Τετάρτη 29 Ιουνίου 2022

ΜΙΑ ΗΜΈΡΑ

 





Κακοτράχαλος κόσμος, αείμπορος στην οξυδέρκεια του, χοντρούλες γυναίκες με χέρια αντρίκια, ώσπου ήρθε η Μαρία, η καινούργια δασκάλα για να βοηθήσει τον Τούμα στο ανεξίτηλο έργο του, στην παίδευση των παιδιών του Άγριου. Αυτό το γεγονός άλλαξε άμεσα τον ψυχισμό μου. Ήταν μια αλλιώτικη γυναίκα, όμορφη, τελείως διαφορετική από το είδος των γυναικών που έβλεπα μέχρι τότε στο Άγριο. Φινετσάτη, λεπτή, μελαχρινή, βαμμένα χείλη, άλλη γλώσσα, άλλον τρόπο του φέρεσθαι, ήταν νομίζω η πρώτη γυναίκα που ερωτεύθηκα και κεινη εμένα που με λάτρεψε. Είχε άλλο τρόπο διδασκαλίας, σπάνια χτυπούσε τα παιδιά, δεν έσφιγγε τα χείλη, με έπαιρνε στα χέρια της, με πετούσε πάνω, στον αέρα και με ξανάπιανε, με ακουμπούσε στο έδαφος.
Τότε άρχισα να κυκλοφορώ ελεύθερος στο χώρο της αίθουσας, να κάνω ότι θέλω, να διαβάζω εγκυκλοπαίδεια την ώρα του μαθήματος, να μελετώ τα επόμενα, να γράφω και να διαβάζω καλύτερα. Τον Τούμα δεν τον είχα πια δάσκαλο να με κοιτάζει με μίσος επειδή ήμουν ο καλύτερος μαθητής αλλά και ο φτωχός γιος του Φώτη. Διάβαζα Ιλιάδα και Οδύσσεια, είχα μπει στον κόσμο των Αρχαίων Ελλήνων, στο Άγριο δε μιλούσαμε άλλη γλώσσα, δεν είχαμε αρβανίτες ή βλάχους κι αυτό ήταν μια περηφάνια, αργότερα θα καταλάβαινα τι σήμαινε αυτό, -οι Σπαρτιάτες και οι Αθηναίοι μου άπλωναν τη μάθηση, μου γύρευαν άλλα σημεία ένδειξης πως ο κόσμος ήταν αυτός που ήταν.
Οι Αθηναίοι ήσαν οι Δημοκράτες. Οι Σπαρτιάτες οι σκληροί πολεμιστές, ή ταν ή επί τας, οι Θηβαίοι με τον Επαμεινώνδα και τον Πελοπίδα, μου ήταν πιο συμπαθείς, όταν ανέλαβαν την κηδεμονία της Ελλάδος, με τον ιερό λόχο με την λοξή φάλαγγα. Φάλαγγα! Μια περίεργη λέξη.
Τι ήταν η Ελλάδα;
Στον χάρτη κάθε μέρα μελετούσαμε τον χώρο της, έδειχνα με τον χάρακα τους νομούς, τις πρωτεύουσες, τις πόλεις, τα χωριά, μάθαινα τον τόπο αυτόν που ήταν η πρωτεύουσα του παγκόσμιου πολιτισμού. Έδειχνα τα ποτάμια, ο Αλιάκμονας, ο Αώος, η λίμνη Δοϊράνη, τα όρη και τα βουνά, ο Όλυμπος και ο Κίσαβος, τα δυο βουνά μαλώνουν πως μαλώνουν δυο βουνά; , ο Ταΰγετος με τις νύμφες, ο Παρνασσός, η Μουργκάνα, τι όνομα, η Κατάρα στα σύνορα Ιωαννίνων και Θεσπρωτίας, ο Καλαμάς που κυλούσε τα νερά του κάπου κοντά μου, οι θάλασσες, τα πελάγη. Ιόνιο, Αιγαίο και Θρακικό, οι κόλποι και γενικά έπρεπε να μάθω Γεωγραφία, Ιστορία, αυτά ήταν κάτι που έθελγαν την φαντασία μου να τα περάσω κάποτε, να διαβώ πρώτα τον Καλαμά κι ύστερα τον Εύηνο, παρέα με τη δασκάλα Μαρία.
-Θα μας απαγγείλεις Κωνσταντίνε;
Διάβαζα δυνατά, ευανάγνωστα, άκουγα τη φωνή μου και ήταν παράξενο αυτό, να χαίρομαι, οι λέξεις ξερνούσαν το μεσημεριανό φαγητό που μας έστελναν οι Αμερικάνοι, κίτρινο τυρί, ασπρόμαυρο πλιγούρι που δεν το άγγιζα, το δόγμα Τρούμαν και η βοήθεια προς την Ελλάδα, που ήθελαν να ήταν προτεκτοράτο μιας Αμερικής που μόνο στο χάρτη είχα δει και μιας Ρωσίας που αγαπούσε μας αλλά δεν μπορούσε να κάνει το παραπάνω και τότε ο Χάρης, ο μεγάλος μου αδερφός, ο μέθυσος των πέντε ηπείρων μου έστειλε τον Γουίτ. Ένα ογκώδες μυθιστόρημα για τους θανατοποινίτες στους θαλάμους αερίων, που τελικά δε γλίτωσε, όσο κι αν προσπάθησε δεκατρείς φορές να ξεφύγει από τα αέρια και η Σκάρλετ Οχάρα, στο Όσα παίρνει ο ένεμος- ένεμος ή άνεμος, θα παιζα κάποτε με τις λέξεις, θα τις έκανα ότι ήθελα εγώ-, παρέα με τον Ρετ Μπάτλερ, την Πελαγία, τον εμφύλιο πόλεμο, τους δυστυχισμένους αφροαμερικάνους και σίγουρα η Μαρία η δασκάλα μου, έμοιαζε με την Σκάρλετ, τι ωραία!
-‘Όλα θα γίνουν αύριο! Έλεγε η Σκάρλετ, αφήνοντας στην τύχη τη ζωή της.
-Δεν υπάρχει τύχη Κωνσταντίνε! Όλα εμείς μπορούμε να τα αλλάξουμε, εσύ! με κοίταζε στα μάτια και με ξαναπέταγε στο ύψος, πάνω από τον εαυτό της.
Με προσφωνούσε Κωνσταντίνο, έδειχνε μια μεγαλειότητα, μου άρεσε αλλά ακόμα δεν ήξερα τι κάθαρμα ήταν αυτός ο Μέγας Κωνσταντίνος, που μου είχαν δώσει τα όνομα του και θα το μάθαινα αργότερα στην Πέμπτη και την έκτη που θα κάναμε Βυζαντινή Ιστορία.
-Τέρας, είπε η Μαρία.
-Γιατί; Απόρεσα.
-Σκότωσε τη μητέρα του και το γιο του. Σου τα λέω αυτά για να τα θυμάσαι όταν μεγαλώσεις και μου έδωσε ένα φιλί στο στόμα.
Η μητέρα μου έμεινε άναυδη, ήμουν το παιδί της, δεν ήξερε τίποτε για τον Μέγα Κωνσταντίνο..
Και τότε έγινε ένας σεισμός Σείστηκε η γης, έτρεμαν τα συνθέμελα, είχα χτυπήσει άσχημα στην αριστερή κνήμη, δεν ήξερα τι είναι σεισμός, κρυμμένος μέρες στο παλιό σπίτι, με τις άσπρες πέτρες, τις γκρίζες πλάκες που δε θα ξανάβλεπα επειδή ο πατέρας μου από τις οικονομίες του στη Δυτική Γερμανία είχε αποφασίσει να το γκρεμίσει και να φτιάξει ένα καινούργιο με τσιμεντόλιθους και Γαλλικά κεραμίδια το ερχόμενο Καλοκαίρι.

απόσπασμα από το μυθιστόρημα μου με τίτλο Η ΣΥΝΑΡΠΑΣΤΙΚΌΤΗΤΑ ΤΗς ΓΡΑΦΉΣ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

ΣΕ ΜΕΝΑ ΔΕΝ ΠΕΡΝΆΝΕ ΑΥΤΆ

  Φίλε κόφτην καραμέλα σου και πούλησε τη στους άλλους σε μένα δεν περνάνε αυτά εγώ ξέρω πως απέτυχα παταγωδώς και δε με σώνει κανένας αγωγό...