Κυριακή 15 Σεπτεμβρίου 2024

ΔΊΧΩΣ ΣΕΞ

 


Να ζεις πάνω στη γη δίχως σεξ είναι σα να ζεις μέσα στην κόλαση. ['Εφτιαξα αυτό το κάρβουνο-σύμπλεγμα όταν ήμουν λίγο πιο μεγάλο παιδί.] Όταν ακόμα υπέγραφα σαν Κώστας Αυγερινός!

 


Οι μόνοι άνθρωποι που ενδιαφέρονται ακόμα για την τέχνη στην Ελλάδα είναι κάτι τρελοί [εμένα μ αγαπάνε όλοι αυτοί, δεν ξέρω γιατί] και κάτι φτωχοί που λένε πως, αν είχαν λεφτά θα αγόραζαν όλα τα έργα μου. 

 

 
 
 
Ο πληθωρικός αισθησιασμός των γυμνών του Αμεντέο, εκτεθιμένων στη βιτρίνα με την ελπίδα να προσελκύσουν περισσότερους επισκέπτες, θα προκαλέσει τη διακοπή της έκθεσης, λίγες μέρες μετά το άνοιγμα της, με την κατηγορία της προσβολής της δημοσίας αιδούς!
Διαβάζω για την εποχή του 1917, εκατό χρόνια πριν, όταν το ζευγάρι Μοντιλιάνι, Ζαν Εμπιτερν δεν είχανε να φάνε.
Σήμερα αυτοί οι άθλιοι εκμεταλλεύονται τα έργα του. Αυτοί είναι οι άνθρωποι. Προσβολή της δημοσίας αιδούς δεν είναι οι αποκεφαλισμοί που γίνονται στη Βαγδάτη και αλλού!

 

 

Πέμπτη 12 Σεπτεμβρίου 2024

ΈΝΑΣ, ΜΌΝΟΣ ΤΟΥ

 


Πεσμένος σ ένα χάμω
σ ένα τίποτα
πρέπει να είμαι πιο δυνατός απ την πραγματικότητα
πιστοποιητικό οικογενείας, Κώστα Πλιάτσικα
ένας μόνος του
υπεύθυνη δήλωση του νόμου 4000 μηδέν, μηδέν, τέσσερα
τράπεζα ναι
μισθωτήριο ναι
-κανείς δεν είναι μόνος του
Πως γίνεται να μη μ αγαπάς;
θα φάω τον κόσμο πριν σε συναντήσω
Πεσμένος χάμω
σ ένα αδυσώπητο παρόν
γυρίζω πίσω σ αυτό που με έκαιγε
να πεθάνω ή να ζήσω
κι αυτό δεν είναι σχήμα λόγου
Χμ
Υποψιάζομαι πως οι
λογαριασμοί είναι απλήρωτοι
-πρέπει να πούμε
ορισμένα πράγματα με τ όνομα τους;
να ζήσω ή να πεθάνω
κάποτε δεν είναι δική μας επιλογή
Πρέπει να είμαι πιο δυνατός απ την πραγματικότητα
που σημαίνει δεν έπρεπε ν σ αγαπήσω
Ταυτότητα
Όταν ζητηθεί να υπάρχει εν ευκόλω
Ποιος είσαι;
Δε λέω πως είναι άσχημες αλλά φακές είναι
πόσο όμορφες να είναι;
Πεσμένος χάμω
σ ένα τίποτα, σκέφτηκα να ζητήσω βοήθεια
από τον θεό αλλά δεν μου την έδωσε
είπε, πως είσαι ανύπαρκτος, δεν υπάρχεις στα κιτάπια μου
Πως γίνεται αυτό, είπα
αφού εγώ είμαι ζωντανός;
Δεν υπάρχει τέτοιο όνομα στους καταλόγους
Πως γίνεται να μη μ αγαπάς
αφού εγώ έφαγα τον κόσμο για να σε συναντήσω.

Τρίτη 10 Σεπτεμβρίου 2024

ΠΡΈΠΕΙ ΝΑ ΚΟΙΤΆΖΕΣΑΙ ΣΤΟΝ ΚΑΘΡΈΦΤΗ.

 


Αν νομίζετε πως μια μέρα και μια νύχτα ενός τέτοιου ανθρώπου είναι ευτυχισμένη, χαρούμενη και τα λοιπά, είστε γελασμένοι, συνήθως είναι πάνω από την έννοια του κοπιαστικού.
Αιώνια, ξυπνώ ή για να πω την αλήθεια, σηκώνομαι από το κρεβάτι γύρω στις επτάμισι το πρωί. Γιατί, άλλο ξυπνώ κι άλλο σηκώνομαι από το κρεβάτι. Μέχρι να νιφτώ, να ρίξω κάτι πάνω μου γιατί κοιμάμαι γυμνός, να κάνω ένα ντους, να κοιταχτώ στον καθρέφτη και να πω σήμερα είσαι ωραίος ή άσχημος ανάλογα τη νύχτα, ετοιμάζω ταυτόχρονα το μπρίκι για τον καφέ, λίγες φορές δεν το προλαβαίνω και παραφουσκώνει και τότε είμαι αναγκασμένος ανάμεσα από βρισιές και άλλες τέτοιες αηδίες, να φτιάξω έναν καινούργιο γιατί αυτός θα είναι η συντροφιά μου μέχρι το μεσημέρι.
Στις οκτώ ανοίγω τον υπολογιστή, μαιιλ, μηνύματα, φειςμπουκ, μπλογκ, Διασχίζω και ανάλογα ετοιμάζομαι αν θα γράψω ή θα ζωγραφίσω. Και τα δυο τα κάνω το πρωί, όταν ζωγραφίζω αν είναι παραγγελία για να πάρω κάποια χρήματα, εργάζομαι εντατικά, τουλάχιστον μέχρι τις δυο το μεσημέρι που κυριολεκτικά βαριέμαι αφόρητα και καταλαβαίνω πως πρέπει να κάνω κάτι άλλο γιατί η ζωή μου καταντάει μονότονη, εφιαλτική, ανάμεσα από καβαλέτα, ώχρες, πινέλα, νέφτια, λάδια, ασύλληπτες ιδέες, λερωμένες μπλούζες, σανδάλια, καταστροφέας ενδυμάτων αλλά και σωματική κούραση ο αυχένας δεν αντέχει τόσες ώρες σ αυτή τη στάση, και το βλέμμα από το μοντέλο, στον καμβά, η παρατήρηση, ευτυχώς σπάνια κάνω λάθη πια αλλά άμα κάνω, ποιος με είδε και δεν πήρε δρόμο!
Αν γράφω τα πράγματα είναι πολύ διαφορετικά, ανάλογα τι γράφω και σε αυτές τις περιπτώσεις που περισσότερο αξίζει ν αναφερθώ εδώ, είναι το μυθιστόρημα που μέχρι να το βάλεις σε μια σειρά και να κυλάει ο ρυθμός, οι ήρωες, οι περιλήψεις, τα γεγονότα είναι πιο οδυνηρό, μπορεί να κάθεσαι πριν γράψεις μια λέξη πάνω από μια-δυο ώρες μπροστά στον υπολογιστή και ν αναρωτιέσαι τι κάνω τώρα, κάνω τίποτα ή περνάει ο χρόνος μου χαμένος περιμένοντας να ξυπνήσεις επιτέλους και να γράψεις μιαν αράδα απ αυτά που πρέπει ή που χρειάζεται και εδώ μου φαίνεται ανόητο να χτυπάει το τηλέφωνο που το κοιτάζω με συμφορά πριν το σηκώσω ακόμα κι όταν βλέπω πως με καλεί ένα αγαπημένο πρόσωπο, επειδή τέτοιες ώρες δε θέλω να με διακόπτει κανείς, υπάρχουν άλλες ώρες γι αυτά αλλά ποιος σε ακούει; κανείς, κανείς γιατί και οι ζητιάνοι που εισβάλλουν τις πιο ακατάλληλες ώρες για να μου ζητήσουν δανεικά, σπάνια δίνω, αυτό είναι μια άλλη ιστορία και επανέρχομαι για να κάνω σύνδεση με τα προηγούμενα στο μυθιστόρημα Ο ΘΕΟΣ ΤΩΝ ΦΤΩΧΩΝ, τίτλος είναι αυτός που βρήκες; αναρωτιέμαι άμεσα αλλά ξέρεις ανάμεσα από πόσους τον διάλεξα; ξέρεις πόσους απέρριψα; δεν ξέρεις γι αυτό μιλάς και λες τα δικά σου, δίκιο έχεις κι εσύ, δίκιο έχω κι εγώ, μόνο ο θεός των φτωχών είναι άδικος, τι να λέμε τώρα κι αφού η ώρα περνάει σαν σίφουνας έτσι έρχονται και οι λέξεις, οι φράσεις, τα νοήματα και επιτέλους εγράφη αυτό που ήθελα, λέω καθώς το ξαναδιαβάζω, τουλάχιστον τρεις φορές, ενώ η ώρα έχει διαγράψει την πορεία της προς τις δυο το μεσημέρι, ώρα που πρέπει να σταματήσω, ώρα που πρέπει να σκεφτώ πως δεν έχω κάτι να φάω, αν πρέπει να φάω και επειδή έχω χρόνια τώρα πετάξει στον κάλαθο τα σουβλάκια, τους γύρους και γενικά τα βρώμικα φαγητά, ψάχνομαι περίπου δυο ώρες μεταξύ αυτών που μαγειρεύω κι αυτών που τρώω, συνήθως σαλάτες, κρύα πιάτα, λίγες μακαρονάδες, αρκετά όσπρια, ελάχιστο κρέας, λίγο ή αρκετό κρασί, ακούγοντας ΕΡΑ, αέρα-αέρα να πάρει το μυαλό αέρα! και τι ωραία που είναι η ζωή αν τυχαίνει να είμαι ερωτευμένος και να έρθει τότε η καλή μου για να κάνουμε τα περαιτέρω, λέξη κι αυτή, περαιτέρω! οπότε το μεσημέρι κλείνει γύρω στις τρεις-τέσσερις που την πέφτω, αιώνες τώρα, να πάρω τον μεσημεριανό μου ύπνο, που σπάνια ξεπερνάει τον κανονικό ύπνο μισής ώρας, άιντε τρία τέταρτα, έτσι που να κόψω τη μέρα στα δυο, έτσι με συμβούλευε χρόνια τώρα ο μπάρμπα-Γιώργης , που πράττοντας κατ αυτό τον τρόπο, έζησε τουλάχιστον ενενήντα χρόνια σοβαρής ζωής προτού τα τινάξει στα ενενήντα επτά, τέσσερα χρόνια αργότερα δηλαδή, που τα έζησε εντελώς άουτ, ήτοι σα να μη ζούσε καθόλου αφού ούτε με γνώριζε ούτε θυμόταν αν έζησε ποτέ και, σκέφτομαι πως αν γίνω ποτέ έτσι, θα είμαι ένας θαυμάσιος άνθρωπος! που πέρασε μια ευτυχισμένη ζωή, καθώς ήδη έχω ξυπνήσει γύρω στις πέντε με ανακατωμένα μαλλιά, είναι κι αυτά πρόβλημα, τα μεγάλα μαλλιά, να έχεις ή να μην έχεις μαλλιά; και αποφασίζω πως να έχεις, οπότε σηκώνομαι, στην αρχή με βαριεστημάρα, άμεσα πως μου χρειάζεται ένα ντους και το κάνω, αλλάζοντας βρακάκια, φανελάκια, μέχρι να έβγω πάλι στην επιφάνεια των πραγμάτων.
ΤΟ 24ΩΡΟ ΕΝΟΣ ΖΩΓΡΑΦΟΥ-ΣΥΓΓΡΑΦΈΑ. Η συνέχεια και το τέλος αύριο [να είστε σίγουροι πως θα είναι συνταρακτικό]

 

Κυριακή 8 Σεπτεμβρίου 2024

ΣΤΑΜΝΑΓΚΆΘΙ

 


Είχα μια συμπάθεια στ αγκάθια
ίδια με τα λουλούδια
ίδια τα όμορφα με τα άσχημα
όμοια η αρκούδα με το αρνί
Από δε τους ανθρώπους φοβήθηκα.
Όχι μόνο τη δολιότητα.
Περισσότερο τον πλούτο και την ανοησία.
 

ΚΩΣΤΑΣ ΠΛΙΑΤΣΙΚΑΣ  Ζωγραφίζω από απελπισία.

Φενια Παρασκευα
Δεν θέλω να πιστέψω αυτό που γράφεις.

Φενια Παρασκευα
Είσαι ένας εξαιρετικός καλλιτέχνης.Να ζωγραφίζεις με χαρά, υπάρχουν άνθρωποι που σε θαυμάζουν,υπάρχουν άνθρωποι που προσπαθούν να δούνε μέσα από τα μάτια σου .Δεν σου κρύβω, ότι πολλές φορές προσπαθούσα να καταλάβω την διαδρομή που είχε το πινέλο σου.

Φενια Παρασκευα
Κώστα θέλω να σου ζητήσω συγνώμη, που δεν σου έγραψα ποτέ πόσο μου αρέσει αυτό που κάνεις.
ΚΩΣΤΑΣ ΠΛΙΑΤΣΙΚΑΣ
Φενια Παρασκευα Φένια είναι δραματική η συγνώμη σου, δεν ξέρω τι προσφέρω μ αυτό που κάνω. Αδυνατώ να συλλάβω τα συγκριτικά μεγέθη της ιστορίας μας.
ΚΩΣΤΑΣ ΠΛΙΑΤΣΙΚΑΣ
Φένια μερικές φορές οι ομολογίες μας είναι δραματικές όσο η αλήθεια που ζούμε.


 

Σάββατο 7 Σεπτεμβρίου 2024

στο βάθος των δρόμων

 ΄΄


..καβάλησε την παλιά Χάρλει και έτρεξε στο βάθος των δέντρων, στην μαύρη άσφαλτο της παλιάς Ενικής οδού. Πέρασε σε άλλες πολιτείες, περιπλανήθηκε χωρίς κινητό και χωρίς θεό για κάμποσο. Καταλάβαινε περισσότερο τώρα πως το σώμα του έβαζε κανόνες στη ζωή του. Όχι ο εγκέφαλος, το σώμα. Αυτό τον φόβιζε περισσότερο γιατί το σώμα ήταν πιο φθαρτό, έτσι νόμιζε, δεν ήθελε να το παραδεχτεί, πολλά πράγματα δεν ήθελε να παραδεχτεί γιατί να συμβαίνουν έτσι αλλά δε μοιρολατρούσε, έτρωγε το ψωμί του, δούλευε στη γης, εδώ κι εκεί, ο θάνατος της Ρόζας του στάθηκε βαρύ φορτίο στην πλάτη. Στην αρχή θεωρούσε και τον εαυτό του υπεύθυνο αλλά σιγά-σιγά μετρίασε αυτή την άποψη, σκεπτόμενος πως ο καθένας άνθρωπος είναι υπεύθυνος μόνο για τον εαυτό του και η Ρόζα τραβώντας εκείνο το μαχαίρι εναντίον του, ποτέ δεν είχε καταλάβει αν θα τον σκότωνε, γιατί πόσοι άνθρωποι μπορούν να σκοτώσουν; ο ίδιος δεν μπορούσε να δει τον εαυτό του να κάνει τέτοιες πράξεις, η Ιστορία όμως άλλα τον δίδασκε, πως ο κόσμος του ήταν γεμάτος από φόνους, λεηλασίες, μαζικές καταστροφές, χιλιάδες νεκροί από χέρια άλλων που θα γινόταν κι αυτοί κάποτε νεκροί κι ανάμεσα τους και ο Αστυνόμος Σαμψωνίδης, που από τις αρχές θεωρούνταν εξαφανισμένος αλλά για τον ίδιο ήταν πεπεισμένος πως ο Αστυνόμος δεν θα ξαναπερπατούσε πάνω ς αυτόν τον πλανήτη, που δεν μπορούσες πια να υπάρχεις χωρίς κινητό, δίχως μέιλ. Οι άνθρωποι είχαν γίνει για άλλη μια φορά ένα νούμερο, ένας αριθμός, με πλαστικό χρήμα, πλαστικές μάσκες, αόριστο τρόπο ζωής, τα νοσοκομεία δεν χωρούσαν άλλους αρρώστους, στα ψυχιατρεία η κατάθλιψη θέριζε νέους και γέρους, φτωχούς και πλούσιους. Οι πιο φοβισμένοι φορούσαν μια αιώνια μάσκα. Κέρινη. Και απλά κυκλοφορούσαν στους δρόμους, ψώνιζαν στα σούπερ μάρκετ, έπιναν καφέδες στα παζοδρομιακά καφενεία. Τρέχοντας άλλοτε με την Χάρλει ανάμεσα σε νουνά και λαγκάδια, ταξιδεύοντας αργά σε μικρές και μεγάλες πολιτείες, τα αποθέματα των χρημάτων που είχε αποταμιεύσει τέλειωναν. Ώσπου μια μέρα δεν είχε στην τσέπη του ούτε ένα σέντσι. Σταμάτησε σε μια παλιά βρύση κάπου στον Θεσσαλικό κάμπο. Ήπιε δροσερό νερό με τις φούχτες, άναψε τσιγάρο, κάθισε στο πέτρινο πεζούλι να απολαύσει κι ένα τσίπουρο. Τα πουλάκια πάνω στον αιωνόβιο πλάτανο, φλυαρούσαν ακατάπαυστα. Ήταν λευκό μεσημέρι, η ησυχία τράνταζε τον ορίζοντα, πίσω απ τα φυλλώματα των δέντρων. Κανείς δεν υπήρχε σ αυτή την ερημιά.

 

σελίδες από την ΠΑΡΑΜΕΤΡΟ ΤΟΥ ΑΙΝΣΤΑΙΝ
































Τετάρτη 4 Σεπτεμβρίου 2024

ΚΑΘΑΡΕΎΟΥΣΑ

 


-Θα κρυφθεί το φεγγάρι από ζήλια, με είπεν.
-Ουχί, του ηπήντησεν ευκόλως τις παρευρισκόμενος εν τω άμα.
-Προς τι γαρ ο τίτλος και η αμέσως κείμενη πρότασις περί ζήλειας της σελήνης;
-Το εν εστί, επείν μεν πορευθείς ο Σαραμάγκου χιλίας και πλέον χρόνους εν τη φιλοσοφία ουδέν απεκόμισε περαιτέρω εις ημάς και αφ ετέρου δε, πολλάκις αυτόν αντάμωσεν η περισσόν κλέος τύχη.
-Α! ούτως ερμηνεύεις την μελαγχολικήν αυτήν προσωπικότητα; Δεν νομίζεις πως ανακαλύψας το σκότος, έχασες τον νου σου;
-Εις εμέ ωμιλείς με αυτάς τας μελανάς εκφράσεις; [Αλλά παρεμπιπτόντως αξίζει αυτη η έκφρασις: ανακαλύψας το σκότος έχασες τον νου σου!] Διατί μελαγχολίζουσα μορφή ο φιλόσοφος ούτος; Εις εμέ, φαίνετο, αρκούντως λαλίστατος και ευκρινής. Μάλιστα ουχί δυσκόλως αναγιγνώσκεις όσα γέγραπται.
-Έχω τας αμφιβολίας μου. Ψηλαφίζοντας α γέγραπται, μερικάς στιγμάς, μου ήρεσεν η ακολουθία της σκέψεως του. Ματαίως προσπαθείς, εκών άκοντι, να με πείσεις περί των αντιθέτων.
-Ου με πείσεις, καν με πείσεις...Ποίος είπεν; Αισχίνης ή Δημοσθένης; ιδού ένα μέγιστο ερώτημα της στιγμής! Εκλιπούσης της μνήμης...
-Χαχα! βέβαια! σοι εκλίπει πλέον η μνήμη και ελοχεύεις στη σκιά, περιμένοντας τον Σαραμάγκου..
-Μα τι λες ρε; Εγώ κρύβομαι και περιμένω τον Σαραμάγκου; Τι με νοιάζει εμένα ρε; ο κάθε Σαραμάγκου; Α να χαθείς παλιορεζίλη!
-Ρε καραγκιόζη σε μένα μιλάς έτσι; επειδή δε σ αρέσει εσένα ο Σαραμάγκου, τα βάζεις μαζί μου; Ξέρεις ποιος είμαι γω ρε σαχλόμαγκα;
-Αει ρε κατούρα να γίνουν τα χόρτα, έτσι θέλεις να σου μιλάω εσένα!
-Γιατί, εσύ είσαι καλύτερος; πιε τον καφέ σου κει πέρα κι άσε με ήσυχο.
Και ο καθένας έφυγε χωριστά*

Δευτέρα 2 Σεπτεμβρίου 2024

Ο ΠΙΟ "ΤΡΕΛΌΣ" ΕΠΙΒΙΏΝΕΙ

 

 

Ο ΠΙΟ "ΤΡΕΛΟΣ" ΕΠΙΒΙΩΝΕΙ...




Είχα πολλούς φίλους που δεν πήγαν φαντάροι. Πούλησαν τρέλα.
Από φτωχοί μέχρι πλούσιοι την ίδια τρέλα πουλούσαν κι εμείς τα
αιώνια θύματα αγοράζουμε. Η επιβίωση μέσω τρέλας είναι δύσκολη. Ανάλογα όμως την τρέλα που πουλάει ο καθένας. Άλλη τρέλα ο
κουλουράς, άλλη ο ζωγράφος, άλλη ο ποιητής. Ένας από τους
μεγαλύτερους τρελούς ο Νταλί. Εφάμιλλος του Χίτλερ. Έμενα μου
το λένε πολλοί πως είμαι τρελός αλλά δεν τους πιστεύω.

 


ΔΊΧΩΣ ΣΕΞ

  Να ζεις πάνω στη γη δίχως σεξ είναι σα να ζεις μέσα στην κόλαση. ['Εφτιαξα αυτό το κάρβουνο-σύμπλεγμα όταν ήμουν λίγο πιο μεγάλο παι...