Τετάρτη 19 Μαΐου 2021

ΦΎΡΑ

 



Μύθος ή πραγματικότητα;
Ωμή αλήθεια: το αλκοόλ βλάφτει σοβαρά την υγεία.
Μια από τις μεγαλύτερες εξαρτήσεις του ανθρώπου. Χειρότερο από ναρκωτικά. Αργός αλλά σταθερός θάνατος.
Ένας από τους κυριότερους λόγους αποτυχίας στη ζωή.
Μύθος τα περί έμπνευσης στη ζωγραφική, στο γράψιμο. Εαν δεν είσαι νορμάλ, θα δημιουργήσεις
λάθη. Και ούτε τα μισά από όσα θα μπορούσες.
Το αλκοόλ φυραίνει το μυαλό.
Μπορώ να πω πως δεν έπινα από μικρός. Το κρασί η μπύρα, το ούζο μου προκαλούσαν αηδία μέχρι ακόμα και που πήγα φαντάρος. Όχι δεν έπινα. Το σιχαινόμουν το ποτό, έπινε ο πατέρας μου, γινόταν έρμαιο του ούζου, δεν ήταν αλκοολικός ήταν μέθυσος, μέχρι τα 60 του. Ύστερα έκοψε ποτό και τσιγάρο κι έζησε ακόμα είκοσι χρόνια σαν "λογικός" άνθρωπος. Ντρεπόμουν για τα δυο μεγάλα μου αδέρφια που ήταν κι αυτοί μέθυσοι. Ο πρώτος κατάντησε αλκοολικός και πέθανε εξ αιτίας του πιοτού. Ντρέπομαι γιατί και οι περισσότεροι φίλοι μου είναι αλκοολικοί αλλά δεν το καταλαβαίνουν. Ε, τρία τέσσερα πέντε ουίσκυ και μισό κιλό κρασί την ημέρα δεν πειράζουν, λένε αφελέστατα.
Μέχρι τα τριάντα μου κάπου εκεί, ζήτημα αν είχα πιει δέκα φορές και είχα μεθύσει δυο-τρεις. [ Αυτό με έχει σώσει, οι φίλοι μου που πίναν από τα εφηβικά τους χρόνια έχουν πεθάνει. Κίρρωση του ήπατος. Το σύνηθες. Απαίσιος θάνατος] Από τα τριανταδυο, άρχισα να κουτσοπίνω. Δεν ξέρω πως, ε, αφού δε με πείραζε έλεγα, δε μεθούσα, δεν έκανα φασαρίες, δεν τσακωνόμουν, απλά με έπιανε σαν μια επιθυμία να ξεφεύγω λίγο με το ποτό και είναι αλήθεια πως αφού δεν έπινα κάθε μέρα ήταν κάπως υποφερτά τα πράγματα. Εργαζόμουν πάρα πολύ, δεκαπέντε ώρες την ημέρα, ήμουν νέος, δυνατός, αθλητικός. Τα χέρια μου, το μυαλό μου καθάριο αλλά σιγά σιγα γινόμουν κρυφοπότης. Έπαιρνα στο σπίτι διάφορα ποτά, έφτασα να πίνω ένα μπουκάλι κονιάκ μόνος μου. Κάπου εκεί άρχισα να καταλαβαίνω τον επηρεασμό του ποτού αλλά μια οι παρέες μια το ένα, μια το άλλο, έπινα κάθε μέρα. Τα βράδια κοιμόμουν μεθυσμένος κι όταν το πρωί πάθαινα κενά μνήμης τρόμαξα. Σταμάτησα να πίνω ένα χρόνο. Ύστερα πάλι τα ίδια, πίναμε το βράδυ με τους φίλους ότι βρίσκαμε μπροστά μας, βότκες, τεκίλες σφηνάκια, και σιγά-σιγά απ΄το πρωί πάλι τα ίδια. Δικαιολογία: για να ξεμεθύσεις από το βραδινό, το πρωί πρέπει να πιεις μια γουλιά από το ίδιο! Το κοβα μόνο όταν ήμουν άρρωστος και η πάλη με τι αλκοολικές ουσίες είχε αρχίσει να θεριεύει μέσα μου. Μην πίνεις Κώστα, έλεγα μην πίνεις. Όποιος πίνει καταστρέφει τη ζωή, θυμόμουν τα λόγια του Τ. Ουίλιαμς από τη Λυσσασμένη γάτα. Αλλά μετά από μια βδομάδα πάλι τα ίδια. Το ποτό δε με μεθούσε κι αυτό μπορεί να ήταν χειρότερο. Γιατί άμα μεθούσα ή γινόμουν όπως οι άλλοι θα το καταλάβαινα και δεν θα ανεχόμουν τον εαυτό μου. Έλα όμως που δε φαινόμουν ποτέ μεθυσμένος μέχρι τότε;[ μεγαλώνοντας αλλάζουν τα πράγματα, λιγοστεύουν οι αντιστάσεις του εαυτού] όσο και να πινα, απλά μια ευθυμία, ένα κέφι που κι αυτό το κρυβα επιμελώς αλλά με έριχνε χαμηλά, μου διαστρέβλωνε την αισιοδοξία, τα βλεπα όλα μαύρα, ήμουν ντάουν και δεν μπορούσα να συνειδητοποιήσω πως έπρεπε να το κόψω. Έγραφα, ζωγράφιζα, έπινα, χώρισα πιωμένος μια υπέροχη κυρία, παντρεύτηκα μια άλλη που δεν έπρεπε, χώρισα και μ αυτήν όταν πια είχα καταστρέψει μια ντουζίνα λεφτά, μια καριέρα που διαφαινόταν περίλαμπρη, μια ζωή υπεύθυνη όπως μου άξιζε και αντ αυτού πήρα αγκαλιά τις μπουκάλες όλου του κόσμου. Έπινα-έπινα-έπινα, μέρα νύχτα μια εικοσαετία περίπου μέχρι τα πενήντα μου. Τις σπάνιες φορές που το κοβα καταλάβαινα πόσο κακό μου είχε κάνει. Έβλεπα άλλα πράγματα, ένιωθα άλλα που δεν μπορούσα να τ αγγίξω πιωμένος. Ο αλκοολικός μόλις ξυπνήσει σκέφτεται που θα βρει να πιει, δεν έχει όρεξη για δουλειά, βιάζεται να πάει στον καφενέ, στο δρόμο, να βρει να πιει, γίνεται σαν τον ναρκομανή. Δεν μπορούσα πια να κοιμηθώ αν δεν είχα πιει, το πρόσωπο μου είχε αρχίσει να κοκκινίζει, τα ωραία μου χαρακτηριστικά αλλοιώνονταν, τσακωνόμουν πιο εύκολα, εντάξει δεν ήμουν πολύ εριστικός αλλά πράγματα που θα μπορούσα να τ αποφεύγω εξ αιτίας του ποτού, δεν τα κατάφερνα. Έπειτα ένιωθα μια δυστυχία, μια ντροπή ας μην φαινόμουν μεθυσμένος-φτάνει που το ήξερα εγώ- πως δε θα μπορούσα ν αντιμετωπίσω τις καταστάσεις, ειδικά όταν είχα να κάνω με ξενέρωτους, όπως λέμε -κάκιστα- τους ανθρώπους που δεν αγγίζουν το αλκοόλ. Μεγάλη εντύπωση μου έκανε όταν διάβασα πως ο Ζαμπέτας δεν έβαζε σταγόνα αλκοόλ στο στόμα του όπως μεγάλη εντύπωση μου έκαναν οι πιωμένοι καλλιτέχνες και για όσους μάθαινα πως ήταν αλκοολικοί. Βαν Γκογκ,, Εντγκαρ Αλλαν Ποε, φρικτός θάνατος, Ρίτσαρντ Μπάρτον, Ερνεστ Χεμινγουέη, το αλκοόλ σε σπρώχνει στην αυτοκτονία κατα έναν περίεργο τρόπο. Μοντιλιάνι, Τζάκσον Πόλοκ, Γουίτνευ Χιούστον και τόσοι άλλοι επώνυμοι και ανώνυμοι.
Ο αλκοολισμός είναι ένα μεγάλο πρόβλημα που παραμένει άγνωστο στον περισσότερο κόσμο.
Ο αλκοολισμός είναι η τρίτη αιτία θανάτων μετά τα τροχαία και τις ασθένειες.[ Κι εκτός αυτού πρέπει να είναι φοβερά επώδυνος θάνατος.]
Αν έχεις ανάγκη να πιεις ένα ποτό την ημέρα είσαι δυνητικός αλκοολικός
Όλα αυτά τα ήξερα, τα γνώριζα. Αλκοολικοί καλλιτέχνες προβάλλονται παντού και θεωρούνται ινδάλματα.[ Ε, δεν είναι παρά ψυχικά ράκη.] Οι φίλοι μου όλοι πίνουν. Γιατί να μην πίνω κι εγώ; Ο γνωστός δημοσιογράφος δεν γράφει αν δεν κατεβάσει μισό μπουκάλι ουίσκι, η διάσημη Χίλτον κυκλοφοράει με τα μπουκάλια στις μέσα τσέπες, όπου να πας τα βράδια γίνεται της τρελής από τις σαμπάνιες. Στα καφενεία, στα τσιπουράδικα, στις μπυραρίες το αλκοόλ τρέχει ποτάμι. Τα ξέρω όλα αυτά. Όπως γνωρίζω και τι γίνεται γύρω μου. Παντού αλκοόλ, η εύκολη λύση των νέων για να ξεφύγουν από τον εαυτό τους και τον κόσμο, για να μην ασχοληθούν με τα προβλήματα. Περνάνε στους δρόμους με ένα μπουκάλι μπύρα ή ρετσίνα, αγόρια, κορίτσια ανεξέλεγκτα [ δε θυμάμαι την παλιά εποχή γυναίκες να πίνουν στο δρόμο αλλά και οι μπεκρήδες ήταν λίγοι τους ξέραμε με το μικρό όνομα τους. Τώρα ξεχύλησε γο κακό.] πίνουν, γίνονται κυνικοί, δυστυχισμένοι, χαμένοι στη σύγχυση.
Τώρα δεν πίνω και δεν καπνίζω. Είναι κάμποσος καιρός που βλέπω τα πράγματα καθαρά. Αυτά που δεν έβλεπα τότε. Όχι, δεν πέταξα μπουκάλια και πακέτα. Ούτε χρησιμοποίησα κανένα φάρμακο για να τα κόψω. Χρησιμοποίησα μονάχα τη δύναμη του εγκεφάλου. Του μυαλού. Αυτού που έχει ο άνθρωπος και δεν το χρησιμοποιεί σωστά.

 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

ΤΑ ΣΊΔΕΡΑ ΝΑ ΜΙΛΟΥΝ

    Να γράψω κάτι, βέβαια όχι αναγκαστικά αλλά ούτε επίτηδες. Τίποτε δεν με εκπλήσσει πια, τα περιμένω όλα, ακόμα κι αυτό ότι μεγάλωσα. Στην...