Παρασκευή 30 Ιουνίου 2023

ΤΣΙΠΡΑΣ

 


Πάντως αν ο Τσίπρας γνώριζε σαν σκηνοθέτης σε τι χουνέρι τους έβαλε όλους πρέπει μόνο γι αυτό να του βγάλω το καπέλο! [Το θέατρο που έστησε είναι μεγαλοπρεπές αρκεί να έχεις μάτια να το δεις.] Είναι απίστευτο το μένος που σούρουν εναντίον του όλα τα ανθρωπάκια από τους μεγάλους πρωθυπουργούς, μέχρι τους λακέδες, μέχρι τους ξεβράκωτους, τους λαδωμένους, όλους αυτούς που θίγονται τα συμφέροντα τους από το λούκι που τους έβαλε! Παρατηρώντας τα πρόσωπα του Γιουνκερ, τα στιλβωμένα παρακάλια της Μέρκελ! αυτόν τον λιγδιάρη τον Ισπανό πρωθυπουργό που τον είδα να κάνει δηλώσεις κι έβγαλα σπυράκια, τον Ιταλό ψιλοφασίστα, τον Ομπάμα! να λέει και να ξαναλέει πως ο Τσίπρας πρέπει να τα βρει με την ευρώπη! Συμπερασματικά πρέπει να είμαστε παραπάνω από γωνιακό μαγαζί για να κάνουν έτσι όλα τα σκυλιά, για να βγάζουν όλα τη γλώσσα τους να γλύψουν, εκτός από το όρνιο τη Ρωσία που ο μεγάλος Πούτιν δήλωσε επιγραμματικά ότι αυτό είναι πρόβλημα της Ελλάδας και πρέπει να το λύσει μόνη της.
Τους έβαλε, λοιπόν όλους να πλακώνονται και κάθεται στην άκρη να χαρεί αυτό το μεγαλείο! να τσακώνεται η Καιλή με την άλλη, να βγάζουν τα μάτια τους Γεωργιάδηδες, να ωρύεται ο Σαμαράς, να καλούν ακόμα και τον Λεβέντη! αυτόν που τον έλεγαν και είναι ένα παρασκουπίδι του Δημοκρατικού μας εγώ, να τους ζητούν τη γνώμη για το τι να κάνουμε! τον Γιωργάκη τον Παπανδρέου να πηγαίνει κόντρα στον Τσίπρα, θεός ήθελε να ξέρει γιατί, τη χρυσή αυγή να κάνει τουμπεκί, το ΚΚΕ την πάπια ως συνήθως....απίστευτη Ιονεσκική σκηνοθεσία του παραλόγου: θέλουνε ή δε θέλουμε τους θεσμούς; μα δεν είναι για τους θεσμούς! είναι για την έξοδο απο το ευρό! Μα αν αποσύρει το δημοψήφισμα δεν τρέχει τίποτε! σοβαρά; και τότε; είπα ξείπα είναι όλη μας η πολιτική παράσταση; Ποιος νοήμων άνθρωπος θα λογίζει τον Τσίπρα για σοβαρό; Προσωπικά δεν πιστεύω να κάνει πίσω ούτε βήμα. [Και φυσικά μη νομίζετε πως ανήκω στον ΣΥΡΙΖΑ και τα τοιαύτα. Ποτέ δεν υπήρξα σε κανένα κόμμα.]

 

Πέμπτη 29 Ιουνίου 2023

ΟΛΥΜΠΙΑΚΌΣ- ΠΑΟ 6-2

 


Υποτίθεται πως οι κουλτουριάρηδες δεν είναι ποδοσφαιρόφιλοι, εγώ τουναντίον ανήκω σ αυτούς που αγαπάνε το ποδόσφαιρο και γενικότερα τον αθλητισμό [άρα δεν είμαι κουλτουριάρης] κι έπαιξα σε κάποιες μικρές κατηγορίες μπάλα σε ικανοποιητικό μέχρι πολύ καλό επίπεδο, ταχύτατος με επιτάχυνση στο μικρό χώρο, γύρω στα δώδεκα δευτερόλεπτα το κατοστάρι, δεξιοπόδαρος αν και το αριστερό δεν το είχα μόνο για να περπατώ, έτσι έλεγε ο Βασιάδης μια ποδοσφαιρόφατσα, αμυντικός από κείνους που έσπαγαν κνήμες κι όταν με μάρκαρε ακόμα και στις προπονήσεις το βρίσιμο και το σκληρό του μαρκάρισμα με έκαναν να φοβηθώ για τη σωματική μου ακεραιότητα κι ενώ μπορούσα να ακολουθήσω μια ένδοξη καριέρα, κάποια άλλα ζωγραφικά και συγγραφικά προτερήματα, με έρριξαν από το βάρθρο αυτό και επέλεξα να παίζω με τους βετεράνους, από Βαμβακούλα μέρχι Σάντμπερκ, ένας Σουηδός φορ που είχε βγεί και πρώτος σκόρερ στο μεγάλο πρωτάθλημα μας που με ρωτούσε με έκπληξη, σε σπασμένα Ελληνικά, Κώστας σε ποια ομάδα παίζει εσύ, δεν μπορεί, πρέπει εσύ παίζει σε μεγάλη ομάδα, μέχρι Παπαιωάνου, και άλλους που δε μου έρχονται τώρα στο νου και αυτό που ήθελα να πω πω δεν το ξεκίνησα ακόμα, για τον Μαραντόνα ήθελα να μιλήσω και είναι αλήθεια πως χρόνια τώρα, από μικρό παιδί που διαβάζω τον αθλητικό τύπο και παρακολουθώ ποδόσφαιρο, ποτέ δεν ήμουν φανατικός οπαδός, λέω πως είμαι Ολυμπιακός, αν και δεν το πιστεύω επειδή πάντα μου άρεσαν κατά καιρούς όλες οι ομάδες που έπαιξαν καταπληκτικό ποδόσφαιρο, από τον Παναθηναικό του Δομάζου, τον Άρη του Ντίνου Κούη, του Κεραμιδά και των άλλων, τον Ηρακλή του Χατζημαναγή, την ΑΕΚ του Τσάρτα και τον ανεπανάληπτο Μαραντόνα, που νομίζω σε σύγκριση με τον Πελέ υπερτερούσε όλα εκτός από την κεφαλιά που όμως, αυτό το κεφάλι του Μαραντόνα, μας έδειξε για μια ακόμα φορά πως δεν ήταν τίποτε άλλο από ένα αλανόπαιδο στις φτωχογειτονιές της Αργεντινής, μια μπαλόφατσα που όσοι έχουν παίξει ποδόσφαιρο τις καταλαβαίνουν από μακριά τι κουμάσια είναι, τι σκατόφατσες και αλητόβιοι τύποι και πως αυτός δεν μπορούσε να ξεφύγει από αυτόν τον κανόνα πως οι ποδοσφαιριστές είναι ανεγκέφαλοι, μέχρι σημείου ν απορείς πως είναι δυνατόν αυτός ο ανόητος να κάνει τέτοια πράγματα με τη μπάλα και εκτός αυτού, ο Μαραντόνα εκτός γηπέδων μοιάζει με έναν κακομοίρη πρεζάκια, από εκείνους που δεν έχουν ή και δεν ξέρουν ν αρθρώσουν λέξη, γιατί υπάρχουν και λίγα πρεζόνια που δεν έχουν καεί εντελώς ακόμα, και, περίπου πιστεύω πως αθλητικά, μόνο αυτός ο Ρονάλντο ο Πορτογάλος τον έχει ξεπεράσει, γιατί ο Μέσι δεν κάνει για τέτοιες συγκρίσεις αν και εγώ θεωρώ μεκαλύτερο όλων αυτών, εκείνο τον καπνισιάρη και στεγνό Ολλανδό, τον Γιόχαν Κρόιφ, ως τον μεγαλύτερο ποδοσφαιριστή του πλανήτη γη, που είχα την τύχη να παρακολουθήσω ζωντανά σε ένα ματς με την Εθνική μας στο Καραισκάκης, τότε που η Ολλανδοί έπαιζαν το πιο ξέφρενο ποδόσφαιρο που έχει παιχτεί σε όλα τα γήπεδα του κόσμου. Ο Μαραντόνα, λοιπόν είναι συγκρίσιμος για καλύτερος ποδοσφαιριστής αλλά και για χειρότερος των ανθρώπων, όπως ο Χάιντεγκερ ήταν ο μέγιστος των φιλοσόφων αλλά και ο χείριστος των ανθρώπων.

 

Δευτέρα 26 Ιουνίου 2023

Η ΘΕΙΑ ΑΝΤΙΓΌΝΗ

 


Καθόμουν εκεί στη σκιά των βράχων, μέρα, μεσημέρι ήταν που δεν είχα τι να κάνω, δεκαεξι- δεκαεφτά χρονών παληκάρι. Ο ήλιος χτύπαγε πάνω από σαράντα βαθμούς Κελσίου, ο ιδρώς έσταζε από μόνος του στο στέρνο μου. Από τότε την κουβαλούσα την απελπισία των πραγμάτων κι ένα ποτάμι που έτρεχε τα γαλάζια του νερά- το φοβόμουν το νερό- ποτέ δεν ήθελα να πνιγώ, κάπως αλλιώς ήθελα να πέθαινα, σε αντίθεση με τον αδερφό μου μου έκοβε στην μέση το ποτάμι, διάβαινε, πήγαινε πέρα, αντίπερα. Έλα και εσύ, μου φώναζε αλλά εγώ καθόμουν στα αβγά μου. Θυμάμαι όλα αυτά που έκανα τότε κι ανατριχιάζω, λες και τα έκανε κάποιος άλλος! Το χωριό ήταν μικρό, οι γυναίκες λίγες κι εγώ είχα επιθυμίσει σφόδρα μια θειά μου, όμορφη σαν τα κρύα τα νερά. Ερχόταν πολλές φορές στο σπίτι μας να κουβεντιάσει με τη μάνα και τότε με φιλούσε, τάχα συγγενικά αλλά εγώ καταλάβαινα αλλιώς τα χείλη της στα μάγουλά μου. Η Αντιγόνη, ήταν ολόασπρη σαν το κρίνο κι εγω την σκεφτόμουν γυμνη στο κρεββάτι. Σα να ντρεπόμουν λίγο, τότε που έκανα τέτοιε σκέψεις, ένιωθα όμως μια κάψα γι αυτή τη γυναίκα, την είχα ποθήσει από πιο μικρός μα δεν ήξερα αν επρεπε να της φανερώσω τον ερωτα μου. Φοβόμουν πως θα με απόπαιρνε και τότε θα ρεζιλευόμουν στα μάτια της. Όποτε έκανα αυτές τις σκέψεις, λιποψυχούσα. Φανταζόμουν τον εαυτό μου σαν αποτυχημένο εραστή και μου κόβονταν τα γόνατα.
Εκείνο το μεσημέρι όμως που καθόμουν στη σκιά των βράχων, το είχα πάρει απόφαση: Θα της το λεγα. Και δε με ενοιαζε πως πως θα το έπαιρνε αφού είχα καταλάβει πως κι εκείνη με ήθελε. Τι θεία και ξεθεία, σκέφτηκα, μια γυναίκα ήταν που την είχε παντρευτεί ένας πρώτος ξάδερφος του πατέρα και που τώρα ήταν μετανάστης στην Αμερική και η Αντιγόνη έλειωνε, περνούσε τα καλύτερα της χρόνια αγάμητη, κρίμα δεν ήταν; Αλλά πάλι…αν δεν ήταν έτσι τα πράγματα και το έλεγε στη μάνα μου; Δε θα ρεζιλευόμουν σ όλο το χωριό; Σε όλη την κοινωνία. Κι έπειτα τι γύρευα εγω με μια γυναίκα σαράντα χρονών; Πω, πω! κρύος ιδρώτας με έλουσε, μετάνιωσα παρευθύς, κόλωσα. Έλα όμως που η Αντιγόνη φάνηκε κείνη τη στιγμή στη βρύση στα Τσερίτσανα τη βαρέλα να γεμίσει; Και όλες οι αντιρρήσεις μου πήγανε περίπατο. Με αγκάλιασε αυτή την αγκάλιασα κι εγω κι έγινε ότι έγινε. Εκεί, ανάμεσα από κάτι πουρνάρια και σχίνα κάψαμε πολλές φορές τον έρωτα μας. Έναν έρωτα κρυφό. Σαν κάτι που δεν έπρεπε να γίνει. Και το κρατούσα μυστικό ως τα τώρα που η θεία Αντιγόνη δεν υπάρχει πια.





Ο ΜΟΝΟς



Ντύθηκα τα καλά μου. Απόψε με περιμένουν και πρέπει να πάω. Παλιά μου άρεσε αυτό πιο πολύ. Έβαλα τη ραφ καπαρντίνα μου, γραβάτα Μπορντώ, μαύρο σακάκι, όχι ακριβώς, λίγο προς το γκρι με ελάχιστο κόκκινο μέσα, αδιόρατο, ίδιο και το πανταλόνι, φυσικά. Το πουκάμισο σκούρο μπλε, ίδιο με το σλιπάκι και το φανελάκι. Α, δεν ξέρετε πόσο μου αρέσουν τα σκούρα ες; ρούχα! Κι έπειτα όλοι βλέπουν χωρίς να ξέρουν τι εσώρουχα φοράς. Άρα, όλα έχουν σημασία για μια καλή διάθεση. Πριν απ όλα αυτά έκαμα μπάνιο. Λευκό. Ο ατμός μαλάκωσε το άθλιο κορμί μου, το σαπούνι ημέρεψε τη σάρκα μου. Η χτένα πέρασε μέσα από τα κατσαρά, μακριά μαλλιά, περιποιήθηκα και τα νύχια μου ποδιών τε και χεριών. Χώρεσα όλος μέσα στη σκέψη μου πως σήμερα ήταν μια καλή μέρα. Που ξέρεις; μπορεί να συναντούσα το άλλο μου μισό στο δρόμο. Μπορεί να το εύρισκα εκεί που θα πήγαινα. Πριν απ όλα αυτά, ξεκλείδωσα την πόρτα του διαμερίσματος μου, την άφησα μισάνοιχτη προς τα μέσα- προς τα μέσα ανοίγουν οι πόρτες;- άφησα τα κλειδιά στην κλειδαριά, γύρισα μέσα πήρα την πιο ακριβή μου ομπρέλα, βυσσινί, να ταιριάζει με την καπαρντίνα, όλα έχουν σημασία την σήμερον ημέρα κι επειδή έβρεχε ή θα έβρεχε προέβλεψα αν και δεν μου άρεσε να πάρω κι ένα κασκόλ να το τυλίξω στο λαιμό μου για καλό και για κακό, επειδή μαζί με τη βροχή θα έκανε ένα ψοφόκρυο, κι αναγκαστικά έπρεπε να τα κάνω όλα αυτά αφού ήθελα μια ωραία έξοδο σήμερα που γιορτάζουν όλοι να γιόρταζα κι εγώ. Έσβησα όλα τα φώτα μα μετάνιωσα, άφησα αυτό στο σαλόνι ανοιχτό, όχι ότι φοβόμουν τους κλέφτες αλλά να έτσι να φαίνεται κάτι να μη λεν αυτό το σπίτι είναι άδειο. Ξανακοιτάχτηκα στον καθρέφτη και είδα πως ήμουν πολύ καλός. Όποιοι και να με έβλεπαν, αυτοί που με περίμεναν, θα ήταν ενθουσιασμένοι με την εικόνα μου. Όλοι οι φίλοι θα ζήλευαν πιο πολύ την καπαρντίνα μου και με τις σκέψεις αυτές άναψα το φως του διαδρόμου, κάλεσα το ασανσέρ, α, πως αργεί μερικές φορές το ασανσέρ, και κάποτε γλούπ! σταματάει και κανένας άλλος ήχος δεν ακούγεται στην πολυκατοικία μας. Μόνο εγώ κατεβαίνω για να πάω στους φίλους μου που με περιμένουν να γιορτάσουμε γιατί απόψε  είναι μια ξεχωριστή μέρα. Η μέρα που γιορτάζουν όλοι οι άνθρωποι και μαζί τους κι εγώ. Σταμάτησα στο ισόγειο. Βγήκα στο δρόμο. Άνοιξα τη βυσσινί ομπρέλα. Περπατώντας έφτασα σε ένα μακρινό μπαρ. Μπήκα μέσα. Σκοτάδι. Κανείς δεν ήταν εκεί. Καλύτερα σκέφτηκα. Άφησα την ομπρέλα μου στην άκρη, πήγα στο μπαρ που αχνόφεγγε. Έβαλα ένα κατακόκκινο κρασί σε ημίψηλο ποτήρι. Κάθισα στο σκαπό. Μόνος μου.





 

Δευτέρα 19 Ιουνίου 2023

απαγορευμένος έρωτας

 


Καλοκαίρι ήταν και τότε. Αυτή γυναίκα έμενε στο διπλανό δωμάτιο, μας χώριζε δηλαδή μια μεσοτοιχία από χάρμποτ κι έτσι έπρεπε να προσέχουμε τι λέμε και τι κάνουμε, μόνο που στην αρχή δεν του δώσαμε και πολύ σημασία. Τι μας νοιάζει; σκεφτήκαμε, εμείς δεν κάναμε κάτι απηγορευμένο, έρωτα κάναμε και μπορεί να φωνάζαμε, να μουγκρίζαμε, να γκρινιάζουμε μερικές φορές. Μετά από αρκετό καιρό, αρκετές μέρες και νύχτες που συνεχιζόταν αυτή η κατάσταση, συναντήθηκα με τον άνθρωπο που μας χώριζε η μεσοτοιχία. Σταθήκαμε στο σκοτάδι του διαδρόμου προσπαθώντας να δει ο ένας τον άλλον, σχεδόν δίπλα-δίπλα αφού οι πόρτες μας δεν απείχαν ούτε μισό μέτρο. Δεν ανάψαμε το φως, τα μάτια μας συναντήθηκαν κι αυτά στο σκοτάδι, ποια είναι αυτή αναρωτιόμουν κι όταν συνήθισα στο μαύρο, προσπάθησα να ξεδιακρίνω τη σιλουέτα της. Ήταν μια κομψή κυρία. Έκανε αβέβαιες κινήσεις να φύγει ή να μείνει, να πει κάτι, μια καλησπέρα, δεν είπε. Ούτε κι εγώ είπα, τι να έλεγα, αισθάνθηκα αμέσως μια ενοχή πως μας είχε κρυφακούσει και ένιωσα μια ντροπή γιατί δεν ήθελα κανείς να ξέρει τι κάνω στο κρεβάτι μου και γενικότερα στο σπίτι μου. Στα δευτερόλεπτα που κύλισαν, πόση είναι η ζωή μιας στιγμής; Σκέφτηκα-δεν ξέρω γιατί- πως αυτή η γυναίκα ήταν μόνη, πόσοι άνθρωποι δεν είναι μόνοι, και πως ζήλευε τη δικιά μας ευτυχία, που δεν ήταν τόσο μεγάλη αφού κι εμείς μέρα-νύχτα καυγαδίζαμε με τη Σοφία, σκοτωνόμασταν στην κυριολεξία, άσχετο αν μετά κάναμε κι ότι κάναμε. Όμως, φαίνεται πως η μοναξιά είναι χειρότερη από το να έχεις έναν άνθρωπο που έστω τσακώνεσαι τις περισσότερες φορές.
Αυτές οι συναντήσεις μας συνεχίστηκαν κάμποσο καιρό και ήταν πάντα ίδιες. Δίπλα-δίπλα, στο σκοτάδι, ακουμπούσαμε τις πλάτες στους τοίχους, δε μιλούσαμε-ποτέ δε μιλήσαμε- κοιταζόμαστε στα μάτια, μερικές φορές αγγίξαμε ο ένας τα χέρια του άλλου κι άλλες δυο-τρεις, κλάψαμε, πιο πολύ εκείνη, εμένα έτρεξαν δυο δάκρυα χωρίς να ξέρω αν ήθελα να την συμπονέσω. Η κομψή γυναίκα έκλαιγε με αναφιλητά, εγώ δεν ήξερα τι κάνω, γιατί έκλαιγε και τι της συνέβαινε. Μια όμως από αυτές τις φορές, καθώς έκλαιγε τη φίλησα στα χείλη. Χείλη βρεγμένα από δάκρυα, σκέψεις μισοσφιγμένες, δυο άγνωστοι στο σκοτάδι και η κομψή κυρία χάθηκε στο μαύρο. Από κείνη τη βραδιά δεν την ξαναείδα. Την φέρνω αρκετές φορές στο μυαλό μου, εν ευθέτω χρόνο ανοίγει ένα παράθυρο μνήμης και συλλογιέμαι πολύ γι αυτές τις μικρές μου πράξεις που δεν έγιναν όνειρο, γι αυτές τις πελώριες στιγμές που δεν ξανάρχονται ποτέ και μυστήριο πράγμα τις αγάπησα πολύ περισσότερο από άλλες.
[Απ τα μικρά μου διηγήματα.]

 

Τρίτη 13 Ιουνίου 2023

Η ΤΡΊΧΑ

 


 ΚΑΘΕΤΑΙ ΑΠΕΝΑΝΤΙ ΜΕ ΑΝΟΙΧΤΑ ΤΑ ΠΟΔΙΑ.
Εντάξει ρε, άντρας είμαι τι να κάνω, μου σηκώνεται... η τρίχα.. Είπα μην μη πεις τίποτα άλλο, του λέω, είμαστε στον αέρα. Σιγά τον αέρα , που τον είδες; δεν φυσάει καθόλου. Φύσα ρε πούστη να σηκώσεις το φουστανάκι του ξέκωλου! Γιατί την λες έτσι; τον ρωτάω ενώ πράγματι το μισό μηλόκωλο της είναι έξω και άκρως εντυπωσιακό. Καυλωτικό θέλεις να πεις, δεν την βλέπεις πως κάθεται στα σκαλιά με ανοιχτά τα πόδια; Είναι μερικές καριόλες που το κάνουν επίτηδες. Τι κάνουν επίτηδες; τον ρωτάω. Τα δείχνουν όλα, να δες αυτό το ξέκωλο, μου δείχνει και τα μάτια του γίνονται μπόρμπολα. Άλλη αυτή; ανοίγω κι εγώ τα δικά μου. Όλες οι καριόλες έτσι είναι, συνεχίζει και μετά λένε πως φταίει ο φονιάς. Δεν φταίει; Όχι, φυσικά. Εγώ αν ήμουν πρόεδρος θα αθώωνα όλους τους υποτιθέμενους βιαστές. Τι να την κάνει ο άντρας άμα του σηκώνεται; Πρέπει να την βάλει κάπου. Ναι, αλλά πρέπει να συμφωνεί και το κάπου. Άσε με τώρα κι εσύ μου αγριεύει. Τι να συμφωνήσει;
 Στον Δυτικό κόσμο κάνανε πανάκριβο το γαμίσι. Έχεις πάει στην Αφρική; Τους πετάνε τα μάτια απο δέκα χρονών. Κι έρχονται όλες κουνιστές να τον φάνε. Σε παρακαλάνε να τις γαμήσεις. Και στην Ελλάδα το κάθε ξέκωλο ψάχνει να βρει τον γαμιά με τα λεφτά και με την σπορ Μερτσέντες. Σώπα ρε! σου είπα είμαστε στον αέρα. Ρε δεν πα να είμαστε και στο δέντρο. Σε καυλώνει η μουνίτσα και μετά σε καταγγέλλει για σεξουαλική παρενόχληση, κατάλαβες μαλάκα; Αυτή τώρα απέναντι δε φοράει από μέσα βρακί, βλέπεις πως ξεχωρίζουν τα... Μην το πεις τον κόβω, εντάξει ξεχωρίζει το αιδοίο της.. Το ποιο; γυρνάει και με κοιτάει. Φίλε δεν πας καλά εσύ. Είναι δυνατό να καυλώσεις με το αιδοίο; Αν δεν το πεις μουνί να γεμίσει το στόμα σου δε γίνεται τίποτα. Να, δες την τώρα πως φεύγει. Α, φεύγει, του λέω και ησυχάζω. Θα ηρεμήσεις τώρα.



.

Τετάρτη 7 Ιουνίου 2023

Η ΔΥΣΤΥΧΊΑ ΝΑ ΕΊΣΑΙ ΦΤΩΧΌΣ

 


Άκουσε τώρα μάγκα να σου πω σημαντικά πράγματα κι άμα θέλεις τα σημειώνεις, γιατί είσαι μπούφος και δεν θέλω μα μείνεις εκεί από ιδιοτροπία, όχι πως σ΄ αγαπάω ή σε συλλογιέμαι επειδή είσαι βλάκας αλλά από ιδιοτροπία και μια έξη προς την αλήθεια. Θα σου πω μαντάμ, πως κανένα Ελληνικό κράτος δεν υπήρξε ποτέ μετά την υποταγή των Αρχαίων Ελλήνων στου Ρωμαίους το 146 π.χ. Από τότε, κυβερνούν αυτόν τον τόπο κατή σειρά μετά τους Ρωμαίους, οι Βυζαντινοί, οι Τούρκοι, οι Άγγλοι και σήμερα οι Αμερικάνοι. Αυτοί σε κυβερνούν αιώνες τώρα και μην έχεις αντιρρήσεις, μην πιστεύεις πως σήμερα κυβερνάει εδώ κάποιος Γιώργος Παπανδρέου, απόγονος του Γεώργιου Παπανδρέου ο οποίος ήταν πράκτορας των Εγγλέζων, ενώ ο Γιωργάκης είναι των Αμερικάνων. Αυτός ο τόπος μάγκα είναι γεμάτος ανομοιομορφία στο βιοτικό επίπεδο. Οι βιομήχανοι, οι έμποροι και οι κερδοσκόποι, ζούνε μέσα στον πλούτο και στην χλίδα. ΚΑΜΙΑ ΚΥΒΕΡΝΗΣΗ ΚΑΙ ΠΟΤΕ ΔΕΝ ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΕ ΑΥΤΟ ΤΟ ΠΡΟΒΛΗΜΑ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΙΚΑ. Εν τω μεταξύ, αιώνες τώρα, οι λαϊκές μάζες, υποφέρουν μια τρισάθλια ζωή και τους εξοργίζει ο πολυτελής τρόπος ζωής εν μέσω φτώχειας, των εκάστοτε τοποτηρητών. Αυτό δείχνει ακόμα πιο έντονα την δυστυχία των φτωχών. Κανένα μέτρο δεν έχει παρθεί ποτέ, για να δοθεί χρήσιμη εργασία στους δυνάμενους Έλληνες, από το ευρύ στρώμα του πληθυσμού. Για να πάρεις ένα μικρό παράδειγμα πως αυτά που σου λέω είναι σωστά, άκου τι γράφει ο Πωλ Ποτερ το 1947 στην έκθεσή του προς τους ανωτέρους του Αμερικανούς που μόλις έχουν πάρει την θέση του κηδεμόνα της Ελλάδας στη θέση της ανήμπορης πια Αγγλίας. " Η κλίκα αυτή, είναι αποφασισμένη να υπερασπίσει με κάθε τρόπο τα οικονομικά της συμφέροντα και δεν ενδιαφέρεται καθόλου, για το τι μπορεί να κοστίσει αυτό στην οικονομία της χώρας. Τα μέλη αυτής της κλίκας, επιθυμούν να διατηρήσουν άθικτο το φορολογικό σύστημα που τους ευνοεί, με αληθινά σκανδαλώδη τρόπο. Αντιτίθενται στον έλεγχο συναλλάγματος, γιατί αυτό θα τους εμποδίζει να βγάζουν τα κέρδη τους, στις τράπεζες του Καϊρου και της Αργεντινής. Δε διανοήθηκαν ποτέ να επενδύσουν τα κέρδη τους στη δική τους χώρα, για να βοηθήσουν στην αναστήλωση της Εθνικής οικονομίας." Αυτά γράφει μαντάμ ο κύριος Πότερ, ο τοποτηρητής και στην ουσία ο κυβερνήτης της Ελλάδας στις αρχές του δεύτερου εμφυλίου. Αυτός ο Πότερ που είχε δώσει σφαλιάρα στον Στέφανο Στεφανόπουλο, υπουργό συντονισμού παρακαλώ μάγκα μου και συ μου λες πως σε κυβερνάει ο Παπανδρέου με τον Σαμαρα και τον Τσίπρα! Αλλά για να μείνω λίγο ακόμα εκεί, θα σου και το άλλο. Τί έγινε τότε με το δόγμα Τρούμαν; Μας έδωσαν λεφτά με την σέσουλα οι Αμερικάνοι από τον φόβο της Κομουνιστικοποίησης της περιοχής. Έδωσαν όμως και στους Γερμανούς, σημερινούς κυρίαρχους στο παγκόσμιο παιχνίδι. Τα ελληνικά αυτά χρήματα που πήγαν; όπου πηγαίνουν και τα σημερινά από τα δάνεια της Ευρωπαϊκής ένωσης: στους επιτήδειους, στους κλέφτες μιας αιώνιας φατρίας, που δεν τους ενδιαφέρει, δεν τους καίγεται καρφάκι για το τι θα γίνει στην Ελλάδα. Και συ φτωχόμαγκα χάφτεις όλα τα παραμύθια της εκάστοτε κλίκας. Μηδενός εξαιρουμένου πρωθυπουργού, μηδενός εξαιρουμένου κυβερνήτη αυτής της χώρας, κανείς δεν υπήρξε πατριώτης. Δεν υπήρξε Έλληνας. Γιατί Έλληνες δεν υπάρχουν πια.

Τρίτη 6 Ιουνίου 2023

ΓΙΑ ΣΚΈΨΟΥ

 


 

ΘΑΛΑΣΣΑ ΤΟΥ ΟΝΕΙΡΟΥ
 
Για σκέψου, πόσα πράγματα δεν ξεχάσαμε από το όνειρο;
Μα εγώ πήρα ένα καράβι πρωινό και ψάχνω να σε βρω
Δεν άκουγα τους άλλους που έλεγαν πως για πάντα σε έχασα.
Σε βρήκα ένα σούρουπο πνιγμένη στην αλμύρα
Μιας θάλασσας που τόσο πολύ αγαπήσαμε
Κι άκουσα την ίδια να σου λέει το σ΄αγαπώ
Και ζήλεψα που δεν μ’ άφησε πρώτος να σου το πω
Ήσουν το παράθυρο που άνοιξε
Μια βραδιά Καλοκαιριού
 
ΠΟΙΗΣΗ ΚΩΣΤΑ ΠΛΙΑΤΣΙΚΑ

 

Πέμπτη 1 Ιουνίου 2023

ΕΊΜΑΣΤΕ ΕΝΑ ΩΡΑΊΟ ΕΞΏΦΥΛΛΟ

 

 


Είναι τόσο απλό: τα όπλα σκοτώνουν. Πρώτα οπλίζουμε το χέρι κι ύστερα αναζητούμε ευθύνες. Αργότερα θρηνούμε σαν καλοί χριστιανοί.
Είμαστε όλοι ένα ωραίο εξώφυλλο. Ποτέ δε μας ενδιαφέρει το περιεχόμενο. Μια λεζάντα που κρεμάστηκε στο περίπτερο.
Παρακολούθησα κάποτε σε μια αρένα, στην Ισπανία μια ταυρομαχία. Αυτό το βάρβαρο θέαμα που μοιάζει με τα Ρωμαϊκά φρικώδη θεάματα στις παλαίστρες και στους στίβους του Κολοσσαίου. Και τότε το κοινό ούρλιαζε με κατακόκκινα μάτια υπέρ της θανάτωσης του νικημένου. Και τότε όταν έβλεπα τον ταυρομάχο να βασανίζει τον άτυχο ταύρο, ο κόσμος γύρω μου φώναζε ολέ, χειροκροτούσε το Τορέρο. Βέβαια το κόκκινο πανί δεν ερέθιζε μόνο τον δυστυχή ταύρο αλλά και τα δυστυχισμένα όντα στις κερκίδες. Παρατήρησα τα πρόσωπα τους, τις συσπάσεις ηδονής, ευχαρίστησης και με έπιασε θλίψη. Θα έφευγα.
Πριν γεννηθείς δεν ήσουνα κάτι
κι όταν πεθάνεις δεν θα είσαι τίποτα.
Η ελπίδα δικαιοσύνης είναι η γνώση. Δεν υπάρχει καμιά ισοπέδωση, ούτε πεσιμιστικό είναι. Αν περιμένεις να σε σώσουν οι θεοί, έχασες το μεγαλύτερο μέρος της εμπιστοσύνης στον εαυτό σου. Τα όνειρα του ανθρώπου δεν είναι αυτά που νομίζεις εσύ, αυτόν τον κόσμο τον γνωρίζουμε.
Έχουμε συνηθίσει ν αποκαλούμε «τρελούς» τους καλλιτέχνες. Παλαιότερα αυτό με νευρίαζε και έμπαινα στη διαδικασία της απολογίας και της υπεράσπισης γιατί οι καλλιτέχνες δεν είναι τρελοί. Όχι πως σήμερα δε με πειράζει, απλά δεν απολογούμαι. Βέβαια, οι σοβαροί άνθρωποι δεν το κάνουν αυτό ποτέ αλλά το πλείστον του κόσμου σου κολλάει πολύ εύκολα το τρελός καλλιτέχνης. Και τι εννοούν άραγε μέσα στο μυαλό τους; πως καταλαβαίνουν αυτή την τρέλα; Μήπως επειδή ο καλλιτέχνης αποτελεί κάτι ξεχωριστό, κάτι ακαταλαβίστικο γι αυτούς αλλά τόσο κατανοητό για εκείνον;
Δυστυχώς ο κόσμος μας άλλαξε. Δεν είναι σαν την παλιά, καλή Ελληνική ταινία, όπου στο τέλος της είχαμε πάντα έναν ευτυχισμένο γάμο, του Βέγγου με την Άννα Φόνσου. Αυτή η διαφορά του τότε με το τώρα είναι φανερή. Στην Ελληνική πραγματικότητα, δεν υπάρχει happy end. Είναι άραγε καλύτερα τώρα; Η σύγκριση είναι δικιά σας ή καλύτερα, αυτών που έζησαν τις δυο τελευταίες γενιές.
Για να είμαι σύγχρονος σπατάλησα μια εικόνα από παλιά του εαυτού μου και πολλές ιδέες. Τι είναι ακριβώς ένας σύγχρονος άνθρωπος; Σύγχρονος σημαίνει αυτός που γίνεται την ίδια χρονική στιγμή. Ή κάτι που γίνεται την ίδια χρονική περίοδο ή που είναι της ίδιας ηλικίας. Ταυτόχρονος κατά μία αντίληψη και ν ανήκω στη σημερινή εποχή, μοντέρνος. Είμαι όμως εγώ της σημερινής εποχής; Αφού δεν ξέρω τι γίνεται ακριβώς στην Αμερική στην Ιαπωνία, που λένε πως πάνε πενήντα- εκατό χρόνια μπροστά, άρα εγώ είμαι πίσω, καθόλου σύγχρονος και μάλλον αναχρονιστικός. [Τον μόνο συγχρονισμό που κατάφερα να κάνω στη ζωή μου, ήταν με ολίγιστες κυρίες στο κρεββάτι- να έρθεις δηλαδή σε ταυτόχρονο οργασμό και μη νομίζεις πως αυτό είναι εύκολο.]
Μου λέει ένας φίλος εντελώς ξαφνικά. Σε αγαπάω εσένα ή όχι... Για να πω την αλήθεια σε εκτιμάω. Κι αυτό είναι πιο ισχυρό, πιο σπουδαίο.
Για να πω την αλήθεια κι εγώ, τέτοιες εξομολογήσεις από άντρες σπανίζουν, χωρίς καμιά ιδιοτέλεια.
[Παλιές σημειώσεις μου.]

Τετάρτη 31 Μαΐου 2023

ΟΙ ΠΕΙΝΑΣΜΈΝΟΙ ΑΥΤΟΎ ΤΟΥ ΚΌΣΜΟΥ

 


 

Έπειτα, συνεχίζουμε να υπάρχουμε χειρότερα ξιπασμένοι από ποτέ, αμόρφωτοι και φθονεροί. Δε βλέπω κανέναν να επικροτεί τις έστω λίγες καλές προσπάθειες που γίνονται είτε στον δημόσιο είτε στον ιδιωτικό βίο. Είμαστε μια καταβροχθιτική κοινωνία, μια μισερή κοινωνία, που δε σέβεται κανένα νόμο και όσο για την περιβόητη εξυπνάδα του Έλληνα, την καπατσοσύνη, όλα είναι κολακείες. Σε τι συνίσταται η εξυπνάδα του μέσου Έλληνα; ποια είναι η προοδευτικότητα του; ποια είναι η μόρφωση του όταν τα 80% των νοικοκοιριών δεν έχουν βιβλιοθήκη σπίτι τους; Τους περισσότερους που ρωτώ δεν έχουν ανοίξει βιβλίο από τα γυμνασιακά τους χρόνια. Αυτή είναι μια άθλια διαπίστωση αλλά διαπίστωση: Οι περισσότεροι Έλληνες είναι ανιστόρητοι, αγεωγράφητοι, ημιμαθείς στο έπακρον μπουρδολογούν και ψεύδονται ασύστολα, συνεχίζουν να πιστεύουν πως η καλύτερη γνώση τη ζωής, είναι του πεζοδρομίου. Στη δε πολιτική κατάρτηση είναι φωστήρες. Μπορούν να σου αναλύσουν με κομπασμό την όποια πολιτική κατάσταση, ξέρουν τα πάντα- να σου πω εγώ, εσύ δεν ξέρεις, είναι η συνηθέστερη φρασεολογία τους- και τους πάντες, χτες ένας μου λεγε πως μένει κοντά στο σπίτι του Σαμαρά και άρα, ξέρει περισσότερα για την πολιτική κατάσταση της χώρας!
Το μεγαλύτερο ίσως προσόν αυτού του λαού, είναι αυτό που λένε φιλότιμο. Μόνο με το φιλότιμο όμως δεν μπορείς να πας μπροστά.



Ξέφυγα πολύ από το δρόμο μου. Νιώθω σαν ένα πουλί εγκλωβισμένο στο κλουβί του, που δεν μπορεί να κάνει τίποτα. Ούτε να χτυπήσω το κεφάλι μου στα κάγκελα, πόσο μάλλον να κελαϊδίσει. Τα άλλα πουλιά διαβαίνουν απ έξω και με κοιτάνε με συμπόνια, πετάνε ολόγυρα, χτίζουνε φωλιές, γεννάνε τη ζωή. Τίποτα δε φαίνεται. Έξω από το κλουβί, όλα είναι υπέροχα. Η δικιά μου ελευθερία έγινε σκλαβιά, μέσα στο ίδιο μου το μυαλό, με τον άδοξο τρόπο να επιλέξω τη μοίρα μου και τη δυστυχία να ζω με άλλους σαν κι εμένα που είναι περιτριγυρισμένοι από τοίχους, από φράχτες, που κρύβουν κάθε τι ζωντανό μέσα τους.



Από τότε που συλλάβισα τα πρώτα μου γράμματα δε θυμάμαι τον εαυτό μου να μη διαβάζει. Ότι εύρισκα μπροστά μου. Από τα περιοδικά που κυκλοφορούσαν τότε, μου άρεσαν: Μικρός ήρως- α, ρε Γιώργο Θαλάσση!- Μικρός Σερίφης, ο Τζιμ Άνταμς, το ατρόμητο Ελληνόπουλο που επέβαλε το νόμο στην άγρια Δύση, Γκαούρ-Ταρζάν, Σεραφίνο που δε χόρταινε ποτέ ως αιώνιος πεινασμένος, Μικυ-Μάους, με τον Γκούφη τον Ντόναλντ τον Σκρούτζ και την παρέα τους. Σπαιντερμαν, Τεν-τεν, Μάσκα, Ζορρό, Μίστερ Νο, ατέλειωτες σελίδες. Μέχρι τα δώδεκα δεκατρία τα μάζευα και δεν ήθελα να μου τα πάρει κανείς- ακόμα και τώρα βρίσκονται κάποια στη βιβλιοθήκη μου. Αυτά τα περιοδικά είχαν έναν κοινό παρονομαστή. Τους ήρωες που μάχονταν πάντα υπέρ του καλού και του δικαίου, τους ήρωες που περίμενες πάντα να επιβληθούν απέναντι στο κακό. Ήταν κατα κάποιο τρόπο ηθικοπλαστικά, παρ ότι οι δάσκαλοι και οι καθηγητές για άγνωστο λόγο τα απέρριπταν από τα παιδικά αναγνώσματα.
Τώρα που μεγάλωσα και τα θυμάμαι ακόμα σκέφτηκα, να πάρω τη θέση ενός απ αυτούς τους παιδικούς ήρωες. Διάλεξα τον Σπάιντερμαν, τον άνθρωπο αράχνη, το παιδί με το λαστιχένιο σώμα, αν και παιδεύτηκα στην εκλογή μεταξύ αυτού και του Ζορό. Μάλιστα. Ή Σπάιντερμαν ή Ζορρό ήθελα να ήμουν αν ξαναγινόμουν παιδί, για να τιμωρώ συνέχεια τους κακούς που παράγιναν στον κόσμο όλο.





Ήμασταν κόκκινοι στα δόντια και στα νύχια. Η ζωή μας ήταν γενικά μοναχική, φτωχή, άσχημη, κτηνώδεις και σύντομη.
Αυτά υποστηρίζει ο Thomas Hobbes.
Αναγκαστήκαμε όμως να συνάψουμε ένα κοινωνικό συμβόλαιο να συμφωνήσουμε να σεβόμαστε τη ζωή, την ελευθερία των άλλων με τον όρο να σέβονται κι εκείνοι τη δικιά μας. Να μη σκοτώνεις εσύ αλλά ούτε κι εκείνοι εσένα. Δεχτήκαμε να μην κλέβουμε τα αγαθά των άλλων ούτε κι εκείνοι τα δικά μας, να μην κάνουμε δούλους ούτε κι αυτοί να σκλαβώνουν άλλους. Με λίγα λόγια συμφωνήασαμε να αλληλοβοηθώμαστε για να μπορέσουμε να επιβιώσουμε.
Και βάση αυτού του συμβολαίου φτάσαμε μέχρι εδώ. Πολύ απλά αθετήσαμε όλους τους όρους αυτού του φιλοσοφικού μας συμβολαίου.







 

Δευτέρα 29 Μαΐου 2023

ΑΝΑΔΗΜΟΣΊΕΥΣΗ

 

ΜΕΡΕς ΜΕ ΤΟΝ ΝΙΚΟ.ΜΙΑ ΚΟΥΒΕΝΤΑ. [Πλιάτσικας-Σπάρταλης]




Δεν μπορώ να πω πως δεν τον συνάντησα. Στην πραγματική ζωή όχι, μέσα από τις δημιουργίες του, τις ταινίες, κάποιες κουβέντες του που είχα ακούσει, με συνάρπαζε σαν σκηνοθέτης, σαν κάτι αόριστο, μαγικό, κάτι που είχε να πει κατά μυστηριώδη τρόπο επιβαλλόμενο. Με τον Δράκο του έκανα παρέα πολλές αξημέρωτες νύχτες, προβληματισμένος για το τι είναι ένας δημιουργός σαν τον Κούνδουρο, πόση μαεστρία χρειάζεται για το στήσιμο ενός αριστουργήματος- ο Δράκος είναι ένα αριστούργημα, ειδικά αν λάβουμε υπ όψιν την εποχή και με τα μέσα που δημιουργήθηκε- και γιατί όπου περισσεύει το ταλέντο περισσεύουν και οι δυσκολίες, για να θυμηθούμε πόσα ντράβαλα τράβηξε προσπαθώντας να δείξουν οι αίθουσες τον Δράκο. [Αυτό που πλήρωνε για να το προβάλλουν δεν το ξερα και με κανε να θαυμάσω τις ψυχικές αντοχές του τριαντάχρονου τότε Κούνδουρου αλλά και την πίστη του στην εργασία του.] Από τους ανθρώπους που τον έζησαν γνώρισα την τελευταία του "βοηθίνα" την Μαρία Περρή. Μου είπε πολλές φορές πως ήταν ένας ιδιαίτερος άνθρωπος. Αν κρίνω από την ομορφιά και την κουζουλάδα της Μαρίας, καταλαβαίνω πως διάλεγε τους συνεργάτες του. [Άνθρωποι δύσκολοι, αλλιώτικοι, επιμεριστικοί, τρελούτσικοι.]
1] Με την πρώτη ματιά δε μοιάζεις και για "βαρύς" δημιουργός, ο Κούνδουρος τι σου έλεγε επ αυτού; Κατ εμέ, ψυχογραφικά δείχνεις ανεμοστρόβιλος. Αυτό που έγραψε ο Στεφανίδης για το alter ego του Κούνδουρου, εσύ δηλαδή, δε στέκει. Τι διάολο! μπαστούνι του ήσουν όπως συνεχίζει να υποστηρίζει ο Στεφανίδης;
Ωραία ξεκινήσαμε! Λοιπόν, εσύ αποφάσισες να μου κάνεις κάποιες νόστιμες και προβοκατόρικες ερωτήσεις, προβοκάροντας τον προβοκάτορα, αλλά εγώ δεν έχω ανάγκη την υπερβολή αυτή, τσάμπα σπαταλάς το ταλέντο σου! Μια λέξη να μου πεις, θα πω χίλιες. Θα πω εξυπνάδες, θα πω χαζομάρες. Θα είμαι τρυφερός, θα είμαι και βίαιος. Από μόνος μου! Τέλος πάντων, «βαρύς» δε θέλω να είμαι, ούτε και το «μπαστούνι» το παίζω καλά. Σκέψου όμως, ότι τα τελευταία χρόνια της ζωής του,  ο Κούνδουρος αναζητούσε νέους ανθρώπους στην παρέα του, έστω και μόνο για την φυσική τους ρώμη, για να μετακινήσουν ένα καναπέ, ας πούμε, ή για να σπρώξουν έξω από την πόρτα έναν ενοχλητικό επισκέπτη. Ε, κι ένας από αυτούς τους νέους ήμουν κι εγώ. Αυτό ήταν όλο. Ήμουν και ξύπνιος, οπότε καταλαβαίνεις τι έγινε!
2] Φυσικά με τον Κούνδουρο συναντήθηκα από τα μικρά μου χρόνια, με τον Δράκο. Και τη Μαγική πόλη, ίσως και τις Μικρές Αφροδίτες αλλά ο Δράκος είναι το σήμα κατατεθέν του. Μάλιστα στη ΔΕΚΑΤΗ ΤΡΙΤΗ ΩΡΑ το τελευταίο μου μυθιστόρημα που διάβασες κι εσύ, υπάρχει μια αντιστοιχία ηρώων όπου ο ένας ήρωας [σωσίας] αντικαθιστά τον πραγματικό με τα όποια αποτελέσματα της ιδέας που όλοι θέλουμε κάποτε να είμαστε κάποιοι άλλοι.
Αυτή δεν είναι ερώτηση, μιλάς για σένα. Καλά κάνεις! Κι εγώ στο βιβλίο μου το ίδιο κάνω, παριστάνω ότι θα μιλήσω για τον Κούνδουρο, αλλά στο τέλος μιλάω για μένα.

3] Ένα βιβλίο χρειάζεται να είναι κοφτερό μαχαίρι για να τυπωθεί. Οι «Μέρες με τον Νίκο» τι μαχαίρι είναι; θέλω να πω ποια είναι η αναγκαιότητα αυτού και γιατί θα το διαβάσει κάποιος νοήμων άνθρωπος;
Το βιβλίο ήταν μια δική μου ανάγκη, να ιστορήσω, να μην χαθούν οι στιγμές μας με τον Κούνδουρο. Δική μου ανάγκη περισσότερο. Αν έχει κάτι «κοφτερό», εγώ θα το έλεγα καλύτερα «πικάντικο», είναι ότι ιστορώ μια σπουδαία προσωπικότητα -έναν άρχοντα- από μέσα, όχι απ’ έξω. Μιλάω για τον «ανεπίσημο» Κούνδουρο που έζησα.
4] Έκανα φύλλο και φτερό το βιβλίο σου. Συγγραφέας είσαι επειδή διηγήθηκες τη ζωή σου; Έχει δηλαδή τόσο ενδιαφέρον για τον κόσμο να μάθει τις κουζουλάδες σου; Έκανα φύλλο και φτερό το βιβλίο σου που σημαίνει πως υπάρχει κάποιο ενδιαφέρον. Ο υποφαινόμενος πετάει σαν σκούφια, με την πρώτη ματιά, με την ανάγνωση μιας αράδας, κάποιου βιβλίου, ξέροντας αν χρειάζεται να ασχοληθεί έστω κι ένα δευτερόλεπτο μαζί του. Από αυτή την άποψη κερδίζεις κάτι.
Ευχαριστώ πολύ. Το βιβλίο το έγραψα από «μέσα» ανάγκη –όχι για την κονόμα- και γι αυτό είναι φορέας αλήθειας.
5] Ο τίτλος δε μ αρέσει. Τι θα πει μέρες με τον Νίκο; Πατάτες. Στη δεύτερη έκδοση βρες άλλον. Πιο ελκυστικό, περισσότερο συναρπαστικό. Ένα βιβλίο δεν πρέπει να είναι παίξε-γέλασε.
Γράψε εσύ ένα βιβλίο ακόμα και βάλτου όποιον τίτλο θέλεις. Εγώ θα κάνω τα δικά μου. Αυτό το βρίσκω πιο τίμιο, από το να σχολιάζουμε ο ένας τους τίτλους του άλλου!
6]Τι σημασία έχει να γραφτεί κάτι παραπάνω για τον Κούνδουρο; [όσα θέλουμε να ξέρουμε γι αυτόν είναι γραμμένα στα λεξικά.] Και θ αρχίσω από τούτο: Οι μισοί Κρητικοί είναι κακοί και οι υπόλοιποι μισοί, καλοί. Δεν υπάρχεις μέσος όρος, δεν υπάρχει μέτριος Κρητικός, έτσι θέλετε να εμφανίζεστε. Μεγαλομανείς από τον Καζαντζάκη μέχρι τον Κούνδουρο που λίγο ή πολύ τον παρουσιάζεις σαν γίγαντα. Έλα ρε Σπάρταλη! για χαμήλωσε λίγο!
Δε χαμηλώνω Πλιάτσικα τον κώλο σου να χτυπάς! Τοπικιστής είναι αυτός που πιστεύει ότι ο τόπος του είναι καλύτερος από την Κρήτη! Πλάκα κάνω.
7] Η στίξη μοιάζε με την...στύση. Ή την έχεις ή δεν.. Υπερασπίζεσαι πως είναι διήγηση, σχεδόν προφορικός λόγος όσα μας γράφεις και το κατανοώ- και ο προφορικός λόγος όμως, όταν μεταφέρεται γραπτώς, έχει ανάγκη σωστής στίξης και η δικιά σας στύση και στίξη είναι κυριολεκτικά πεσμένη!
Δεν ξέρεις τι σου γίνεται! (Στο λέω με αγάπη)
8] Είπα πως δεν είναι ανιαρό βιβλίο σαν τέτοια που καταντούν συνήθως αυτά τα πονήματα που κολακεύουν ακόμα και τα ελαττώματα των ηρώων τους. Διαβάζεται. Στα προσωπικά σου, Σπάρταλη, στη σχέση σου με το ποτό είσαι ειλικρινής, όσο σε παίρνει. Μαζί έχουμε πιει κάμποσο. Κάμποσο-πολύ, μπορώ να πω. Δε μου κάνει εντύπωση που ο Κούνδουρος δεν έπινε. Μόνο γι αυτό, ήταν μεγάλος από τους μικρούς άντρες. [Συμπερασματικά, πάντως δε γίνεται ιδιαίτερα συμπαθής στον αναγνώστη σου έτσι που τον παρουσιάζεις, εσύ σαν σαρκοαυτοβιογραφούμενος μέσα από όλο αυτό, μερικές φορές με εξέπληξες, διαφέρεις από την εν ζωή παράσταση σου.Γιατί;]
Με μπέρδεψες τώρα. Τέλος πάντων, οι άνθρωποι που ήξεραν πολύ καλά τον Κούνδουρο και οι άνθρωποι που ξέρουν πολύ καλά εμένα, δεν μου έχουν επισημάνει καμία αντίφαση ζωής-έργου μας. Το αντίθετο μάλιστα, όλοι λένε ότι το βιβλίο ζωντάνεψε μέσα στο νου τους τα θρυλικά μας κατορθώματα με τον Νίκο!
9] Οι άλλοι συντελεστές του βιβλίου λίγο ενοχλούν, ας πούμε η κυρία Μαζίρη και ο Στεφανίδης που διάκεινται φιλικά προς τον συγγραφέα, παραείναι μεγαλιότητες και καθόλου φειδωλοί στα κοσμητικά. [Χαριτωμένος! για σένα, μεγαλειώδης, μοναδικός για τον Κούνδουρο και άλλα που δεν χρειάζεται ν αριθμήσω και το ότι δε θα τολμούσες να γράψεις αυτό το βιβλίο αν ζούσε ο Κούνδουρος δε μ αρέσει, δείχνει δειλία.]
Ο Στεφανίδης με εξάρει και η Ματζίρη μου «τα χώνει» χοντρά –και καλά κάνει–,  δεν το διάβασες καλά το βιβλίο, μου φαίνεται, ή με προβοκάρεις και πάλι κατά τη συνήθεια σου! Λοιπόν, έχω μια σειρά από αντιφάσεις στο σακούλι μου, μάθημα του Κούνδουρου κι αυτό. Βαριέμαι πάρα πολύ εύκολα κι έτσι στρέφομαι από τρυφερός σε βίαιο και από γενναίος σε δειλό. Δε θα είχα εκδώσει σε καμία περίπτωση αυτό το βιβλίο αν ζούσε ο Κούνδουρος, αυτό είναι αλήθεια και γι αυτό… είμαι δειλός. Ζει όμως η σύζυγος του Νίκου, ο γιος και η κόρη του, πολλοί ένδοξοι φίλοι του και γι αυτό… είμαι γενναίος! Διάλεξε μόνος σου.
10] Όσο αφορά τη συνολική επίδραση του Κούνδουρου- ένας άντρας όταν φεύγει δείχνεται το έργο του, όσο κι αν αυτό είναι σχήμα οξύμωρο- ο πολύς κόσμος μάλλον τον αγνοεί. Ένα μικρό γκάλοπ για την αναγνωρισιμότητα του θα σε πείσει για το λεγόμενο μου κι αυτό με θλίβει γιατί όντως αυτός ο άνθρωπος πρόσφερε αρκετά, σημαντικά πράγματα στον χώρο της τέχνης. [Για την ίδια τη ζωή δε νομίζω πως χρήζουν ιδιαίτερης μνείας, ει μη μόνο για τους οικείους του.]
Έργο και ζωή για τον Κούνδουρο ήταν ένα. Κι εγώ το ίδιο κάνω κι εσύ το ίδιο. Γι αυτό πίνουμε και συζητάμε μαζί τόσα χρόνια. Ο Κούνδουρος έγινε πρωτοπόρος σκηνοθέτης γιατί ήταν πρωτοπόρος άνθρωπος, ενώ ο Αγγελόπουλος έγινε πρωτοπόρος άνθρωπος γιατί ήταν πρωτοπόρος σκηνοθέτης. Καλό έτσι? Σε κούφανα τώρα Πλιάτσικα! Σ αγαπώ και σ’ ευχαριστώ. Φτάνει.
11] Προτού ... φτάσει, κάνε μια ερώτηση στον εαυτό σου και απάντησε.
Μου ζητάς να κάνω μια ερώτηση στον εαυτό μου. Τίμιο! Θα την κάνω. Με ρωτάω λοιπόν αν είμαι ευτυχισμένος. Και απαντάω μόνος μου. Ευτυχισμένος είναι ο ανόητος άνθρωπος ή ο μέθυσος, μέθυσος με οποιοδήποτε τρόπο. Εγώ ανόητος δεν είμαι, είμαι όμως "μέθυσος", με τη ρακή, το κρασί και τον έρωτα, τον κάθε έρωτα. Έζησα λοιπόν ευτυχισμένες στιγμές, πήγα μέχρι εκεί που πάει ο άνθρωπος. αυτό ήταν όλο. Η ευτυχία είναι στιγμές και είχα τέτοιες πολλές.
Ένας πίνει, δέκα μεθούν. Σπάρταλη. Το βιβλίο σου είναι καλό. Αυθεντικό πόρισμα.
Διαβάστε, λοιπόν φίλοι ένα καλό βιβλίο για μια αυθεντία: τον Νίκο Κούνδουρο.

Σάββατο 27 Μαΐου 2023

ΠΡΈΠΕΙ ΝΑ ΠΩ ΤΗΝ ΑΛΉΘΕΙΑ

 


Θρηνώ ως Ινδιάνος
όρθιο ή καθιστό άλογο
γελώ όπως ο νάνος
κι αγαπώ το παράλογο
Κλαίω όπως η Μάρθα
σε θολή, γαλάζια οθόνη
ξέχασα από που ήρθα
και είμαι για πάντα μόνη
Θρηνώ στους ξέσκεπους ορίζοντες της στέπας
τρώγοντας τη μπουκιά της αρχέγονης κρέπας
την κόρη. Κανείς δε μ αγαπάει πια εδώ πέρα
και φεύγω βρίζοντας, παρέα με άλλον αέρα
Λυπάμαι ως άρρωστος
εραστής, ωραίας Αρετής
ξακουστός κι άληστος
όπως ο μεγάλος απρεπής
Ωστόσο πρέπει να θυμηθώ
τι αγαπούσα πριν τη δόξα;
εύκολα μπορώ ν αρνηθώ
τίποτα δεν είναι, μια λόξα!
Θρηνώ στους ξέσκεπους ορίζοντες της στέπας
τρώγοντας τη μπουκιά της αρχέγονης κρέπας
την κόρη. Κανείς δε μ αγαπάει πια εδώ πέρα
και φεύγω βρίζοντας, παρέα με άλλον αέρα
Πρέπει να πω την αλήθεια
που ξέρω για τον φονιά
όμως φοβάμαι από συνήθεια
έτσι δε λέω, λέξη καμιά
Άλλοτε κλαίω και για μένα
είμαι ένα τίποτε, μια λίγη σκόνη
που κύλισε εδώ, σιγά, χαμένα
και ποτέ δεν ξέφυγε απ την αγχόνη
Αλλά ποιος ξέρει τον ξένο χρόνο;
ποιος λυπάται για μας ή για σένα;
όλα γινήκαν δικά σου, αλίμονο!
της μοίρας σου, λένε τα γραμμένα
Καινούριες λέξεις από τον ΚΏΣΤΑ ΠΛΙΆΤΣΙΚΑ

 

Πέμπτη 25 Μαΐου 2023

Η ΑΦΈΛΕΙΑ ΤΟΥ ΠΟΙΗΤΉ

 


ΤΙ ΘΑ ΓΙΝΟΜΟΥΝ ΑΝ ΜΕΓΑΛΩΝΑ
 
Απ την αρχή σκεφτόμουν ήρωας να γίνω
σαν τον Αχιλλέα μα και τον Ρομπέν των δασών
το ίδιο με ενθουσίαζε
Ίσως ο Αλέξανδρος μου ταίριαζε καλύτερα
Μα και του Αριστοτέλη η ευρυμάθεια με κεντούσε
Των αρχαίων ειδώλων, μου κόστιζε η Ελένη
η κόρη του Τυνδάρεω [ωραίο όνομα αυτό]
γιατί ήταν η πιο όμορφη των γυναικών του κόσμου.
Κι ο Έκτωρ παιδιόθεν με κατεδίωκε
με τον αδιάλλακτο πατριωτισμό.
Απ την αρχή σκεφτόμουν να γίνω αρχιτέκτων
να μοιάσω πιο πολύ στον Καλλικράτη
κι ο Καλατράβα με συνάρπαζε όσο των Αχαιών τα τείχη
Γιατί και ποιητής αν γινόμουν-Όμηρος σίγουρα-
θα μ άρεσε αλλά και στίχος του Ρεμπό ή του Μποντλέρ.
Του Καβάφη ο θηλυπρεπισμός της Ιστορίας δε με ενοχλεί
όσο του Ελύτη η καπήλευση του Αιγαίου πελάγους
του Ρίτσου το εγκώμιο των αριστερών ηρώων.
Όμως από παιδί με κατέλαβε μια επιθυμία σφοδρή
να γίνω Σαίξπηρ, τρομερός Άμλετ
και του Ρακίνα ήθελα να μοιάσω, μα
αυτός που δε μ ενδιέφερε καθόλου αλλά ας ήμουν,
ήταν ο Τουρκουάτο Τάσο
Κι ο δικός μας ο Εγγονόπουλος που σαν ζωγράφο τον θαύμασα πολύ
αυτόν και τον Τουλούζ Λωτρέκ και ίσως τον Μαξ Έρνστ.
Ναι,
σαν αυτόν ήθελα να γίνω.
Και γιατί όχι στρατηγός, ω ναι, Επαμεινώνδας
της θηβαϊκής ηγεμονίας, πρώτος κατ εμέ μπροστά από τον Κίμωνα
χωρίς να εξαιρώ τον Ρόμελ και τον Σπάρτακο
Αυτών τα ιδανικά ήτο σπουδαία, όσο τα δικά μου
κι απ τους ηγέτες των λαών
ο Αττίλας
ο Μέτερνιχ
ο Ροβεσπιέρος
ο Καποδίστριας
Τον Χίτλερ επουσιωδώς δεν μίσησα όσο τον Μοντγκόμερυ
Ακόμη, ίσως ο Αντώνιος να ήτο από τις μορφές που μ άρεσαν
για την ανοησία, για το πάθος το ανθρώπινο.
Και αθλητής; Ως δισκοβόλος του Μύρωνα
θα ταίριαζε στο ωραίο μου σώμα αλλά και Μπέκαμ, ως ντελικάτη Αγγλιδόφατσα
παρ ότι λέω ειλικρινά πως δεν συγκρίνεται στο άθλημα
με τον Κροιφ.
Όμως, να, εκείνο που ήθελα να γίνω πάνω απ όλα ήταν σκηνοθέτης
Αγγελόπουλος, αιώνιο πέλμα στο κενό και Μάρτιν Σκορτσέζε
ή Άρθουρ Πεν
ή Ντέιβιντ Λιν
να έχω υπο τας διαταγας μου αστέρια.
Όπως την Μιρέιγ Ντάρκ, την Μέριλιν, τον Μάρλον Μπράντο
τον θλιβερό απολογισμό του Πήτερ Ο΄Τούλ
Ναι, Ο΄Τούλ ήθελα να γίνω
κάτι μεταξύ Δον Κιχώτη και Αλ Πατσίνο.
Παρ όλα αυτά δε θα λεγα όχι να γινόμουν μουσουργός
θεός της μελωδίας, Μπετόβεν ή Λίστ ή Μότσαρτ.
Ραχμάνινοφ θαρρώ μου ταίριαζε καλύτερα
Ποτέ δεν θα θελα να γίνω Χατζιδάκις-Θεοδωράκης
Δεν έτρεφα τέτοιες ελπίδες ούτε
ταίριαζαν στην ιδιοσυγκρασία μου
Όπως δεν ταιριάζουν αν γινόμουν τραγουδοποιός
ο Παπακωνσταντίνου ο Βασίλης κι ο Πασχάλης
όσο αντίθετα θέλγομαι απ τον Μπομπ Ντίλαν
τον Νίκος Σιδηρόπουλος
τον Άσιμος
Και πάνω απ όλα ήθελα να γίνω
λίγο απ την αφέλεια του ποιητή
να νομίζει πως
ο κόσμος είναι όπως τον έφτιαξε αυτός.

 

ΑΠ ΤΗΝ ΤΡΑΓΙΚΌΤΗΤΑ ΤΩΝ ΠΡΑΓΜΆΤΩΝ

 


 

Είναι  ασύλληπτες οι σκέψεις ενός πραγματικά τυραγνισμένου ανθρώπου. Εκατό χρόνια γεννημένος πριν απο μένα,[1853-1954] μου φύτεψε απο μικρό παιδί την ακέραια φυσιογνωμία του στο μυαλό, μου μετέδωσε την αγωνία για την τέχνη και τη ζωή. Διαβάζοντας ξανά αυτές τις επιστολές προς τον αδερφό του Τεό, με πιάνει μια σφοδρή μελαγχολία, μια λύπη για την τραγικότητα και των δυο- ο Τεό πέθανε ένα χρόνο μετά την αυτοκτονία του Βίνσεντ- αλλά και με γεμίζει με κάποια δύναμη, ο τρόπος που αυτός ο άνθρωπος έζησε τα λιγοστά του χρόνια. Περιπλανώμενος στην κεντρική Ευρώπη, αλήτης στα χωράφια της Ερλ, ανάμεσα σε στάχυα, σε κάμπους με ένα καββαλέτο στο χέρι, έναν καμβά, μερικά χρώματα, ζωγράφιζε αδιάκοπα τις λιγνές στιγμές του βίου απλών ανθρώπων-"θέλησα να προσπαθήσω ευσυνείδητα ν΄αποδώσω κι εγώ την εντύπωση, πως αυτοί οι άνθρωποι, που κάτω απ την λάμπα, τρώνε τις πατάτες με τα χέρια, που τα χώνουν μέσα στο πιάτο, δούλεψαν μ΄αυτά και την γη."- γράφει στον αδερφό του- και μου φαίνεται πολύ κοντινό σε μένα, που τα παιδικα και εφηβικά μου χρόνια τα έζησα στους κάμπους, στα χωράφια, ανάμεσα απο ζωντανά κι ανθρώπους με χοντρά χέρια, που έτσι ακριβώς τα βούταγαν στο πιάτο με τις ελιές, προτού πιάσουν το αλέτρι. "Το καρμίνιο είναι το χρώμα του κόκκινου κρασιού κι είναι ζεστό και σπιθοβόλο σαν το κρασί. Επίσης και το πράσινο σμαραγδί. Δεν κάνουμε οικονομία με το να μη χρησιμοποιούμε αυτά τα χρώματα. Το κάδμιο επίσης. Νομίζω πως νιώθεις αρκετά την σημασία ναμαι αληθινός, για να μπορέσω να σου μιλώ ελεύθερα.  Για τον λόγο που όταν ζωγραφίζω χωριάτισσες, θέλω ναναι χωριάτισσες, για το ίδιο λόγο κι όταν είναι πόρνες, θέλω ναχουν έκφραση πόρνης". Λόγια και σκέψεις ρεαλιστικές, αιτήματα προς τον αδερφό του, να του στέλνει υλικά. Πόσες φορές μου λείπει το άσπρο, μου λείπει το μπλέ κι η ώχρα, τα πινέλα έχουν φθαρεί και οι καμβάδες είναι ακριβοί ακόμα και μια γόμα κάποτε δεν βρίσκεται πουθενά, ένα κουράγιο να πεις γιατί ζωγραφίζεις, μια φωνή που να μην λέει, μην ζωγραφίζεις, εδώ η ζωή είναι αλλού, δεν σου δίνουν φαί αυτα τα πράγματα που φτιάχνεις, χαραμίζεις τη ζωή σου. Είναι η τέχνη πραγματικά απο τους πιο δύσκολους δρόμους. Μερικοί άνθρωποι σαν εμένα δεν μπορούν να ζήσουν χωρίς αυτήν κι ας με βασανίζει η φτώχεια, η ανημπόρια, η τρέλλα του μυαλού, η αποσιώπηση της συμφοράς, το κρύψιμο μιας "χαμένης αξιοπρέπειας" η επαιτεία του χρήματος, για ένα κομμάτι ψωμί. Έχω κάνει αρκετές αντιγραφες απο έργα του για παραγγελίες και θυμάμαι την πρώτη φορά που ζωγράφισα τα ηλιοτρόπια του, ένιωσα πραγματικά μια περίεργη αίσθηση για την ποικιλότητα των ζωντανών χρωμάτων του, ακόμα μια αίσθηση φοβερής απλότητας, ένα γέμισμα δημιουργικό και τότε ακριβώς σκέφτηκα πως κάποιοι άνθρωποι γεννιούνται διαφορετικοί από όλους.







ΑΠΟΒΟΛΗ ΑΞΙΟΚΡΑΤΙΑΣ



Η Ελλάδα είναι μια λαικίστικη χώρα. Δεν πιστεύει στις αξίες.

[ Μπονζούρ και μπόν φιλέ μαντάμ ]

Δεν έχετε φάει μπουνιά απο καγκουρώ.



Κάποιος είπε πως έχει ν αγοράσει βιβλίο, περισσότερο από είκοσι χρόνια.



Το Λονδίνο είναι ταυτόχρονα η πιο φιλική πόλη και η ..λιγότερο φιλική! Η Αθήνα μετέχει μόνο στην βρωμιά. Απο έρευνα στο ιντερνετ.

[ Καλά, τόσα χρόνια δεν παινευόμαστε πως είμαστε Ευρωπαίοι;]



Ζωή. Δεν βλέπω τηλεόραση, δεν πάω σινεμά,δεν πάω όπερα, δεν πάω θέατρο, δεν τρώω, δεν κοιμάμαι, δεν δουλεύω, δεν γαμάω.



Πρώτος στο μασάζ προσώπου, ο Γιουκονούκου Τανάκα.

Κάποιος είπε πως έχει ν αγοράσει βιβλίο τριάντα χρόνια.



Απο τους ζωγράφους, μόνο ο Τσόκλης και ο Φασιανός επέζησαν του μνημονιαίου κατακλυσμού.



Να ξαναδιαβάσετε την Αρραβωνιαστικιά του Αχιλλέα, της Άλκης Ζέη. Αν προλάβετε γιατί τα 200.000 αντίτυπα εξαντλήθηκαν. Φοβερό βιβλίο. Μπορείτε να στολίσετε με αυτο την βιβλιοθήκη σας.

Την νύχτα/όταν έπεσε να κοιμηθεί/ξέχασε να κουρντίσει/το ξυπνητήρι/Δεν ξύπνησε ποτέ. ΑΡΓΥΡΗΣ ΜΑΡΝΕΡΟΣ



Μόνο ο Πρέκας και ο Παπαθεμελής, μόνο αυτοί θα μπορούσαν να μας σώσουν. Μόνο. [Ευτυχώς υπάρχουν ακόμα οι σπηλιές στα Μάταλα.]

Α! και ο Θεοδωράκης.



Μην ξεχάσω τον Ιστορικό Τατσόπουλο. Τον Πέτρο.



Έχετε φάει ποτέ μπουνιά απο καγκουρώ;



Κάποιος δεν αγόραζε βιβλίο ποτέ.










Δευτέρα 22 Μαΐου 2023

ΝΕΥΡΙΆΖΩ ΚΑΙ ΆΡΑ ΕΊΝΑΙ ΣΠΟΥΔΑΊΟ

 


Έχω πάει σε χιλιάδες απεργίες. Κι εγώ σε χιλιάδες εταίρες ανοχής.
Υπάρχουν δυο ειδών άντρες. Οι Κομμουνιστές και οι ερωτευμένοι. Χρόνια λίγα και στους δυο.
Αστική τάξη στην Ελλάδα δεν υπήρξε και ούτε υπάρχει. Τίτλους ευγενείας, σερ, λόρδοι κλπ, μόνο σε κάποιους φιλέλληνες αποδίδονταν μέχρι κάποια χρόνια πριν. Ύστερα ξεχάστηκαν και οι κόντε και οι κόμηδες. Μετά τον πόλεμο λοιπόν, κάποιοι απέκτησαν με λοβιτούρες, με όποια μέσα, οικονομική δύναμη, έφτιαξαν μεγάλες περιουσίες, μεγάλα οικογενειακά τζάκια. Αυτοί οι άνθρωποι είναι που κυβερνούν τον τόπο. Επειδή απέκτησαν πλούτο, συνέχιζαν την πολιτική των κοτζαμπάσηδων. Αγράμματοι, αμόρφωτοι, ηγέτες χωρίς καμιά επιστημονική κατάρτιση. Είναι οι άνθρωποι της μίζας, του ρουσφετιού, της δουλοπρέπειας. Είναι οι λεγόμενοι μικροαστοί, αυτοί που μισούν κάθε πρόοδο, που εμποδίζουν τον πολιτισμό, που δεν έχουν ιδέα από κουλτούρα.
Έχω χρέος να πω στην κοινωνία... λέει ο καθηγητής, πολιτικών επιστημών; κος Κοντογιώργης. Ποτέ δεν κατάλαβα αυτή τη βαρύγδουπη δήλωση πολλών ανθρώπων. Τι χρέος και παπαριές μας λένε; Γεννιέται και έρχεται κανείς σ αυτό τον κόσμο με τέτοιο ή κάποιο χρέος; Με κάτι τέτοια στραβώνω πολύ.
Η αξιοπρέπεια είναι κοινωνική υπόθεση.
Εκεί όπου ανακάτευα
τις τρίχες του μουνιού σου
πετάχτηκε ένας ποντικός
κι έφαγε το το τυρί σου
[μη ξεχάσετε ω άνδρες Αθηναίοι να δείτε την εσωτερική φωτογραφία]
Πάντως η αλήθεια, λέει πως δεν πρέπει να κάνουμε δηλώσεις εν θερμώ, για τις οποίες θα μετανιώσουμε άμεσα και θα τις ανατρέψουμε άρδην. Συμβουλές δεν υπάρχουν παρά μόνο για τα παιδιά αλλά ας πούμε και κάτι συμβουλευτικό. [Χεχε! νομίζω πως τελικά, όλοι δίνουμε κάποιες συμβουλές.]
Η παραγωγή έργου θεωρείται απαραίτητη για την επιτυχία. [Εκτός εξαιρέσεων, Καβάφης, Τζέιμς Τζόις..] Δηλαδή, αν γράψεις χίλια ποιήματα, αδερφέ, δεν μπορεί, κάποιο λόγο θα είχες για να κουραστείς τόσο...Επίσης, αν μπορείς να ζωγραφίσεις χίλιους δεκατρείς πίνακες! Τι διάολο, όλο μαλακίες θα κάνεις!
Και κάτι απλό: Το θέμα είναι να μη παραγνωριζόμαστε. Ούτε εδώ, ούτε αλλού.Από μακριά!
Κάποιος στο δρόμο κυνηγούσε το καπέλο του. Μόλις το πλησίαζε σαν ένα μαγικό αόρατο σχοινί το τραβούσε μακριά του. Ή μακριά μου, γιατί μπορεί να ήμουν εγώ. Ναι, εγώ ήμουν που κυνηγούσα το καπέλο μου και τώρα κρύωνε η κεφαλή μου. Μυστήριο πράγμα, δεν το έφτανα ποτέ κι κόσμος γύρω μου γελούσε- οι γυναίκες φέρνοντας την παλάμη κοντά στα χείλη να κρύψουν το μισοχαμόγελο τους. Κάτι Μογγολικές φάτσες με κοντά πόδια, λοξά, σχισμένα μάτια που είχαν επιζήσει από τον όλεθρο των παγετώνων πριν από εκατό χιλιάδες χρόνια, -γιατί άραγε επέζησαν;- και είχαν έρθει τώρα στην πατρίδα μου, στη γη δηλαδή που γεννήθηκε ο πατήρ μου. Κι αυτοί γελούσαν πιο πολύ. Χι, χι, χι, χι. Τέσσερα γέλια.
Aς το διάλο. Πάω και μπερδεύομαι με την ουρά σας.Τι δουλειά έχει ο αετός στο παζάρι; Με τρώει ο κώλος μου να τ ακούσω. Δεν πρόκειται να τα βρούμε εμείς οι δυο, όση υπομονή και να κάνω αλλά να τους σκοτώσεις όλους και να φτιάξεις καινούργιους, πάλι στο ίδιο καζάνι θα βράζεις. Φτάσαμε στην άκρη του πάτου. Όσες διαλέκτους κι αν δημιουργήσουμε η κατάληξη είναι πως δεν πρόκειται ποτέ να συμφωνήσουμε.
Έχω πει χιλιάδες φορές να μη νευριάζω για τίποτε και όταν το καταφέρνω για μακρινά διαστήματα, είμαι ευτυχής. Όταν νευριάζω, εκνευρίζομαι χειρότερα με τον εαυτό μου που παραβαίνω τις αρχές μου. Άρα, ποτέ δε θα γίνω σοφός επειδή οι σοφοί είναι ήπιοι, γαλήνιοι. Όσοι είναι σοφοί να σηκώσουν το χέρι, ήρεμοι.
Γαμιστά.

Σάββατο 20 Μαΐου 2023

ΠΑΝΤΟΎ ΑΛΚΟΌΛΕΣ

 


 

Ωμή αλήθεια: το αλκοόλ βλάφτει σοβαρά την υγεία.
Μια από τις μεγαλύτερες εξαρτήσεις του ανθρώπου. Χειρότερο από ναρκωτικά. Αργός αλλά σταθερός θάνατος.
Ενας από τους κυριότερους λόγους αποτυχίας στη ζωή.
Μύθος τα περι έμπνευσης στη ζωγραφική, στο γράψιμο. Εαν δεν είσαι νορμάλ, θα δημιουργήσεις
λάθη. Και ούτε τα μισά από όσα θα μπορούσες.
Το αλκοόλ φυραίνει το μυαλό.
Μπορώ να πω πως δεν έπινα από μικρός. Το κρασί η μπύρα, το ούζο μου προκαλούσαν αηδία μέχρι ακόμα και που πήγα φαντάρος. Όχι δεν έπινα. Το σιχαινόμουν το ποτό, έπινε ο πατέρας μου, γινόταν έρμαιο του ούζου, δεν ήταν αλκοολικός ήταν μέθυσος, μέχρι τα 60 του. Ύστερα έκοψε ποτό και τσιγάρο κι έζησε ακόμα είκοσι χρόνια σαν "λογικός" άνθρωπος. Ντρεπόμουν για τα δυο μεγάλα μου αδέρφια που ήταν κι αυτοί μέθυσοι. Ο πρώτος κατάντησε αλκοολικός και πέθανε εξ αιτίας του πιοτού. Ντρέπομαι γιατί και οι περισσότεροι φίλοι μου είναι αλκοολικοί αλλά δεν το καταλαβαίνουν. Ε, τρία τέσσερα πέντε ουίσκυ και μισό κιλό κρασί την ημέρα δεν πειράζουν, λένε αφελέστατα.
Μέχρι τα τριάντα μου κάπου εκεί, ζήτημα αν είχα πιει δέκα φορές και είχα μεθύσει δυο-τρεις. [ Αυτό με έχει σώσει, οι φίλοι μου που πίναν από τα εφηβικά τους χρόνια έχουν πεθάνει. Κίρρωση του ήπατος. Το σύνηθες. Απαίσσιος θάνατος] Από τα τριανταδυο, άρχισα να κουτσοπίνω. Δεν ξέρω πως, ε, αφού δε με πείραζε έλεγα, δε μεθούσα, δεν έκανα φασαρίες, δεν τσακωνόμουν, απλά με έπιανε σαν μια επιθυμία να ξεφεύγω λίγο με το ποτό και είναι αλήθεια πως αφού δεν έπινα κάθε μέρα ήταν κάπως υποφερτά τα πράγματα. Εργαζόμουν πάρα πολύ, δεκαπέντε ώρες την ημέρα, ήμουν νέος, δυνατός, αθλητικός. Τα χέρια μου, το μυαλό μου καθάριο αλλά σιγά σιγα γινόμουν κρυφοπότης. Έπαιρνα στο σπίτι διάφορα ποτά, έφτασα να πίνω ένα μπουκάλι κονιάκ μόνος μου. Κάπου εκεί άρχισα να καταλαβαίνω τον επηρεασμό του ποτού αλλά μια οι παρέες μια το ένα, μια το άλλο, έπινα κάθε μέρα. Τα βράδια κοιμόμουν μεθυσμένος κι όταν το πρωί πάθαινα κενά μνήμης τρόμαξα. Σταμάτησα να πίνω ένα χρόνο. Ύστερα πάλι τα ίδια, πίναμε το βράδυ με τους φίλους ότι βρίσκαμε μπροστά μας, βότκες, τεκίλες σφηνάκια, και σιγά-σιγά απ΄το πρωί πάλι τα ίδια. Δικαιολογία: για να ξεμεθύσεις από το βραδυνό, το πρωί πρέπει να πιεις μια γουλιά από το ίδιο! Το κοβα μόνο όταν ήμουν άρρωστος και η πάλη με τι αλκοολικές ουσίες είχε αρχίσει να θεριεύει μέσα μου. Μην πίνεις Κώστα, έλεγα μην πίνεις. Όποιος πίνει καταστρέφει τη ζωή, θυμόμουν τα λόγια του Τ. Ουίλιαμς από τη Λυσσασμένη γάτα. Αλλά μετά πο μια βδομάδα πάλι τα ίδια. Το ποτό δε με μεθούσε κι αυτό μπορεί να ηταν χειρότερο. Γιατί άμα μεθούσα ή γινόμουν όπως οι άλλοι θα το καταλάβαινα και δεν θα ανεχόμουν τον εαυτό μου. Ελα όμως που δε φαινόμουν ποτέ μεθυσμένος μέχρι τότε;[ μεγαλώνοντας αλλάζουν τα πράγματα, λιγοστεύουν οι αντιστάσεις του εαυτού] όσο και να πινα, απλά μια ευθυμία, ένα κέφι που κι αυτό το κρυβα επιμελώς αλλά με έριχνε χαμηλά, μου διαστρέυλωνε την αισιοδοξία, τα βλεπα όλα μαύρα, ήμουν ντάουν και δεν μπορούσα να συνειδητοποιήσω πως έπρεπε να το κόψω. Έγραφα, ζωγράφιζα, έπινα, χώρισα πιωμένος μια υπέροχη κυρία, παντρεύτηκα μια άλλη που δεν έπρεπε, χώρισα και μ αυτήν όταν πια είχα καταστρέψει μια ντουζίνα λεφτά, μια καριέρα που διαφαινόταν περίλαμπρη, μια ζωή υπεύθυνη όπως μου άξιζε και αντ αυτού πήρα αγκαλιά τις μπουκάλες όλου του κόσμου. Έπινα-έπινα-έπινα, μέρα νύχτα μια εικοσαετία περίπου μέχρι τα πενήντα μου. Τις σπάνιες φορές που το κοβα καταλάβαινα πόσο κακό μου είχε κάνει. Έβλεπα άλλα πράγματα, ένιωθα άλλα που δεν μπορούσα να τ αγγίξω πιωμένος. Ο αλοολικός μόλις ξυπνήσει σκέφτεται που θα βρει να πιεί, δεν έχει όρεξη για δουλειά, βιάζεται να πάει στον καφενέ, στο δρόμο, να βρει να πιεί, γίνεται σαν τον ναρκωμανή. Δεν μπορούσα πια να κοιμηθώ αν δεν είχα πιεί, το πρόσωπο μου είχε αρχίσει να κοκκινίζει, τα ωραία μου χαρακτηριστικά αλλοιώνονταν, τσακονώμουν πιο εύκολα, εντάξει δεν ήμουν πολύ εριστικός αλλά πράγματα που θα μπορούσα να τ αποφεύγω εξ αιτίας του ποτού, δεν τα κατάφερνα. Έπειτα ένιωθα μια δυστυχία, μια ντροπή ας μην φαινόμουν μεθυσμένος-φτάνει που το ήξερα εγώ- πως δε θα μπορούσα ν αντιμετωπίσω τις καταστάσεις, ειδικά όταν είχα να κάνω με ξενέρωτους, όπως λέμε -κάκιστα- τους ανθρώπους που δεν αγγίζουν το αλκοόλ. Μεγάλη εντύπωση μου έκανε όταν διάβασα πως ο Ζαμπέτας δεν έβαζε σταγόνα αλκοόλ στο στόμα του όπως μεγάλη εντύπωση μου έκαναν οι πιωμένοι καλλιτέχνες και για όσους μάθαινα πως ήταν αλκοολικοί. Βαν Γκογκ,, Εντγκαρ Αλλαν Ποε, φρικτός θάνατος, Ρίτσαρντ Μπάρτον, Ερνεστ Χεμινγουέη, το αλκοόλ σε σπρώχνει στην αυτοκτονία κατα έναν περίεργο τρόπο. Μοντιλιάνι, Τζάκσον Πόλλοκ, Γουίτνευ Χιούστον και τόσοι άλλοι επώνυμοι και ανώνυμοι.
Ο αλκοολισμός είναι ένα μεγάλο πρόβλημα που παραμένει άγνωστο στον περισσότερο κόσμο.
Ο αλκοολισμός είναι η τρίτη αιτία θανάτων μετά τα τροχαία και τις ασθένειες.[ Κι εκτός αυτου πρέπει να είναι φοβερά επώδυνος θάνατος.]
Αν έχεις ανάγκη να πιεις ένα ποτό την ημέρα είσαι δυνητικός αλκοολικός
Όλα αυτά τα ήξερα, τα γνώριζα. Αλκοολικοί καλλιτέχνες προβάλλονται παντού και θεωρούνται ινδάλματα.[ Ε, δεν είναι παρά ψυχικά ράκη.] Οι φίλοι μου όλοι πίνουν. Γιατί να μην πίνω κι εγώ; Ο γνωστός δημοσιογράφος δεν γράφει αν δεν κατεβάσει μισό μπουκάλι ουίσκυ, η διάσημη Χίλτον κυκλοφοράει με τα μπουκάλια στις μέσα τσέπες, όπου να πας τα βράδυα γίνεται της τρελής από τις σαμπάνιες. Στα καφενεία, στα τσιπουράδικα, στις μπυραρίες το αλκοόλ τρέχει ποτάμι. Τα ξέρω όλα αυτά. Όπως γνωρίζω και τι γίνεται γύρω μου. Παντού αλκοόλ, η εύκολη λύση των νέων για να ξεφύγουν από τον εαυτό τους και τον κόσμο, για να μην ασχοληθούν με τα προβλήματα. Περνάνε στους δρόμους με ένα μπουκάλι μπύρα ή ρετσίνα, αγόρια, κορίτσια ανεξέλεγκτα [ δε θυμάμαι την παλιά εποχή γυναίκες να πίνουν στο δρόμο αλλά και οι μπεκρήδες ήταν λίγοι τους ξέραμε με το μικρό όνομα τους. Τώρα ξεχύλησε γο κακό.] πίνουν, γίνονται κυνικοί, δυστυχισμένοι, χαμένοι στη σύγχιση.
Τώρα δεν πίνω και δεν καπνίζω. Είναι κάμποσος καιρός που βλέπω τα πράγματα καθαρά. Αυτά που δεν έβλεπα τότε. Οχι, δεν πέταξα μπουκάλια και πακέτα. Ούτε χρησιμοποίησα κανένα φάρμακο για να τα κόψω. Χρησιμοποίησα μονάχα τη δύναμη του εγκεφάλου. Του μυαλού. Αυτού που έχει ο άνθρωπος και δεν το χρησιμοποιεί σωστά.


 

ΤΡΑΓΟΥΔΑΚΙ ΓΙΑ ΕΥΠΛΑΣΤΟΥΣ ΕΡΩΤΕΥΜΕΝΟΥΣ 3

  ΤΡΑΓΟΥΔΑΚΙ ΓΙΑ ΕΥΠΛΑΣΤΟΥΣ ΕΡΩΤΕΥΜΕΝΟΥΣ   Τα σου΄πα μου΄πες μη μου λες Εμεις τελειώσαμε εχτές Μη μου τ΄αρνιέσαι Σε άλλους φίλους που θα πας...