Κυριακή 6 Φεβρουαρίου 2022

ΚΆΘΕ ΧΕΙΜΏΝΑ

 


ΣΤΗΝ ΕΞΩ ΘΥΡΑ 2
Πέτρα και ασβέστης
στην αυλή λίσβας λίγο πλακόστρωτο
στους τοίχους ασπρισμένοι λίθοι, σκεπή στον αγέρα, στον κεραμιδένιο άνεμο
Κάθε Χειμώνα ανέβαινε ο πατέρας να επιδιορθώσει τις σταγόνες
που εμείς, καθισμένοι όλοι μαζί σε ένα κρεβάτι θωρούσαμε να πέφτουν μια-μια σαδιστικά στο σανιδένιο πάτωμα
Τακ! τακ!
Τα μπλε παράθυρα δεν είχαν σπασμένα τζάμια, το κρύο δε φούντωνε ,
το τζάκι έκαιγε κι ο καπνός τύλιγε τις ανάσες μας.
Ήμασταν παιδιά τότε και παίζαμε στη μικρή αυλή που μας φαίνονταν Σαχάρα.
Σκοτώναμε τα γόνατα, το αίμα κυλούσε στις πληγές του μικρού μυαλού μας.
Τρώγαμε λίσβα μα υπήρχε ζωή.
Η μητέρα όλη μέρα στις δουλειές.
Ο πατέρας στο μεροκάματο και στο ούζο.
Εμείς μεγαλώναμε με τα δέντρα της αυλής,
τα χρόνια γκρέμισαν το πέτρινο σπίτι
οι ροδιές στον κήπο άφθαρτες στο κόκκινο και πάντα ένας έρωτας να βασανίζει τις ανάσες μας.
Αυτοί οι Χειμώνες που πέρασα εκεί στο σπίτι μου
γεμάτοι ξεροβόρια, -τα δέντρα έσπαζαν απ τη μανία τους-
κανένας δε θα μου πει γιατί έγιναν έτσι τα πράγματα και όχι αλλιώς.
Το πέτρινο σπίτι γκρεμίστηκε, ο πατέρας πέθανε, λίγο αργότερα η μητέρα
όλα σκυθρώπιασαν
μαύρισαν οι τοίχοι, ράγισε το τσιμέντο και η ψυχή μου
ξεθώριασε η παλιά εικόνα.
Ο κήπος γέμισε βάτα, αγριάδες περικύκλωσαν τον παλιό κόσμο
έκλεισαν την παλιά ζωή στο αγκάλιασμα τους για πάντα.
Κανείς δεν πατάει τώρα εκεί
φώλιασε μόνο το φίδι του σπιτιού που λεγε η μάνα μου
και εμένα οι κεντρίνες τσιμπούν μεθυσμένες, κίτρινες
να με γυρίζουν κάποτε εκεί
ΠΟΙΗΣΗ Κ. ΠΛΙΑΤΣΙΚΑ

 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Ο ΠΗΛΌΣ

    Ο Ντίνος Βελεμέντης ταξίδευε προς βορρά. Δε θυμόταν πόσες στάσεις ήταν να φτάσει μέχρι το Μαρούσι, μια διαδρομή που την έκανε συχνά, πη...