Η αγριότητα της ησυχίας. Κάθε Αύγουστο αυτοί που μένουμε πίσω λέμε τα ίδια τετριμμένα πράγματα. Άδειασε η Αθήνα, πιο άδεια δεν ήταν ποτέ, που πήγαν όλοι; Που τα βρίσκουν τα λεφτά και πάνε διακοπές...χαχαχα! κανένας δεν ξέρει πως οι Έλληνες πάντα έχουν- οι μισοί τουλάχιστον.
Η αγριότητα της ησυχίας μ αρέσει και δε μ αρέσει γιατί όταν κυκλοφορείς σε μέρη πολυσύχναστα και τα βλέπεις έρημα σου κάνει ένα κλικ αλλιώτικο, πολλοί λένε πως τους αρέσει, εμένα δεν μπορώ να πω πως με συναρπάζει, μια ζωή μέσα στον κόσμο αν ήθελα να γίνω ερημίτης θα πήγαινα σε κανένα ξωκκλήσι... φτου! φτού!
Γιατί να σου αρέσει η έρημη Αθήνα;
Αφού είμαι εδώ, ανοίγω τα χρώματα μου στο εργαστήρι και προσπαθώ να συγκεντρωθώ στη σύνθεση της ντυστοπίας, οπότε μέσα στην αγριότητα του κόσμου μπαίνει ένας Βούλγαρος και με ρωτάει αν μπορεί να μου πει κάτι για την γυναίκα του που τον παράτησε με ένα παιδί στην πλάτη.
Τον κοιτάζω με σουβλερή αθωότητα.
-Όχι, του λέω δεν μπορείς να μου πεις τίποτα για τη γυναίκα σου που σε παράτησε.
-Μια μπύρα έχει; μου λέει παρακαλώντας.
Του δίνω μια μπύρα αμίλητος. Αυτός φεύγει και μου αφήνει ανοιχτή τη σήτα που έχω βάλει στην πόρτα για τα γαμοέντομα. Δεν τον κυνηγάω να του πάρω τη μπύρα πίσω. Πάω και κλείνω ήσυχα τη σήτα και επιστρέφω στην αγριότητα της dystopia. Κάπως έτσι είναι τον Αύγουστο η Αθήνα της ερημιάς.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου