Κυριακή 20 Φεβρουαρίου 2022

ΑΥΤΑΠΆΤΕΣ

 

 


Απιστία; Φιλάρες την πατήσαμε. Σε κάποιους κοστίζει ακριβά. Σε άλλους τίποτα. Μερικές φορές βαριέμαι αφόρητα. Ούτε να μ αγαπάς θέλω και παρ΄ότι ξέρω πως σ αγαπώ σκέφτομαι να την κάνω απόψε την απιστία. Αλλά άμα το σκέφτεσαι δε γίνεται.[ Αυτά τα πράγματα συμβαίνουν ξαφνικά, αυθόρμητα. Το προσχεδιασμένο είναι διπλή απιστία. Κι αν είσαι ύπανδρος λέγεται μοιχεία.]

Πάντως, για να πούμε και κάτι σοβαρό απόψε, είναι παράξενο το θέμα της αγάπης μεταξύ άντρα και γυναίκας. Και ιδίως το τελείωμα, όταν πια δεν είσαι μαζί με κάποιον που αγάπησες σφόδρα και τώρα δεν είναι τίποτε για σένα και δε σε νοιάζει που κοιμάται. Είναι αυτή η αγάπη, μιλάμε γι αυτή την αγάπη, όχι για το πως αγαπάς όλον τον κόσμο, αυτή που σ έτσουζε που σε έκανε ν ανατριχιάζεις μόνο που σκεφτόσουν ότι μπορεί αύριο να μην είμαστε μαζί. Δυνατό συναίσθημα. Οι ερωτευμένοι συνήθως ντρέπονται. Έχουν παράπονο ο ένας απ τον άλλον, γιατί με άφησες, γιατί σε άφησα κι αν γινόταν αλλιώς θα μέναμε για πάντα μαζί. Αγαπάς μια γυναίκα για λίγο; έναν άντρα που τον νοιάζεσαι, που ξάπλωσες μαζί του τόσα βράδια κι ύστερα τίποτε; είναι κάπως δύσκολο, όπως και να το κάνεις. Και τι μένει απ αυτές τις αγάπες;

Αρχή φόρμας


 Σπάνια μια αγάπη καταλήγει σε μελλοντική φιλία. Έχω κρατήσει μόνο μια τέτοια φιλική σχέση. Δεν είναι και σίγουρο ή μάλλον ορθότερο αυτό που είπες για το δόσιμο των αντρών. Οι σύγχρονοι άνθρωποι κάνουν πολλούς δεσμούς, άρα και εξ ίσου πολλούς χωρισμούς. Η αγάπη διαρκεί όσο ζουν μαζί. Το μετά είναι περισσότερο λύπη, ή τίποτε.

Αρχή φόρμας


Όλοι οι άνθρωποι έχουν την ψευδαίσθηση πως είναι συμπαθείς.

Αρχή φόρμας


Όταν γεννιόμαστε δεν ξέρουμε γιατί ήρθαμε δεν ξέρουμε αν γεννηθήκαμε. Κι όταν πεθάνουμε δεν να μπορεί να θυμόμαστε πως κάποτε γεννηθήκαμε.

Τα αρχαία ρητά, είναι πομπώδη και δυσνόητα- δεν ευνοούν τους φτωχούς να καταλάβουν περισσότερα, επειδή πάντα, έτσι κι αλλιώς, μένουν αδιάβαστοι.

Τελικά είναι ωραία η ζωή μας; Είναι όμορφη; έχετε βγάλει οριστικό συμπέρασμα επ αυτού; Είμαι περίεργος ν ακούσω, γιατί είναι ωραία. Τα καλά υπερτερούν των κακών; τι είναι εκείνο που κάνει όμορφη τη ζωή μας; απλά ερωτήματα, κάποιου που δεν έχει αποκρυσταλλώσει γνώμη. Αν μου εξηγήσετε γιατί είναι ωραία η ζωή μας, θα παραδεχτώ πως έχετε δίκιο.

 Εν τέλει, όμως όλα αυτά δεν υπάρχουν. Οι άνθρωποι δεν έχουν καλή υγεία, δεν έχουν χρήματα κλπ. Αυτό που λες είναι ιδεατό για μια ωραία ζωή; αφού δεν υφίσταται παρά μόνο για λίγο; ή έστω για λίγο. Το σύνολο λοιπόν μιας ωραίας ζωής για τον άνθρωπο είναι άπιαστο.

Αρχή φόρμας


Πολλές φορές δε θέλεις να παραδεχτείς, πως τελικά κάποιοι άνθρωποι γύρω σου ήταν κακοί, και βλάκες. [Ίσως από ντροπή που έτυχε να κάνεις παρέα μαζί τους]. Κι όταν φεύγουν-γιατί κάποτε λακίζουν-αισθάνεσαι ευθύνη για τη βλακεία τους!]Αρχή φόρμας


Οι όμορφοι μοιάζουν μεταξύ τους; ας πούμε όπως όλοι οι χαζοί;

Αν ξαναδιαβάζεις στιγμές της ιστορίας μας είναι να σε πιάνει φρίκη.

Πίσω απ το ύφασμα κρύβεται οριστικά η μετριοφάνεια μας. Η προσβολή της λήθης σαν απειλή της ευγένειας. 
Μάλιστα.
Είμαστε πολύ ευγενείς.

Δεν είμαστε τα πουλάκια, ούτε τα μυρμήγκια, να φροντίζουν μόνο για το φαγητό τους. Εκτός αν νομίζετε πως είμαστε. Εγώ πάντως άνθρωπος λογίζομαι, παρ όλες τις αντιρρήσεις. Πονώ και σκέφτομαι. Αν όμως μου κόψεις τα φτερά δεν θα είμαι ούτε μυρμήγκι ούτε πουλί. Γιατί και τα δυο έχουν φτερά.

Και μια και το φερες έτσι-γύρω, γύρω- υπάρχει κανείς έξυπνος χωρίς να είναι πονηρός; Δύσκολη ερώτηση.

Είναι αλήθεια βαθύτατα μελαγχολικό να χάσεις μια αυταπάτη. Οι άνθρωποι ζούνε χιλιάδες μέρες μ αυτές. Με τις αυταπάτες που είναι κάποια όνειρα στηριγμένα στο πουθενά. Ή μάλλον στο κάπου. Πόσο οδυνηρό είναι να χάσεις ένα τέτοιο όνειρο; Πάντα υπήρχε μια ελπίδα πως κάτι θα γινόταν κι όλα θ άλλαζαν

 

Πέμπτη 17 Φεβρουαρίου 2022

ΒΡΩΜΙΚΗ ΘΆΛΑΣΣΑ

 


 

ΑΓΙΑ ΜΑΡΙΝΑ

 

                                    Αίγινα 17 Αυγούστου 1988

Βρώμικη θάλασσα

Βρώμικοι άνθρωποι κουλουριασμένοι στο χώμα

Ξαπλωμένες γυναίκες

Εδώ την μνήμη μου χάλασα

 

                                    Ύστερα η επιθυμία των άλλων

Στη ρηχή θάλασσα πλένονταν

Όλα τα βρώμικα κορμιά των βοτσάλων

[Με την γνωστή μουσική

τις πολλές κόκκινες φακίδες

όλα αυτά που ηδονίστηκες

ήταν αυτά που είδες]

Βρώμικη θάλασσα

Κουλουριασμένη στο χώμα

Όλα αυτά που γέλασα

«Ι’ αμ τθικινγκ εμπάουτ γιου»

το μικρό κομμάτι του φιδιού

και το νερό βρώμικο

να τριγυρνάει στην παραλία

Τι λέγανε όλοι αυτοί;

Ποιοι ρωτούσαν «τι κάνεις σήμερα;»

Τα παιδιά έπαιζαν κι αυτά στην άμμο

Κίτρινη, ασπρουδερή άμμο, κολλημένη στα πόδια, στα χέρια

Στα χέρια η δύναμη των παιδιών για την κακία

Ακόμα, στα μάτια των ίδιων παιδιών

Μια κοπέλα στην μοναχική ελιά

Έτριβε τα βυζιά και την φιλούσε ο αγέρας.

 

Βρώμικα και τα γκαρσόνια

Που έκλεβαν τις τουρίστριες

Όπως οι καθισμένοι στα κασόνια

Με τα φρούτα και τα λαχανικά

 

Αυτοί οι άνθρωποι που σκέφτονταν το μεροκάματο

Αυτοί οι ίδιοι γελούσαν σατανικά

 

Βρώμικα τα γκαρσόνια

Νεκρή η ρηχή θάλασσα

Αυτόν τον κόσμο που χάλασα

Μια πόλη πανάσχημη

Ποτέ να μην φτάσεις σ΄αυτήν!

Ο ήλιος και το χώμα βύζαιναν τον τρόμο

Καθένας να σέβεται τον δικό του νόμο

 

Αλλά, μακρύ και δύσκολο το γλυκό χορτάρι

Όταν ρώταγαν οι άλλοι πως περνάμε

«ΟΥΝΤΑ ΠΑΡΑΣΟΛΕ! ΟΥΝΤΑ ΠΑΡΑΣΟΛΕ!»

Ξέραμε να διακρίνουμε τα μικρά δωμάτια

Ξεχασμένοι πάνω σε μια κίτρινη βάρκα

Με έναν ήλιο μετέωρο

Έναν θάνατο άωρο.

 

Τι ξέραμε λοιπόν εμείς απ’ όλα αυτά;

 

Ο πόνος γινόταν μουσική

Το παιδί γιατί

Το γατί κρεβάτι

Είναι αυτό που λείπει, το κάτι

Είναι όλοι φευγάτοι

Όπως οι μεγάλοι γάτοι

Αυτοί δεν κάνουν κράτει

Ξέρουν τα μεγάλα κράτη

Είναι αυτοί οι τεράστιοι οι αφράτοι!

Που κοιτάζουν με μάτι

Μήπως δούνε κάτι

Που γίνεται μουσική

Το παιδί γιατί

Το γατί κρεβάτι

Είναι αυτό που λείπει, το κάτι

 

Βρώμικη θάλασσα, βρώμικοι άνθρωποι

Γυναίκες που τις πονάνε τα πόδια

Βγαίνοντας από την παραλία

Γυναίκες κόκκινες, χοντρές, αλλόκοτες, όμορφες!

Όμορφες! Να, μια λέξη που ταιριάζει στο ύφος.

Πόσο θα θέλαμε να βρισκόμαστε αλλού!

Και όσο θα μάκραιναν οι τόποι

-από ποιο σημείο θα μπορούσαμε να τους δούμε-

 όταν εμείς θα ταξιδεύαμε για αλλού…

 

Θα ζήσουμε τον σπαραγμό των λέξεων

 

Τι κρίμα που δεν είσαι εδώ;

 

Θα ήθελα να έβλεπες την ομορφιά του πλήθους

Τον έρημο γέρο να ρωτάει

«Δέσποινα είσαι εδώ; κανένα κοκαλάκι, το πρωί βγήκε έξω, δεν μπορούσα να τον πιάσω, τον γαύρο άστον για άλλη φορά.» τι κρίμα που δεν είσαι εδώ.

Θα ζωγράφιζες αυτούς που κολυμπούσαν διαβάζοντας

Υπήρχαν μερικοί.

Μέρα μεσημέρι, ξάπλα στον ήλιο

Εσύ θα τους γνώριζες καλύτερα

Έμοιαζαν με τους δικούς μας ανθρώπους

Τον Αντώνη, την Κική, τον Σωτήρη

 

Τι κρίμα να μην ξέρεις πως σε θυμάμαι!

Εγώ που πάντα μακριά σου θα’μαι

Ένα κύμα, ένας πικρός αγέρας

Μια ματιά, στην ήσυχη πλέον θάλασσα

Μ’ ένα μάτι μπλάβο πια, για όλα αυτά που χάλασα.

 

 

 

Δευτέρα 14 Φεβρουαρίου 2022

ΘΑ ΠΆΡΩ ΤΟΥΣ ΔΡΌΜΟΥΣ

 


ΆΜΑ ΧΆΣΕΙς ΜΙΑΝ ΑΓΆΠΗ ΓΡΆΦΕΙΣ ΠΟΙΉΜΑΤΑ
Έξω χιονίζει
άσπρες νυφάδες
η δική μου έφυγε, μου λείπει
κι έχω μια παραπάνω λύπη
που έφυγε και δε θα ξανάρθει πια
Ξέρετε τι είναι να μείνεις μόνος και να χιονίζει;
Με άφησε με χιλιάδες νιφάδες
του χιονιού γύρω μου
να σηκώνω ψηλά τους γιακάδες
άσπλαχνα τριγύρω μου
Έξω χιονίζει
μα δε με νοιάζει
θα πάρω τους δρόμους κι όπου με βγάλει
γιατί είναι η λύπη μου τόσο μεγάλη
Ξέρετε τι είναι να μείνεις μόνος και να χιονίζει;
Σηκώνω ψηλά τους γιακάδες
αδιάφορος τάχα μέσα στο άσπρο
και χάνομαι στα λευκά, δες
εσύ που έφυγες και δε γυρίζεις πίσω πια.

ΘΕΩΡΟΎΝ ΤΗ ΦΤΏΧΕΙΑ, ΑΡΕΤΉ

 


ΠΕΤΡΟΠΟΥΛΟΣ ΗΛΙΑΣ
εξ αγανακτήσεως εμφορούμενοι, θεωρούμε
επιβεβλημένο να διακηρύξουμε με μαύρην
ευχαρίστηση τα κάτωθι:
Η Ελλάς είναι σαν μια γλάστρα ανθισμένη. Μεγάλα μέτρα δεν
εννοούν την ανάσχεση του κατακλυσμού. Η φτώχεια δεν είναι
προτέρημα της Ελλάδος [όπως μας εδίδαξαν]. Είμαστε ένα έθνος
γερόντων με ανοιξιάτικη καρδιά. Διώκει τα όνειρα η φτώχια.
Μόνον οι Έλληνες είναι δεμένοι με το χώμα. Θεωρούν τη φτώχια
σαν αρετή που οδηγεί στο κακό, οι αδιάλλακτοι πατριώτες.
Και ορθώς έπραξαν να βλέπουν την Ελλάδα σαν τον Παρθενώνα.
Λόχοι μασσόνων, χαφιέδων, δούλων και θηλυπρεπών
καταστρέφουν οι αχάριστοι τις πόλεις και τ αρχοντικά. Έκαστος
Έλλην, ως άλλος Ιωάννης Βαπτιστής, κρατάει την κομμένη
κεφαλή του. Δε θέλουμε μια πατρίδα φέρετρο δόξης.

Τάδε έφα Ηλίας Πετρόπουλος εν έτει 1974 όταν δε μας είχε
προκύψει τούτο το μωρό της επιλεκτικής χρεοκοπίας. Μάλιστα
έχουμε τη φτώχεια στο πετσί μας. Τουτέστιν είμαστε κακομοίρηδες
και δεν λιθοβολούμε τους ανάξιους ξένους, γιατί περιμένουμε
τα πάντα από δαύτους. Γι αυτό θα μείνουμε σ αυτή τη νεώτερη
Ιστορία σαν χρεοκοπημένοι νταβατζήδες, μιας πόρνης που τα
κάλλη της πια δεν πουλάνε. Κι ακόμα φταίνε οι τουρίστες. Και οι αριστοκράτες. Έπρεπε να είχαμε κλείσει τα σύνορα, τις πόρτες
σε όλους αυτούς που βγάζουν το χρηματάκι τους σε ξένες τράπεζες.
Ες αεί. Αλλά, φευ! Ιδανικοί και ανάξιοι εραστές από τον λαό
μέχρι τον βασιλιά. Και το χειρότερο είναι πως ενώ γνωρίζουμε
τους ζημιώνοντες μας, επιμένουμε να τους χαϊδεύουμε και να μας κυβερνούν ακόμα! Αυτό δηλαδή, που το βάζεις; Είμαστε ή δεν
είμαστε όλοι για το Εθνικό
  ψυχιατρείο; Δε μας σώζει ούτε το
Μετσόβειο, όλοι στο Καποδιστριακό μορφώθηκαν, κοιτάξτε τα
πτυχία τους καρφωμένα με περηφάνια στους τοίχους, κοιτάξτε
μούρες βουλευτών που κλάνονται πέρα δώθε στο κόμμα τους,
μη φύγουν από τη μάντρα, τα παλιοπρόβατα και τα φάει ο λύκος.
Άβουλοι βουλευτές, χεσάκηδες, μονόχνωτοι βολεψάκηδες
περιτρεχάμενοι, ένας κόσμος παχύσαρκος, αλλοτριωμένος,
για ποιο λόγο να μην τυχαίνει της απαξίας ξένων τε και δικών
που έχουν ολίγας τας φρένας; Τι να τους κάνεις όλους αυτούς τους μουνάκηδες, χοντρόπετσους, αλλοπαρμένους Καραμανλήδες, Σαμαράκηδες, Παπανδρέϊδες, κακομαθημένους Βενιζέληδες και παλαιοκαθήμενες Παπαρήγες; Τους άλλους που φεύγουν και
ξανάρχονται; Που πάνε ρε παιδιά; Που πάμε ρε φίλοι; Τόσο
πια άβουλοι καταντήσαμε κι εμείς; Δεν υπάρχει καμιά πραγματική αντίσταση σ΄αυτή τη φρενοβλάβη που έχουν περιέλθει οι
πολιτικοί μας και η πολιτικη τους;
Είμαστε όντως αλλοτριωμένοι. Υπό καθίζησιν.

 

ΜΕΤΕΚΌΜΙΣΑΝ ΣΤΟ ΑΜΈΡΙΚΑ

  Χωρί ς μιζέρια, δίχως γκρίνια- ο κόσμος μας δεν είναι, σίγουρα, ο καλύτερος. Ο πλανήτης γη ίσως απ τα χειρότερα μέρη για να κατοικήσεις. Ο...