Πέμπτη 4 Σεπτεμβρίου 2025
ΌΤΑΝ ΒΓΑΊΝΕΙς ΣΤΟ ΔΡΌΜΟ
Τετάρτη 3 Σεπτεμβρίου 2025
ΛΙΤΆ ΚΑΙ ΚΑΘΆΡΙΑ
❝Ένα από τα πιο ιδιαίτερα ως προς το
νόημα και τη γραφή του βιβλίο, που διάβασα από την αρχή της φετινής
χρονιάς έως και σήμερα, είναι το νέο μυθιστόρημα του συγγραφέα Κώστα
Πλιάτσικα, με τίτλο ''Η παράμετρος του Αϊνστάιν'', το οποίο δεν έχει
πολύ καιρό που κυκλοφόρησε από την Άνεμος εκδοτική. Κι όχι! Μη σας
παραπλανά ο τίτλος του. Δεν πρόκειται για ένα μυθιστόρημα που σχετίζεται
με την επιστήμη της φυσικής και των όποιων θεωριών του Αϊνστάιν, αλλά
για ένα βαθιά κοινωνικό και πολυδιάστατο μυθιστόρημα, όπου μέσα στις
σελίδες του ο συγγραφέας χάρη σε έξυπνους παραλληλισμούς,
προβληματισμούς, υποθέσεις κι αντιθέσεις, καθώς και μία γενικότερη
αίσθηση αμφισβήτησης (εντός κι εκτός εισαγωγικών) κι αποδοχής των πάντων
φέρνει στην επιφάνεια συζητήσεις γύρω από ποικίλα κοινωνικά ζητήματα
που μας απασχολούν τόσο σε ατομικό όσο και σε συλλογικό επίπεδο... Ένα
βιβλίο, που δεν σας το κρύβω, με έβαλε σε σκέψεις και την ίδια στιγμή με
έκανε να σταθώ ενεή απέναντί του... Και ποια το λέει αυτό; Εγώ που η
γλώσσα μου πάει ροδάνι, που λένε, αλλά αυτήν τη φορά ένιωσα καλύπτομαι
και να εκφράζομαι, πλήρως, από τα λεγόμενα του συγγραφέα, που δεν έχω
κάτι άλλο να προσθέσω...
Με μία
γραφή που συγκλονίζει μέσα από την απλότητά της, που αποδεικνύει ότι οι
μεγαλύτερες αλήθειες, από εκείνες που απελευθερώνουν, πληγώνουν,
στοιχειώνουν, ταρακουνούν, όπως και λυτρώνουν, ειπώνονται με λόγια λιτά
και καθάρια. Δε χρειάζονται περιττές φιοριτούρες, ή, άλλα συγγραφικά
τεχνάσματα. Η ''ευγλωττία'' του κειμένου προκύπτει από την ίδια του την
ουσία.
[...]
Ένα βιβλίο που με
έκανε να δω το ''είναι'' πίσω από το ''φαίνεσθαι''... Ένα βιβλίο
καλογραμμένο κι ευνόητο που διαβάζεται με μία ανάσα και άκρως
''αποκαλυπτικό''...❞
Γράφει
η Κυριακή Γανίτη και μας χαρίζει απεριόριστη δύναμη κι αυτή με τη σειρά
της για τις επιλογές των βιβλίων που προτείνουμε στον Άνεμο. Η κριτική
της για το νέο μυθιστόρημα του Κώστα Πλιάτσικα στο Dominika Amat &
Vivliamon .
Τρίτη 2 Σεπτεμβρίου 2025
Ο ΜΊΚΗΣ
Το πρώτο πράγμα που αντιλαμβάνεσαι [συνειδητοποιείς], με το που γεννιέσαι, είναι αν είσαι πλούσιος ή φτωχός στην ηλικία 3-4 χρονών. Ελάχιστα αργότερα στις πρώτες τάξεις του Δημοτικού, αν είσαι έξυπνος ή βλάκας και στην αρχή της εφηβείας αν είσαι ωραίος ή άσχημος. Αυτά τα έξι επίθετα συν το υγιής, διαμορφώνουν την σταδιοδρομία σου σ αυτόν τον άθλιο τόπο.
Για τους ξεχωριστούς Έλληνες όπως ο Μίκης Θεοδωράκης. Που αν είπε και εκείνο το "όποιος μου μιλάει κινδυνεύει!" μεγαλώνει πιότερο μέσα μας. [Κι έξω μας, παραμένει καλύτερος με τα πήγαινε έλα του απ την Αριστερά στη Δεξιά μια και είπαν πως όλο αυτό ήταν για να μας δείξει πρακτικά το ενωτικό πνεύμα που πρέπει να μας διακρίνει.] Για την Κομμουνιστικότητα και την οικονομική ισότητα, που υποστήριζε, μου επιτρέπεται να πω πως ο μεγάλος μας νεκρός δεν δικαιώνεται. Η μεγαλειότητα του συνοψίζεται στο πολύ σπουδαίο μουσικό έργο του.
Δευτέρα 1 Σεπτεμβρίου 2025
ΜΗΝ ΚΟΙΤΆΣ!
Σάββατο 30 Αυγούστου 2025
ΜΙΑ ΚΟΜΨΉ ΚΥΡΊΑ
Βαν Γκογκ 2
Πέμπτη 28 Αυγούστου 2025
ΣΚΟΥΡΙΑΣΜΈΝΑ ΜΥΑΛΆ
Τετάρτη 27 Αυγούστου 2025
ΜΙΑ ΩΡΑΊΑ ΈΝΟΙΑ.
ΟΙ ΈΛΛΗΝΕΣ ΔΕΝ ΠΕΘΑΊΝΟΥΝ
Δευτέρα 25 Αυγούστου 2025
ΠΙΚΡΟ ΓΈΛΙΟ
Υπάρχουν πολλοί τρόποι να εκφραστείς με τη ζωγραφική. Ένας απ αυτούς το σκίτσο, που αγαπώ πολύ. Με το σκίτσο μπορείς να πεις πάρα πολλά πράγματα, να μιλήσεις χωρίς λόγια, να δημιουργήσεις φόρμες και καταστάσεις που μόνο μ αυτό τον τρόπο μπορείς. Νομίζω πως οι σκιτσογράφοι είναι ή πρέπει να είναι πανέξυπνα άτομα γιατί πέραν της τεχνικής, χρειάζεται η σκέψη, η νόηση βαθύτερων νοημάτων, σπουδαίων τσιτάτων γέλιου ή φιλοσοφίας και περιττό να πω πως ο χρόνος για να βρει ο σκιτσογράφος τις λίγες λέξεις που θα εμπεριέχει το κάθε σκίτσο είναι κατά πολύ περισσότερος απ αυτόν της σκιτσογρακής εργασίας. Η σύλληψη είναι σπουδαίο γεγονός, η εύρεση του θέματος, της ιδέας, επίσης που μπορεί να συμβεί οποιαδήποτε στιγμή. Σίγουρα το πιο βασανιστικό μέρος της εργασίας είναι να βρεθεί η ατάκα και οι διάλογοι.
Σάββατο 23 Αυγούστου 2025
ΝΑ ΦΩΝΆΖΕΙΣ
Σ ΑΥΤΟΥΣ ΠΟΥ ΚΥΝΗΓΟΎΣΑΝ ΤΟΝ ΉΛΙΟ
Και
στα πλατάνια, βασίλευε ο Βελλεροφόντης
με τον Πήγασο, το νερό τελείωνε στο
πηγάδι, η μητέρα φώναζε που δεν την
βοηθούσα όσο έπρεπε κι εγώ έγραφα τον
κόσμο στα παλιά μου τα παπούτσια και
πήγα πέρα, μακριά σε κάποιον μυστηριώδη
παππού που κυβερνούσε ένα μεγάλο κοπάδι
από γίδια, ενώ γύρω του κι ολούθε έτρεχαν
σκυλιά, πολλά σκυλιά, που τα φοβόμουν
αλλά όταν έφτανε η ώρα να με δαγκώσουν
ημέρευα κι εγώ κι αυτά, ενώ ο μυστηριώδης
παππούς έβγαζε μια μεγάλη
φωνή:
-Εεεεεε.έεεεεειιιιιιιιιι! και
το κοπάδι άκουγε τις προσταγές του,
λούφαζε κάτω από τις γκορτζιές, έλιωναν
οι φτέρες κάτω από την φοβερή ζέστη του
ήλιου, κάτω από τις μουστάκες του Θωμά
Τάτση, αυτός ήταν ο μυστηριώδης παππούς,
αγράμματος, στουρνάρι απελέκητο, φορούσε
κάπες μάλλινες Χειμώνα - Καλοκαίρι, δεν
ίδρωνε, δεν σκεφτόταν τίποτε, δεν ήξερε
τίποτε, παρ ότι έμοιαζε ή νόμιζες πως
ήξερε.
-Αν βαρέθηκες κυρία φύγε ήσυχη
ξανά! Τραγουδούσα εγώ κι εκείνος με
κοίταζε, μέσα στη ντάλα του μεσημεριού.
-Ποιο
τραί σου αρέσει περισσότερο; Τον
ρώτησα.
-Το γκιοσέμι, μου απάντησε,
αυτός είναι ο αρχηγός, είναι ο
Κολοκοτρώνης.
-Αν βαρέθηκες κυρία
φύγε ήσυχη ξανά
τη μικρή μας ιστορία
δεν την είπα πουθενά.
Συνέχιζα το
λαϊκό άσμα. Και τον κοίταζα στα μάτια,
που ήταν πολύ ήρεμα, σα να μην έτρεχε
τίποτα, σαν ο κόσμος να ήταν μόνο το
κοπάδι του, τα πουρνάρια και το κλαρί
που έπρεπε να φάνε και πέταγε που και
που κανένα κομμάτι στα σκυλιά που
αλυχτούσαν ολούθε.
-Ο λύκος που είδες
στον κάμπο, δεν είναι δικός σου, μου
είπε.
-Ο άσπρος λύκος; Και που τον
ξέρεις εσύ; απόρεσα.
-Χρόνια κάνουμε
παρέα!
-Αλλά αυτός είναι νέος!
-Μου
έφαγε δέκα κατσίκια και μου τα χρωστάει,
θα του τα πάρω πίσω! Άκουσες; Και σήκωνε
την γκλίτσα.
-Ο άσπρος λύκος σου
χρωστάει δέκα κατσίκια! Ο άσπρος λύκος
είναι στον κάμπο! Αναφώνησα. Κι έφυγα.
Αυτός ο άνθρωπος δεν ήταν άνθρωπος.
Κατέβηκα στον κάμπο να συναντήσω τον
λύκο.
Τον βρήκα καθισμένον δίπλα στην
πηγή. Μόνος του να κοιτάζει με τα γκρίζα
μάτια του το γαλάζιο του ουρανού και το
άχρωμο του νερού.
Απ τη ΣΥΝΑΡΠΑΣΤΙΚΌΤΗΤΑ ΤΗΣ ΓΡΑΦΉΣ
Πέμπτη 21 Αυγούστου 2025
ΑΔΥΝΑΤΌΤΗΤΑ
Τετάρτη 20 Αυγούστου 2025
ΒΑΘΕΙΑ ΦΤΩΧΕΙΑ
ΣΕΝΑΡΙΟ ΕΥΤΥΧΊΑΣ
Μέρα, μεσημέρι. Εσωτερικό. Στην είσοδο ενός σουπερ μάρκετ, διαβαίνει ο Α. Είναι πεινασμένος αξιοθρήνητος. Στην δεξιά τσέπη του, σφίγγει ένα σαρανταπεντάρι. Με σταθερό βήμα κατευθύνεται στο ταμείο. Το σουπερ μάρκετ είναι σχεδόν άδειο κείνη την ώρα. Αυτό τον βολεύει. Στο ταμείο κάθεται η άγνωστη που συντρόφευε τον Β. Μόλις συναντιούνται τα μάτια τους, ξαφνιάζεται. "Τι θέλετε;" ψελλίζει. Αυτός της προτείνει το πιστόλι. " Βάλε τα λεφτά σε μια σακούλα!" την προστάζει σφυριχτά. Η άγνωστη διστάζει. " Κάνε αυτό που σου λέω! τα χρειάζομαι για τους φτωχούς. Γρήγορα!" ξαναδιατάζει. Η άγνωστη αδειάζει το ταμείο σε μια τσάντα. Νάιλον ή ότι έχει. Ωστόσο από το βάθος εμφανίζεται ένας σεκιουριτάς. Κρατάει πιστόλι και σημαδεύει τον πρωταγωνιστή που γυρίζει και τον αιφνιδιάζει. Πυροβολεί και το πιστόλι του σεκιουριτά, εκσφενδονίζεται πέρα. Πέφτει επάνω του και με δυο μπουνιές ξεκαθαρίζει την κατάσταση. Πάντα έτσι συμβαίνει. Η άγνωστη τον κοιτάζει με θαυμασμό. Αυτός της δίνει ένα φιλί κι εξαφανίζεται.
Πλατεία. Παγκάκια. Πεινασμένοι, Κούρδοι, Πακιστανοί, Έλληνες, ρακένδυτοι όλου του κόσμου, με σβησμένα μάτια, εκλιπαρούν ένα ξεροκόμματο. Ο Α καταφτάνει ανάμεσα τους. Από την σακούλα, βγάζει και μοιράζει τα λεφτά. Οι πεινασμένοι ορμάνε Παίρνει ο καθένας ότι μπορεί. Κάποιοι του ξεσχίζουν το πουκάμισο αφού δεν προλαβαίνουν να πάρουν λεφτά, άλλοι το παντελόνι. Το σλιπάκι. Τον αφήνουν εντελώς γυμνό κι ύστερα το βάζουν στα πόδια. Ένα τσούρμο μπάτσοι που παρακολουθούσε την σκηνή, έκπληκτοι ορμάνε κατά εκεί. Σβέλτα ο Α τρέχει προς ένα αυτοκίνητο, ξένο, πως τα βρίσκουν ανοιχτά τα αυτοκίνητα οι πρωταγωνιστές είναι άγνωστο και ως δια μαγείας μπαίνει μέσα, βάζει μπρος ως δια μαγείας, αναπτύσσει ταχύτητα..... συνεχίζεται.
ΠΟΤΗΣ
Καθόταν στη γωνιά του κι άναβε το ένα τσιγάρο κατόπιν του άλλου. Μάλιστα επειδή δεν είχε φωτιά, σπίρτα, αναπτήρα, ίσκα και τα λοιπά, άναβε απ το τελευταίο, λίγο προτού κάψει την κιτρινισμένη του απ΄την νικοτίνη, ψυχή, λίγο προτού πάρουν φωτιά τα ωχριασμένα μουστάκια του. Έπινε μαύρη ρετσίνα, τράβαγε γeρές ρουφηξιές θανάτου, στόχευε την καρδιά του και δεν του καίγονταν καρφί, αν πέθαινε τώρα απ το φούμο, απ τον καρκίνο του.. πνεύματος, όπως τον είχε προειδοποιήσει ο γιατρός. Θα πεθάνεις, κακομοίρη του είπε και κάπνιζε τον στριφτό μαύρο καπνό του κι αυτός. Κάποια στιγμή, το τσιγάρο έπεσε καταγής κι ο γέρος χώθηκε με μιας κάτω από το τραπέζι, κάτω απ τις καρέκλες, κάτω απ τον εαυτό του, βούτηξε τη γόπα και την ρούφηξε ενώ τα μάτια του τσουρουφλιζόταν απ την ξευτίλα του ποτού και του τσιγάρου. Όταν ανορθώθηκε, τραγουδούσε τα ποτά και τα τσιγάρα κι αμέσως, το καθισμένος στο απόμερο παγκάκι, το τσιγάρο έχει πέσει καταγής, χαμογελώντας, σαν να ήξερε πως όλος ο κόσμος ήταν δικός του, και μονολόγησε πως όποιος έχει υπάρξει καπνιστής και το κοψε, κάποια μέρα θα ξαναφουμάρει ο διάολος να σκάσει Στις Δημοκρατικές κοινωνίες, δεν επιτρέπονται οι ολικές απαγορεύσεις, έλεγε στην οθόνη, ο καθηγητής εγκληματολογίας, Γ.Πανούσης, μιλώντας για την απαγόρευση του τσιγάρου, κι ο γέρων περηφανεύτηκε, ανάβοντας με την στουρναρόπετρα, αυτή τη φορά το τελευταίο τσιγάρο, το τσιγάρο που κρατώ, στον ένα μου θεό, μια ζωή θα σ αγαπώ, πως ακόμα και οι θεοί συμφωνούσαν μαζί του, άρα και ο καθηγητής, που ήξερε τόσα πράγματα, τι διάλο καθηγητής θα ήταν αλλιώς, αλλά αυτό ήταν το τελευταίο του τσιγάρο στην πραγματικότητα, αφού σε λίγο είχε πεθάνει, είχε γείρει, με βλέμμα άδειο, πάνω στο τραπέζι, ενώ το τσιγάρο του έκαιγε το μυαλό, του έκαιγε τα σπάργανα του νου.
ΤΑ ΔΈΝΤΡΑ ΜΑΣ ΜΙΣΟΎΝ
Κάποιος είπε πως τα δέντρα μας μισούν ένας άνεμος που τον εφώναζαν σιμούν Όλο το Φθινόπωρο, είπα θα σ αγαπώ δε φυτρώνουν όνειρα χωρίς...

















