Πέμπτη 27 Μαΐου 2021

ΜΑΣ ΜΈΝΕΙ ΜΙΑ ΑΠΟΡΊΑ

 


 

ΟΤΙ ΠΟΛΥ ΤΗΝ ΠΟΙΗΣΗ ΑΓΑΠΗΣΑΜΕ.

Το παράπονο μιας μέρας πως
ζήσαμε ξένο όνειρο

Πάντα η αδημονία του πεύκου
που κάτω του ξαπλώσαμε κάποτε μας μένει απορία
ότι τη νύχτα τα κορμιά τυλίχτηκαν
αμίλητα
αφού δεν μπορούσαν να εξηγήσουν
καμιά ελευθερία τους
Ίσως το παράπονο που λέγαμε
ότι δεν μπορέσαμε μόνοι να λυθούμε
ή να δέσουμε κόμπο την ανημπόρια του Καρυωτάκη
ότι ο κόσμος δεν αποδέχονταν τις απόψεις μας για το καλό.

Είναι πικρή η απόγνωση δε φαίνεται όλες τις νύχτες
όλες τις νύχτες δε γνωρίζει την έλευση ενός θεού
πως όλα ήταν ωραία κάτω από τα πεύκα.

Κάτω από τα πεύκα έλιωσε το κεραμίδι
τη μνήμη του χαλκού
σάμπως το χρώμα του καμινιού γιατί
των αρχαίων η εικόνα δεν άφηνε περιθώριο
να ξεχαστούμε
ν αφήσουμε να πάρει φωτιά η πευκοβελόνα

Τόσο απλά.

Το παράπονο μιας στιγμής έφτανε στο γαλάζιο
φέγγισμα
ότι δεν αγαπήσαμε μόνο τον εαυτό μας
δεν ερωτευθήκαμε για να κάνουμε παιδιά
ήρθαμε εδώ ακέραιοι
γεμάτοι απρέπεια.

[Χείμαρρος, χείμαρρος η ζωή
στην άκρη η ζωή
στην άκρη, στην άκρη, στην άκρη!
Λευκή γυναίκα χορευτή
που αγάπησε το άσπρο, το άσπρο.]

Κανείς άλλος σαν εμάς!
Κανείς, κανείς, κανείς!

Ένα μικρό παράπονο μέρας της
ειλικρίνειας του καλύτερου
Όλοι μιλούσαν για λεφτεριά ούτε ένας θεός
για τη σκλαβιά που φύτρωσε στις μασχάλες μας
Βέβαια αρνηθήκαμε πολλές φορές να πνιγούμε
στον Γουαδαλκιβίρ όλοι μαζί.
Προτιμήσαμε τον δικό μας θάνατο πιο ατιμωτικό
θελήσαμε να γδάρουμε την εικόνα
να σβήσουμε το χείμαρρο.

Διψάσαμε το Καλοκαίρι και τις Άνοιξες
οι λέξεις ίδρωναν, δεν έπεφταν στο κενό
αξία είχε να επιζήσουμε πάση θυσία
τρώγοντας ότι τρώγοντας
μόνον εμείς μπορούσαμε ν αντισταθούμε στους θεούς
κανείς άλλος.
Ούτε ένα δέντρο, ούτε μια σκιά ζωγράφου
γιατί οι λέξεις ξαναίδρωναν και τα ζώα κοιμούνταν ήσυχα.

[Στο κενό, στο κενό η ζωή
χείμαρρος, ξερό ποτάμι
του χρόνου δε θάχει νερό
-χαχα, δε θάχει νερό-
όλοι μιλάνε για το νερό
όλοι ξέρουν για το νερό
Κανείς δεν ξέρει για το αίμα!]

Ένα μικρό πουλί έφευγε μόνο του στη θάλασσα
Ταξίδευε ξέχωρα απ το κοπάδι
Ήταν κόκκινο πουλί, άσπρο πουλί, πουλί θλιμμένο
στο γαλάζιο να κινείται σαν φτερό στον άνεμο
όπως του λαχε στη λίγη ζωή του
όπως ήσυχο κυνηγούσε τη βροχή
σαν από μόνο του να ήξερε πως
ο χρόνος στον αέρα είναι περισσότερος από τη γη
-όταν πατάς στη γης πεθαίνεις.

[Στον αέρα, στον αέρα το φως
λιγνή κοπέλα που πετά. Άσπρο πουλί
άσπρο το φως
ένα με το φως
ένα με το φως
ένα με την πέτρα!]

Ήπιαμε τότε το αίμα μας
κι ήταν ένα αίμα ασήμαντο
χωριάτη ή ναυτικού αξημέρωτου
που δεν έφταιγε σε τίποτε, για τον στραγγαλισμό των λέξεων
Ένοχοι, κόκκινοι, νεκροί
αφιλόδοξοι στον κάμπο του Αλιάκμονα
χωρίς ίχνος πόνου για όσα κάμαμε και θα ξανακάμωμε
για όσα με κακία αποδώσαμε στον ανύπαρκτο
θυσιάζοντας ακόμα και τα παιδιά μας
το αίμα τους που ήταν μπλε
τα μάτια τους που ήταν μάτια πεύκου
κι ελάτου και μπιγκόνιας
ακόμα και στο ύφος μιας μέρας
που όντως δε φοβόμαστε τίποτε.

 

Κάτι κακό συμβαίνει σ αυτή την πολιτεία
και κλείσαν όλα τα τρελοκομεία

Κάτι συμβαίνει σ αυτή την πολιτεία
Ώρα λοιπόν να χορέψουμε στο ταψί
όσους μας αγαπάνε.

Κάτι με πληγώνει αυτή τη πολιτεία που ξεπέφτει η οικονομία
δεν είμαι εγώ, δεν είσαι εσύ, είμαστε όλοι μαζί στο καψιμί
είμαι εγώ μονάχος μου που κατρακυλώ στο άστα να πάνε

Κάτι μου συμβαίνει σ αυτή την πολιτεία
κλείσανε όλα τα βρεφοκομεία κι αλήθεια δεν έχω που να πάω
σβήσανε και όλα όλα τα σ αγαπάω
όλα όλα τα κα- τα καφενεία.

Κάτι κακό συμβαίνει σ αυτή την ερημία
και κλείσαν όλα τα μπουρδελοποιεία.

Μέρα λοιπόν που ναχεις το νου σου
να μην ξεχάσεις το χαρτί να μην ξεχασεις την παρόλα
να πάμε βόλτα στην ακρογυιαλιά με ματογυιάλια
ίσως περάσει ο ταβατζής σου Ελλάδα

Κάτι μου συμβαίνει σ αυτή την πολιτεία

 

 

 

 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

ΤΑ ΣΊΔΕΡΑ ΝΑ ΜΙΛΟΥΝ

    Να γράψω κάτι, βέβαια όχι αναγκαστικά αλλά ούτε επίτηδες. Τίποτε δεν με εκπλήσσει πια, τα περιμένω όλα, ακόμα κι αυτό ότι μεγάλωσα. Στην...