Σάββατο 21 Νοεμβρίου 2020

ΤΑ ΚΟΡΊΤΣΙΑ ΤΟΥ ΓΥΜΝΑΣΊΟΥ.

 


 


Γυμνάσιο πήγαινα στους Φιλιάτες ή αλλιώς Φιλιάτι, μια κωμόπολη περίπου τριών χιλιάδων κατοίκων- έμενα μόνος μου σ ένα μικρό δωμάτιο, από τότε εργένης, δώδεκα χρονών παιδάκι. Απίστευτο αλλά έτσι συνέβαινε. Το πρωί πήγαινα στο Γυμνάσιο συνήθως μέχρι τις δυο, για μεσημεριανό φαγητό σ ένα κέντρο νεότητος, λίγη μεσημεριανή ξεκούραση αν δεν παίζαμε μεσημεριάτικα ποδόσφαιρο, κι ύστερα πάλι μελέτη στο κέντρο νεότητος, συνήθως μέχρι τις επτά-οκτώ το απόγευμα. Βραδινό φαγητό δεν έτρωγα κάθε μέρα, είχε συμφωνήσει ο πατέρας μου να τρώω σ ένα εστιατόριο του Μάνου, ενός φίλου του και τον πλήρωνε κάθε τέλος σχολικού έτους, αλλά επειδή δεν ήθελα να φουσκώνω το λογαριασμό δεν έτρωγα κάθε βράδυ. Χρήματα δε θυμάμαι να είχα ποτέ στα χέρια μου, εκτός από κάποια δίφραγκα που μου έδινε τις Πέμπτες που ερχόταν η μάνα μου και πουλούσε στη λαϊκή χόρτα και άλλα είδη συνήθως μαναβικής. Μα να μη θυμάμαι μια φορά να λαιμαργώ που έβλεπα τ άλλα παιδιά να τρώνε κάθε πρωί το κουλούρι τους; ή στο διάλειμμα που έτρεχαν ν αγοράσουν από τον επιστάτη, τυρόπιτες ή άλλα γλυκά; απίστευτο. Λες και δε μ ένοιαζε καθόλου τι φάω αν θα φάω και πότε. Έτρωγα μόνο για να συντηρούμαι και το σώμα μου ήταν κανονικότατο και αθλητικό, σκληραγωγημένο. Ήμουν πρώτος μαθητής,διάβαζα είκοσι ώρες το εικοσιτετράωρο, μερόνυχτα, ειδικά λογοτεχνικά βιβλία που δανειζόμουν από την βιβλιοθήκη του κέντρο νεότητος.
Τα περισσότερα Σαββατοκύριακα πηγαίναμε στο χωριό, ήμασταν μια παρέα συνομήλικοι πέντε έξι παιδιά και πολλές φορές για να γλιτώσουμε το εισιτήριο, πηγαίναμε με τα πόδια, σαράντα χιλιόμετρα δρόμο ανάμεσα σε βουνά και λαγκάδια σε ποτάμια και γκρεμούς, παρέα με τ αγρίμια, τα τσακάλια και τους λύκους, τα φίδια, τις βροχές και τις καταιγίδες.
Κάμποσες φορές πηγαίναμε με το λεωφορείο και αυτό ήταν το μεγαλύτερο βάσανο, γιατί τον πρώτο καιρό μας έπιανε ναυτία και κάναμε εμετό, ασυνήθιστοι καθώς ήμασταν στην κίνηση, έτρεχαν τα δέντρα, κι όχι εμείς, έτσι έλεγαν κάποιοι, αλλά και από τη βρώμα του πετρελαίου και του τσιγάρου-όσο θυμάμαι αυτή τη μυρωδιά μου ρχεται να κάμω εμετό και τώρα, μα έπρεπε να γίνει έτσι γιατί χρειαζόταν να πηγαίνω τα ρούχα μου για να παίρνω τα καθαρά που έπλενε και σιδέρωνε η μητέρα.
Οι καθηγητές ήταν σκληροί, αμείλικτοι σε θέματα πειθαρχίας, ευπρέπειας, έπεφτε και χαστούκι κι  έπρεπε να είμαστε κουρεμένοι, ένα πόντο μαλλί, τα κορίτσια φορούσαν υποχρεωτικά ποδιές. Δέκα πόντους κάτω από το γόνατο![Εμένα πάντως δε με είχε αγγίξει κανένας καθηγητής, ίσως επειδή δεν έδινα κανένα τέτοιο δικαίωμα.] Και θυμάμαι πως τρέχαμε όλα τ αγόρια για να δούμε και να απολαύσουμε τα κορίτσια όταν έκαναν γυμναστική γιατί, τότε φορούσαν σορτσάκια και φαίνονταν τα λευκά μπούτια τους. Μάλιστα, θυμάμαι πως το συζητούσα με τον Δημήτρη Τσατσούλη, έναν συμμαθητή μου που κάναμε ας πούμε κολλητή παρέα και αναρωτιόμαστε για τις διαφορές του αντρικού με το γυναικείο σώμα. Εντύπωση μου είχε κάνει, ιδιαίτερα η εξόγκωση στους γλουτούς που σε μερικά κορίτσια ήταν πολύ εμφανής.
Από τις πρώτες μέρες στην τάξη, είχαμε αρχίσει να γνωριζόμαστε με τους συμμαθητές και τις συμμαθήτριες και ανταλλάσσαμε βλέμματα. Μερικές ήταν ψηλομύτες, ιδιαίτερα αυτές που κατοικούσαν μέσα στους Φιλιάτες κι έμοιαζαν πιο καλοζωισμένες, πιο αφράτες. Εγώ "τα φτιαξα" με μια Δήμητρα-τι είχα φτιάξει δηλαδή; απλά κοιταζόμαστε, κάναμε λίγο πιο πολύ παρέα, αν και εγώ είχα κάνει έρωτα για πρώτη φορά αλλά αυτό είναι μια άλλη ιστορία. Βέβαια ερωτευόμασταν σαν τα κοτόπουλα; να πω; έπειτα διαβάζαμε κι όλα αυτά τα σινερομάντζα στα απαγορευμένα περιοδικά, Ρομάντσο, Βεντέτα, Θησαυρός, πλάκα είχε! μας πήγαιναν και κανένα κινηματογράφο όλο το Γυμνάσιο σε έργο που είχαν επιλέξει οι καθηγητές κι όταν έδειχνε τους πρωταγωνιστές να φιλιούνται το κοβε ο χειριστής της κάμερας. Βέβαια, μιλάω για την πρώτη τάξη, γιατί από τη δευτέρα και μετά άλλαξαν τα πράγματα όσον αφορά τις σχέσεις με τα κορίτσια. Μεγαλώναμε, βγάζαμε χνούδι ερωτευόμασταν τις περισσότερες φορές πλατωνικά, κατά φαντασίαν αλλά και πραγματικά. Κι ήταν αυτοί οι έρωτες της νεότητας απίθανοι! ορμητικοί, θυελλώδεις με κορίτσια για φίλημα, όπως ήταν η Σοφία που έζησα μαζί της ένα χρόνο σαν κανονικό ζευγάρι κι έκανε όνειρα να παντρευτούμε! αλλά όλα έμειναν όνειρο όταν αναγκαστικά βρεθήκαμε ο ένας αλλού και η άλλη μόνη να κλαίει. Μάλιστα. Αυτά.



 

2 σχόλια:

  1. Μου αρέσουν πολύ αυτά τα οδοιπορικά στις εποχές τις άγουρης νιότης σε εποχές άγριες και παλιές Κώστα.
    Μου αρέσουν για ένα ακόμα λόγο, για τον αυθόρμητο και ειλικρινή σου λόγο, χωρίς φτιασιδώματα και περιτεχνίες. Τι εποχές ε; Φτώχεια αλλά και αλήθεια μαζί.
    Καλησπέρα φίλε.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Ναι, φίλε Τζον, άλλα χρόνια, νοσταλγικά και ωραία! παρ όλη τη φτώχεια ήμασταν ευτυχισμένοι-έτσι το νιώθουμε τώρα! Καλησπέρα.

      Διαγραφή

ΣΕ ΜΕΝΑ ΔΕΝ ΠΕΡΝΆΝΕ ΑΥΤΆ

  Φίλε κόφτην καραμέλα σου και πούλησε τη στους άλλους σε μένα δεν περνάνε αυτά εγώ ξέρω πως απέτυχα παταγωδώς και δε με σώνει κανένας αγωγό...