτσουξε, έσταξε δάκρυα, κοκκίνισε. Απέφυγε να το τρίψει άλλο, αυτό θα έφταιγε για το κοκκίνισμα αλλά δεν εύρισκε άλλον τρόπο για να το βγάλει. Αν είχε έναν καθρέφτη θα ήταν καλύτερα μα δεν είχε και το αυτοκίνητο του ήταν παρκαρισμένο στην ένωση του μονοπατιού με τον κεντρικό δρόμο. Αυτές τις ώρες μετάνοιωνε που δεν φρόντιζε για το φαρκευτικό κουτι και τις άλλες συμβουλές των ειδημόνων. Ειδήμονες. Αυτοί που ξέρουν. Και ποιοι ξέρουν;
Κάποιοι που τον έβλεπαν δεν υπήρχε περίπτωση να είναι μόνος, ίσως οι χωρικοί που μάζευαν τα σπαρτά τους, ίσως η σκόνη από το κάρο που διάβαινε κουβαλώντας τον Σέξπηρ. Στο πίσω μέρος του κάρου έγραφε: To be or no to be.
Του μπι αποφάσισε, κλείνοντας με την παλάμη το πονεμένο μάτι, κοίταξε προς τα εκεί με το άλλο, δεν είναι εύκολο να κοιτάς με ένα μάτι και να διαβάζεις να ζει κανείς ή να μη ζει, κι αποφάσισε πως έπρεπε να γυρίσει πίσω, παρ ότι θα έβρεχε. Θα έριχνε μια κατασκότεινη μπόρα μέσα στην κάψα του Καλοκαιριού. Γιατί να βρέχει όταν δεν πρέπει;
Το ξενοδοχείο Άρτεμις, βρισκόταν στην άκρη της μικρής πόλης. Καθαρό, ξεκούραστο, έβλεπε προς την πλευρά της θάλασσας-αυτό ήταν που είχε συγκινήσει την Ροντίκα ή Μιμόζα Τσαρουχιάδη, για να το διαλέξει, και να πίνει από ώρα τον απογευματινό καφέ της, εκεί. Ο Θανάσης έπινε ουίσκι ή βότκα ή ότι άλλο θέλετε, πάντως έπινε. Η Μιμόζα δεν έπινε. Μόνο μια σταλιά απ τη ζωή.
Ωραία ήταν η Μιμόζα! Αυτό ήταν το όνομα που είχε επικρατήσει κι έτσι την φώναζαν όλοι τώρα πια στα τριάντα της χρόνια. Χμ, ούτε νέα, ούτε γριά, σκέφτηκε σουφρώνοντας τα χείλη προς τα έξω σα να ήθελε να κοροιδέψει τον εαυτό της και τον θάνατο, πράγμα που έκανε συχνά απέναντι στον καθρέφτη. Ήταν πραγματικά ωραία αλλά και δύσκολη, το παραδεχόταν και ίδια, τι να έκανε; Εδώ κανείς δεν την έβλεπε, μπορούσε να πει πως δεν της άρεσε να το σεξ από πίσω. Η αλήθεια είναι πως της άρεσε κι από πίσω αλλά πιο πολύ της άρεσε η φωνή του. Εδώ χρειάζεται παρενθέσεις αλλά δεν τις βάζουμε, επιμένουμε στο ανέμελο κείμενο.
-Μα εγώ ερωτεύτηκα μια φωνή! Του είπε. Τόσα χρόνια σε θυμάμαι να μου μιλάς.
Ήταν ή γινόταν αμφιλεγόμενη. Κανείς δεν ήξερε τι πραγματικά σκέφτεται γιατί έμενε πολλές ώρες αμίλητη και τότε ο Θανάσης υποπτευόταν πως σκεφτόταν.
-Ν΄αλλάξεις μερικά πράγματα στον εαυτό σου, μίλησε ο Θανάσης Ανωμέρης, κοιτάζοντας την σχεδόν με το ασπράδι του ενός ματιού εξαφανισμένο. Και την άγγιξε στο μάγουλο με το γόνατο.
Μερικές γκριμάτσες της δεν του άρεσαν αλλά σχεδόν τέσσερα χρόνια που ήταν μαζί την είχε γνωρίσει απ όλες τις πλευρές.
-Όχι απ όλες τις πλευρές αγόρι μου, του χαμογέλασε. Μια μοναδική δε θα σου τη δείξω ποτέ!
-Τότε δε μ αγαπάς! Πήρε το γόνατο απ το μάγουλο το έβαλε ανάμεσα στα δικά της γόνατα.
-Σ αγαπώ αλλά δε θέλω να σε μπάσω στην επίγεια κόλαση μου.
Κάτι τέτοια του έλεγε εν ευθέτω χρόνο και νερούλιαζε. Επίγεια κόλαση, σα να έμπαζε νερό από παντού. Τι τα ήθελε αυτά η Μιμόζα; Τι είχε στο νου της; Τώρα που έκαναν τις ετοιμασίες του γάμου τους κι αυτές θα ήταν οι τελευταίες διακοπές τους σαν ελεύθερο ζευγάρι γιατί του έλεγε τέτοια πράγματα;
Δε μίλησαν άλλο καθώς ο ήλιος βουτούσε στα πολεμικά νερά του Ιονίου. Μπήκαν μέσα και άρχισαν το δικο τους πόλεμο στο ξέστρωτο κρεβάτι. Τους άρεσε πολύ αυτό που έκαναν, η μπαλκονόπορτα παρέμενε ανοιχτή αλλά ποιος νοιαζόταν. Ο Θανάσης χώθηκε μέσα στα μάτια της, της πήρε για μια ακόμα φορά την ψυχή. Οι άλλοι, απέναντι έβλεπαν. Ο γάμος είναι θλιβερό γεγονός.
-Όταν με πηδάς μικραίνει ο κόσμος μάγγα μου! Ο κόσμος γίνεται μια κουκίδα. Δυο κουκίδες. Εσύ κι εγώ! Κάτω απ το πλάγιασμα της βροχής! σαν το τραγούδι των φτωχών που ξεχύθηκε.
Γελούσε όμορφα, σατανικά, σίγουρα κάτι του έκρυβε.
Ο Θανάσης Ανωμέρης, αρχιτέκτονας το επάγγελμα τη λάτρευε. Θα έκανε τα πάντα γι αυτήν. Οι άλλοι θα συνέχιζαν να βλέπουν. Οι αντάρτες αυτού του τόπου έφταναν ξανά κι αυτός γνώριζε από Ιστορία, δεν ήταν ο καθένας ανιστόρητος γι αυτό φοβόταν. Ναι, φοβόταν το ύψος, τους γκρεμούς και πιο πολύ το ανεξερεύνητο βάθος της ψυχής τους καθενός.
-Ναι αλλά δεν κάνεις τίποτε! Ήρθε μια σφήνα η φωνη της που του είχε επιτεθεί κάποτε. Μόνο πίνεις και παρατάς τις δουλειές σου κι έπειτα λες πως όλα θα φτιάξουν με τον γαμο μας. Αγόρι μου η ζωή δεν είναι ένας γάμος. Η ζωή δεν είναι τίποτα. Η ζωή είναι ένα μηδέν.
-Που τα έμαθες αυτά; Τη ρωτούσε καμιά φορά κι απάντηση δεν έπαιρνε. Μήπως ήταν μουρλή η Ρουμάνα; Κι αυτός τι διάολο; Πήγε να ερωτευθεί μια τρελή;
Ο Θανάσης πίστευε πως χωρίς αυτήν καμιά οικοδομή και κανένα αρχιτεκτόνημα δεν ήταν ικανό να την αναπληρώσει. Στο βάθος όμως, σκεφτόταν πως εκείνη κάποια στιγμή θα έφευγε. Ίσως χωρίς λόγο. Έτσι γιατί λάτρευε την ελευθερία της και το χρήμα. Κι αυτός λάτρευε το ποτό, την άλλη ελευθερία του μυαλού. Οι άλλοι τώρα έπαψαν να βλέπουν.
Η Μιμόζα Τσαρουχιάδη το είχε σκεφτεί πολλές φορές να την κάνει. Να φύγει μακριά του δεν είχε νόημα να ζούνε μαζί, δεν επρόκειτο να φτιάξουν ένα ταιριαστό ζευγάρι, ούτε μια ευτυχισμένη οικογένεια. Γι αυτό και απορούσε με τον εαυτό της που το βούλωνε κι έκανε ότι της έλεγε μέχρι που είχαν αποφασίσει και τον γάμο τους.
Εξ άλλου αυτή δε νοιαζόταν για τέτοια πράγματα. Τα είχε κάνει με τον άλλον, τον πρώτο της άντρα. Είχε δυο παιδιά, ο Θανάσης που δεν είχε παιδιά και ήθελε να κάνει, ίσως αυτό να ήταν το πρόβλημα. Αλλά αυτηνής το μεγαλύτερο πρόβλημα ήταν το χρήμα. Χρήμα! Και ο Θανάσης ήταν φτωχός. Αυτό ήταν μαρτύριο, επειδή δεν την μπορούσε, δεν ήθελε να ξανακυλήσει μαζί της.
Τότε άρχιζε μια σωματική και ψυχική τιμωρία για την Μιμόζα. Δεν της άρεσε η φτώχεια. Όταν ήταν φτωχή ήθελε να πεθάνει. Να πέσει απ τον ουρανό, να πέσει από μια στέγη, να κρεμαστεί σε έναν πλάτανο. Δεν την ένοιαζε ποιος έμπαινε μέσα της αρκεί αυτός να μην ήταν φτωχός. Αυτή είχε γεννηθεί φτωχή σε μια επαρχία της Νότιας Ρουμανίας και είχε ορκιστεί φεύγοντας από κει, καλύπτοντας χιλιάδες ξυπόλητα χιλιόμετρα, να γεμίσει το στόμα της με ψωμί και λεφτά. Τώρα μετα το χωρισμό της με τον Τσαρουχιάδη εξ αιτίας μιας απιστίας της, το μόνο που είχε κρατήσει απ αυτόν ήταν ένα τζιπ και τα εσώρουχα της που τα είχε παραδώσει στον Θανάση. Τα εσώρουχα. Χαμηλά κίνητρα. Πίσω απ την υποκρισία, από το σαδιστικό μούτρο του Σάιλωκ παραμονεύει.. το ύφος σας. Συμπληρώστε μόνοι σας τα εσώρουχα. Ή βγάλτε τα. Φορέστε μόνο το χαμόγελό σας ή τη λύπη σας.
Έφυγαν.
Η Μιμόζα που ανήκε σε μια φυλή που μισείται και καταδιώκεται σ αυτό τον κόσμο κι αυτός που έτρεμε την Ελληνικότητα του.
Σπουδαίο. Σπουδαίο αυτό.
-Τίποτα δεν είναι σπουδαίο, είπε η κατεστραμμένη Ρουμάνα, η γύφτισσα μιας άλλης εποχής, στο κουρασμένο μυαλό και κορμί, μέσα στο ανίδεο, ανήξερο μικρόκοσμο του Θανάση που πίστευε στην αγάπη μεταξύ των δυο φύλλων, στη συνύπαρξη δυο ανθρώπων. Αυτοί όμως, οι δυο, δεν μπορούσαν ν αλλάξουν τον κόσμο. Υπήρχε μια λέξη φράγμα ανάμεσα τους: ο θάνατος! Αλλά τότε δεν το ήξερε. Αν το ήξερε μπορεί να τον προλάβαινε αλλά ο θάνατος δεν προλαβαίνεται.
Ξαναέφτασε στον πλάτανο, στην κοιλάδα των θάμνων, θυμήθηκε που του είχε πει πως θα κρεμιόταν από ένα κλαδί του. Στάθηκε προσοχή, έβαλε την παλάμη στο μεγάλο κορμό, κοίταξε κατά πάνω ανάμεσα από τα κλαδιά. Κλαδιά είναι και τα πόδια. Οι άλλοι από γύρω βλέπουν. Κοιτάζουν το θέαμα. Μια γυναίκα κρεμασμένη. Το γυμνό κορμί της Μιμόζας, φτερό στον άνεμο της Κυλλήνης, γυμνό από κάθε αλήθεια, ακούρευτο αιδοίο μιας άλλης εποχής. Μια τρίχα έπεσε, μπήκε σα σκουπίδι στο μάτι του αρχιτέκτονα Θανάση Ανωμέρη, την ώρα που η βροχή ξανάρχιζε στην κοιλάδα των θάμνων.
[ΔΙΗΓΗΜΑΤΑ. ΚΩΣΤΑΣ ΠΛΙΑΤΣΙΚΑΣ]

Σάββατο 22 Φεβρουαρίου 2025

ΑΠΛΟΙΚΌΤΗΤΑ

 


Η αναγνώριση ή όχι της δουλειάς του, είναι, νομίζω για τον ζωγράφο-τον καλλιτέχνη γενικότερα, σχεδόν απαραίτητη. Έχω γνωρίσει πάρα πολλούς ζωγράφους, έχω δει άπειρες εκθέσεις κι έχω μελετήσει τόμους βιβλίων γι όλα αυτά. Τώρα, πως ανεβάζουν οι συλλέκτες μάλλον την χρηματιστηριακή αξία του εκάστοτε δημιουργού δεν το γνωρίζω επακριβώς. Κάποια στιγμή, με αφορμή μιας αναδρομικής του έκθεσης στο Τιτάνιουμ, ο Δέρπαπας είπε το εξής: Ποιός Τσαρούχης; εγώ είμαι τώρα εδώ. Η μεγαλοστομία των ζωγράφων, μη ξεχνάμε τον αμφίσημο Νταλί, τις ιδιοτροπίες του Πικάσο, τις υπερβολές του Τσόκλη. Κάποτε ο Τσαρούχης μου είπε σε μια φιλική κουβέντα, πως το θέμα δεν είναι να είσαι μόνο καλός ζωγράφος. Το θέμα είναι πως θα κάνεις γνωστό το έργο σου. Ποιοί και πως θα το προωθήσουν. Δεν ξέρω, δε συμφώνησα απόλυτα με αυτό και συνεχίζω να λέω, μάλλον με απλοϊκότητα πως αν είσαι καλός, κάποτε θα αναγνωριστεί το έργο σου.

Πέμπτη 20 Φεβρουαρίου 2025

ΠΟΤΈ ΤΟ ΓΙΑΤΊ

 


Ωραία ρε πούστη η κωλοζωή
να μην έχεις προβλήματα
να πίνεις και κανα κρασί
απ την άλλη όμως σε φυλλορροεί
σε γεμίζει άνοσα νοσήματα
και δεν ξέρεις αύριο ποιος θα ζει
Και είναι η ζωή ένα βουνό
που όσο ανεβαίνεις
τόσο κατεβαίνεις
έρχεται κάποτε άλλο πρωινό
που θέλεις να πεθάνεις
..κι όμως ζεις! ακόμα!
μια θάλασσα και την ψυχή στο στόμα
κι είν η ζωή ένα βουνό
που όσο ανεβαίνεις, τόσο κατεβαίνεις
Ξεφτίλα ρε μάγκα η ωραιοζωή
να μην έχεις ολέθρια, τίποτα
ούτε φαι, ούτε και μουνί
τότε την κάνεις για την άλλη ζωή
απλά και απόκοσμα, ανείπωτα
χωρίς να μάθεις ποτέ το γιατί

 

Τρίτη 18 Φεβρουαρίου 2025

ΠΡΙΟΝΟΚΌΦΤΗΣ

 


 

Οι πραγματικά σπουδαίοι δεν αρνούνται να παραδεχτούν την ανωτερότητα κάποιων άλλων.

 

Να προλάβεις ν απολαύσεις την υστεροφημία σου!   

Απλά είναι τα πράγματα: ας πούμε ο Μίκις απόλαυσε ένα μέρος της υστεροφημίας του...ο Καρυωτάκης δεν πρόλαβε, ο Χριστός θα τρελαινόταν αν μάθαινε τι του καταμαρτυρούν οι άνθρωποι. Ο Βαν Γκογκ ΤΊΠΟΤΑ ΔΕΝ ΚΑΤΆΛΑΒΕ ΑΠ ΑΥΤΌ ΠΟΥ ΤΟΝ ΈΦΤΙΑΞΑΝ ΟΙ ΕΠΌΜΕΝΟΙ, ΕΠΊΣΗς ΑΥΤΟΊ ΠΟΥ ΤΟΥς ΑΓΙΟΠΟΙΟΎΝ ΌΣΟ ΠΟΝΗΡΟΊ ΚΙ ΑΝ ΉΤΑΝ ΔΕΝ ΓΝΏΡΙΣΑΝ ΠΩς ΟΙ ΑΝΌΗΤΟΙ ΤΟΥς ΈΚΑΝΑΝ ΆΓΙΟΥς.... [αφήνω κατά μέρους αυτούς που γνώριζαν πως θα τους καταγράψει η Ιστορία.] Ακόμα όμως και οι απλοί άνθρωποι δε θέλουν να τους μνημονεύουν τα παιδιά τους; τα εγγόνια τους; η πιθανότητα να ζήσεις την υστεροφημία σου είναι ελάχιστη. Ο Τζον Στάινμπεκ, είπε πως αν σε θυμούνται μια βδομάδα μετά το θάνατο σου θα έχεις επιτελέσει άθλο, Μοντιλιάνι αυτοκτόνησε προτού τον κάνουμε εμείς Μοντιλιάνι και ο Μέγας Πικάσο πρόλαβε να δει τον εαυτό του αθάνατο...


Και να εξαφανιζόταν το άγιο όρος δε θα με πείραζε καθόλου. ΠΡΙΟΝΟΚΌΦΤΗΣ

 

212,000σχόλια για την Μεγάλη χίμαιρα του Καραγάτση, όλα από γυναίκες. Κι αυτή η Καραμπέτη! εντάξει ρε παιδιά μην τρελαθούμε κιόλας, δεν είναι Λαμπέτη.[κι αυτοί στην ΕΡΤ δίνουν όσα-όσα για μια Μικρή χίμαιρα] καταλαβαίνω τι μάπα θα έχουν σκαρώσει. Ο ΠΡΙΟΝΟΚΌΦΤΗΣ

Κυριακή 16 Φεβρουαρίου 2025

οπισθοφυλλο


 


 

Το μόνο που φοβόταν ο Γιάννης σ αυτή τη ζωή, ήταν το νερό. Όχι τη θάλασσα ακριβώς, ούτε τα ποτάμια αλλά το νερό. Αυτό το νερό που κυλούσε γάργαρο στο λαιμό των ανθρώπων, το νερό που αποτελούσε το εβδομήντα τοις εκατό του ανθρώπινου σώματος, το νερό που σ αυτό οφειλόταν η ύπαρξη της ζωής σ αυτόν τον κόσμο όπως τον ήξερε από τα βιβλία που είχε διαβάσει και μελετούσε ακόμα χωρίς να καταλαβαίνει το γιατί αλλά μόνο από κάποιο ένστικτο που του λεγε μέσα του πως τα βιβλία ήταν από τα πιο σπουδαία πράγματα που υπήρχαν στον πλανήτη γη.

 Μόνο κάτι πουλιά πέταγαν δώθε κείθε. Τα πουλιά, σκέφτηκε,
είναι από
τα πιο άσχημα είδη που υπήρχαν σ’ αυτόν τον κόσμο.

Δεν τ’ αγαπούσε ούτε και τα μισούσε. Ο Γιάννης Παράμετρος
δε μισούσε τίποτε.
Απλώς αγαπούσε περισσότερο τα δέντρα, ακόμα περισσότερο
κι απ’ τους ανθρώπους. Τα πεύκα, τις ελιές, τα πλατάνια,
όλα τα δέντρα. Ακόμα και όσα είχαν αγκάθια για να
προστατευθούν από την κακία των ανθρώπων.
Ο Μάικ περίμενε να γίνει κάποτε η μεγάλη επανάσταση των φτωχών
Τίποτε καλό δεν μπορείς να βρεις πίσω από τα κάγκελα και καμιά φυλακή δεν είναι καλύτερη από τις άλλες
Είναι ωραία η ζωή; αναρωτιόταν συχνά ο Γιάννης Παράμετρος.
Δεν ήξερε ν απαντήσει με σαφήνεια. Ότι είναι κακιά η ζωή, το υποστήριζε με θέρμη, το έβλεπε, το ζούσε: οι άνθρωποι είχαν βγάλει τις καρδιές άλλων συνανθρώπων των, για θυσία σε θεούς, οι άλλοι τους τηγάνιζαν με καυτερό λάδι, άλλοι τους τύφλωναν, τους σταύρωναν, τους παλούκωναν, τους έριχναν μια σταγόνα στο κρανίο μέχρι να τρελαθούν. Δε χρειαζόταν περισσότερες αποδείξεις για αυτό.
Η ζωή είναι ωραία απαντούσε ο Μάικ.

Γιατί σκοπός του ανθρώπου είναι η ελευθερία, που δεν φυλακίζεται, ακόμα και πίσω από τα πιο
ισχυρά δεσμά.


 


Πέμπτη 13 Φεβρουαρίου 2025

Ο ΈΡΩΤΑΣ ΤΗΣ ΕΒΔΟΜΆΔΑΣ

 

 

Ο έρωτας είναι εγωιστής. Τα θέλει όλα. Σώμα, ψυχή, κι αν κάτι δεν του δώσεις σε παρατάει άσπλαχνα.
Φίλοι και φίλες. Ας υπάρχει η γιορτή των ερωτευμένων. Δεν ενοχλεί κανέναν. Οι ερωτευμένοι μοιάζουν με μικρά παιδιά, χρειάζονται λουλούδια και παιχνίδια. Είναι όλα δικά τους, όπως και οι νύχτες που αγαπήθηκαν με πάθος, όπως και τα ωραία λόγια τα μεγάλα: Θα σ αγαπώ για πάντα!
 
 

Είχαν κάποιοι αγοράσει τη μνήμη μας
το φιλί και τα μάτια, το στόμα
πάντα οι άλλοι, πάντα οι ξένοι μας έφταιγαν
που εμείς δε γυρίσαμε ακόμα
Η μικρή μας αγάπη ξεθώριασε
σαν παλιό παραθύρι μισάνοιχτο
και στον ύπνο, όλοι πέτρες μας πέταγαν
σε καράβι σπασμένο από ένστιχτο
Θέλω να το πω μα δε μ αφήνετε
μ ένα γέλιο μεγάλο, τεράστιο
ότι αγάπησα ήταν γυμνό φόρεμα
κοριτσιών σε μακρύ ακρωτήρι, προάστιο
που κανείς, μα κανένας δεν πάτησε
μόνο ένα γέλιο πνιχτό κι ορεσίβιο
μοναχός μου στον κόσμο ναυάγησα
γιατί είχα ξεχάσει το δικό σου σωσίβιο.
ΠΟΊΗΣΗ Κ.ΠΛΙΑΤΣΙΚΑ

 

Τρίτη 11 Φεβρουαρίου 2025

ΤΟ ΝΕΟ ΜΟΥ ΨΕΥΔΏΝΥΜΟ: ΚΎΡΚΟΣ ΚΑΡΚΑΡΆΝΤΖΑΣ

 

 


Τλάκ. 
καλύτερα να χαζολογάς με γκόμενες, παρά να ζωγραφίζεις. 
τλοκ. καλύτερα να τρως τα λεφτά του πατέρα σου αντί να γράφεις
 
Τλάκ. Δυστυχώς η ζωγραφική και το γράψιμο είναι δύσκολα πράγματα. [υπογράφω με το νέο μου ψευδώνυμο: Κύρκος Καρκαράντζας 
Πρώτο άρθρο η Ντενίση ετοιμάζει ντοκιμαντέρ για τα γλυπτά της Ακρόπολης, Καρυάτιδα γαρ, είναι τόσο σύντομη η ζωή μας που δεν προλαβαίνουμε τα την απολαύσομε
 Σόμε, Ιαπωνικό ποτό, δυνατό. 
Οι μισοί Έλληνες δε γνωρίζουν ποια είναι η πρωτεύουσα της Ηπείρου. Και γιατί, άλλωστε;

Κυριακή 9 Φεβρουαρίου 2025

ΜΕΛΌ 2

 

 


Έχει ενδιαφέρον να μάθουμε τι αγαπάει ο καθένας σ αυτό τον κόσμο. Εγώ τι αγαπάω αλήθεια; πολλές φορές παλαιότερα, έλεγα πως αγαπάω τη θλίψη, όχι τη δική μου αλλά αυτή που έρχεται απ την ερημιά ενός τόπου, απ την άτυχη αγάπη δυο παιδιών, τον τρόπο να κάθομαι στην άκρη της θάλασσας, μόνος, χωρίς κανέναν να συλλογιέμαι, να πικραίνομαι απ το άδικο που είναι περισσότερο απ όσο πρέπει. Κατά βάθος αγαπάω στιγμές, γενικά, όλο τον κόσμο-αλλά αυτό είναι άλλου είδους αγάπη. Για να λες πως αγαπώ αυτό ή εκείνο χωρίς περιστροφές είναι δύσκολο πράγμα η ολοκληρωτική αγάπη και, στην πραγματικότητα το αντικείμενο που αγαπάμε, αυτό που μας κάνει έστω για λίγες στιγμές να σκιρτούμε, ξεφεύγει από τα ΄μαθηματικά όρια και συνεχίζει να υπάρχει σαν κάτι αόριστο: σ αγαπώ γιατί είσαι ωραία; στη μορφή, στους τρόπους, στην κίνηση ή φευγαλέα; αυτό το φευγαλέα μου ταιριάζει για αρχή αλλά μετά μπαίνεις μέσα μου σαν σκέψη για όλη τη ζωή.
Δεν ξέρω αν αγάπησα τη ζωγραφική αλλά το γράψιμο και το διάβασμα σίγουρα.. Η ζωγραφική με ξεκουράζει, με πάει σε άλλους κόσμους, μου δίνει μια άλλου είδους ελευθερία και, ίσως αυτό το παιχνίδισμα του έμφυτου ταλέντου που στην ουσία αποτελεί μια ανωτερότητα. Το γράψιμο και το διάβασμα είναι δυο σιαμαίες ηδονές.
Όμως απ τους ανθρώπους τι αγάπησες; μεγάλο ερώτημα. Σίγουρα τους σπουδαίους ήρωες, τους γενναίους-αυτοί οι γενναίοι ακόμα μου προξενούν κατάπληξη αλλά και να θέλεις είναι πολύ δύσκολο να μοιάσεις στους γενναίους, Οι μεγάλοι ευεργέτες, οι επιστήμονες, οι δάσκαλοι, οι γονείς, ο πατέρας και η μητέρα. Αλήθεια έχετε σκεφτεί ειλικρινά πόσο αγαπάτε τους γονείς σας; ή πως σε κάποιες στιγμές δεν τους αγαπούσατε καθόλου; όλοι τα χουμε σκεφτεί αυτά και έχουμε περάσει τέτοια διλήμματα κι ακόμα και για τους κολλητούς μας φίλους κατά καιρούς τους έχουμε βάλει σε κρησάρα
Στην πραγματικότητα δεν ξέρουμε τι αγαπήσαμε, έτσι νιώθω κι εγώ. Μια δίκαιη μοιρασιά στην δοτή αγάπη και σε εκείνη που έμεινε όνειρο άπιαστο, σε κάτι αόριστο, ένα κορίτσι που πέρασε ένα απόγευμα μαζί σου και δεν το ξαναείδες, ένα αέρι Καλοκαιρινό που φύσηξε και τίποτε δε γύρισε πίσω. Η αγάπη πίσω δε γυρνά θα ήταν ένας ωραίος τίτλος. Μελό. Της προσωπικής μας αλλά και της δημόσιας εικόνας ενός άντρα και μιας γυναίκας. Η αγάπη, λοιπόν, είναι κάτι που μένει, όταν έχει φύγει.

 

Παρασκευή 7 Φεβρουαρίου 2025

ΑΝΤΡΕΣ ΩΡΑΊΑΣ ΕΠΟΧΉΣ

 


Οι άντρες παλιάς κοπής δεν έχουν καμιά σχέση με τους Χαικάλο κιμούληδες, από Φούντα, Κούρκουλο και πίσω. Είχαν τιμή, αξιοπρέπεια, σεβασμό στη γυναίκα, και στον αδύναμο.
Αληθινοί άντρες υπάρχουν φυσικά και σήμερα αλλά πάντα είναι λίγοι.
Ο άντρας παλιάς κοπής δεν τα "ρίχνει" ποτέ σε μια γυναίκα. Την διεκδικεί ευγενικά, ψάχνει για την μια, την μοναδική, σέβεται τα πάντα, δεν είναι τσιγκούνης, έχει καλούς τρόπους, είναι περήφανος, ξέρει πότε να μιλήσει και φυσικά δεν παρενοχλεί κανέναν ούτε σεξουαλικά μηδέ με κανέναν άλλον τρόπο.

Τετάρτη 5 Φεβρουαρίου 2025

ΣΕΦΈΡΗΣ

 

ΚΑΠΟΤΕ
Κι αν κάποτε προσπάθησα με τις λέξεις
Να ομορφύνω τον κόσμο
Δεν μετάνιωσα
Γιατί ερχόταν πάντα στο νου
Κάποιο αιώνιο απόκοσμο
Αυτό ένιωσα
Ίσως γιατί «κεντούν σε δέρμα φυλακισμένου»*
Τατού μυαλού ανθρώπου
Μικρονόητου
Αυτό δεν σημαίνει πως απηύδησα
Φειδόμενος λίγου κόπου
Αυτονόητου.
Οι ωραίες λέξεις του Σαρτρ, μειώνουν τον πόνο στα σημάδια του Σεφέρη. Γιατί έρχεται πάντοτε στον νου συναίσθημα από τα ίδια, αν και, ξέρει πως, οι λέξεις ομορφαίνουν τον κόσμο.
* Γ. Σεφέρης
[Ο Σεφέρης μου γέμιζε με πέτρες το νου. Μου κάρφωνε την αντίληψη της εκκρεμότητας. Θα πω μικρές κουβέντες. Ζηλερές.
Ο Σεφέρης είχε μια αγάπη: την Μάρω. Αυτή η αλληλογραφία μεταξύ ενός και ενός δεν είναι πληγωτική;
Και η αισιοδοξία πως έγιναν όλα καλά, δεν μειώνει τον κόσμο μας;
Πώς έγιναν όλα καλά ενώ δεν ήταν;
Επουσιωδώς, φλέγομαι στις μικρές κουβέντες μεγάλων ανθρώπων του μέλλοντος.
Κάτι μου θυμίζει αυτό.
Μήπως εσένα;]
ΠΟΊΗΣΗ Κ. ΠΛΙΑΤΣΙΚΑ

 


ΜΙΑ ΦΟΡΆ ΚΙ ΈΑΝ ΚΑΙΡΌ

    ΑΥΤΉ Η ΧΏΡΑ ΜΈΝΕΙ... Ωραία μέρα, σκέφτηκα. Πραγματικά Ανοιξιάτικη και ανηφόρισα την Σκουφά, να πάω στο Κολωνάκι να πιω τον καφέ μου. Τι ...