Τράβηξα την κουρτίνα να δω τον κόσμο.
Και πίσω απ την κουρτίνα άνοιξε μια άλλη. Μια άλλη. Πειθαρχώ. Φτιάχνω ισοζύγιο μεταξύ επιθυμίας και δύναμης.
Άνοιξα την κουρτίνα με απείθεια. Ποια είναι η ουσία αυτού του κόσμου;
Να υποτάξεις την ύλη.
Πολύ δύσκολο για μένα,που κινούμαι μεταξύ φθοράς και αφθαρσίας, κάποιες στιγμές νομίζω πως είμαι θεός και κάποιες άλλες φύλλο τρεμάμενο.
Πάνω απ όλα όμως στέκει η αρετή και η πειθαρχία, που μαζί με τη γενναιότητα στέκουν τεράστια εμπόδια στην καθυπόταξη της ύλης. Να σκεφτώ καλύτερα από τους προγόνους, να ξεπεράσω το νου του ανθρώπου που μπορεί να συλλαμβάνει μονάχα τα φαινόμενα.
Ανοίγω την κουρτίνα, στέκομαι πίσω απ το παράθυρο. Βλέπω τον κόσμο, είναι ένα φως απέραντο-παρ όλα αυτά εγώ βρίσκομαι σε μια άβυσσο. Εδώ έρχεται η αβεβαιότητα, δε στηρίζομαι πουθενά, το περβάζι είναι έτοιμο να πέσει, τρέμουν συνθέμελα οι νόμοι και οι εξουσίες μου. Άραγε ότι έφτιαξα ήταν μηδαμινό, πίσω απ την κουρτίνα, κρύβεται η ολιγότητα της ύπαρξης, ο χρόνος που δε φτάνει να εξηγήσω μόνος μου τον κόσμο. Η σκληρότητα του απάνθρωπου ποτίζει τον νωτιαίο μυαλό, η ανάγκη γίνεται πιο αισχρή απ την αγάπη, απ την ελευθερία. Δεν είμαι ελεύθερος. Ανεξάρτητος να κάνω ότι θέλω. Αισθάνομαι συνέχεια πεινασμένος σαν τον Τάνταλο, κουρασμένος σαν τον Σίσυφο, ανήμπορος να συλλάβω την αλήθεια. Την αλήθεια που θα εκφράζει το απόλυτο. Ήρθα εδώ από ένα απόλυτο σκοτάδι. Θα καταλήξω σε ένα εξ ίσου απόλυτο σκοτάδι.
Αυτή είναι μια από τις μεγαλύτερες αλήθειες του ανθρώπου. Η ακεραιότητα αυτής της συνύπαρξης δεν μπορεί να ελευθερώσει τον νου.
Απόσπασμα από το μυθιστόρημα μου με τίτλο Η ΑΠΟΛΥΤΗ ΔΥΣΤΥΧΙΑ ΤΩΝ ΑΛΛΩΝ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου