Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΓΙΑΝΝΗΣ ΡΙΤΣΟΣ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΓΙΑΝΝΗΣ ΡΙΤΣΟΣ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Παρασκευή 28 Σεπτεμβρίου 2018

ΡΙΤΣΟΣ. Μια συνάντηση.

Ποτέ δε μετάνοιωσα γι αυτή τη στιγμή, μου είπε. Ολόκληρος ο κόσμος περιμένει κάτι από σένα και, δεν ήθελε να φύγει.





Ευλύγιστη στιγμή. Ωραίος άνθρωπος. Ωραίος ποιητής. Μόνο δυο κουβέντες και μια χειραψία αντάλλαξα μαζί του. Ήταν τότε που εξέδιδα το περιοδικό ΔΡΟΜΟΣ. Ένα μικρό περιοδικάκι στις αρχές του ογδόντα.Το γράφαμε με τον Στέλιο Κατσίκα. Είχα κάνει ένα σκίτσο των Διοσκούρων της Ελληνικής ποίησης-Ελύτης, Ρίτσος. Με κοίταξε με κάποια πολύ γλυκειά έκφραση, που μου έκανε μεγάλη εντύπωση από τότε και μετά. Πιστεύω, πως ήταν ωραίος άνθρωπος κι έτσι τον απεικόνισα σ αυτή την τοιχογραφία, ξεχασμένη στα Εξάρχεια. Η πραγματική επαφή -θυμάμαι ήταν -ή Έκπληξη, γιατί σχολίασε το σκίτσο που είχα φτιάξει,..εγώ ένας απειράριθμος νεανίας και ο Ρίτσος ένας παγκόσμιος θεός τη ποίησης..Μελετώντας τον στη συνέχεια και μετά και σήμερα, μου μένει η εικόνα του λαδωμενου μαλλιού, κατσαρού, να κρέμεται βουστροφηδόν και στις άκρες των χειλιών του ένα περίφημο χαμόγελο, αποτυπωμένο, πιθανώς για την έκφραση ικανοποίησης ή κάποιου κρυμμένου μυστικού που εγώ δεν ήξερα ούτως ή άλλως. Γενναία στάση. Εγώ συμπάθησα την τεχνοτροπία των ματιών του, το στιγμιαίο παιχνίδισμα των βλεφάρων, ένα κάτι, πως ο Κόσμος ήταν και δεν ήταν αυτό που φαίνεται.Ναι. Ο Ρίτσος αυτό μου έδειξε με ένα χαμόγελο μόνο την συνάντηση ανθρώπων που έχουν τι να πουν. Ποτέ δεν μετάνιωσα γι αυτή την στιγμή, μου είπε, ολόκληρος ο κόσμος περιμένει κάτι από σένα, και δεν ήθελε να φύγει. [Με το εσένα θα εννοούσε όλους εμάς.]
Λιγόστεψα από την βούληση του να κάνει ανήμπορα πράγματα...[επεξηγώντας την εμμονή του στον κομμουνισμό που αδίκησε καταφανώς την πένα και την οξυδέρκεια του.]

Και οι λέξεις φλέβες είναι, μέσα τους κυλάει αίμα.

Αρχοντική καταγωγή, εκατό ποιητικές συλλογές, εννέα μυθιστορήματα, η Σονάτα του σεληνόφωτος, Εαρινή συμφωνία, Επιτάφιος, δεκατέσσερις ποιητικές συλλογές, ο πολυγραφότερος μαζί με τον Παλαμά, γεννημένος εκεί στη γη της Μονεμβασίας, σε εκείνα τα κόκκινα λιθάρια της απόκρημνης ακτής, πειρατής, ίσως πολλές φορές σαρκαστικός ως Καρυωτάκης, κι άλλοτε με μεγάλη έπαρση λέγει και στέργει πράγματα και καυμούς.







Δεν γράφω τη βιογραφία του Ρίτσου, απλά σημειώνω μερικές συγκυρίες και πράγματα που μου μένουν απ αυτόν τον μεγάλο ποιητή-αυτός τουλάχιστον αξίζει να φέρνει τον τίτλο του ποιητή, μαζί με καμιά δεκαριά ακόμη στην Ελλάδα- και ν αναμοχλεύω στίχους και να ξαναδιαβάζω τα λεγόμενα του. Κάποτε λοιπόν που πήγα στη Μονεμβασιά έγραψα και τούτο το ποίημα με αφορμή τον Ρίτσο.

Μονεμβασιά
 Μπορείς ν’ ανέβεις τα μονοπάτια της Μονεμβασιάς
και τον μεγάλο βράχο τους ανθρώπους που έχτισαν την πέτρα δεν ξεχνάς
Κι ας είναι ανυπάκουος ο νόμος της ζωής

Τα μονοπάτια που περπάτησαν οι Ενετοί
και οι Τούρκοι, πριν τους όλους οι Έλληνες!

Πριν τους όλους οι Έλληνες την πέτρα ζέσταναν
Πριν τους όλους ν’ ανέβεις το κάστρο και να δεις
το νότιο αγέρι ν’ απλώνει
Κάτι απ’ τη ζήση σου εδώ να τελειώνει

Στα μονοπάτια που νοστάλγησαν οι Σαρακηνοί
κι αργότερα οι Τούρκοι, δεν μπορείς
τον άγριο θάνατο να κλάψεις
περιμένοντας το τέλος μιας εικόνας του Πιέρ Ασλανιάν
που τελευταίος των ζωγράφων, Ελλήνων τε έκλεψε την δόξαν

Ν’ ανέβεις το βράχο της Μονεμβασιάς
Τους ανθρώπους που γέννησαν την πέτρα
-πριν τους όλους οι Έλληνες-
τα μονοπάτια τους μην ξεχνάς

Κι ας είναι ανυπάκουος ο νόμος της ζωής

Σε κάθε πέτρα, να σταματάς, να βλέπεις
Τι να μιλήσουμε άλλο;
Δεν έχουμε άλλο παρά να περπατάμε.
Το σπιτικό φαΐ, πλακόστρωτο μας περιμένει
Τι άλλο να πούμε;
«Αυτός που πέρασε ήτανε ξένος»*
 Στην πέτρα να βλέπεις
τον δρόμο της Μονεμβασιάς.

*στίχος του Γιάννη Ρίτσου






ΑΝΤΊΘΕΤΗ ΣΚΈΨΗ

  Μόνο ένας έξυπνος και αυθόρμητος κόσμος μπορεί να δίνει τη χαρά. Πολλές φορές, εμείς οι μεγάλοι υποτιμούμε τους μικρούς. Τους πολύ μικρούς...