Είχε σκιάσει το πρόσωπο της σαν μ ένα χρώμα δέρματος με πολύ πράσινο μέσα του και πρόσδινε μια άλλη ανταύγεια στην ωραιότητα της- αν και δεν μπορούσες να πεις πως ήταν ακριβώς όμορφη γυναίκα η Μαριλένα, που ήταν μικρή, ίσως μόνο εικοσιπέντε χρονών. Είχε έναν τύπο ξανθό, ίσια μαλλιά, σχεδόν σκληρά χαρακτηριστικά με κάποιες φακίδες που κατά έναν περίεργο τρόπο συνεχίζουν να υπάρχουν και μετά την ακμή της ήβης σε ορισμένα πρόσωπα. Μακρύ λαιμό, στηριγμένο σε εξώπλατους ώμους, στήθος τσιτωμένο έτοιμο να πεταχτεί από το φόρεμα, σπάνια φορούσε σουτιέν. Από κει και κάτω ήταν πιο όμορφη. Κάτω από τη μέση, όπου επιτρέπονταν όλα τα χτυπήματα, σύμφωνα με το νόμο του Μάρκου Συνεπιάδη.
Στο ίδιο τραπέζι είχαν καθίσει πολλές φορές. Στρωμένο από ιδανικά χέρια, φτιαγμένο από σοβαρούς σεφ, σερβιρισμένο από χαμογελαστούς μπάτλερ, χαβιάρι και χρήμα. Ότι πιο ωραίο προσφέρει αυτή η ζωή σε ανθρώπους σαν τον χρηματιστή Νίκο Ανθρωπέσκου.
-Αυτό είναι η ζωή Μάρκο! Χαβιάρι και χρήμα!
-Μμμμ, μόρφασε σαν τον Κλίντ Ίστγουντ, αυτός, στο Για μια χούφτα δολάρια.
Η ευτυχία που καθρεφτιζόταν στο πρόσωπο του Ανθρωπέσκου εξ αιτίας του χρήματος και του χαβιαριού που ήταν λίγο μεγαλύτερος της γυναίκας του Μαριλένας, δηλαδή περίπου τριαντάρης, η ευτυχία, λοιπόν, ήταν απλωμένη, ήταν αιώνια επειδή έμοιαζε να τα έχει όλα. Λεφτά, υγεία, μια υπέροχη γυναίκα. Υγεία; Αυτή δεν ήταν και απόλυτα εξακριβωμένη, κάτι του έλειπε, κάτι που δε φαινόταν αλλά υπήρχε. Ήταν άρρωστος; Και τότε πως χαμογελούσε; Οι άρρωστοι απ ότι ξέρετε δε χαμογελούν. Τότε;
-Δεν μπορώ να κάνω έρωτα Μάρκο!
Ο Μάρκος έφτυσε σαν τον Ρόμπερτ Μίτσαμ. Στράβωσε το ωραίο πρόσωπο του, κάτι δεν του άρεσε σ αυτή τη δήλωση.
-Μη το ψάχνεις φίλε μου, ψιθύρισε. Αυτή είναι η αλήθεια. Γεννήθηκα χωρίς πέος.
Ο Μάρκος είχε μείνει μετέωρος να τον κοιτάζει με ανοιχτό το στόμα. Ο Ανθρωπέσκου του το κλεισε με ευλάβεια.
-Η κρυφή συμφωνία μας ισχύει εφ όρου ζωής, σκλήρυνε τον τόνο της φωνής του. Ξέρω, είμαι γνώστης τι κάνεις με τη γυναίκα μου. Την αγαπώ και θα κάνω τα πάντα να είμαι μαζί της. Εσύ δεν την αγαπάς, εσύ θέλεις το χρήμα από μένα και το κορμί της για να διασκεδάσεις τον αισχρό σου χαραχτήρα! Και μη! Μην κουνιέσαι! Κάτω απ τη μασχάλη έχω το όπλο που θα σε στείλει πολύ εύκολα στο σκοτάδι!
Αυτό τον αισχρό σου χαρακτήρα, είχε εντυπωθεί πολύ άσχημα στο μυαλό του Μάρκου Συνεπιάδη από εκείνο το βράδυ που είχαν περάσει σχεδόν τρία χρόνια κι αυτός συνέχιζε να είναι σκλάβος του χρήματος και της σάρκας. Και τα δυο: χρήμα, σάρκα εξουσιάζουν τον κόσμο, σκέφτηκε.
-Χρήμα και σάρκα, απάντησε στον Σωλήνα.
-Τι είπες; παραξενεύτηκε αυτός.
-Τίποτα, συνήλθε. Βάλε βότκα.
-Μην πίνεις άλλο, συνέχισε το βιολί του αυτός, γεμίζοντας με άσπρο θάνατο το γυαλιστερό ποτό που κελάρυζε γαργαλιστικά ανάμεσα από τα στρόγγυλα παγάκια. Δεν ήρθαν ακόμα;
-Βλέπεις να ήρθαν, σκυθρώπιασε.
Ο Σωλήνας έφυγε πάλι σαν τον σκίουρο πάνω στο δέντρο. Ο Μάρκος γύρισε στην καταθλιπτική πραγματικότητα και σκέφτηκε πως έπρεπε να τελειώνει μ αυτή την ιστορία. Να τελειώνει αλλά πως; Να τον σκότωνε. Να τον σκότωνε; Ναι και τότε όλα θα έμεναν δικά του. Χρήμα, σάρκα, ευτυχία. Ναι, αυτό θα έκανε, θα τον σκότωνε. Εξ άλλου εκείνος δεν είχε πει πως είχε όπλο κάτω απ τη μασχάλη και πως ήταν εύκολο να τον στείλει στο σκοτάδι; Γιατί να μη τον έστελνε αυτός;
Σηκώθηκε αποφασισμένος για όλα όπως ο Αλ Πατσίνο στον Κυνηγημένο, πέταξε πάνω στη μπάρα μια χούφτα Ευρώ, που αναπήδησαν και ακούστηκε αυτός ο ήχος του αναπηδήματος σαν να ήταν μόνο αυτά εκεί, μέχρι που έμειναν ακούνητα πάνω στο μάρμαρο, και με αργά βήματα πήγε προς την έξοδο. [Κοντινό στο πρόσωπο του Σωλήνα καθώς και στο χέρι του που μαζεύει τα ευρώ.]
Ο Μάρκος βγήκε στο λουσμένο μαύρο, ενώ ένα φεγγάρι πασπάλιζε με χρώμα κίτρινο έναν κόσμο παράξενο. Περπάτησε παραπέρα, βγήκε στην άσφαλτο, στάθηκε στη μέση του δρόμου, κοίταξε δεξιά κι αριστερά, πίσω από τους κορμούς των δέντρων με υποψία, κάποιος φάνηκε να κρύβεται εκεί, ίσως ήταν ο Ανθρωπέσκου! Ναι, αυτός ήταν και ξεπρόβαλλε μπροστά από τον κορμό κρατώντας το όπλο και σημαδεύοντας τον από τα έξι μέτρα.
-Ξεπέρασες τα ανθρώπινα όρια και γι αυτό πρέπει να πεθάνεις! Του είπε επίσημα.
Απόσπασμα από το διήγημα μου με τίτλο ΣΤΗ ΜΕΣΗ ΤΟΥ ΚΟΣΜΟΥ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου