Τετάρτη 23 Ιουνίου 2021

ΠΌΤΕ ΒΆΖΟΥΝ ΚΌΜΜΑ

 


Ο Μουστακά Σωτήρι, έπαιζε
κάποτε μπαγλαμά. Μπαγλαμαδάκι.
Σαλαμάκι, με τον Σταυρίδη κόμπανι
και πεινούσαν πολύ. Γενικά ο Μουστακά,
πάντα πεινούσε. Μια ζωή, στέκας και
τσίχλας. Και γι αυτό αγαπούσε όλες τις υπηρέτριες. Την Λαμπροπούλου, την Στυλιανοπούλου, όλες τις σε -ούλου. Ντρπαλούλης. Τσαχπινομπιρμπομπιχλιμπεδιάρης.

Ο Μουστακά Σωτήρι ανέκαθεν
μαγείρευε. Από ανέκαθεν -καριόληδες, αφού σας αρέσει-έφτιαχνε μπακλαβάδες, μαριδοκατσαρολάδες- ανακάτευε χυλόπιτες-
κι έγλειφε τα δάχτυλά του
σε μικρούς ρόλους, καρατέγκα. Ενίοτε βιομηχάνευε μηχανόβιους. Αργότερα, έπιανε τ αρχίδια του παπά, τρομοκρατούσε τα παιδιά του, αλλάζοντας τη φωνή του, απο
λεπτή σε χοντρή, από χοντρή σε λεπτή, από λεπτή σε λεπτή,
από χοντρή, σε χοντρήηηηη ρε! σε βιντεοταινίες της πλάκας. 

Γενικά ήταν ένας άνθρωπος της πλάκας και άρεσε γενικώς,
επειδή ήταν ένας άνθρωπος της φάπας.Της κλωτσιάς.

Και τον λυπόσουν.
Γενικά οι Έλληνες είναι λυπησιάρικος λαός.
Κι έλεγαν:
θα ζήσει αυτός ο άνθρωπος; Κι είδες, δεν έζησε.

Από το πολύ το γέλιο, έπεσε κάποτε σε κώμα. Κάτω, καταγής.
Κατάχαμα. Τέζα.

Έχετε δει άνθρωπο να πεθαίνει απ΄τα γέλια; Ντάουν. Ντάουντάουν. Νταουντότερα.

Καμιά φορά, που έχασκε στα τηλεπαραθυρόξυλα, ο Μουστακά
Σωτήρι, γινόταν χαμός. Της Πόπης και της Αφροξυλάνθης.
Της μέθεξης. Ποιά είναι αυτή κυρία μου; Σε σας μιλάω που
ξύνεται τον κώλο σας, και κρυβεσται. Τι κρύβεστε; Αφού όλοι
το ξέρουμε, ρε μαλακομπούκουρα πως κρυφοκοιτάζεις απο την κλειδαρότρυπα..Δεν κρυφοκοιτάζεις;
 Ε,είσαι μαλάκας, δεν
ξέρεις τι χάνεις.
 Κι έσπαγε ο κοσμάκης πλάκα. Γελούσε μέχρι
κατουρημού με τον Μουστακά, τον μουσαμά, το αέναο κάδρο,
-ρεφλέξ και τραγελαφόπιτα.Τραγελαφοκαγκελόπορτα.

[Ένα παλιό κειμενάκι για τον Μουστάκα και όχι μόνο. Άλλη εποχή,
άλλοι άνθρωποι.]

 

 

Κυριακή 20 Ιουνίου 2021

Η ΤΥΧΗ ΚΑΙ Η ΑΡΕΤΉ

 Ο κόσμος είναι ότι τον μαθαίνεις.

Η πιο ανόητη σκέψη όλων των εραστών είναι αυτή: πως κάποτε θα γυρίσει πίσω.




Η πιο ανόητη σκέψη όλων των εραστών είναι αυτή: πως κάποτε θα γυρίσει πίσω.


 

Με τη γυναίκα που αγαπάς δεν πρέπει να μπλέκεσαι σε μεγάλες πνευματικές αναζητήσεις.

 


 

Δε μ αρέσει η λέξη θεός. Θέλω να τη σβήσω από το λεξιλόγιο μας. Είναι υπεύθυνη για τα μεγαλύτερα δεινά των ανθρώπων.

 

Οι περισσότεροι Έλληνες είναι ανιστόρητοι, αγεωγράφητοι, ημιμαθείς στο έπακρον μπουρδολογούν και ψεύδονται ασύστολα, συνεχίζουν να πιστεύουν πως η καλύτερη γνώση τη ζωής, είναι του πεζοδρομίου. Στη δε πολιτική κατάρτιση είναι φωστήρες. Μπορούν να σου αναλύσουν με κομπασμό την όποια πολιτική κατάσταση, ξέρουν τα πάντα- να σου πω εγώ, εσύ δεν ξέρεις, είναι η συνηθέστερη φρασεολογία τους- και τους πάντες, χτες ένας μου λεγε πως μένει κοντά στο σπίτι του Σαμαρά και άρα, ξέρει περισσότερα για την πολιτική κατάσταση της χώρας!
Το μεγαλύτερο ίσως προσόν αυτού του λαού, είναι αυτό που λένε φιλότιμο. Μόνο με το φιλότιμο όμως δεν μπορείς να πας μπροστά.

   

Τετάρτη 16 Ιουνίου 2021

Η ΤΥΧΕΡΗ ΜΟΥ ΜΕΡΑ.

 



Κατέβαινα την Ιπποκράτους χτες το πρωί και κάτι, όταν στη διασταύρωση με την Σόλωνος, διαβαίνοντας απέναντι, πήρε τον μάτι μου τον χοντρό ταξιτζή που παράτησε το ταξί με τα κλειδιά στο καντράν και βγήκε στο πεζοδρόμιο, σχεδόν έπεσε πάνω μου, που πας έτσι βιαστικός, του λέω, να φάω μια τυρόπιτα με έκοψε η πείνα, μου λέει, πάρε μια μπουγάτσα του κλείνω το μάτι, με την τυρόπιτα θα διψάς. Δίκιο έχεις, μου λέει και ορμάει στη μπουγάτσα, ενώ εγώ πηδάω σβέλτα μέσα στο ταξί, στη θέση του οδηγού, πατάω γκάζι και εξαφανίζομαι στο κενό, ενώ ο ταρίφας έχει μείνει με τη μπουγάτσα στο ανοιχτό στόμα να κατρακυλάει και στη χοντρή κοιλιά του. Που πας; περίμενε! άκουσα τις φωνές του, πρωί και κάτι ήταν, τι μέ ένοιαζε, εγώ είχα ένα ταξί και διολισθούσα πέρα στην Πατησίων, τι ωραία, έβρεχε κίνηση πολύ δεν είχε, οπότε, μες τη βροχή, πρωί και κάτι μου σηκώνει το χέρι μια ξανθιά, ταξί! ταξί! φωνάζει κι εγώ σταματώ μπροστά της κι ανοίγω την μπροστινή πόρτα. Μπαίνει μέσα γελαστή, πανγέλαστη, όμορφη, εσύ δε μοιάζεις με ταρίφα, μου κάνει και με εξετάζει, ναι, όχι, δεν είμαι, τα ψιλομπερδεύω αλλα δεν πειράζει, είσαι ωραίος! την ακούω που ανοίγει τα πόδια της και τρέχω, τρέχω πρωί και κάτι προς την Εθνική οδό, που πάμε; ουρλιάζει η ξανθιά, αυτός δεν είναι ο δρόμος μου, ούτε ο δικός μου! ουρλιάζω κι εγώ και σταματώ σε μιαν άκρη γκρεμόδασους. Με κοιτάζει, είναι πρωί και κάτι, μου λέει αναψοκοκκινισμένη καθώς εγώ πέφτω πάνω της, αυτή ανοίγει τα πόδια, το ταξί τραντάζεται, τα τακούνια χτυπάνε στον ουρανό, τι μου κάνεις! προλαβαίνει να φωνάξει μια - δυο φορές αλλά μετά φωνάζει αλλιώτικα, κάποιοι μας ακούνε κι όταν τελειώνουμε βλέπουμε τις φάτσες γύρω από τα τζάμια που, αφού απήλαυσαν το μάτι εξαφανίζονται ως δια μαγείας, σήμερα είναι η τυχερή μου μέρα, λέω στην ξανθιά, πως σε λένε, με ρωτάει, χαρούμενη, ευτυχισμένη, κι εμένα, μου λέει, ναι γιατί σε βρήκα στο δρόμο μου, πως σε λένε; Νίκο, απαντώ, τι σημασία έχουν τα ονόματα πάμε να φύγουμε από εδώ τώρα θα μας κυνηγάει όλη η αστυνομία και βλέπω τα πρώτα περιπολικά κάπου πίσω μας, στο βάθος να ξεσκίζουν με τις σειρήνες τους τον κόσμο μας. Εμάς κυνηγάνε; απορεί η ξανθιά καθώς φοράει την κυλότα της κι εγώ ξεκινώ σαν σίφουνας, οι τροχοί στριγγλίζουν, η άσφαλτο σπιθίζει, είμαι πιο γρήγορος απ τους μπάτσους, χάνομαι πίσω και μακριά. Ηρεμώ. Οδηγώ σε έναν παράδρομο κάπου στην Ακράτα. Δεν έχω ξανάρθει εδώ! κάνει με τρόμο η ξανθιά. Πως σε λένε; την ρωτώ. Νίκη, μου λέει, τι σημασία έχουν τα ονόματα, ακόμα είναι πρωί και κάτι, δεν πάμε για κανέναν καφέ; Ναι, λέω, πάμε κι αράζουμε στην κεντρική καφετέρια, οπότε μας πλησιάζει ο παραθαλάσσιος μπάτσος, μήπως είδατε κανένα ταξί; μας ρωτάει, όχι! απαντάμε ταυτόχρονα εμείς οι δυο, κάποιος έκλεψε ένα ταξί, μου είπαν τώρα στο ασύρματο αλλά ποιος νοιάζεται! λέει και εξαφανίζεται στην πολυθρόνα του, ενώ εμείς κυλάμε στην άβυσσο του πρωινού, παίρνουμε ένα φραπέ στο χέρι κι ορμάμε στην παραλία των ονείρων.
 
[Από τα μικρά ΣΑΤΙΡΙΚΑ μου.--μόλις γραφέν σήμερα το πρωί!]

 

Τρίτη 15 Ιουνίου 2021

Ο ΒΛΆΚΑΣΜΑΝ

 

Παλιά γελοιογραφία αλλά πάντα επίκαιρη

 

 -Έλα εδώ ρε!
-Τι να ρθω να κάμω; μου χαλάς το κέφι δε σε μπορώ!
-Γιατί ρε, τι σου κανα;
-Έχεις παραγίνει συντηριτικούρα. Έχεις διαρκώς κατεβασμένα μούτρα..λες και σου πήρανε το βόδι
-Και τι θες να κάνω; να γελάω σαν ηλίθιος και μόνος! που είναι το βόδι; απορεί εν τέλει ο βλάκαρμαν
-Ναι, έτσι να κάμεις. Εμείς προχτές με τον Μάικ που δεν έχουμε να φάμε, μόλις του τραγούδησα το "θα σου πάρω ένα κουτί με σπίρτα" δεν μπορούσαμε να σταματήσουμε το γέλιο μια ώρα!
-Γελάγατε μια ώρα επειδή είπες για το σπίρτο; σουφρώνει τα χείλια του ο αηδίας σύγχρονος Γκρέκος
-Να γελάς επειδή το νιώθεις, επειδή σου σηκώνεται ακόμα το πουλί και έχεις κέφια για αστεία, επειδή θέλεις να ζήσεις και να χαρείς, όχι να πεθαίνεις μέσα σε μαυρίλες και σεμνοτυφίες..
-Με λες σεμνότυφο επειδή είμαι σοβαρός; επειδή είμαι μετρημένος; εσύ δεν είσαι καλά!
-Αυτά σε έχουν φάει! οι σεμνοτυφίες, οι κρυμμενο-αηδίες σου, τάχα πως σου φταίνε οι λέξεις και οι εικόνες..
-Ε, πως! δεν μπορούμε να τα μηδενίζουμε όλα, υπάρχει και θεός, κουνάει το κεφάλι του ο πλερέζαρμεν
-Υπάρχει ε;
-Ποιο; το βόδι; κοιτάζει γύρω του με τρόμο
-Κι άμα σου πω και το άλλο θα φύγεις τρέχοντας και δε θα μου μιλάς εσαεί..
Μένει να με κοιτάζει σαν χάνος.[πως κοιτάει ο χάνος; έχετε δει ψάρι να σε κοιτάει;]
-Αλλά εγώ θα σου το πω εσύ έτσι κι αλλιώς: φοβάσαι γι αυτό δε γελάς! γι αυτό γίνεσαι σεμνότυφος και τάχα ταπεινός. Φοβάσαι τις λέξεις, τις εικόνες.. μόλις δεις ζωγραφισμένο μουνί κάνεις σαν να μην το βλέπεις-μήπως και το είδες καμιά φορά κατάμουτρα;
-Εσύ από αυτά που κάνεις πήγες χαμένος!
-Ενώ εσύ πήγες μπροστά! πα να φύγω δε σε αντέχω Γκρέκο, μου χαμηλώνεις το ηθικό που σε βλέπω μέσα σου κι απ έξω σου μαυρισμένο. Και το χειρότερο που δε βλέπω να αλλάζεις ούτε με χειρόφρενο!

\

Κυριακή 13 Ιουνίου 2021

ΚΟΛΛΗΣΑΜΕ ΣΤΟΝ ΤΟΙΧΟ

 



 

 

 

 

 

 

 

 

Χτες έκανα δυο πράγματα μονάχα. Όπως περπατούσα
στον πεζόδρομο, δε θυμάμαι σε ποιον δρόμο-είχα πιει
ή δεν είχα πιει;-κλώτσησα μια μαρμάρινη σφαίρα που
την πέρασα για μπάλα ποδοσφαίρου και το δεξί μου
ποδάρι πρήστηκε τόσο που δεν το είχα ξαναδεί.
Ο γιατρός μου έβαλε επιδέσμους και μου είπε μη σε
νοιάζει σε ένα μήνα θα μπορέσεις να ξανακλωτσήσεις.
Μετά, κατέβηκα στην Βαλτετσίου, ξέρετε εκεί που είναι
τα εστιατόρια. Τι μου ήρθε στο μυαλό; Είδα έναν που ήταν
έτοιμος να φάει μια τεράστια μπουκιά και πρόλαβα να του
αρπάξω το πιάτο! Δεν μπορείς να φανταστείς πως με κοίταξε.
Πεινάω ρε, του είπα και κρατούσα το πιάτο.
Κι εγώ πεινάω μου απάντησε με γουρλωμένα μάτια και μου
ρίχνει μια μπουνιά στο αριστερό μάτι, αυτό που βλέπετε
μαυρισμένο σήμερα. Ο οφθαλμίατρος μου είπε πως σε έναν
μήνα δεν θα έχω πρόβλημα. Θα ξαναβλέπω.

 

 

Παρασκευή 11 Ιουνίου 2021

ΕΊΜΑΙ ΣΊΓΟΥΡΟΣ ΠΩς ΘΑ ΣΑς ΑΡΈΣΕΙ

 


ωωωωωωωωωωω! ΜΙΑ ΚΡΙΤΙΚΗ ΜΑΤΙΆ ΤΟΥ ΝΙΚΟΥ ΤΑΞΙΔΙΏΤΗ ΓΙΑ ΤΟ ΣΑΤΥΡΙΚΟ ΚΕΙΜΕΝΟ ΜΟΥ: "ΕΙΜΑΙ ΣΙΓΟΥΡΟΣ ΠΩΣ ΘΑ ΣΑΣ ΑΡΕΣΕΙ". Διακρίνω μια φιλοσοφική εμβρίθεια, σύμφωνα και με τις ρήσεις του ίδιου του στοχαστή του πιο πάνω κειμένου, με ριζοσπαστικό, συμφιλιωτικό αλλά και τεχνητό χαρακτήρα. Η διαλεκτική του ιδεολογία αποτυπώνει τα βασικά γνωρίσματα της διαλέκτου. Μελετώντας πολλαπλά και επάλληλα τον στρωτό και κάπου μονόπλευρο αντιφατισμό του, διακρίνω μια προσεκτική παλινωδία, σύμφωνα με τις απαιτήσεις της υπόληψης μιας προσωπικής τέχνης, δημιουργώντας ίσως μεγάλη αντίθεση γνωμών, με άμεση συσχέτιση της μετουσίωσης της εξεύρεσης του βασικού κινήτρου, της ουσίας και της μορφής της έμπνευσης, αναμειγνύοντας τα όλα με το τελικό ντύμα.
Μεταβάλλει ριζικά, αντιστρέφει επακριβώς το νόημα μεταξύ ουσίας και μορφής, διαφοροποιώντας παραστατικά την παρθενικότητά του. Νομίζω πως συμβατικά βγαλμένη η έκφραση, δεν αντέχει σε επιφανειακά κριτήρια γιατί η επεξεργασία του κειμένου έχει κρύψει βαθύτερα το τελικό της νόημα. Μίλησα!

 

ΕΙΜΑΙ ΣΙΓΟΥΡΟς ΠΩς ΘΑ ΣΑΣ ΑΡΕΣΕΙ.

Με είχε πάρει στοκατόπι, ένα φάντασμα και ήθελε να με γαμήσει κι έτρεχα να ξεφύγω αλλά κάτω απ τα πόδια μου ήταν άμμος, μια έρημος φαινόταν μπροστά μου, κι εγώ δεν μπορούσα να πάρω τα πόδια μου, οπότε με φτάνει, γιατί θέλεις να μου τον χώσεις, του λέω, αφού εγώ είμαι αντρας και του δείχνω τα απαυτά μου, μεγάλα, μεγάλα, δεν πειράζει, μου απαντάει, για όλα υπάρχει η πρώτη φορά κι εξάλλου είμαι σίγουρος πως θα σ΄αρέσει κι αν δεν το ξέρεις, σου το λέω εγώ πως στην Ελλάδα όλοι γαμιούνται, ακόμα και ο Λαζόπουλος, τις λες; τον αντίκοψα ο Λάκης έχει μούσια τον φαντάζεσαι να σου παίζει κλαρίνο, ναι έτσι είναι, συνεχίζει, αυτός, ποιος άλλος τον παίρνει; ρώτησα, ευκαιρία να μάθω, ο Σαββόπουλος μου απαντάει, το κάνει με τους μαύρους, μη κοιτάς που κάνει τον σκληρό, έτσι κάνουν όλοι οι πούστηδες και οι περισσότεροι πολιτικοί, δεν βλέπεις στους τοίχους που γράφουν γαμιέται ο Παπανδρέου, έλα στάσου εδώ στην όαση να σε πηδήξω, ενώ πιο πέρα έκλανε μια καμήλα και βρήκα την ευκαιρία μήπως ξεφύγω, να σου την κρατήσω να ξεκαυλώσεις; όχι, μου λέει, δεν μ αρέσουν οι καμήλες, γιατί, ρωτάω εγώ πήγα με μια καμήλα και μου άρεσε, άλλο εσύ, άλλο εγώ, λέει και με ξαναστρώνει στο κυνήγι κι ευτυχώς που άνοιξε ο δρόμος, μια τεράστια έρημη λεωφόρος κι έτσι έτρεχα καλύτερα αλλά ως πότε θα έτρεχα, αυτός δεν έλεγε να παραιτηθεί κι ερχόταν καταπάνω μου με το τεράστιο πέος του να με σημαδεύει κι ενω είχαμε φτάσει στο κέντρο της Αθήνας, ξελαχάνιασα στην πανεπιστημίου, καθώς δίπλα μου ένας έχεζε μπροστά στο άγαλμα του Παλαμά κι όταν τον κοίταξα που σφιγγοταν να τα βγάλει, την τελευταία κουράδα, μου είπε, φίλε δεν υπάρχουν τουαλλέτες κι εδώ άμα χεστείς πρέπει να πας σε καμιά καφετέρια, τάχα να πιεις καφέ, να πληρώσεις δηλαδή κανα τάληρο για να ξαλαφρώσεις! δεν πα να γαμηθούνε όλοι τους, εγω εδώ θα χέζω, καλά, του λέω εγώ, τι να του λεγα, μη χέζεις; αφού αυτός το είχε πάρει απόφαση να χέζει εκεί και το ξανάβαλα στα πόδια, γιατί εμφανίστηκε πάλι το φάντασμα που ήθελε να μου κάνει τη δουλειά κι εγώ δεν ήθελα και τρέχοντας χώθηκα στο τσάκ μέσα στο σπίτι μου και είπα, ουφ τη γλύτωσα, αλλά φευ, τα φαντάσματα τρυπώνουν από παντού και ξαφνικά, γέμισε το δωμάτιο καθρέφτες που δείχναν τον εαυτό μου γυμνό και το φάντασμα κολλητό από πίσω μου αλλά πως γινόταν αυτό, αφού εγώ στεκόμουν εκεί, έβλεπα το θέαμα και μάλιστα καύλωνα κιόλας;

 

 



ποίμα για μια αγάπη χαμένη: ΠΊΝΩ ΚΌΚΑ-ΚΌΛΑ ΚΑΙ ΣΕ ΣΚΈΦΤΟΜΑΙ 2

   Πίνω κόκα-κόλα και σε σκέφτομαι να βγάζεις το βρακάκι σου στη θάλασσα την έρημη- και για μια άλλη νοιάζομαι κόκα-κόλα που τέλειωσε και χά...