Πέμπτη 3 Αυγούστου 2023

ΕΣΎ ΔΕ ΜΟΙΆΖΕΙΣ ΜΕ ΤΙΣ ΆΛΛΕΣ

 


Εσύ δε μοιάζεις με τις άλλες. Το παραμύθι των αντρών, όταν γνωρίζουν μια γυναίκα. Υπάρχουν διαφόρων ειδών γυναίκες. Οι λίγες ντύνονται επί πιστώσει και όταν γδύνονται πληρώνονται μετρητοίς. Κάποιος το είπε αυτό, δε θυμάμαι. Οι πολλές, μοιάζουν μεταξύ τους: πως να τυλίξουν το κορόιδο, να βρούνε τον λεφτά που θα τ ακουμπάει όλα στην ποδιά τους. Παραμυθόσκονη. Καλησπέρα κορόιδα.
Απιστία; Φιλάρες την πατήσαμε. Σε κάποιους κοστίζει ακριβά. Σε άλλους τίποτα. Μερικές φορές βαριέμαι αφόρητα. Ούτε να μ αγαπάς θέλω και παρ΄ότι ξέρω πως σ αγαπώ σκέφτομαι να την κάνω απόψε την απιστία. Αλλά άμα το σκέφτεσαι δε γίνεται.[ Αυτά τα πράγματα συμβαίνουν ξαφνικά, αυθόρμητα. Το προσχεδιασμένο είναι διπλή απιστία. Κι αν είσαι ύπανδρος λέγεται μοιχεία.]
Η βλακεία είναι ανίατη. Μυαλό δεν πουλάνε ούτε στα θρανία, ούτε στη λαϊκή. Ή το έχεις ή σου λείπει και αυτό κανείς δε μπορεί να το αλλάξει. Το φάρμακο κατά της βλακείας δεν έχει ακόμη βρεθεί.
Μη σηκώνεσαι στις μύτες των ποδιών για να ψηλώσεις.
Τελικά, όλα ησυχάζουν. Σα να μην υπάρχει και πολύ κουράγιο. Κάτι κουρασμένα παλικάρια οι φίλοι μου. Κάτι κλεισμένες καρδιές οι γυναίκες μας. Κατάθλιψη, ψεύτικοι διέξοδοι με πρώτη την ποίηση. Αυτές είναι οι επιλογές μας τούτο τον καιρό. Μπύρα ή κρασί; καλό βράδυ. Να δεις που άμα μας πετάξουν το κόκαλο θα πάμε να τους το φέρουμε.
Η κριτική είναι ελεύθερη σε μια δημοκρατική χώρα. Η καλή και η κακή. Όλοι μπορούμε να κρίνουμε, μπορούμε να πούμε ευθέως δε μου αρέσει αυτό το έργο ζωγραφικής, αυτό το θεατρικό είναι καλό, εκείνο το βιβλίο είναι κάκιστο. Αυτό το δημόσιο πρόσωπο[ επώνυμο] δεν έπραξε καλά. Στην Αμερική χώρα ελευθερίας! μπορείς και να δυσφημίσεις: Η κόκα κόλα είναι σκατά. Γι αυτό πίνω Πέπσυ.
Άμα λιγοστέψεις τις επιθυμίες σου μόνο τότε μπορείς να συλλάβεις την ουσία, λένε οι σοφοί. Αλλά αναρωτιέμαι εγώ, η επιθυμία δε συμβαδίζει με την ανάγκη; Επιθυμώ να τρώγω ή είναι ανάγκη; Είναι ανάγκη να κάνω έρωτα,[αναπαραγωγή του είδους] ή επιθυμία; [ Απόλαυση, ηδονή κλπ.] Δυο είναι τα μεγαλύτερα ένστικτα του ανθρώπου: Η τροφή και η σεξουαλική πείνα.
Μερικοί έχουν μείνει ακόμα στον καιρό της μαγκιάς. Οι άντρες αλλά και λίγες γούμαν, πιστεύουν πως περνάει ακόμα αυτός ο τύπος, που προσπαθεί να επιβάλλει τη γνώμη του απευθύνοντας προσβολές, προσωπικές, αντί να μιλούν επί των θεμάτων που μας απασχολούν. Πιστεύω πως αυτό είναι μειονεκτικό και κομπλεξικό συναίσθημα. Κανείς δε δικαιώνεται μόνο από τα λεγόμενα του.
μπήκε η αρκούδα μες την καλύβα μας και πρέπει να τη βγάλουμε έξω. Δεν μπορούμε να κοιμηθούμε μαζί της.[ Έχετε κοιμηθεί με αρκούδα;]
Ας υπάρχει η γιορτή των ερωτευμένων. Δεν ενοχλεί κανέναν. Οι ερωτευμένοι μοιάζουν με μικρά παιδιά, χρειάζονται λουλούδια και παιχνίδια. Είναι όλα δικά τους, όπως και οι νύχτες που αγαπήθηκαν με πάθος, όπως και τα ωραία λόγια τα μεγάλα: Θα σ αγαπώ για πάντα!
Ωραία. Δεν είμαστε έξυπνος λαός. Έξυπνος είναι εκείνος που δεν κοιμάται. Που είναι εκτός ύπνου. Εκ-ύπνος. Εμείς όμως όπως αποδεικνύεται από τα γεγονότα είμαστε υπναλέοι, είμαστε κοιμισμένοι. Τόσα χρόνια κάναμε τους έκ-υπνους αλλά δυστυχώς, δεν είμαστε γεράκια, σαΐνια, αετοί όπως θέλουμε να παρουσιαζόμαστε αλλά μπούφοι, ζώα, βόδια που κοιμούνται όρθια και πληρώνουν ξενοδοχείο.
[Σημειώσεις στις άκρες τετραδίων εξάσκησης επαγγέλματος]

 

Τετάρτη 2 Αυγούστου 2023

Η ΨΥΧΟΛΟΓΊΑ ΤΗΣ ΜΆΖΑΣ

 

 


ΜΕΤΑΞΥ ΕΣΟΥ ΚΑΙ ΕΜΟΥ

-Κατάλαβες ψυχάκια;

-Εμένα μιλάς;

-Βλέπεις κανέναν άλλον εδώ;[κοιταζω γύρω, κοιτάζει κι αυτός]

-Βλέπεις τίποτα άλλο; Γιατί εσύ όλο κατι περίεργο θα δεις..

-Βλέπω την ψυχολογία της μάζας πεσμένη.

-Εγώ την πούτσα σου βλέπω πεσμένη, ο άλλος.

-Τι άλλο θα βλεπες εσύ! Τι σχέση έχει η φούτσα με την ψυχολογία της μάζας, [με ψάχνει ερευνητικά]

-Άκου μπακαλόμαγκα: Εγω, τα ξέρω όλα και μην μου κάνεις κήρυγμά. Η ψυχολογία της μάζας έχει να κάνει με την ελπίδα, με το όνειρο. Αυτη την ώρα ο Έλληνας δεν μπορεί να ονειρευτεί..

-Γιατί;[τον κόβω] Μήπως και πριν που ονειρευόταν του βγαιναν τα όνειρα;

-Δεν έχει σημασία αυτό μαλάκα. Σημασία έχει πως ο κάθε μικροαστός φτιάχνεται με την ελπίδα πως κάποτε θα κάνει το πέρασμα στην ανωτέρα τάξη. Ο Κάθε μικρέμπορας, ψιλικατζής ονειρεύεται να φτιάξει σουπερ μάρκετ..

-Και ο κάθε ταρίφαρμαν ελπίζει να φτιάξει στόλο! τον ξανακόβω.

-Ταρίφαρμαν; ψιλομπερδεύεται, ξύνει την κεφάλα του.Πετάει έξω τα χείλια του. Τέλος πάντων εσυ μια ζωή πετάγεσαι σαν πούτσα..

-Α, για να σου πώ! σηκώνω το χέρι μου και του καταφέρνω μια καραγκιοζίδικη φάπα. Δεν ουρλιάζει.

-Ενταξει ρε! κατάλαβα, εννοείς τους ταξιτζήδες. Για βλάκα με περνάς; Εχουν κι απεργία μέρες τώρα...Ε, ναι ο καπιταλισμός επιτρέπει στην μάζα το όνειρο, της δίνει κίνητρο πως θα καταφέρει το όνειρο. Κι επειδη μερικοί το καταφέρνουν...

-Ενας στο εκατομμύριο; στρίβω το μούτρο μου.

-Μπορεί και λιγώτερο.

-Δε βλέπουν πως οι περισσότεροι πεθαίνουν φτωχοί;

-Δεν βλέπουν τέτοια αυτοί.Επανέρχομαι στην ψυχολογία της μάζας. Να τώρα οι ιδιοκτήτες ταρίφαρμαν που λες εσύ, ξεκινούν απ όλα τα μέρη να έρθουν στην Αθήνα. Κα κάνουν την ήδη κολασμένη ζωή μας χειρότερη. Εσύ θα συμφωνήσεις γι αυτό το κομβόι;

-Εγω δεν είμαι ταρίφας.

-Αν ήσουν ρε πούστη μου![νευριάζει, του ξαναχώνω σφαλιάρα, κάθεται στ΄αυγά του]

-Οχι, δεν θα πήγαινα ρε. Γιατι εγω δεν είμαι μάζα..

-Και τι είσαι συ; μου λέει και τρέχει παραπέρα κοιτάζοντας με λυκίσιο μάτι.

-Εγω είμαι η μονάδα. Ξεχωρίζω. Δεν γίνομαι μπάζο.

-Και νομίζεις ότι αυτα που λες και γράφεις πως ενδιαφέρουν τον πολύ κόσμο, την μάζα;

-Ε, ναι..ανοίγω τα μάτια μου και του απαντάω φυσικά.

-Ε, πάρτες! κι μου ορμάει ο τρισάθλιος και με κάνει μαύρον στις μπουνιές.

ΚΩΣΤΑΣ ΠΛΙΑΤΣΙΚΑΣ


Σάββατο 29 Ιουλίου 2023

βιογραφικό

 

 



Ο ΚΏΣΤΑΣ ΠΛΙΑΤΣΙΚΑΣ είναι ζωγράφος και συγγραφέας. Είναι αυτοδίδακτος. Οι σπουδές του είναι προσωπικές, μελέτησε και μελετά Ιστορία Τέχνης όπως και παγκόσμια σπουδή λογοτεχνίας, ποίησης, θεάτρου.

ΒΙΟΓΡΑΦΊΑ

 Γεννήθηκε το 1954 στην Θεσπρωτία, όπου και φοίτησε στα τοπικά Λύκεια αλλά δεν ολοκλήρωσε τις Λυκειακές σπουδές αφού αποβλήθηκε απ όλα τα σχολεία της χώρας, επειδή γρονθοκόπησε χουντικό καθηγητή. Έκτοτε αφού έκανε κατά καιρούς διάφορα επαγγέλματα, σερβιτόρος, οικοδόμος, επιγραφέας, βιβλιοπώλης, ασχολήθηκε ουσιαστικά με τη ζωγραφική και το γράψιμο. Από το 1970 ζει και εργάζεται στην Αθήνα. Είναι αυτοδίδακτος κι αυτό το θεωρεί μεγάλο προσόν επειδή τώρα που διδάσκει ζωγραφική γνωρίζει καλύτερα τι σημαίνει να μην έχεις δάσκαλο. Έχει κάνει αρκετές ατομικές εκθέσεις, και έχει λάβει μέρος σε ομαδικές, αν αυτό λέει κάτι, και αρκετά έργα του κοσμούν τα σπίτια και τους δρόμους ανά την Ελλάδα. Ζωγράφισε επίσης πολλές τοιχογραφίες στους δρόμους της Αθήνας. Κατά καιρούς εξέδωσε δυο περιοδικά.Τον ΔΡΟΜΟ και τελευταία το ΔΙΑΣΧΙΖΩ με περιεχόμενο που αφορούσε τις τέχνες και τα γράμματα. Έχει ασχοληθεί σχεδόν με όλα τα είδη του λόγου, σενάριο, μυθιστόρημα, διήγημα, ποίηση, θέατρο, δοκίμιο. Κατά καιρούς εργάστηκε σε εφημερίδες στο σκίτσο και την γελοιογραφία. Διατηρεί εργαστήρι ζωγραφικής στην οδό Μαυρομιχάλη 102 στα Εξάρχεια. Έχoυν εκδοθεί τέσσερα έργα του: Ικέτες της Αλήθειας (Μυθιστόρημα, 1981) Όλα μοιάζουν καλά (Θεατρικό, 1982) Νέον Έργον: Η Ιστορία ενός Τρομοκράτη (Μυθιστόρημα, 1989) Δεκάτη Τρίτη ώρα. Μυθιστόρημα 2013 για το οποίο ο Γιώργος Σταματόπουλος, στην εφημερίδα των ΣΥΝΤΑΚΤΏΝ, σημειώνει στην κριτική του μεταξύ άλλων:

"Γνωρίζω τον Κώστα Πλιάτσικα, περίπου 35 χρόνια, τώρα. Ανήσυχος πάντα, ατίθασος και επιθετικά παρεμβατικός από τότε που εξέδωσε το λογοτεχνικό περιοδικό «ΔΡΟΜΟΣ».
Εριστικός τις περισσότερες φορές, έβαλλε κατά πάντων, με μια ενθουσιώδη αυθάδεια. Θα έλεγα.
Έχω διαβάσει τα προηγούμενα βιβλία του και έχω δει την εξέλιξη στο ζωγραφικό του έργο. Αντιλαμβάνομαι, ότι παρά τις εμμονές του, έχει κατακτήσει και εικαστική και λογοτεχνική ωριμότητα.
Εν κατακλείδι: η απροσδόκητη πλοκή της αφήγησης, ο ρεαλισμός και το αναπάντεχο, η σκληρότητα και η τρυφερότητα, καθιστούν ελκυστική την αφήγηση και συνθέτουν ένα διαφορετικό λογοτεχνικό αφήγημα, μια μικρή λογοτεχνική εξέγερση. Επίσης δε θεωρώ τυχαίο ότι ένας από τους ήρωες είναι αλλοδαπός και οι υπόλοιποι κατάγονται από την επαρχία, που, όμως, δρουν σε αστικό περιβάλλον. Είναι ένα μικρό κλειδί- νομίζω- για την ανάγνωση
Η χοάνη της λογοτεχνίας εντός της οποίας αλέθεται η αγωνία του συγγραφέα και της κοινωνίας: ο πολύπλαγκτος, πολύπαθος αλλά όρθιος άνθρωπος."

Εξέδιδε και διεύθυνε το λογοτεχνικό περιοδικό Δρόμος, όπως και αργότερα το ΔΙΑΣΧΙΖΩ που συνεχίζει την πορεία του ηλεκτρονικά. Άρθρα του, διηγήματα και γελοιογραφίες έχουν φιλοξενηθεί, κατά καιρούς, σε εφημερίδες και περιοδικά.

ΈΡΓΑ ΤΟΥ ΚΩΣΤΑ ΠΛΙΆΤΣΙΚΑ που έχουν εκδοθεί

ΙΚΈΤΕΣ ΤΗΣ ΑΛΉΘΕΙΑΣ Αφήγημα γύρω από την στρατιωτική θητεία.
ΝΕΟΝ ΈΡΓΟΝ Η ΙΣΤΟΡΊΑ ΕΝΌΣ ΤΡΟΜΟΚΡΆΤΗ Μυθιστόρημα
ΌΛΑ ΜΟΙΑΖΟΥΝ ΚΑΛΆ Θεατρικό
ΔΈΚΑΤΗ ΤΡΊΤΗ ΏΡΑ Μυθιστόρημα

Έχουν δημοσιευτεί στο διαδίκτυο:
ΕΡΩΤΙΚΆ ΔΙΗΓΉΜΑΤΑ [100 ]
ΔΙΗΓΉΜΑΤΑ ΚΟΙΝΩΝΙΚΆ [ 60 ]
ΟΙ ΑΠΟΤΥΧΗΜΈΝΟΙ Μυθιστόρημα
ΟΙ ΒΡΟΧΈΣ ΤΟΥ ΠΕΡΣΙΝΟΎ ΧΕΙΜΏΝΑ Θεατρικό
ΤΟ ΧΤΎΠΗΜΑ ΤΗΣ ΠΕΤΑΛΟΎΔΑΣ Θεατρικό
Ο ΘΕΌΣ ΤΩΝ ΦΤΩΧΏΝ Μυθιστόρημα
Η ΑΠΌΛΥΤΗ ΔΥΣΤΥΧΊΑ ΤΩΝ ΆΛΛΩΝ Μυθιστόρημα
Η ΣΥΝΑΡΠΑΣΤΙΚΌΤΗΤΑ ΤΗΣ ΓΡΑΦΉΣ Βιογραφικό μυθιστόρημα
Ο ΓΡΎΛΛΟΣ ΓΙΆΝΝΗΣ Φιλοσοφικό παραμύθι
ΔΟΚΊΜΙΑ- ΚΡΙΤΙΚΈΣ-ΠΑΡΟΥΣΙΆΣΕΙς-ΣΥΝΕΝΤΕΎΞΕΙΣ
ΠΟΊΗΣΗ


 

Τετάρτη 26 Ιουλίου 2023

Ελευθεροτυπία, Σάββατο 16 Ιανουαρίου 2010

 

ΤΟ ΠΡΏΤΟ ΤΕΎΧΟΣ ΤΟΥ ΔΙΑΣΧΊΖΩ

 

Ανακάλυψα αυτή τη δημοσίευση, πριν λίγο..ας πούμε πως έχει κάποιο ενδιαφέρον.

Έντυπη Έκδοση

Ελευθεροτυπία, Σάββατο 16 Ιανουαρίου 2010

Το χειροποίητο περιοδικό

Του ΔΗΜΗΤΡΗ ΡΟΥΤΣΩΝΗ ΦΩΤ.: ΜΑΡΙΟΣ ΒΑΛΑΣΟΠΟΥΛΟΣ Το περιοδικό «ΔΙΑΣΧΙΖΩ» συνιστά ξεχωριστή περίπτωση. Είναι φτιαγμένο στο χέρι, με τον γραφικό χαρακτήρα του εκάστοτε υπογράφοντα να καθορίζει την αισθητική του, με την μπλε πλαστική ταινία να επισφραγίζει το χειροποίητο δέσιμο, ενώ ελάχιστα μόνον άρθρα του είναι γραμμένα στην τυπογραφική μηχανή.

Η γραφή, η εικονογράφηση (ακόμη και των διαφημίσεων!), η σελιδοποίηση, το μοντάζ, η βιβλιοδεσία, γίνονται στο χέρι! Μόνον η ανατύπωση σχετίζεται με νεότερες τεχνολογίες. «Ενα περιοδικό χειροποίητο εμπεριέχει την έννοια του δημιουργού του», λέει ο εκδότης και βασικός αρθρογράφος του «ΔΙΑΣΧΙΖΩ», συγγραφέας και ζωγράφος Κώστας Πλιάτσικας. «Δίνει το βήμα σε ανθρώπους που θέλουν να βγάλουν τη φωνή τους προς τα έξω και να πουν όχι μόνον αυτό που θίγει, αλλά και αυτό που σχεδόν απαγορεύεται», προσθέτει.

Το «ΔΙΑΣΧΙΖΩ» ξεκίνησε προ διετίας στην Ηγουμενίτσα και γρήγορα απέκτησε φανατικό κοινό 500 περίπου συνδρομητών. Η θεματολογία του καλύπτει το θέατρο, την πολιτική, τη λογοτεχνία, τη φιλοσοφία, τις τέχνες. Το πνεύμα του, έντονα σατιρικό. «Το υλικό τυπώνεται αυτούσιο, ακατέργαστο, γκροτέσκο», επισημαίνει ο Κ. Πλιάτσικας, καθώς «μόνο σατιρίζοντας κανείς θα πει τα πράγματα με τ' όνομά τους».

Οσο για την ανταπόκριση από το κοινό; «Οι άνθρωποι αγαπάμε ό,τι γίνεται με μεράκι, και με το «ΔΙΑΣΧΙΖΩ» αυτή η αγάπη εκδηλώθηκε με τρόπο υπερβολικό τα περισσότερα τεύχη θεωρούνται ήδη συλλεκτικά», καταλήγει ο Κ. Πλιάτσικας που ετοιμάζει αφιέρωμα στον Ασιμο στο επόμενο τεύχος του περιοδικού.

 

Πέμπτη 20 Ιουλίου 2023

ΕΊΣΑΙ ΒΛΊΤΟ!

 


Το μεσημέρι καθάριζα βλίτα. Ήταν ωραία, δροσερά βλίτα που έκοψα από τον κήπο. Τα έβαλα σε μια λεκάνη, κάθισα στο τραπέζι της αυλής και δίπλα τοποθέτησα μια άλλη λεκάνη για να ρίχνω τα καθαρισμένα. Ωραία, σκέφτηκα και στρώθηκα στη δουλειά. Πολλοί νομίζουν πως είναι εύκολο να καθαρίζεις βλίτα, για μένα όμως, θέλουν μια προσοχή, όχι άιντε ότι να ναι. Έπαιρνα ένα –ένα, το εξέταζα, έκοβα πρώτα το κοτσάνι με τα χέρια εκεί που έκανε κράκ για να φύγει το σκληρό, κοίταζα τα βλαστάρια που βγαίνουν κάτω από τους μίσχους, τα έκοβα, τα παρατηρούσα μήπως είχαν τρυπημένα ή ξερά φύλλα, και με τα δυο μου χέρια αφαιρούσα τις άκρες τους και τα ριχνα στην καθαρή λεκάνη. Όταν τέλειωνα με τα βλαστάρια, έφτανα στην κορυφή του φυτού, το έφερνα μπροστά στην όψη μου, πέταγα τυχόν αγριάδες που μπλέκονταν ανάμεσα στις διακλαδώσεις- σπάνια εκεί περπατούσε κανένα μυρμήγκι ή άλλο ζωίφιο, το οποίο δυστυχώς έπρεπε να σκοτώσω- και αφαιρούσα όλα τα μεγάλα φύλλα. Στο τέλος αυτής της δουλειάς, αφαιρούσα κι όλες τις μύτες από τις κορφάδες του φυτού έτσι που ν απομένει λιγνό, σχεδόν διάφανο σαν τσάκνο, δε θα τρωγα πρασινάδα, τα κορμάκια και λίγο πράσινο έπρεπε ν απομένει. Όπως καταλαβαίνετε για να φτιάξω μια μικρή κατσαρόλα έπρεπε να καθαρίσω με αυτόν τον σχολαστικό τρόπο, περίπου εκατό βλίτα, δεν τα μέτρησα κιόλας.[Την άλλη φορά θα το κάνω!]
Έτσι μου πήρε κάμποσο χρόνο, που κι αυτόν δεν τον μέτρησα αφου ήμουν αφοσιωμένος σ αυτό που έπρεπε να κάνω γιατί, διαφορετικά θα μπορούσα να πάρω μια μερίδα από το διπλανό εστιατόριο αλλά περνώντας από κει την τελευταία φορά, παρατήρησα τη γυναίκα που τα καθάριζε και είδα με τρόμο να τα πετάει όλα μέσα στη λεκάνη της κουζίνας, να τα πλένει μια σβούρα, να κόβει ελάχιστα τα κοτσάνια, όπως-όπως κι ύστερα να τα ρίχνει στο μεγαλο καζάνι κι αποφάσισα από τότε να μην ξαναπάρω βλίτα από εκεί.
Βέβαια σε όλη τη διάρκεια αυτής της δουλειάς, είχα το χρόνο να σκεφτώ διάφορα πράγματα, όπως τι είναι το βλίτο, δε θυμόμουν και πολλά πράγματα από τη Φυσιολογία που κάναμε στο Δημοτικό γιατί στο Γυμνάσιο και μετά, ούτε λόγος για βλίτα. Θυμήθηκα-θαυμάστε μυαλό!- πως είναι ποώδες, εδώδιμο φυτό που η επιστημονική ονομασία του είναι, Amaranhus blitum. Όπως, πως όσοι το τρώνε, φυραίνει το μυαλό τους. Άρα ανοηταίνει. Γέλασα, μ αυτή την αφέλεια και με την άλλη που όποιον αποκαλούμε βλίτο-συνήθως με νεύρα- τον θεωρούμε ανόητο, βλάκα, εξ αιτίας της παραπάνω ιδιότητας που αποκτά όποιος τρώει βλίτα. Φαντάσου, απολογήθηκα στον εαυτό μου, ενώ τέλειωνα με τον καθαρισμό των βλίτων, με τι μας έχουν θρέψει τόσα χρόνια για να μας κάνουν ακριβώς βλάκες.
Καλή όρεξη.
 

Κυριακή 16 Ιουλίου 2023

ΦΑΝΑΤΙΣΜΌς ΦΕΤΙΧ ΚΑΙ ΑΝΟΗΣΊΕς

 

 


-Λοιπόν το αποφάσισα! μου ανακοινώνει.
-Τι είναι ρε μαλάκα; ρωτώ με αγωνία. Παντρεύεσαι την καλή σου;
-Όχι, μουδιάζει, σφίγγεται. Δεν βγαίνουν τα έξοδα.
-Ε, τότε τι αποφάσισες ρε βλήμα; ερωτώ απορημένος.
-Θα ταξιδέψω στο Τορίνο! μου λέει σιγανά, κοιτάζοντας γύρω.
-Τι φοβάσαι ρε! του φωνάζω. Ωραία, θα πας στο Τορίνο, ωραία πόλη είναι, θα κάνεις διακοπές, δε θυμάμαι, έχει θάλασσα το Τορίνο..
-Δεν ξέρω! δε με νοιάζει! μου σφυρίζει, κλείνοντας μου το στόμα, έτσι που να μουγκρίζω αντί να βγάζω λέξεις... Έχω ένα σκοπό αλλά μη μας ακούσει η δικιά μου!
-Γιατί ρε; κάνω συνομωτικά κι εγώ στ αυτί του. Τι πρόκειται να κάνεις κανένα έγκλημα;
-Όχι...αλλά..είναι κάποια έξοδα, καταλαβαίνεις. Χρειάζομαι μόνο για την αγορά εκατόν δέκα ευρώ;
-Τι θ αγοράσεις ρε; καμιά πολυκατοικία στο Τορίνο; γελάω.
-Όχι ρε μαλάκα, μια φανέλα πάω να πάρω!
-Τι φανέλα ρε μαλάκα; ξαφνιάζομαι...[δεν τον είχα και για τόσο μαλάκα.]
'Ελα, μαλάκα, τη φανέλα του Τριστάνο πάω να πάρω, τι με πέρασες...Ρονάλντο είναι αυτός..
-Του Τριστάνο; αυτού με την Ιζόλδη; απορώ.
-Ποια Ιζόλα..τι μου λες! Ρο-να-λντο! δεν τον ξέρεις;
-Ααα! τον ξέρω, αυτόν που χτενίζεται όταν βάζει γκολ.. αυτόν δε λες; α ναι, να πας ρε μαλάκα, να πας και να δώσεις διακόσια, τριακόσια ευρώ, μην είσαι μαλάκας έχει ανάγκη η Γιουβέντους από τα ευρώ σου! πρέπει να συμπληρώσει τα χρήματα που έδωσε για να τον αγοράσει..
-'Εχει μαζέψει από τις πωλήσεις των φανελών πενήντα εκατομμύρια ευρώ, μου λέει ηλίθια.
-Και με τα δικά σου θα φτάσει τα πενήντα εκατομμύρια και εκατόν δέκα ευρώ, του λέω πιο ηλίθια και δεν αντέχω άλλο.
Του χώνω δέκα μπουνιές στο αδιόρθωτο κεφάλι του- έτσι που να μείνει χωρίς κεφάλι, τι το θέλει αφού έτσι κι αλλιώς δεν το βάζει να εργάζεται.

 

Σάββατο 15 Ιουλίου 2023

ΠΟΤΈ ΔΕΝ ΞΈΧΑΣΑ ΤΟΝ ΕΑΥΤΌ ΜΟΥ Σ ΈΝΑ ΛΙΜΆΝΙ

 


 

Μερικά έργα σε οδηγούν όπου θέλουν. Άλλα γίνονται από μια παράξενη σύμπτωση και χρειάζονται τύχη για να υπάρξουν, να βγουν στην επιφάνεια, να τ ανακαλύψουν οι άνθρωποι και να μεγαλώσουν μαζί τους. Με τη Τζοκόντα και της Κοπέλες της Αβινιόν δεν έχουμε μεγαλώσει τόσες γενιές;

Παράξενη σύμπτωση είναι και το ΚΟΡΙΤΣΙ της εικόνας που άλλο ήταν και άλλο έγινε αφού το ξαναδούλεψα. Άρα; κανείς δε θα θυμάται το πριν [του] εκτός από μένα!

Οι πραγματικά σπουδαίοι δεν αρνούνται να παραδεχτουν την ανωτερότητα κάποιων άλλων.

Το να πεις ποιητικά λόγια για ένα τοπίο δε λέει. Καλύτερα να είσαι εκεί και να το βλέπεις.

Η ζωή διαφέρει από την τέχνη όπως και να το κάνουμε. Η τέχνη οφείλει να προηγείται και να μην αντιγράφει τη ζωή, μόνον έτσι, ρεαλιστικά μπορεί να προσφέρει στη ζωή.

Είναι ένα στενό αδιέξοδο κάπου στα Εξάρχεια με ομπρέλλες. Έχουν ενδιαφέρον τα αδιέξοδα, ξέρεις πάντα που τελειώνουν.

Η τέχνη είναι μοναξιά. Όμως ποτέ δεν ξέχασα τον εαυτό μου σε ένα λιμάνι.

Ο καπιταλισμός αποσκοπεί στην ισοπέδωση και την τελική καταστροφή του αδύναμου που, ως παράγοντας, μειώνει το κέρδος! Καταλαβαίνετε αγαπητοί μου σε τι λούμπα έχουμε πέσει; Το κυνήγι του πλουτισμού τείνει να εξαφανίσει κάθε είδος ανθρωπισμού. Το καπιταλ κοντρόλ εξουθενώνει τον κόσμο και δεν υπάρχει καμιά περίπτωση να συνέλθουμε χωρίς την αναίρεση του. Ελεύθερη οικονομία ναι, αλλά όχι με τους νόμους που γουστάρουν αυτά τα αρχίδια! γιατί, τότε η δημοκρατία τους γίνεται χειρότερη από την δικτακτορία.

Τι με κοιτάς απορημένος ρε καραγκιόζη; Έμεινες κάγκελο με ανοιχτά τα μάτια; Δεν την ξέρεις την παγκόσμια ημέρα της φτώχειας; Θα σου την πω εγώ στατιστικά. Ένα παιδί πεθαίνει κάθε τρία δευτερόλεπτα από την πείνα. Ένα δις άνθρωποι ζουν σε βαθιά φτώχεια παγκόσμια, δηλαδή ο ένας στους τρεις. Απόλυτη φτώχεια ορίζεται το ποσοστό του πληθυσμού που ζει με λιγότερο από ένα καθορισμένο ποσό δολαρίων την ημέρα. Ιδανικό ποσοστό της απόλυτης φτώχειας το 0%. Ο δείκτης της φτώχειας ορίζεται κάτω από τα 5000 ευρώ το χρόνο. Το επίπεδο της ανεργίας είναι σχετικό με τον δείχτη της φτώχειας. Στην Ελλάδα η επίσημη ανεργία αγγίζει το 30%. Ανεπίσημα το 50%. Το 1/3 των Ελλήνων ζει με λιγότερο από 300 ευρώ το μήμα και το 60% ζει με το φόβο πως θα ξυπνήσουν μια μέρα φτωχοί.

Αυτά είναι μια πολύ μικρή σταχυολόγηση αριθμών για να καταλάβεις απορημένε σε ποια κατάσταση βρίσκεσαι, για να καταλάβεις πως κάποιος πρέπει να υποφέρει για να περνάμε εμείς καλά!

Η πιο θανατηφόρα μορφή βίας είναι η φτώχεια, είπε ο Γκάντι. Εγώ λέω πως αν συνεχιστεί η αύξηση των φτωχών στην Ελλάδα ο κίνδυνος για απειλή της κοινωνικής συνοχής είναι εμφανής, που σημαίνει μουρόχαβλε πως θα γίνει πόλεμος. Πόλεμος που θα τον επιδιώξουν οι φτωχοί. Αυτή είναι η βία που φέρνει η φτώχεια και επισήμανε ο μεγάλος Γκάντι που δυστυχώς δεν μπόρεσε να σώσει την Ινδία από την απόλυτη φτώχεια. Στην Αμερική δεν υπάρχει φτωχός με την παγκόσμια έννοια του όρου, η Κίνα ανεβαίνει επίπεδα ιλιγγιωδώς, στη Σουηδία οι φτωχοί παίρνουν το ίδιο εισόδημα με τις ΗΠΑ, όλα αυτά είναι κουραφέξαλα για τους φτωχούς όλου του κόσμου που ζούνε με λιγότερο από ένα δολάριο την ημέρα.

Αυτά είναι μερικά συμπεράσματα για την παγκόσμια φτώχεια μας. Καλημέρα πλούσιοι όλου του κόσμου.

Τώρα αν με ρωτήσετε αν είμαι ευτυχισμένος με τη ζωή που κάνω, το σκέφτομαι αυτό χιλιάδες φορές, τις ατέλειωτες ώρες που ζωγραφίζω και γράφω, πάντα με ένα μπουκάλι αλκοόλ εκεί γύρω μου, θα απαντούσα συγχισμένα κατ άλλους, ξεκάθαρα για μένα. Αν η υπερηφάνεια είναι μέρος της ευτυχίας μου, αυτό το νιώθω από παιδί, ότι δηλαδή ήμουν περήφανος για τον εαυτό μου, για το γέλιο μου, για τον τρόπο να μεταδίδω στον κόσμο μια χαρά και κατά βάθος υπεροπτικά, σέβομαι τη φύση που με γέννησε αυτόν που είμαι και όχι κάποιον άλλον. Αυτό είναι μια γενική μορφή της ευτυχίας μου που πλησιάζει επικίνδυνα στη δυστυχία, τόσες φορές που γινόμουν σκνίπα με τους φίλους, με τα αδέρφια, με τις κοπέλες, τόσες φορές που ερωτευόμουν κι άλλες τόσες που χώριζα από έναν άνθρωπο, από έναν φίλο γιατί έτσι τα έφερε η ζωή.

Λέει μεταξύ άλλων ο Τ.Σ. Ελιοτ στα ΕΠΤΑ ΔΟΚΙΜΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΟΙΗΣΗ. Εντύπωση μου κάνει που ξεχωρίζει τον ποιητή όχι μόνο από τους λοιπούς ανθρώπους αλλά και από τους άλλους ποιητές!

Ωστόσο αυτή τη σύγκριση μεταξύ συγγραφέα και ποιητή τη θεωρώ άκυρη και άτοπη. Και ο συγγραφέας έχει ανάλογες συνειδητές εμπειρίες.

Όλοι οι άνθρωποι ευχαριστιούνται να ακούνε καλά λόγια για τη δουλειά τους, για την ομορφιά τους και για το χαραχτήρα τους. Γενικά τα επαινετικά λόγια, επιδρούν στον ψυχικό κόσμο μας σαν βάλσαμο και κατα κάποιο τρόπο αναζωογονούν την φιλαρέσκεια μας. Όμως να πεις φερ ειπείν κι ένα "κακό" λόγο στην κριτική σου δε χάλασε ο κόσμος! Δεν μπορεί να είναι όλα τέλεια πάνω μας! στην εργασία μας! Ίσα-ίσα! Δυστυχώς οι περισσότεροι άνθρωποι στραβομουτσουνιάζουν και είναι έτοιμοι να σε διαγράψουν αν πεις πως δε σου αρέσει η ποίηση τους ρε αδερφέ! Προσωπικά μια κακή κριτική για το έργο μου με εξιτάρει περισσότερο και φυσικά κουβεντιάζω για τα λάθη που βλέπει ο συνομιλητής μου.

Υπάρχει μια ακινησία εδώ, ενώ έξω φυσά τουμποφόρ. Πως λέμε τουμποφλόκ; Λέω να πάω για ένα ποτό δίπλα, στο Φαεινόν αλλά δεν έχω παρέα, αλλά πάλι δεν πειράζει, θα έχω παρέα τον άνεμο. Τι ωραία! έχετε πιει ποτό παρέα με τον άνεμο;

Κακά τα ψέματα. Το οικονομικό για τον σύγχρονο άνθρωπο έχει καταντήσει μάστιγα-τα πάντα γίνονται με το χρήμα και δυστυχώς αυτό επηρεάζει όλες μας τις κινήσεις. Εξ αιτίας της ανέχειας χάνουμε τις παρέες, τους φίλους, την ξεγνοιασιά και την αλήθεια πως άλλοτε όλα ήταν καλύτερα.

Κανένας άνθρωπος δεν μπορεί να είναι απλά, χαρούμενος στη σημερινή κατάσταση, όταν βλέπει γύρω του τη φτώχεια, την απελπισία, τη μοναξιά και τη φρίκη που αποφέρει ο οικονομικός πόλεμος. [Εκτός απ τα γουρούνια.] Η δε απελπισία, είναι ο χειρότερος σύμβουλος για να πάρεις αποφάσεις σημαντικές για τη ζωή σου και για τη ζωή των άλλων. Το μόνο σίγουρο είναι πως θα κάνεις λάθος. Αυτό το γνωρίζουν οι κυβερνώντες και γι αυτό οδηγούν τις μάζες στην εξαθλίωση με μαθηματική ακρίβεια.




Τετάρτη 12 Ιουλίου 2023

ΠΑΛΙΟΣ ΣΤΡΑΤΙΏΤΗΣ

 


 

Ήμουν σε ένα δωμάτιο με έναν αδερφό και μια γυναίκα. Ύστερα έφυγα. Βρέθηκα κάπου με πέντε τραπουλόχαρτα στο χέρι, τσαλακωμένα, παλιά. Τα κοίταζα κι έλεγα τι τα χρειαζόμουν. Έφτασα αλλού, σε ένα μαγαζί. Είπα στον χοντρό που μέτραγε κέρματα να του τα δώσω και περίμενα. Τα πήρε κι αφού με κοίταξε με αγαθή υποψία, του είπα πως κάνουν πέντε ευρώ. Μόνο; με ρώτησε. Γιατί πέντε; πάρε ένα χιλιάρικο δραχμές. Ήταν πολύ πρωί, έξι η ώρα, μόλις χάραζε, έφυγα πάλι. Με κυνηγούσε μια χοντρή, που ύστερα μιλούσε με κάποιον στις σκάλες. Προσπάθησα να περάσω ανάμεσα τους ν ανέβω στο κατάστημα, σουπερ μάρκετ ή κάτι τέτοιο παλιό. Έψαχνα κάτι εκεί μέσα μα δεν το βρισκα. Ξανακατέβηκα τις σκάλες που ήταν γεμάτες χαρτιά και γλιστρούσαν, πιάστηκα στα σκουριασμένα κάγκελα να μην πέσω. Στο στενό διάβα, η χοντρή παραμέρησε να περάσω. Πήγε από δίπλα, χωράω κι από εδώ, μου είπε. Διάβηκα στο χάραμα, νεκρός διαβάτης του απείρου.
Όσος δρόμος και να υπήρχε ακόμα, δε θα τέλειωνε πουθενά.
Υπάρχουν κάποιοι άνθρωποι αμετάπειστοι για το σπάνιο είδος των πουλιών που πετάνε ελεύθερα και δεν τους νοιάζει ευθύβολα για τα τόξα των κυνηγών.
Μπορετοί, χωρίς φόβο για το μέλλον. Ένα χαμόγελο χαράζει συνέχεια, μια δύναμη απελπισίας, σκαλώνει την ελαφρότητα του είναι. Το χρώμα παιδεύει τον χρόνο, οι ιδέες εκρήγνυνται εν είδει αδένων.
Ποτέ δεν ήμασταν μόνοι σου λένε. Σου λέει.
Περιμένουν απάντηση από τον ανθρωπάκο που πήγε μετανάστης στην χώρα της άμμου, και τον έχωσαν χρόνια κάτω απ΄αυτήν στα ορυχεία, να τους εξηγήσει την κατάσταση. Είναι να μην βαρας το κεφάλι σου στον τοίχο;.
Ο θάνατος δεν είναι ότι χειρότερο για τους θνητούς. Ότι πολύ αγαπήσαμε τη ζωή και μισήσαμε τον λόγο πως κάποτε θα φύγουμε από εδώ και δεν θα γεννηθεί κανείς αθάνατος. Θα ψάχνουμε όμως εμείς πάντα το ελιξήριο [ λίθος της γνώσης ] της αθανασίας κι ας ξέραμε πως όταν γεννηθήκαμε δε μας ρώτησε κανείς.
Βγήκα μια βόλτα στην πλατεία Εξαρχείων. Η ώρα πλησιάζει δυο. Κόσμος πολύς, γεμάτη. Μου άρεσε. Μερικοί ερωτευμένοι, χαιδεύονταν, φιλιούνταν. Ωραία ήταν, είχε μια ζωντάνια. Εμείς κλεισμένοι πίσω απ τα κομπιούτερς δακτυλογραφούμε κάνοντας πράξεις σε χοντρά, λογιστικά βιβλία. Και νομίζουμε πως ο κόσμος καίγεται.
Ήμουν ατίθασος, υπερόπτης χωρίς να το ξέρω. Πολλές φορές βίαιος, επαναστατικός. Με ζήμιωσε αυτή μου η "αυθάδεια' προς τη ζωή. Αν ξεκινούσα πάλι θα σεβόμουν περισσότερο τις αξίες της ζωής.
Πολλοί άνθρωποι θα λέγανε εύκολα πως δεν αξίζαμε τίποτα. Με κουράζει αυτό στη ζωή. Κι αν δεν αξίζαμε δε θα το ξέραμε μονάχοι; Υπήρξαμε τόσο ηλίθιοι όσο αυτοί νόμιζαν; Κι έπειτα εμείς δεν το είπαμε αυτό σε κανέναν κατάμουτρα; δεν αξίζει να ζεις. Είχαμε το σθένος της ολιγάκειας μας.
Ωραίοι!
Όσοι δε μετάνιωσαν για τίποτα
Ποτέ μη πενθούντες για το αύριο
βεβαιωθέντες για τον θάνατο της αλωπεκούς.
Ο Πλιάτσικας γράφει Δημοτικό τραγούδι;
Μια μέρα ήταν η χαρά
και δεκαοχτώ οι λύπες[δις]
Είπες δε με ξεχνάς ποτέ
και μ έξι άλλους βγήκες.[τρις]
Χάρισα ενα πίνακα μου, σε δυο άγνωστους. Περνούσαν τυχαία απο το χώρο μου. Ενα ζευγάρι. Ήταν πολύ ευτυχισμένοι που τους αγάπησα για τόσο λίγο. Ξέρω πως θα το αγαπάνε για πάντα. Δεν είχα τι άλλο να τους δωσω. Μετάνιωσα γιατί αγάπησα τόσο πολύ τους ανθρώπους. Είμαι ένα μικρό πράγμα από σας.
Υπάρχουν και οι φίλοι, τα νυχτερινά τρένα που κυλάνε συνέχεια στις ραγες τους. Γι αυτούς οι νύχτες δεν πεθαίνουν. Το σκοτάδι τους αγαπάει πιο πολύ και οι έννοιες πως θα ζήσουν λιγότερο αν κοιμηθούν δεν τους αφήνει ήσυχους. Αυτά τα βραδυνά τρένα τα αγαπάω μερικές φορές πιο πολύ.
σημειώσεις στις άκρες των βιβλίων.

 

Δευτέρα 10 Ιουλίου 2023

Ο ΣΤΑΥΡΌΣ ΤΩΝ ΜΑΎΡΩΝ

 


Πριν από λίγο πέρασα απ την Ομόνοια με έναν φίλο. Είχα καιρό να περάσω. Έπαθα πλάκα. Λες κι έχουν περάσει χιλιάδες χρόνια από τότε που πίναμε καφέ στο ΝΈΟΝ. Κι ο αιώνιος φίλος μου από δίπλα να λέει γελώντας, πως σε λίγο εδώ θα σταυρώνουν τους μαύρους...

 


Από τον ήχο των βημάτων καταλαβαίνεις ποιος σε ακολουθεί; Τκ-τκ στην άσφαλτο, ανεπαίσθητα. Κπτκτιπ! μια γυναίκα! τακ-τακ, τακ. Ο δολοφόνος δεν ακούγεται σέρνει τα βήματα....σουρς! γιατί όμως ο γυναικείος ήχος είναι πιο δυνατός; χωρίς την άκρη του ματιού, το ίδιο είναι, μέρα ή νύχτα, απλά η γυναίκα ακούγεται πιο πολύ! Τακ-τουκ, τακ-τουκ, με το τουκ μερικές φορές να κοντοστέκεται αν θέλει να σε προσπεράσει ή όχι. Εσύ κοντοστέκεσαι να σε προσπεράσει το ωραίο. Μπορεί να ήθελες να μιλήσεις στα βήματα αλλά έχασες την ευκαιρία.Το σκοτάδι καταπίνει το τακ-τουκ. Απομακρύνεται κι εσύ χάσκεις σε έναν βρεγμένο ουρανό. Ο ήχος μεταδίδεται καλύτερα στο νερό;




 

Παρασκευή 7 Ιουλίου 2023

Ο ΆΣΠΡΟΣ ΛΎΚΟΣ

 

 


 

Και στα πλατάνια, βασίλευε ο Βελλεροφόντης με τον Πήγασο, το νερό τελείωνε στο πηγάδι, η μητέρα φώναζε που δεν την βοηθούσα όσο έπρεπε κι εγώ έγραφα τον κόσμο στα παλιά μου τα παπούτσια και πήγα πέρα, μακριά σε κάποιον μυστηριώδη παππού που κυβερνούσε ένα μεγάλο κοπάδι από γίδια, ενώ γύρω του κι ολούθε έτρεχαν σκυλιά, πολλά σκυλιά, που τα φοβόμουν αλλά όταν έφτανε η ώρα να με δαγκώσουν ημέρευα κι εγώ κι αυτά, ενώ ο μυστηριώδης παππούς έβγαζε μια μεγάλη φωνή:
-Εεεεεε.έεεεεειιιιιιιιιι! και το κοπάδι άκουγε τις προσταγές του, λούφαζε κάτω από τις γκορτζιές, έλιωναν οι φτέρες κάτω από την φοβερή ζέστη του ήλιου, κάτω από τις μουστάκες του Θωμά Τάτση, αυτός ήταν ο μυστηριώδης παππούς, αγράμματος, στουρνάρι απελέκητο, φορούσε κάπες μάλλινες Χειμώνα - Καλοκαίρι, δεν ίδρωνε, δεν σκεφτόταν τίποτε, δεν ήξερε τίποτε, παρ ότι έμοιαζε ή νόμιζες πως ήξερε.
-Αν βαρέθηκες κυρία φύγε ήσυχη ξανά! Τραγουδούσα εγώ κι εκείνος με κοίταζε, μέσα στη ντάλα του μεσημεριού.
-Ποιο τραί σου αρέσει περισσότερο; Τον ρώτησα.
-Το γκιοσέμι, μου απάντησε, αυτός είναι ο αρχηγός, είναι ο Κολοκοτρώνης.
-Αν βαρέθηκες κυρία φύγε ήσυχη ξανά
τη μικρή μας ιστορία δεν την είπα πουθενά.
Συνέχιζα το λαϊκό άσμα. Και τον κοίταζα στα μάτια, που ήταν πολύ ήρεμα, σα να μην έτρεχε τίποτα, σαν ο κόσμος να ήταν μόνο το κοπάδι του, τα πουρνάρια και το κλαρί που έπρεπε να φάνε και πέταγε που και που κανένα κομμάτι στα σκυλιά που αλυχτούσαν ολούθε.
-Ο λύκος που είδες στον κάμπο, δεν είναι δικός σου, μου είπε.
-Ο άσπρος λύκος; Και που τον ξέρεις εσύ; απόρεσα.
-Χρόνια κάνουμε παρέα!
-Αλλά αυτός είναι νέος!
-Μου έφαγε δέκα κατσίκια και μου τα χρωστάει, θα του τα πάρω πίσω! Άκουσες; Και σήκωνε την γκλίτσα.
-Ο άσπρος λύκος σου χρωστάει δέκα κατσίκια! Ο άσπρος λύκος είναι στον κάμπο! Αναφώνησα. Κι έφυγα. Αυτός ο άνθρωπος δεν ήταν άνθρωπος. Κατέβηκα στον κάμπο να συναντήσω τον λύκο.
Τον βρήκα καθισμένον δίπλα στην πηγή. Μόνος του να κοιτάζει με τα γκρίζα μάτια του το γαλάζιο του ουρανού και το άχρωμο του νερού.

Απ τη ΣΥΝΑΡΠΑΣΤΙΚΌΤΗΤΑ ΤΗΣ ΓΡΑΦΉΣ

 

Τρίτη 4 Ιουλίου 2023

ΑΝΥΠΑΡΚΤΟΣ ΧΡΌΝΟΣ

 


Η ζωή είναι αμείλικτη, δε σου δίνει τίποτε πίσω από τα πιο βασικά και κυλάει πάντα εμπρός: ποτέ πίσω, άρα ρέουμε μεν αλλά πάντα μπροστά-δε μιλώ για την οπισθοδρόμηση ενός πολιτισμού και την παρακμή μιας φατρίας, όχι. Μιλώ για την προσωπική ζωή του καθενός μας που τελικά γίνεται ολονών μας μοίρα και, βέβαια η αφαίρεση της δυνατότητας έστω και στιγμιαία στο παρελθόν, καταντάει μονότονη και ανόητα μονόπλευρη όσο μεγάλη κι αν είναι η ζήση μας, πιθανώς εβδομήντα-ογδόντα χρόνια που μόλις φτάνει κάποιος στα εξήντα αιωρείται μεταξύ είμαι καλά σήμερα κι αύριο ποιος ξέρει. Κι αυτή η συνειδητοποίηση έρχεται ξαφνικά, εκεί που νομίζεις πως είσαι ακόμα νέος και πως μπορείς να παίξεις, να πιεις, να κάνεις έρωτα, αντιλαμβάνεσαι εν ριπή οφθαλμού πως τίποτα απ όσα έκανες πριν από ένα λεπτό δεν μπορείς να το κάνεις τώρα
Η ζωή είναι αμείλικτη, το πίσω μέρος του χρόνου ανύπαρκτο, η αδυναμία να νικήσουμε τον χρόνο, την ώρα, μας κάνει πιο ευάλωτους και φυσικά η άρνηση του σώματος ν ακολουθήσει τους πίσω ρυθμούς αναγκαστικά η προσγείωση είναι ανώμαλη, τόσο που ν αναρωτιέσαι, μα μόλις χτες δεν ήμουν νέος; μόλις χτες δεν έκανα έρωτα σαν τρελός; μέχρι χτες δε χόρευα, δεν έπινα κι όλα αυτά πρέπει να τα ξεχάσω οριστικά; προσπαθώ να εξηγήσω το αιώνιο αναπάντητο ερώτημα της θνησιμότητας, όπως και το αν μπορεί να βγει ένα χρήσιμο συμπέρασμα, όσον αφορά την ατομική ζωή τους καθενός από εμάς; και το χειρότερο είναι πως ενώ βλέπεις τι συμβαίνει γύρω σου, εσύ νομίζεις πως δε θα μεγαλώσεις ποτέ! μιλάμε τώρα για μια παράνοια της ύλης, έναν σπάνιο αντικατοπτρισμό της αποφυγής να συγκρουστείς με την πραγματικότητα...

Παρασκευή 30 Ιουνίου 2023

ΤΣΙΠΡΑΣ

 


Πάντως αν ο Τσίπρας γνώριζε σαν σκηνοθέτης σε τι χουνέρι τους έβαλε όλους πρέπει μόνο γι αυτό να του βγάλω το καπέλο! [Το θέατρο που έστησε είναι μεγαλοπρεπές αρκεί να έχεις μάτια να το δεις.] Είναι απίστευτο το μένος που σούρουν εναντίον του όλα τα ανθρωπάκια από τους μεγάλους πρωθυπουργούς, μέχρι τους λακέδες, μέχρι τους ξεβράκωτους, τους λαδωμένους, όλους αυτούς που θίγονται τα συμφέροντα τους από το λούκι που τους έβαλε! Παρατηρώντας τα πρόσωπα του Γιουνκερ, τα στιλβωμένα παρακάλια της Μέρκελ! αυτόν τον λιγδιάρη τον Ισπανό πρωθυπουργό που τον είδα να κάνει δηλώσεις κι έβγαλα σπυράκια, τον Ιταλό ψιλοφασίστα, τον Ομπάμα! να λέει και να ξαναλέει πως ο Τσίπρας πρέπει να τα βρει με την ευρώπη! Συμπερασματικά πρέπει να είμαστε παραπάνω από γωνιακό μαγαζί για να κάνουν έτσι όλα τα σκυλιά, για να βγάζουν όλα τη γλώσσα τους να γλύψουν, εκτός από το όρνιο τη Ρωσία που ο μεγάλος Πούτιν δήλωσε επιγραμματικά ότι αυτό είναι πρόβλημα της Ελλάδας και πρέπει να το λύσει μόνη της.
Τους έβαλε, λοιπόν όλους να πλακώνονται και κάθεται στην άκρη να χαρεί αυτό το μεγαλείο! να τσακώνεται η Καιλή με την άλλη, να βγάζουν τα μάτια τους Γεωργιάδηδες, να ωρύεται ο Σαμαράς, να καλούν ακόμα και τον Λεβέντη! αυτόν που τον έλεγαν και είναι ένα παρασκουπίδι του Δημοκρατικού μας εγώ, να τους ζητούν τη γνώμη για το τι να κάνουμε! τον Γιωργάκη τον Παπανδρέου να πηγαίνει κόντρα στον Τσίπρα, θεός ήθελε να ξέρει γιατί, τη χρυσή αυγή να κάνει τουμπεκί, το ΚΚΕ την πάπια ως συνήθως....απίστευτη Ιονεσκική σκηνοθεσία του παραλόγου: θέλουνε ή δε θέλουμε τους θεσμούς; μα δεν είναι για τους θεσμούς! είναι για την έξοδο απο το ευρό! Μα αν αποσύρει το δημοψήφισμα δεν τρέχει τίποτε! σοβαρά; και τότε; είπα ξείπα είναι όλη μας η πολιτική παράσταση; Ποιος νοήμων άνθρωπος θα λογίζει τον Τσίπρα για σοβαρό; Προσωπικά δεν πιστεύω να κάνει πίσω ούτε βήμα. [Και φυσικά μη νομίζετε πως ανήκω στον ΣΥΡΙΖΑ και τα τοιαύτα. Ποτέ δεν υπήρξα σε κανένα κόμμα.]

 

Πέμπτη 29 Ιουνίου 2023

ΟΛΥΜΠΙΑΚΌΣ- ΠΑΟ 6-2

 


Υποτίθεται πως οι κουλτουριάρηδες δεν είναι ποδοσφαιρόφιλοι, εγώ τουναντίον ανήκω σ αυτούς που αγαπάνε το ποδόσφαιρο και γενικότερα τον αθλητισμό [άρα δεν είμαι κουλτουριάρης] κι έπαιξα σε κάποιες μικρές κατηγορίες μπάλα σε ικανοποιητικό μέχρι πολύ καλό επίπεδο, ταχύτατος με επιτάχυνση στο μικρό χώρο, γύρω στα δώδεκα δευτερόλεπτα το κατοστάρι, δεξιοπόδαρος αν και το αριστερό δεν το είχα μόνο για να περπατώ, έτσι έλεγε ο Βασιάδης μια ποδοσφαιρόφατσα, αμυντικός από κείνους που έσπαγαν κνήμες κι όταν με μάρκαρε ακόμα και στις προπονήσεις το βρίσιμο και το σκληρό του μαρκάρισμα με έκαναν να φοβηθώ για τη σωματική μου ακεραιότητα κι ενώ μπορούσα να ακολουθήσω μια ένδοξη καριέρα, κάποια άλλα ζωγραφικά και συγγραφικά προτερήματα, με έρριξαν από το βάρθρο αυτό και επέλεξα να παίζω με τους βετεράνους, από Βαμβακούλα μέρχι Σάντμπερκ, ένας Σουηδός φορ που είχε βγεί και πρώτος σκόρερ στο μεγάλο πρωτάθλημα μας που με ρωτούσε με έκπληξη, σε σπασμένα Ελληνικά, Κώστας σε ποια ομάδα παίζει εσύ, δεν μπορεί, πρέπει εσύ παίζει σε μεγάλη ομάδα, μέχρι Παπαιωάνου, και άλλους που δε μου έρχονται τώρα στο νου και αυτό που ήθελα να πω πω δεν το ξεκίνησα ακόμα, για τον Μαραντόνα ήθελα να μιλήσω και είναι αλήθεια πως χρόνια τώρα, από μικρό παιδί που διαβάζω τον αθλητικό τύπο και παρακολουθώ ποδόσφαιρο, ποτέ δεν ήμουν φανατικός οπαδός, λέω πως είμαι Ολυμπιακός, αν και δεν το πιστεύω επειδή πάντα μου άρεσαν κατά καιρούς όλες οι ομάδες που έπαιξαν καταπληκτικό ποδόσφαιρο, από τον Παναθηναικό του Δομάζου, τον Άρη του Ντίνου Κούη, του Κεραμιδά και των άλλων, τον Ηρακλή του Χατζημαναγή, την ΑΕΚ του Τσάρτα και τον ανεπανάληπτο Μαραντόνα, που νομίζω σε σύγκριση με τον Πελέ υπερτερούσε όλα εκτός από την κεφαλιά που όμως, αυτό το κεφάλι του Μαραντόνα, μας έδειξε για μια ακόμα φορά πως δεν ήταν τίποτε άλλο από ένα αλανόπαιδο στις φτωχογειτονιές της Αργεντινής, μια μπαλόφατσα που όσοι έχουν παίξει ποδόσφαιρο τις καταλαβαίνουν από μακριά τι κουμάσια είναι, τι σκατόφατσες και αλητόβιοι τύποι και πως αυτός δεν μπορούσε να ξεφύγει από αυτόν τον κανόνα πως οι ποδοσφαιριστές είναι ανεγκέφαλοι, μέχρι σημείου ν απορείς πως είναι δυνατόν αυτός ο ανόητος να κάνει τέτοια πράγματα με τη μπάλα και εκτός αυτού, ο Μαραντόνα εκτός γηπέδων μοιάζει με έναν κακομοίρη πρεζάκια, από εκείνους που δεν έχουν ή και δεν ξέρουν ν αρθρώσουν λέξη, γιατί υπάρχουν και λίγα πρεζόνια που δεν έχουν καεί εντελώς ακόμα, και, περίπου πιστεύω πως αθλητικά, μόνο αυτός ο Ρονάλντο ο Πορτογάλος τον έχει ξεπεράσει, γιατί ο Μέσι δεν κάνει για τέτοιες συγκρίσεις αν και εγώ θεωρώ μεκαλύτερο όλων αυτών, εκείνο τον καπνισιάρη και στεγνό Ολλανδό, τον Γιόχαν Κρόιφ, ως τον μεγαλύτερο ποδοσφαιριστή του πλανήτη γη, που είχα την τύχη να παρακολουθήσω ζωντανά σε ένα ματς με την Εθνική μας στο Καραισκάκης, τότε που η Ολλανδοί έπαιζαν το πιο ξέφρενο ποδόσφαιρο που έχει παιχτεί σε όλα τα γήπεδα του κόσμου. Ο Μαραντόνα, λοιπόν είναι συγκρίσιμος για καλύτερος ποδοσφαιριστής αλλά και για χειρότερος των ανθρώπων, όπως ο Χάιντεγκερ ήταν ο μέγιστος των φιλοσόφων αλλά και ο χείριστος των ανθρώπων.

 

Δευτέρα 26 Ιουνίου 2023

Η ΘΕΙΑ ΑΝΤΙΓΌΝΗ

 


Καθόμουν εκεί στη σκιά των βράχων, μέρα, μεσημέρι ήταν που δεν είχα τι να κάνω, δεκαεξι- δεκαεφτά χρονών παληκάρι. Ο ήλιος χτύπαγε πάνω από σαράντα βαθμούς Κελσίου, ο ιδρώς έσταζε από μόνος του στο στέρνο μου. Από τότε την κουβαλούσα την απελπισία των πραγμάτων κι ένα ποτάμι που έτρεχε τα γαλάζια του νερά- το φοβόμουν το νερό- ποτέ δεν ήθελα να πνιγώ, κάπως αλλιώς ήθελα να πέθαινα, σε αντίθεση με τον αδερφό μου μου έκοβε στην μέση το ποτάμι, διάβαινε, πήγαινε πέρα, αντίπερα. Έλα και εσύ, μου φώναζε αλλά εγώ καθόμουν στα αβγά μου. Θυμάμαι όλα αυτά που έκανα τότε κι ανατριχιάζω, λες και τα έκανε κάποιος άλλος! Το χωριό ήταν μικρό, οι γυναίκες λίγες κι εγώ είχα επιθυμίσει σφόδρα μια θειά μου, όμορφη σαν τα κρύα τα νερά. Ερχόταν πολλές φορές στο σπίτι μας να κουβεντιάσει με τη μάνα και τότε με φιλούσε, τάχα συγγενικά αλλά εγώ καταλάβαινα αλλιώς τα χείλη της στα μάγουλά μου. Η Αντιγόνη, ήταν ολόασπρη σαν το κρίνο κι εγω την σκεφτόμουν γυμνη στο κρεββάτι. Σα να ντρεπόμουν λίγο, τότε που έκανα τέτοιε σκέψεις, ένιωθα όμως μια κάψα γι αυτή τη γυναίκα, την είχα ποθήσει από πιο μικρός μα δεν ήξερα αν επρεπε να της φανερώσω τον ερωτα μου. Φοβόμουν πως θα με απόπαιρνε και τότε θα ρεζιλευόμουν στα μάτια της. Όποτε έκανα αυτές τις σκέψεις, λιποψυχούσα. Φανταζόμουν τον εαυτό μου σαν αποτυχημένο εραστή και μου κόβονταν τα γόνατα.
Εκείνο το μεσημέρι όμως που καθόμουν στη σκιά των βράχων, το είχα πάρει απόφαση: Θα της το λεγα. Και δε με ενοιαζε πως πως θα το έπαιρνε αφού είχα καταλάβει πως κι εκείνη με ήθελε. Τι θεία και ξεθεία, σκέφτηκα, μια γυναίκα ήταν που την είχε παντρευτεί ένας πρώτος ξάδερφος του πατέρα και που τώρα ήταν μετανάστης στην Αμερική και η Αντιγόνη έλειωνε, περνούσε τα καλύτερα της χρόνια αγάμητη, κρίμα δεν ήταν; Αλλά πάλι…αν δεν ήταν έτσι τα πράγματα και το έλεγε στη μάνα μου; Δε θα ρεζιλευόμουν σ όλο το χωριό; Σε όλη την κοινωνία. Κι έπειτα τι γύρευα εγω με μια γυναίκα σαράντα χρονών; Πω, πω! κρύος ιδρώτας με έλουσε, μετάνιωσα παρευθύς, κόλωσα. Έλα όμως που η Αντιγόνη φάνηκε κείνη τη στιγμή στη βρύση στα Τσερίτσανα τη βαρέλα να γεμίσει; Και όλες οι αντιρρήσεις μου πήγανε περίπατο. Με αγκάλιασε αυτή την αγκάλιασα κι εγω κι έγινε ότι έγινε. Εκεί, ανάμεσα από κάτι πουρνάρια και σχίνα κάψαμε πολλές φορές τον έρωτα μας. Έναν έρωτα κρυφό. Σαν κάτι που δεν έπρεπε να γίνει. Και το κρατούσα μυστικό ως τα τώρα που η θεία Αντιγόνη δεν υπάρχει πια.





Ο ΜΟΝΟς



Ντύθηκα τα καλά μου. Απόψε με περιμένουν και πρέπει να πάω. Παλιά μου άρεσε αυτό πιο πολύ. Έβαλα τη ραφ καπαρντίνα μου, γραβάτα Μπορντώ, μαύρο σακάκι, όχι ακριβώς, λίγο προς το γκρι με ελάχιστο κόκκινο μέσα, αδιόρατο, ίδιο και το πανταλόνι, φυσικά. Το πουκάμισο σκούρο μπλε, ίδιο με το σλιπάκι και το φανελάκι. Α, δεν ξέρετε πόσο μου αρέσουν τα σκούρα ες; ρούχα! Κι έπειτα όλοι βλέπουν χωρίς να ξέρουν τι εσώρουχα φοράς. Άρα, όλα έχουν σημασία για μια καλή διάθεση. Πριν απ όλα αυτά έκαμα μπάνιο. Λευκό. Ο ατμός μαλάκωσε το άθλιο κορμί μου, το σαπούνι ημέρεψε τη σάρκα μου. Η χτένα πέρασε μέσα από τα κατσαρά, μακριά μαλλιά, περιποιήθηκα και τα νύχια μου ποδιών τε και χεριών. Χώρεσα όλος μέσα στη σκέψη μου πως σήμερα ήταν μια καλή μέρα. Που ξέρεις; μπορεί να συναντούσα το άλλο μου μισό στο δρόμο. Μπορεί να το εύρισκα εκεί που θα πήγαινα. Πριν απ όλα αυτά, ξεκλείδωσα την πόρτα του διαμερίσματος μου, την άφησα μισάνοιχτη προς τα μέσα- προς τα μέσα ανοίγουν οι πόρτες;- άφησα τα κλειδιά στην κλειδαριά, γύρισα μέσα πήρα την πιο ακριβή μου ομπρέλα, βυσσινί, να ταιριάζει με την καπαρντίνα, όλα έχουν σημασία την σήμερον ημέρα κι επειδή έβρεχε ή θα έβρεχε προέβλεψα αν και δεν μου άρεσε να πάρω κι ένα κασκόλ να το τυλίξω στο λαιμό μου για καλό και για κακό, επειδή μαζί με τη βροχή θα έκανε ένα ψοφόκρυο, κι αναγκαστικά έπρεπε να τα κάνω όλα αυτά αφού ήθελα μια ωραία έξοδο σήμερα που γιορτάζουν όλοι να γιόρταζα κι εγώ. Έσβησα όλα τα φώτα μα μετάνιωσα, άφησα αυτό στο σαλόνι ανοιχτό, όχι ότι φοβόμουν τους κλέφτες αλλά να έτσι να φαίνεται κάτι να μη λεν αυτό το σπίτι είναι άδειο. Ξανακοιτάχτηκα στον καθρέφτη και είδα πως ήμουν πολύ καλός. Όποιοι και να με έβλεπαν, αυτοί που με περίμεναν, θα ήταν ενθουσιασμένοι με την εικόνα μου. Όλοι οι φίλοι θα ζήλευαν πιο πολύ την καπαρντίνα μου και με τις σκέψεις αυτές άναψα το φως του διαδρόμου, κάλεσα το ασανσέρ, α, πως αργεί μερικές φορές το ασανσέρ, και κάποτε γλούπ! σταματάει και κανένας άλλος ήχος δεν ακούγεται στην πολυκατοικία μας. Μόνο εγώ κατεβαίνω για να πάω στους φίλους μου που με περιμένουν να γιορτάσουμε γιατί απόψε  είναι μια ξεχωριστή μέρα. Η μέρα που γιορτάζουν όλοι οι άνθρωποι και μαζί τους κι εγώ. Σταμάτησα στο ισόγειο. Βγήκα στο δρόμο. Άνοιξα τη βυσσινί ομπρέλα. Περπατώντας έφτασα σε ένα μακρινό μπαρ. Μπήκα μέσα. Σκοτάδι. Κανείς δεν ήταν εκεί. Καλύτερα σκέφτηκα. Άφησα την ομπρέλα μου στην άκρη, πήγα στο μπαρ που αχνόφεγγε. Έβαλα ένα κατακόκκινο κρασί σε ημίψηλο ποτήρι. Κάθισα στο σκαπό. Μόνος μου.





 

Δευτέρα 19 Ιουνίου 2023

απαγορευμένος έρωτας

 


Καλοκαίρι ήταν και τότε. Αυτή γυναίκα έμενε στο διπλανό δωμάτιο, μας χώριζε δηλαδή μια μεσοτοιχία από χάρμποτ κι έτσι έπρεπε να προσέχουμε τι λέμε και τι κάνουμε, μόνο που στην αρχή δεν του δώσαμε και πολύ σημασία. Τι μας νοιάζει; σκεφτήκαμε, εμείς δεν κάναμε κάτι απηγορευμένο, έρωτα κάναμε και μπορεί να φωνάζαμε, να μουγκρίζαμε, να γκρινιάζουμε μερικές φορές. Μετά από αρκετό καιρό, αρκετές μέρες και νύχτες που συνεχιζόταν αυτή η κατάσταση, συναντήθηκα με τον άνθρωπο που μας χώριζε η μεσοτοιχία. Σταθήκαμε στο σκοτάδι του διαδρόμου προσπαθώντας να δει ο ένας τον άλλον, σχεδόν δίπλα-δίπλα αφού οι πόρτες μας δεν απείχαν ούτε μισό μέτρο. Δεν ανάψαμε το φως, τα μάτια μας συναντήθηκαν κι αυτά στο σκοτάδι, ποια είναι αυτή αναρωτιόμουν κι όταν συνήθισα στο μαύρο, προσπάθησα να ξεδιακρίνω τη σιλουέτα της. Ήταν μια κομψή κυρία. Έκανε αβέβαιες κινήσεις να φύγει ή να μείνει, να πει κάτι, μια καλησπέρα, δεν είπε. Ούτε κι εγώ είπα, τι να έλεγα, αισθάνθηκα αμέσως μια ενοχή πως μας είχε κρυφακούσει και ένιωσα μια ντροπή γιατί δεν ήθελα κανείς να ξέρει τι κάνω στο κρεβάτι μου και γενικότερα στο σπίτι μου. Στα δευτερόλεπτα που κύλισαν, πόση είναι η ζωή μιας στιγμής; Σκέφτηκα-δεν ξέρω γιατί- πως αυτή η γυναίκα ήταν μόνη, πόσοι άνθρωποι δεν είναι μόνοι, και πως ζήλευε τη δικιά μας ευτυχία, που δεν ήταν τόσο μεγάλη αφού κι εμείς μέρα-νύχτα καυγαδίζαμε με τη Σοφία, σκοτωνόμασταν στην κυριολεξία, άσχετο αν μετά κάναμε κι ότι κάναμε. Όμως, φαίνεται πως η μοναξιά είναι χειρότερη από το να έχεις έναν άνθρωπο που έστω τσακώνεσαι τις περισσότερες φορές.
Αυτές οι συναντήσεις μας συνεχίστηκαν κάμποσο καιρό και ήταν πάντα ίδιες. Δίπλα-δίπλα, στο σκοτάδι, ακουμπούσαμε τις πλάτες στους τοίχους, δε μιλούσαμε-ποτέ δε μιλήσαμε- κοιταζόμαστε στα μάτια, μερικές φορές αγγίξαμε ο ένας τα χέρια του άλλου κι άλλες δυο-τρεις, κλάψαμε, πιο πολύ εκείνη, εμένα έτρεξαν δυο δάκρυα χωρίς να ξέρω αν ήθελα να την συμπονέσω. Η κομψή γυναίκα έκλαιγε με αναφιλητά, εγώ δεν ήξερα τι κάνω, γιατί έκλαιγε και τι της συνέβαινε. Μια όμως από αυτές τις φορές, καθώς έκλαιγε τη φίλησα στα χείλη. Χείλη βρεγμένα από δάκρυα, σκέψεις μισοσφιγμένες, δυο άγνωστοι στο σκοτάδι και η κομψή κυρία χάθηκε στο μαύρο. Από κείνη τη βραδιά δεν την ξαναείδα. Την φέρνω αρκετές φορές στο μυαλό μου, εν ευθέτω χρόνο ανοίγει ένα παράθυρο μνήμης και συλλογιέμαι πολύ γι αυτές τις μικρές μου πράξεις που δεν έγιναν όνειρο, γι αυτές τις πελώριες στιγμές που δεν ξανάρχονται ποτέ και μυστήριο πράγμα τις αγάπησα πολύ περισσότερο από άλλες.
[Απ τα μικρά μου διηγήματα.]

 

ΤΡΑΓΟΥΔΑΚΙ ΓΙΑ ΕΥΠΛΑΣΤΟΥΣ ΕΡΩΤΕΥΜΕΝΟΥΣ 3

  ΤΡΑΓΟΥΔΑΚΙ ΓΙΑ ΕΥΠΛΑΣΤΟΥΣ ΕΡΩΤΕΥΜΕΝΟΥΣ   Τα σου΄πα μου΄πες μη μου λες Εμεις τελειώσαμε εχτές Μη μου τ΄αρνιέσαι Σε άλλους φίλους που θα πας...