Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα εκατό μέτρα. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα εκατό μέτρα. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Πέμπτη 25 Οκτωβρίου 2018

ΤΟ ΤΡΕΝΟ ΤΗς ΚΑΤΕΡΙΝΗς συνέχεια




Την άλλη μέρα  με το δεξί του μάτι μελανιασμένο να πονάει αφόρητα, τον κάλεσε ο διοικητής επιλαρχίας, είχε κατά νου πως η αιτία ήταν όσα είχαν συμβεί στο σκυλάδικο. Τον οδήγησε εκεί ο επιλοχίας που στάθηκε έξω από το γραφείο και περίμενε την εξέλιξη. Ο Γιάννης Μποφίλιος μπήκε σε ένα τέτοιο γραφείο για πρώτη φορά, χαιρέτησε, ανάφερε κατά τα στρατιωτικά και στάθηκε προσοχή, όχι και τόσο καλά, πράγμα που δεν έδειξε να ξεφεύγει της αντίληψης του άλλου.
-Κάτσε! Διέταξε ψυχρά.
Κάθισε, κοιτάχτηκαν στα μάτια.
-Υπάρχει μια μήνυση εδώ εναντίον σου για χειροδικία και τραυματισμό πολίτη, ξέρεις τι σημαίνει αυτό;
-Όχι, απάντησε.
-Σπάσιμο κάτω σιαγόνας έδειξαν οι ιατρικές εξετάσεις, το λιγότερο ένα χρόνο φυλάκισης από το στρατοδικείο! Κατάλαβες;
-Μα..αυτοί μας επιτέθηκαν…πήγε ν αρθρώσει.
-Δεν έχει καμιά σημασία! Σκάσε! Ο στρατιώτης οφείλει να είναι υπόδειγμα απέναντι στους πολίτες και όχι να χειροδικεί μαζί τους!  Σε άκουσαν κιόλας να απειλείς πως θα τους σκοτώσεις! Κατάλαβες;
-Ποιος είναι ο μηνυτής; Ρώτησε  μετά από λίγη σιωπή, προσπαθώντας να συνειδητοποιήσει την κατάσταση όπως διαμορφωνόταν.
-Νίκος Βαρλαούτης, ο γιος του βιομηχάνου Βαρλαούτη. Επιλοχία! Φώναξε μετά από μια επίμονη ματιά στο παράστημα του Μποφίλιου.
Ο επιλοχίας εισέβαλε σαν αστραπή.
-Πάρτε τον. Είκοσι μέρες αυστηρά φυλάκιση στην απομόνωση.
Και πρόσθεσε συνωμοτικά στο αυτί του επιλοχία για να μην ακούσει ο Μποφίλιος. «Είναι επικίνδυνος. Να έχετε το νου σας»
Στην απομόνωση, εκεί στο αδυσώπητο σκοτάδι, παρέα με τις κατσαρίδες, ίσως κι έναν ποντικό που εμφανιζόταν όταν του  έφερναν κάτω απ την πόρτα φαγητό, βρήκε το χρόνο να συμπεράνει πως αυτός ο κόσμος δεν ήταν καλός. Για πρώτη φορά το συνειδητοποιούσε έμπρακτα. Ήξερε πως ήταν αθώος αλλά αυτό δεν έφτανε. Θυμήθηκε πως η γροθιά του είχε χτυπήσει εκείνον που  είπαν πως ήταν ο Βαρλαούτης, αλλά αυτοί θα τους σκότωναν αν δεν αμύνονταν και προσπάθησε να βρει μια αιτία που τους είχαν επιτεθεί, να συνδυάσει με κάποιο άλλο γεγονός την κακία που έδειξε ο Βαρλαούτης εναντίον τους αλλά δεν έβρισκε κανέναν συνδυασμό. Ο Θάνος δεν είχε πάθει τίποτε εκτός από κάποιες αμυχές και γδαρσίματα και ο κόσμος έξω δεν έδειχνε να νοιάζεται για το τι τραβούσε ο στρατιώτης Γιάννης Μποφίλιος.
Πέρασαν οι μέρες βγήκε από την απομόνωση, τυφλώθηκε από το Χειμωνιάτικο φως του ήλιου βαδίζοντας δίπλα στον Ενιππέα, όταν εμφανίστηκε η Τασία.
-Αυτόν βρήκες να χτυπήσεις ρε! Το καλύτερο παιδί της Κατερίνης; Τι σου κανε ρε; Στάθηκε μακριά του άκρως επιθετική- καμία σχέση με την Τασία που πριν λίγες μέρες ήθελε να τον παντρευτεί.
-Μα, τι σχέση έχεις εσύ μ αυτόν; έκανε.
-Να μη σε νοιάζει! Αδερφός μου είναι,  ο καλύτερος φίλος μου είναι..
-Σε πηδούσε; άλλαξε το ύφος του.
-Να μη σε νοιάζει, ότι ήθελε έκανε! Καλά να πάθεις, να σκουριάσεις στη φυλακή τώρα! και χάθηκε πίσω από τα δέντρα.
Ο Μποφίλιος έτριψε τα μάτια του να καταλάβει πως όλα αυτά συνέβαιναν και δεν ήταν όνειρο.
-Δεν είναι όνειρο Γιάννη, είναι η πραγματικότητα, μίλησε δίπλα του ο Θάνος. Φταις και πρέπει να πληρώσεις. Τι σε έπιασε και τον χτύπησες τον άνθρωπο; Εσύ δεν έκανες τέτοια φίλε! Τι να σου πω..συγνώμη αλλά δεν μπορώ να καταθέσω σαν μάρτυρας υπεράσπισης. Θα πω την αλήθεια: έφταιγες φίλε!
Θα πρέπει να ζούσε σε άλλον κόσμο, δε φαινόταν κάτι διαφορετικό αλλά αυτός χαμογέλασε στο φως του Χειμώνα. Όχι δε θα τους περνούσε τόσο εύκολα, δε γνώριζαν με ποιον τα είχαν βάλει. Καιρός ήταν να το καταλάβουν. Ήξερε πως είχε λίγες πιθανότητες να γλιτώσει και ιδιαίτερα να πείσει τους στρατοδίκες πως ήταν αμυνόμενος, πως φοβήθηκε για τη σωματική του ακεραιότητα, αλλά θα έκανε τα πάντα για να μη πάει φυλακή.
Ενδιάμεσα προείχαν οι πανστρατιωτικοί αγώνες στίβου που ήταν υποχρεωμένος να πάρει μέρος!
-Αυτό που άκουσες! Τον προειδοποίησε ο ίλαρχος-προπονητής. Θα τρέξεις θες δε θες και θα νικήσεις! Άκουσες Μποφίλιο: εδώ είναι στρατός δεν είναι παίξε-γέλασε!
Θα έτρεχε. Θα έτρεχε μέχρι να ξεφύγει από την ανοησία που τον κυνηγούσε από παιδί. Τι να έκανε άλλο;Του ρχοταν να γελάσει και να κλάψει. Τι παράλογος κόσμος μάνα; Της μίλησε στο τηλέφωνο κι εκείνη έκλαιγε. Μέσα από το κλάμα της κατάλαβε πως θα ερχόταν στο στάδιο να τον καμαρώσει. Θα έπαιρνε και την Ελένη μαζί της.
Το στάδιο ήταν γεμάτο ασφυκτικά. Πάνω από δέκα χιλιάδες κόσμου στις κερκίδες φώναζε, χειροκροτούσε, εκδήλωνε την παιδική χαρά του για τα κατορθώματα των αθλητών. Ανάμεσα τους η μάνα του με την Ελένη αγωνιούσαν.
Ο Μποφίλιος το απόγευμα είχε περάσει σαν πρώτος στον τελικό των εκατό μέτρων που θα έκλεινε τους αγώνες. Ήταν προετοιμασμένος γερά, ψυχικά και σωματικά. «Ο κόσμος είναι και καλός,»ψιθύρισε κι ο Θάνος δίπλα του, στα αποδυτήρια, τον κοίταζε αποσβολωμένος. «Θα τα χει χαμένα, δεν εξηγείται διαφορετικά» ψιθύρισε κι αυτός.
-Και να κερδίσεις στον τελικό δε θα κερδίσεις τίποτε στη ζωή, το στρατοδικείο δεν χαρίζεται σε κανέναν! του είπε στην πραγματικότητα.
-Το ξέρω! μίλησε αυτός.
-Ε, τότε; Γιατί να κερδίσεις; Άσε να κερδίσω εγώ που θα πάρω και τιμητική άδεια.
-Δεν κάνω τέτοιες χάρες φίλε, απάντησε.
Όταν ξεκίνησε ο αγώνας της μιας ανάσας, έτσι λέγεται δρόμος ταχύτητας των εκατό μέτρων, ένιωθε πως ήταν ένας αιώνας. Ένας αιώνας που έπρεπε να διανύσει το πολύ σε τριάντα βήματα αν ήθελε να νικήσει, να νικήσει και τον άνεμο που ήταν κόντρα αλλά και για να δώσει χαρά στους ανθρώπους  που ήταν μαζί του στις κερκίδες, που φώναζαν ρυθμικά τα όνομα του. Μπο-φι-λιος! Μπο-φι-λιος!
Έκοψε το νήμα πρώτος, σωριάστηκε στο έδαφος, νόμισε πως θα πέθαινε, μούσκεμα στον ιδρώτα, κόντρα στον άνεμο, κόντρα στους ανθρώπους, ανάποδα σε όλα όσα φαίνονταν αληθινά και δεν ήταν, ανάμεσα στις εικόνες του πλήθους ξεχώριζε η μάνα του και η Ελένη που έρχονταν να τον αγκαλιάσουν, ναι, την Ελένη θα παντρευόταν, αλλά και ο Βαρλαούτης με την Τασία! Τι δουλειά είχαν αυτοί εκεί; Γιατί είχαν έρθει στη χαρά του; Στη νίκη του; Ακόμα δίπλα και ο Διοικητής επιλαρχίας, παρέα με τον Ίλαρχο χαμογελούσαν με νόημα, τον συνέχαιραν, ναι, ήταν ο πρώτος και πρώτος ο Βαρλαούτης του είπε πως είχε αποσύρει τη μήνυση εναντίον του και ο διοικητής πως δε θα γινόταν κανένα στρατοδικείο κι έτσι ο στρατιώτης Μποφίλιος Γιάννης σηκώνοντας το χέρι φώναξε προς το πλήθος που τον αποθέωνε:
-Μία και μία! Στραβάδια, απολύομαι!
ΤΕΛΟΣ

  Η Νεκρή Φύση είναι παράσταση και σύμβολο του απολύτως εφήμερου. Τα εικονιζόμενα προαναγγέλλουν έναν απελπιστικά περιορισμένο βίο. Οι κρεμα...