Παρασκευή 15 Αυγούστου 2025

ΟΙ ΜΟΓΓΟΛΟΙ ΔΕ ΓΙΟΡΤΆΖΟΥΝ ΣΉΜΕΡΑ.

 


Είχα και λίγους σε εκτίμηση, τους έχασα κι αυτούς με τα ευχολόγια.

 Τέλος πάντων. Ας δεχτούμε πως και ο καθένας φταίει για την ηλιθιότητα των άλλων.

.πρόβλεψα το τέλος των θρησκειών στη δική μου γενιά αλλά μάλλον έπεσα έξω.

Οι Μογγόλοι έχουν υψηλότερο μέσο όρο νοημοσύνης από τους Έλληνες! [Αν και δεν πιστεύω σ αυτή την αθλιότητα που λέει πως, όποιος αναγνωρίζει συγκρίσιμα, μαθηματικά σχήματα, είναι πιο έξυπνος από τους άλλους.]
Οι εγκυκλοπαιδικές γνώσεις, για μένα, καθορίζουν το iq των ανθρώπων και, ίσως μόνον αυτές διαρθρώνουν το ποιόν, το ήθος του.
Νοήμων είναι αυτός που καταλαβαίνει, που αντιλαμβάνεται, που έχει αντίληψη, όχι αυτός που ξέρει μαθηματικά.
Οι περισσότερες μαθηματικές ευφυΐες που έχω γνωρίσει δεν μπορούσαν ν αρθρώσουν λέξη. [Κοινώς Μογγόλοι.]
Φυσικά, ο Όμηρος είχε ανώτερο iq από τον Steven Hoking.
Ο Όμηρος γνώριζε από ηρωισμό, πόνο, εκδίκηση, θάνατο, αγάπη, εγκατάλειψη, θλίψη, αυταπάρνηση, σεβασμό. Ακόμα και ο γελαστός Einstein, τι νοήμων υπήρξε σ αυτά;]
Πρωτότυπο. Απόψε ξενυχτάω αναδιαβάζοντας Σέξπηρ. Του μπι ορ νο του μπι- με ήτα είναι πιο συγκλονιστικό. Αλλιώς οι ήττες μου είναι χειρότερες από του Βατερλό. Όλο παρενθέσεις είμαι τελευταία. Του μπη λοιπόν ορ νο.. Το δίλλημα [δε θυμάμαι αν είναι με δυο λαμδα ή με δυο μ] θα έπρεπε να ήταν να γεννηθεί κανείς ή να μη γεννηθεί. Πρωτότυπο. Εγώ και ο Σάιλωκ γεννηθήκαμε ένα απόγευμα πριν από πέντε αιώνες. Όλοι οι ήρωες του Σαίξπηρ είναι τραγικοί. Τώρα εδώ το Σαί με αι, δεν ξέρω γιατί το προτιμούσαν οι πρό τινός πρόγονοι μας, πάντως, ίσως, ο πιο τραγικός ήρωας να είναι ο Ιάγος. Αυτός που ζηλεύει και τη σκιά του! 

  

Τετάρτη 13 Αυγούστου 2025

ΟΡΝΙΘΌΣΠΙΤΟ

 


-Μεγαλώνουν οι τρίχες της περούκας; με ερωτά μειδιών.
-Ουχί μόνον! του απαντώ υπομειδιών.
-Και οι τρίχες των κάτω άκρων; έχουσιν αι πατούσαι τριχίδια; συνεχίζει να με κανονιοβολεί τυρβάζων. [Ε, νυν, χρη μια τύρβη, ένα τυρβάζω κλπ, εις το κείμενον!]
-Όλαι αι τρίχαι μεγαλώνουν! του απαντώ στομφωδώς αν και υποβλέπω τα ήκιστα εκ των χειρίστων, διότι δεν μου άρεσεν η κατάληξις -ίδια που χρησιμοποίησεν.
-Μη φοβού, δεν θα παρεκτραπώ. Οι όρχεις [δεν λέω τ αρχίδια] έχουσιν βεβαίως τρίχες και μάλιστα μακριές ως τα μαλλιά κορασίδων.
-Ααα, ευτυχώς που δεν παρεκτρέπεσαι! Και τι σε έπιασεν με τας περούκας και τους όρχεις; [δίδυμοι γεννητικοί αδένες! φοβερό; υπάρχει κανείς άντρας που αισθάνεται έτσι τ αρχίδια του;]
-Διότι αγαπητέ μου εσύ είσαι φενάκη, μου επιτίθεται. Όλοι οι καλλιτέχνες είσαστε φενακιστές. Μηδενός εξαιρουμένου. Ο Θοδωράκης, ο Χόρν, ο Τσαρούχης
-Και τι σχέση έχει με την περούκα ο Μίκης; αυτός έχει δικιά του κόμη. Ο Τσαρούχης ήτο φαλακρός αλλά ουχί απατεών..πως τολμάς...
-Χαχαχαχα! με τέμνει. Η περούκα είναι μια φενάκη, μια εξαπάτηση που κάνει αυτός που την φορεί διότι είναι φαλακρός; κατάλαβες; Οι καλλιτέχνες εξαπατούν τον κόσμο δείχνοντας ενίοτε μόνον την καλλίστη του όψιν. Ο Τσαρούχης ζωγράφιζε μόνο ευτυχισμένους ναύτες, ο Χόρν είχε μια διαβολική ορχηστική κίνηση σε σχέση με την ευτυχία της ζωής.
-Οιωνοσκοπείς ως αλέκτωρ μοναδικός βασιλεύς εν τω ορνιθοσπιτο. Οι καλλιτέχνες είναι οι μόνοι των ανθρώπων που συναισθάνονται την ευθύνη για όσα συμβαίνουσι στο σύμπαν!
-Άμα δεν υπερασπιστείς το σπίτι σου θα πέσει να σε πλακώσει. Εμ, βέβαια τι θα κάνετε εσείς; Φοβούμαι πως είστε, τελεσίδικα οι καταστροφείς αυτού του κόσμου, ωρύεται φεύγων εκάς, φοβούμενος ο ίδιος την δικαίαν απάντησιν που του ετοίμαζον. Και με αφήνει μόνο μου στη σκιά αυτού του ήλιου να ξεκαρφώνω με την ηλάγρα τις αυταπάτες.
[Παλιο χρονογράφημα μου.]

Τρίτη 12 Αυγούστου 2025

ΙΟΥΛΊΑ. ΤΙΜΉς ΈΝΕΚΕΝ

 


 

ΜΝΗΜΕΣ
«Γιατί πέρασαν τόσα και τόσα μπροστά από τα μάτια μας
που και τα μάτια μας δεν είδαν τίποτα παραπέρα..»
Γ. Σεφέρης [μυθιστόρημα]
Τον Αύγουστο με τα πανηγύρια
στις χαμηλές κωμοπόλεις της επαρχίας
γιατί γύριζαν τόσο μεθυσμένα
τα βραδινά παλικάρια
-ξαδέρφια και φίλοι αγκαλιασμένοι
και τραγουδούσαν λαϊκά τραγούδια
με φωνές ζεστές, ερωτευμένες;
Γιατί περνούσαν τόσο νωρίς τα Καλοκαίρια
Όταν εμείς περιμέναμε πολλά
Όταν εμείς δεν ξέραμε από φόβο;
Ήταν πικρές οι αγριοροδακινιές στα περιβόλια
Και
Στα μποστάνια οι πετροβολημένες χελώνες
δάγκωναν τα αγγούρια που διψούσαν για νερό
Ήταν και οι κληματαριές, γεμάτες σφήκες
που περίμεναν το αόριστο τέλος
το τέλος του Καλοκαιριού
Ήταν τα παιδιά που μεγάλωναν
πέρα από τις κληματαριές
πέρα από τη ζέστη
Μακριά από την περπατησιά του μερμηγκιού
Οι ίσιοι τους μεγάλωναν μες τα κοντά παντελόνια τους
με την αύριο, να μη χρειάζονται πια
το παιχνίδι της μακριά γαϊδάρας, τα σκλαβάκια
και το κυνηγητό στες αυλές
Τότε χάθηκαν μες τις καπνισμένες πέτρες του Αυγούστου
Οι μικρές σιαμιαμίδες τρέχοντας γρήγορα να καούν
Τόσα Καλοκαίρια
Τι είδαμε εμείς που φωνάζαμε για λευτεριά;
Το σιτάρι μας το είχαμε αμπαριάσει με σιγουριά
Και
Τότε, τίποτε δεν θα έρχονταν να διώξει
τις σφήκες από τα μαλλιά των κοριτσιών
που λούζονταν στα πηγάδια του έρωτα
Τον Αύγουστο περπατούσαν οι μνήμες στις πέτρες
Αυτές τις πέτρες που έχτιζαν τα πεζούλια οι πατεράδες
να φυλάξουν τα πουρνάρια και τα σχίνα
Τα σχίνα με τα κόκκινα αγουροξυπνημένα ματάκια
που σέρνονταν χαμηλά στις σκόνες
Αυτές τις πέτρες, μαύρες κι ακανόνιστες
σε χώρους ποτισμένους με ψυχές
κοντά στη ησυχία του νεκροταφείου
εκεί που έκλαιγαν κάτι μαύρες γριές
εκεί που περνάγαμε κι εμείς μια αναπνοή
από λεμονανθούς και μια στυφή έγνοια
από σπασμένο ρόδι
Αυτές τις πέτρες τι να τις κάναμε τώρα;
[Απόσπασμα από το ομότιτλο ποίημα μου]
 

Δευτέρα 11 Αυγούστου 2025

ΣΥΓΝΩΜΗ, ΛΆΘΟΣ

 



Σάββατο 9 Αυγούστου 2025

ΚΥΡΙΑΚΆΤΙΚΑ

  

 


Πήγα μια βόλτα. Όχι μακρινή, μέχρι το Θησείο. Κάθισα σε ένα παγκάκι, εκεί στο παζάρι, λιγόπρωο ήταν ακόμα, κάθισα να χαζεύω. Ενα πανηγύρι άρχισε να κλώθεται, γύρω μου κι έβλεπα αυτούς τους ανθρώπους, όλων των ηλικιών να συνωστίζονται, να κάνουν αστεία μεταξύ τους, να τσακώνονται ποιος θα πάρει το καλύτερο πόστο στην αγορά. Άνθρωποι απ όλον τον κόσμο, παγκοσμιοποίση, σκέφτηκα. Κάποια στιγμή με κέντρισαν πεντε-έξι τύποι, που έστησαν ένα χαροκούτι κι άρχισαν να παίζουν τον παππά. Το γνωστό παιχνίδι. Εδώ παππάς, εκεί παππάς, που΄ναι ο παππάς. Τα χαρτιά έπαιζε μια χοντρή τεραστίων διαστάσεων. Έλα βάλε πενήντα, κάτω εσύ, πάνω εσύ, έλα πάρε, κι εδιναν το πενηντάρικο ο ένας στον άλλον, οι αβανταδόροι μεταξύ τους, περιμένοντας το θύμα. Σε λίγο ο ενας τσιλιαδόρος που ηταν μπροστα μου έδωσε σύρμα. Ως δια μαγείας διαλύθηκαν όλοι, όλα έγιναν καπνός, το χαρτοκούτι έφαγε μια κλωτσιά, τα χαρτιά κρυφτηκαν στην ρόδα ενος αυτοκινήτου, οι αβανταδόροι βόλταραν αδιάφορα και είχε μια πλάκα να τους βλέπεις, σαν στην οθόνη ενος κινηματογράφου, τα πάντα γινόταν στην εντέλεια. Ένα μάθημα που το είχαν μάθει χρόνια. Μόλις έφυγε η Αστυνομία, το σκηνικό επαναλήφτηκε, εδω παππάς, εκεί παππάς, περιμένοντας το θύμα που κάποτε έσκασε μύτη και ήταν ένας μουγγός κακομοίρης, που του πήραν σχεδόν μαγικά διακόσια ευρώ, που να καταλάβει ο κακομοίρης, δεν μπορούσε και να μιλήσει, να διαμαρτυρηθεί και οι παπατζήδες εξαφανίστηκαν ως δια μαγείας όπως δια μαγείας είχαν εμφανιστεί. Αυτή είναι η Ελλάδα σε όλα τα επίπεδα, ένα ατέλειωτο παπαδιλίκι, εδώ παππάς, εκεί παππάς, που είναι παππάς;

Παρασκευή 8 Αυγούστου 2025

Η ΑΓΡΙΌΤΗΤΑ ΤΗΣ ΗΣΥΧ'ΙΑΣ 2

 


Η αγριότητα της ησυχίας. Κάθε Αύγουστο αυτοί που μένουμε πίσω λέμε τα ίδια τετριμμένα πράγματα. Άδειασε η Αθήνα, πιο άδεια δεν ήταν ποτέ, που πήγαν όλοι; Που τα βρίσκουν τα λεφτά και πάνε διακοπές...χαχαχα! κανένας δεν ξέρει πως οι Έλληνες πάντα έχουν- οι μισοί τουλάχιστον.
Η αγριότητα της ησυχίας μ αρέσει και δε μ αρέσει γιατί όταν κυκλοφορείς σε μέρη πολυσύχναστα και τα βλέπεις έρημα σου κάνει ένα κλικ αλλιώτικο, πολλοί λένε πως τους αρέσει, εμένα δεν μπορώ να πω πως με συναρπάζει, μια ζωή μέσα στον κόσμο αν ήθελα να γίνω ερημίτης θα πήγαινα σε κανένα ξωκκλήσι... φτου! φτού!
Γιατί να σου αρέσει η έρημη Αθήνα;
Αφού είμαι εδώ, ανοίγω τα χρώματα μου στο εργαστήρι και προσπαθώ να συγκεντρωθώ στη σύνθεση της ντυστοπίας, οπότε μέσα στην αγριότητα του κόσμου μπαίνει ένας Βούλγαρος και με ρωτάει αν μπορεί να μου πει κάτι για την γυναίκα του που τον παράτησε με ένα παιδί στην πλάτη.
Τον κοιτάζω με σουβλερή αθωότητα.
-Όχι, του λέω δεν μπορείς να μου πεις τίποτα για τη γυναίκα σου που σε παράτησε.
-Μια μπύρα έχει; μου λέει παρακαλώντας.
Του δίνω μια μπύρα αμίλητος. Αυτός φεύγει και μου αφήνει ανοιχτή τη σήτα που έχω βάλει στην πόρτα για τα γαμοέντομα. Δεν τον κυμηγάω να του πάρω τη μπύρα πίσω. Πάω και κλείνω ήσυχα τη σήτα και επιστρέφω στην αγριότητα της dystopia. Κάπως έτσι είναι τον Αύγουστο η Αθήνα της ερημιάς.

μισή σκέψη για όλα

 


Από τον ήχο των βημάτων καταλαβαίνεις ποιος σε ακολουθεί; Τκ-τκ στην άσφαλτο, ανεπαίσθητα. Κπτκτιπ! μια γυναίκα! τακ-τακ, τακ. Ο δολοφόνος δεν ακούγεται σέρνει τα βήματα....σουρς! γιατί όμως ο γυναικείος ήχος είναι πιο δυνατός; χωρίς την άκρη του ματιού, το ίδιο είναι, μέρα ή νύχτα, απλά η γυναίκα ακούγεται πιο πολύ! Τακ-τουκ, τακ-τουκ, με το τουκ μερικές φορές να κοντοστέκεται αν θέλει να σε προσπεράσει ή όχι. Εσύ κοντοστέκεσαι να σε προσπεράσει το ωραίο. Μπορεί να ήθελες να μιλήσεις στα βήματα αλλά έχασες την ευκαιρία.Το σκοτάδι καταπίνει το τακ-τουκ. Απομακρύνεται κι εσύ χάσκεις σε έναν βρεγμένο ουρανό. Ο ήχος μεταδίδεται καλύτερα στο νερό;




Κατάλαβα πως η ζωή είναι πολύ σκληρή και αδιαπραγμάτευτη σ αυτά που ορίζει. Δώδεκα με δεκατρία σου λέει πως θα μεγαλώσει το πέος, και μεγαλώνει χωρίς να σε ρωτήσει κανείς αν θέλεις ή δε θέλεις να γίνει αυτό. Ξαφνικά βρίσκεσαι αντιμέτωπος με την ηδονή, όχι πως δεν σε είχε προειδοποιήσει αλλά δεν το περίμενες έτσι. Μικρό, μεγάλο, ευαίσθητο, αιχμηρό αντικείμενο, σάρκα ιδιότροπη για τον καθένα

Ακούστε φίλοι και φίλες. Δεν χρειαζόμαστε ανθρώπους που θα πηγαίνουν στο καζίνο. Ανθρώπους που θα νοικιάζουν την γη μας σε άλλους,που δεν θα κάνουν τίποτα στη ζωή τους,που δεν θα προσφέρουν στον αγώνα της ζωής και θα οδηγούν την ζωή μας με βάση τον υπερχρηματισμό και το Αμερικάνικο όνειρο ποιος θα γίνει πλουσιότερος σε βάρος των πολλών, ποια θα φοράει την καλύτερη τουαλέτα και η άλλη δεν θα έχει σουτιέν για να κρύψει την γύμνια της. Αν δεν γίνει μετριασμός και κόντεμα της οικονομικής διαφοράς μεταξύ πλουσίων και φτωχών-σήμερα φτάσαμε στο χειρότερο σημείο αυτής της απόστασης- δεν πρόκειται ποτέ να πούμε πως προσπαθήσαμε για την καλυτέρευση των όρων της ανθρώπινης σύζευξης πάνω στον πλανήτη γη.

 



Στην πραγματικότητα γνωρίζουμε τον εαυτό μας;
Δύσκολο να τον περιγράψεις, πιο δύσκολο να τον ζωγραφίσεις στο χαρτί. Στον καμβά. Επεξεργάζοντας μια προσωπογραφία-αυτο.
Στην ουσία μάλλον όλοι νομίζουμε πως είμαστε κάποιοι άλλοι.
Στην ουσία είμαστε ένας θόρυβος από μυστηριώδεις φοβίες, αξεδιάλυτους νευρώνες. Το μέσα μας και το έξω μας, εύκολο να συμβιβαστούν αλλά μόνο σαν μια πενιχρή συμμαχία. Όχι, για τους άλλους.
Η ελευθερία του μυαλού μας δε φτάνει να ικανοποιήσει τον άλλον μας εαυτό. Ο οποίος είναι ανίκητος. Η συνείδηση λοιπόν, είναι ανίκητη.
Έργα χωρίς συγκεκριμένες μορφές, φόρμες, ιδέες. Γρήγορο σχέδιο, σώμα, ψυχή, τόποι. Σχεδόν Ντανταιστστικό.
Οι μορφές ακανόνιστες, άνδρες, γυναίκες, παιδιά. Φαιδρά δέντρα, χαρά, λύπη. Αυτό είναι ένα δύσκολο μέρος της ζωγραφικής: η επιλογή θεμάτων.
Το άλλο είναι πως ο ζωγράφος χρειάζεται κόσμο. Χρειάζεται να ζωγραφίζει για κάποιον ή κάποιους.
Κι έπειτα σκέφτηκα πως τώρα πια πρέπει να ζωγραφίζω πιο ελεύθερα, ακολουθώντας το χέρι, όχι όπως είναι οι εικόνες, απλά να υιοθετούν την ένωση τους. Η ζωγραφική δεν είναι πια μίμηση της πραγματικότητας.
[Για τη ζωγραφική μου και όχι μόνο, στα περιθώρια των σελίδων.]



Είναι λυπηρό να απορρίπτεις έναν φίλο, μια φίλη μετά από χρόνια και να λες, κοίτα πόσο πίσω έμεινε! Αυτή η αίσθηση της απόρριψης, μέσα μου, για κάποιους που θεωρούσα ανώτερους, κάποιου επιπέδου τέλος πάντων, με συνθλίβει. Εχω πολλούς τέτοιους φίλους που κατα καιρούς τους βλέπω και απορώ πως επιμένουν στερεότυπα σε πράγματα που έχουν αλλάξει άρδην, με έναν εγωισμό που καταδεικνύει την ασχετοσύνη τους. Καλησπέρα κυρίες.



Πέμπτη 7 Αυγούστου 2025

σημειώσεις για εγγράμματους

 

 


Τελικά, σκέφτομαι γιατί να μου αρέσει αυτός ο παράλογος κόσμος που ζούμε. Ακόμα γιατί, αφού είναι τόσο σκατένιος να μη θέλουμε να τον εγκαταλείψουμε; ίσως επειδή είμαι ακόμα ζωντανός κι αυτό με κάνει άτρομο. Ίσως επειδή ξέρουμε πως δε θα ξαναυπάρξουμε ποτέ εδώ. Ίσως.

 

κάποια στιγμή όλα τελειώνουν. Τα τσιγάρα, τα ποτά, οι αγάπες, τα ψέμματα και οι αλήθειες. Τα λεφτά. Την ώρα που τα έχεις ανάγκη σου λείπουν Μυστήριο πράγμα με μας. Λες και είναι τρύπιες οι παλάμες μας.

θα ήθελα να ήμουν πρωτόγονος, δε θα κουβαλούσα τίποτε από τα πέντε εκατομμύρια χρόνια βλακείας-Ιστορίας στην πλάτη μου, που με ισοπεδώνουν σήμερα.


Το πορτρέτο έχει μια γοητεία. Η μάλλον πολλές γοητείες. Έχω ζωγραφίσει εκατοντάδες ανθρώπους. Ίσως πάνω από χίλιους. Νέους γέρους, άσχημες, κούκλες, ασήμαντους, βλάκες, χοντρούς, διάσημους. Για μένα δεν υπάρχει άσχημο πρόσωπο στη ζωγραφική. Όταν το λέω αυτό ειδικά σε μερικές γυναίκες που διατείνονται πως είναι άσχημες, νομίζουν πως τις κοροϊδεύω. Όχι δεν κοροϊδεύω ποτέ. Δεν υπάρχει άσχημο πρόσωπο αντικειμενικά. Άσχημες ψυχές που το εμφανίζουν στη μούρη υπάρχουν. Ότι είσαι μέσα σου δείχνεις και απ έξω.
Μου αρέσει αυτό το ψαχούλεμα της μορφής των ανθρώπων. Δεν είναι απλό. Όταν ζωγραφίζεις ένα πρόσωπο είναι σαν να κάνεις εκτός από ανατομία και ψυχογραφία.
Βρίσκεις τι κρύβεται πίσω από το βλέμμα του πίσω από το μυαλό του και πολλοί δεν αντέχουν αυτή την εξεταστική ματιά του ζωγράφου. Μια γυναίκα κάποτε στη Σαντορίνη μου είπε πως η ματιά μου ήταν σαν λεπίδι χειρούργου. Ταράχτηκα τότε, ήμουν και μικρός, μετά κατάλαβα τι εννοούσε η κυρία
 
Κανένας δεν έχει μια απάντηση. Τσιμουδιά. Ωραία λέξη για τα ζώα
  • Όταν πρέπει να σκεφτείτε κάνετε μώκο.

Οι ερωτήσεις μου είναι σαδιστικές για το ανθρώπινο είδος.
Εγώ δε μιλάω εδώ για ν ακούω αηδίες. Σίλια παρεκτρέπεις. άνευ λόγου.
  • Μην γίνεσαι ανόητη. Η κουβέντα δεν είναι προσωπική να μιλάς επί των λεγομένων.
  • Δε νομίζω πως οι άνθρωποι έχουν επίγνωση και αλληλοσκοτώνονται με βάση τον υπερπληθυσμό. Εξ άλλου ποτέ δε φτάσαμε να μη μας χωράει η γη.
 

Τρίτη 5 Αυγούστου 2025

ΣΤΗΝ ΆΚΡΗ ΤΟΥ ΠΡΆΣΙΝΟΥ

 

 
 

 
Καθισμένος στην άκρη του πράσινου
Ποτέ δεν ονειρεύτηκα καλύτερα
Ποτέ δεν αγάπησα τον Έντγκαρ Άλαν Πόε
Ίσως μόνο την πόα αγάπησα 
και ψέμματα να ήταν εσείς το καταλαβαίνετε
Πως μπορεί να με μισήσετε γι΄αυτό που είμαι.
 
 

 

Κυριακή 3 Αυγούστου 2025

Η ΚΡΙΤΙΚ'Η

 

 

 

Απιστία; Φιλάρες την πατήσαμε. Σε κάποιους κοστίζει ακριβά. Σε άλλους τίποτα. Μερικές φορές βαριέμαι αφόρητα. Ούτε να μ αγαπάς θέλω και παρ΄ότι ξέρω πως σ αγαπώ σκέφτομαι να την κάνω απόψε την απιστία. Αλλά άμα το σκέφτεσαι δε γίνεται.[ Αυτά τα πράγματα συμβαίνουν ξαφνικά, αυθόρμητα. Το προσχεδιασμένο είναι διπλή απιστία. Κι αν είσαι ύπανδρος λέγεται μοιχεία.]
Η βλακεία είναι ανίατη. Μυαλό δεν πουλάνε ούτε στα θρανία, ούτε στη λαϊκή. Ή το έχεις ή σου λείπει και αυτό κανείς δε μπορεί να το αλλάξει. Το φάρμακο κατά της βλακείας δεν έχει ακόμη βρεθεί.
Μη σηκώνεσαι στις μύτες των ποδιών για να ψηλώσεις.
Τελικά, όλα ησυχάζουν. Σα να μην υπάρχει και πολύ κουράγιο. Κάτι κουρασμένα παλικάρια οι φίλοι μου. Κάτι κλεισμένες καρδιές οι γυναίκες μας. Κατάθλιψη, ψεύτικοι διέξοδοι με πρώτη την ποίηση. Αυτές είναι οι επιλογές μας τούτο τον καιρό. Μπύρα ή κρασί; καλό βράδυ. Να δεις που άμα μας πετάξουν το κόκαλο θα πάμε να τους το φέρουμε.
Η κριτική είναι ελεύθερη σε μια δημοκρατική χώρα. Η καλή και η κακή. Όλοι μπορούμε να κρίνουμε, μπορούμε να πούμε ευθέως δε μου αρέσει αυτό το έργο ζωγραφικής, αυτό το θεατρικό είναι καλό, εκείνο το βιβλίο είναι κάκιστο. Αυτό το δημόσιο πρόσωπο[ επώνυμο] δεν έπραξε καλά. Στην Αμερική χώρα ελευθερίας! μπορείς και να δυσφημίσεις: Η κόκα κόλα είναι σκατά. Γι αυτό πίνω Πέπσυ.
Άμα λιγοστέψεις τις επιθυμίες σου μόνο τότε μπορείς να συλλάβεις την ουσία, λένε οι σοφοί. Αλλά αναρωτιέμαι εγώ, η επιθυμία δε συμβαδίζει με την ανάγκη; Επιθυμώ να τρώγω ή είναι ανάγκη; Είναι ανάγκη να κάνω έρωτα,[αναπαραγωγή του είδους] ή επιθυμία; [ Απόλαυση, ηδονή κλπ.] Δυο είναι τα μεγαλύτερα ένστικτα του ανθρώπου: Η τροφή και η σεξουαλική πείνα.
Μερικοί έχουν μείνει ακόμα στον καιρό της μαγκιάς. Οι άντρες αλλά και λίγες γούμαν, πιστεύουν πως περνάει ακόμα αυτός ο τύπος, που προσπαθεί να επιβάλλει τη γνώμη του απευθύνοντας προσβολές, προσωπικές, αντί να μιλούν επί των θεμάτων που μας απασχολούν. Πιστεύω πως αυτό είναι μειονεκτικό και κομπλεξικό συναίσθημα. Κανείς δε δικαιώνεται μόνο από τα λεγόμενα του.
μπήκε η αρκούδα μες την καλύβα μας και πρέπει να τη βγάλουμε έξω. Δεν μπορούμε να κοιμηθούμε μαζί της.[ Έχετε κοιμηθεί με αρκούδα;]
Ας υπάρχει η γιορτή των ερωτευμένων. Δεν ενοχλεί κανέναν. Οι ερωτευμένοι μοιάζουν με μικρά παιδιά, χρειάζονται λουλούδια και παιχνίδια. Είναι όλα δικά τους, όπως και οι νύχτες που αγαπήθηκαν με πάθος, όπως και τα ωραία λόγια τα μεγάλα: Θα σ αγαπώ για πάντα!
Ωραία. Δεν είμαστε έξυπνος λαός. Έξυπνος είναι εκείνος που δεν κοιμάται. Που είναι εκτός ύπνου. Εκ-ύπνος. Εμείς όμως όπως αποδεικνύεται από τα γεγονότα είμαστε υπναλέοι, είμαστε κοιμισμένοι. Τόσα χρόνια κάναμε τους έκ-υπνους αλλά δυστυχώς, δεν είμαστε γεράκια, σαΐνια, αετοί όπως θέλουμε να παρουσιαζόμαστε αλλά μπούφοι, ζώα, βόδια που κοιμούνται όρθια και πληρώνουν ξενοδοχείο.
 

Παρασκευή 1 Αυγούστου 2025

σκοτεινό φιλί

 


 ΣΚΟΤΕΙΝΌ ΦΙΛΊ

 Ζωή δίχως κίνητρο  πως να τη ζήσεις;
μαρτυρώντας ψεύτικα λόγια;
η τέχνη δε με σώζει, η γνώση,
οι λέξεις έχουν κάποια εύνοια
πηγαίνω προς μια ολοσχερή καταδίκη
αλλά για να μη φοβίζεις τους γύρω σου
λες πως είσαι αισιόδοξος
[για να μη γίνεσαι γελοιοδέστατος
των καταστάσεων]
Ζωή χωρίς αξίες πως να τη ζήσεις;
Δίχως ντροπή έχτισαν γύρω μου τείχη
κάτι μου θυμίζει αυτό ποιητή
το σκοτεινό φιλί μιας μάταιας Αλεξάνδρειας
πρέπει να πω τα πράγματα με τ όνομα τους;

Τα όρια της τέχνης
Κάποιοι πλούσιοι βάζουνε σύνορα
-μπορεί να έχουν δίκιο, δικό τους το χωράφι γη
-δε λες τίποτε σπουδαίο τα είπαν άλλοι
και τους έκαψαν στην πυρά
φοβάσαι όμως να κλάψεις μη σε πουν δειλό οι αφέντες

το σκοτεινό φιλί μιας ανόητης παράστασης
είναι η ζωή σου ποιητή
κότινος που δεν σου αξίζει γι αυτό
βγες έξω! να μην υπάρχεις στη συνωμοσία τους

Αυτός ο κόσμος είναι δικός τους
μαχαίρι και φωτιά σε μια λέξη: ελευθερία!
Κανένας φτωχός δε θα επιβιώσει
τα μέτρα ενός κόσμου μεθυσμένου 

Αυτός είναι ο κόσμος ο μικρός, ο μέγας

Κι αυτό κάτι μου θυμίζει ποιητή του Νόμπελ
πικρά κλαίει ο Ρωμιός την βλάσφημη ιστορία του
Σκαρίμπα το θείο τραγί
πως να μην κλάψεις για έναν λαό τόσο χαμένο;

Λαός είναι όλοι οι άνθρωποι της γης
μαύροι, άσπροι, κίτρινοι, ιντιανς
μα δεν αρκεί γιατί αφέντες είναι οι λευκοί

ζωή χωρίς ιδανικά πως να τη ζήσεις;

σκοτεινό φιλί.




Πέμπτη 31 Ιουλίου 2025

Ο ΤΕΛΏΝΗΣ

 

 



Με φόντο την Ακρόπολη και το Λυκαβηττό, ζούμε σε ένα κόσμο μαγικό- άλλοι πεινάνε, άλλοι δεν έχουνε να φάνε κι άλλοι το χαβά τους ξεπουλάνε. Με φόντο λοιπόν την Ακρόπολη φυλλογύρισα ένα περιοδικό ποκίλης ύλης που βρέθηκε στο τραπέζι της καφετέριας που έπινα τον καφέ μου. Αυτοί οι άνθρωποι, παρουσιαζόμενοι και παρουσιαστές, πρέπει να ζούνε σε άλλον κόσμο. Πήγε λέει για ψώνια η Μενεγάκη, η Βανδή έχει πάνω απ όλα τα παιδιά της, ο Μενιδιάτης θα γίνει κουμπάρος με τον Αργυρό- πως δεν έγραψαν πως εγώ χτες πήγα ραντεβού με την Βάνα Μπάρμπα! [Πήγα;]
Επίσης δεν μπορώ αυτούς που σημαδεύουν το σώμα τους με αυτά τα ηλίθια τατουάζ. Ποιανού είναι το διάσημο χέρι; δεν το αναγνωρίσατε; είσαστε άουτ!
-Ξέφυγες ποτέ από τον δρόμο που είχες χαράξει στο μυαλό σου; ρωτάει ο δημοσιογράφος.
-Όχι, ήταν πολύ βαθιές οι ρίζες! απαντάει η διάσημη ηθοποιός Ηρώ Μανέ.
Σιγά μην ήταν πλατονικές.[Εκ του πλατάνου, όχι εκ του Πλάτωνος.]
[Παλαιόθεν κι αυτό μου. Τα καινούργια περνά τώρα από τελωνείο. Ο τελώνης.]

 

Τετάρτη 30 Ιουλίου 2025

ΠΑΝ-ΔΩΡΑ

 


 Όλα είναι μύθος-τίποτε πραγματικό, πόσο μάλλον η ελπίδα της Πανδώρας. Ώσπου να τελειώσει ο πίνακας και να γερνάει εγώ θα ξανανιώνω, θα γίνομαι πάλι παιδί.

 


Ένα μεγάλο έργο στηρίζεται σ ένα Επίσης μεγάλο ψέμα: πως υπάρχει κάτι γελοίο στα συναισθήματα των ανθρώπων που έχουμε σταματήσει ν αγαπούμε .. η φράση από το ερχόμενο-επόμενο μυθιστόρημα μου. 

 
 
 
 

 
Όλο ήμουνα σαν κάπου να με περιμένουν.
Όλο είμαι σαν να έχω να πάω κάπου.
Από παιδί.

 

Τρίτη 29 Ιουλίου 2025

ΚΑΛΆ ΠΟΥΚΆΜΙΣΑ

 

 


ΤΟ ΠΟΥΚΑΜΙΣΟ

Κάποιος μου είχε κλέψει το πουκάμισο, 
την ώρα που εγώ πήγα στην τουαλέτα κι 
άφησα τη μπύρα μόνη της να καθιζάνει 

τον αφρό της, μπύρα χωρίς αφρό δεν 
πίνεται, που λέει κι ο ξανθός, ο ωραίος 
άντρας δίπλα μου,
αέρα! αέρα να φύγει 
η χολέρα
, του απαντάει, μια άσχημη μύτη
 ο φίλος του, κάπου μεταξύ Ναβαρίνου και
 Ζωοδόχου Πηγής αλλά το πουκάμισο μου 
είχε κάνει φτερά, ποιος χρειαζόταν ένα λευκό 
πουκάμισο, εκτός από μένα που τώρα ήμουν
 γυμνός και σκεφτόμουν αν θα ζήσουμε μια
 ευτυχισμένη ζωή
 ή θ αφήσουμε αυτόν εδώ
 τον κόσμο, το ίδιο
ανόητο και κακό, όπως

 τον είχαμε βρει όταν ήρθαμε-αυτό το λέει 
ο Βολταίρος, που μεταξύ μας δεν τον είχα και
 σε πολύ εκτίμηση πριν απ αυτό- και γιατί να
 ζήσουμε, αφού η ζωή στο μεγαλύτερο της μέρος είναι γεμάτη βάσανα και 
πόνους κι εγώ συνέχιζα να είμαι γυμνός απ τη μέση και πάνω, καλά που 

δεν μου πήραν και το παντελόνι, ξανασκέφτηκα σφίγγοντας την ζώνη μου, 
ενώ όλο το μαγαζί με κοίταζε περίεργα, οι γυναίκες θαύμαζαν τους ωραίους
 μου κοιλιακούς, όλα είναι ωραία επάνω μου και πιο ωραίος ο πούτσος μου,
 έτσι μου είπε η Φώφη, η πουτάνα που πήδαγα χτες,
έχεις τον πιο ωραίο 
πούτσο που έχω δει
ποτέ μου κι εγώ καμάρωνα, γιατί σκεφτόμουν πως τ
ο λεγε η Φώφη που είχε δει
 τις ψολές όλου του κόσμου και αγαλλίασα 
ψάχνοντας τους γύρω μου να δω, ποιος φορούσε το λευκό μου πουκάμισο. 
Κανείς. Κανείς δεν φορούσε ένα άσπρο, λευκό πουκάμισο που το είχα
 φορέσει επίτηδες για να ξεχωρίζω απ το πλήθος στην πορεία διαμαρτυρίας
 και όπως γύριζα το βλέμμα μου, ανακάλυψα μια γάτα κουλουριασμένη κι 
αδιάφορη στην ψάθινη καρέκλα, να γουργουρίζει, χωρίς να την νοιάζουν 
οι φωνές αγανάχτησης, οι φωνές των αγανακτισμένων πολιτών, δεν το
 πήρα εγώ, λέει ο άλλος με το μούσι και την μύτη, εγώ γαμούσα εκείνη την 
ώρα, όταν αυτός έβγαινε από την τουαλέτα και δίπλα, τρώγανε νερωμένες 
φρυγανιές κάτι γέροι χωρίς δόντια και πίνω μια γουλιά μπύρα χωρίς αφρό, 
σκατά είναι, αλήθεια δεν πίνεται χωρίς αφρό, σκατά είναι όλα, ακόμα και η
 
ευδαιμονολογία του Σοπεγχάουερ, που επιμένει πως, η ατομικότητα του 

ανθρώπου, του έχει ορίσει απο πριν ως ποιο μέτρο ευτυχίας μπορεί να
 φτάσει
αλλά δε μου γεμίζει το κεφάλι, επειδή οι περισσότεροι αρκούνται σε 
μια μέτρια ζωή, οικογενειακή, με πρόσκαιρες απολαύσεις και χυδαίες 
διασκεδάσεις, σαν αυτήν τώρα που ζω εγώ, ανάβοντας το τελευταίο μου
 τσιγάρο, λέω και ξαναλέω και τουλάχιστον ν ανακάλυπτα ποιος πούστης 
μου πήρε το λευκό μου πουκάμισο, κανείς δεν ομολογεί,
 ενώ ο ντιτζέι παίζει 
το πουκάμισο το θαλασσί, με την εξαίσια φωνή της Μαρινέλλας, καθώς 
ο ωραίος ξανθός, λέει στον φίλο του, πιες τη ρε μαλάκα, Καλοκαίρι είναι, 

η ζωή θέλει ξεκούραση και ξεκούρασμα απ την κούραση, βράδυ μετά την 
εκδήλωση των αγανακτισμένων πολιτών, γαμίσι, ιδρώτας, η ξανθειά απέναντι, 
καυλωμένη, μουσκεμένη, φιλάει τον καραφλό εραστή της χωρις να την νοιάζει 
που την βλέπουμε, ποιος την γαμάει μωρέ, συνεχίζει η μύτη, χύσια, χύσια, 
χύσια, άμα την έχεις στο σπίτι την ξεσκίζεις, επειδή δεν σου φτάνει ο κόσμος, 
ο κόσμος είναι τρελός αλλά θέλεις να γίνεις και συ λίγο μαλάκας, να μιλήσεις 
στο κινητό, όπως μιλάνε όλοι, λένε για το άσπρο μου πουκάμισο, που το πήρε

 ο αέρας και το ριξε να κρέμεται σε ένα τεντωμένο σχοινί, ναι, το είδα κι 
έτρεξα με λαχτάρα να το βουτήξω, να βρω επιτέλους την χαμένη ευτυχία
 του Σοπενχάουερ αλλά μια μαύρη μούρη ή εικόνα, ή κάτι τέτοιο, μια άλλη 
πουριτανή με μεγάλη κλειτορίδα, ανοργασμική, παίδευε το μυαλό μου, όταν 
γύρισα ξανά στο τραπέζι μου, φόρεσα το πουκάμισο, μ ένα χαμόγελο 
υπεροχής,
 άδειασα την μπύρα στο ποτήρι να κολυμπάει στον αφρό της, ενώ ο ωραίος
 ξανθός, έλεγε στον διπλανό του με την μύτη,
είσαι για τον, η επανάσταση
 δεν έχει αρχίσει ακόμα.






Κυριακή 27 Ιουλίου 2025

Ο ΚΟΜΗΣ ΤΗΣ ΠΟΊΗΣΗΣ

 


Σε γνωρίζω από την κόψη
του σπαθιού την τρομερή
σε γνωρίζω από την όψη
που με βια μετράει τη γη.
Ποια γνωρίζει;
Έχω ξεχωρίσει τον Σολωμό σε μια κορυφή ψηλότερη των άλλων ποιητών
που μελέτησα αν και παιδί προσπαθούσα να τον αντιμετωπίσω σαν ήρωα
της επανάστασης- και, κατ αυτή μου την άποψη είναι ήρωας.
Σε γνωρίζω από την κόψη. Εδώ αρχίζει η έμπνευση και οι λέξεις γίνονται κοφτερές
και σκληρές σαν γρανίτης αλλά ποια ήταν η σύλληψη, γιατί πρόκειται περί
μεγάλης σύλληψης, του ποιητή; Η κόψη του σπαθιού είναι πραγματικά
κοφτερή και δεν ξέρω αν είχε παρακολουθήσει κάποιες μάχες και πόσο
οι διηγήσεις των άλλων του προκάλεσαν τόση μεγάλη αναστάτωση,
ούτως ώστε να βγάλει αυτή την κραυγή που εμείς σήμερα έχουμε για Εθνικό ύμνο,
χωρίς ποτέ όμως να δώσουμε την απαιτούμενη σημασία και ο θαυμασμός μας είναι μάλλον επιδερμικός.
Σε γνωρίζω από την όψη, ακόμα και χάριν της ρίμας δε θα βρισκε πιο κατάλληλες
λέξεις αλλά η βια που μετράει τη γη ποια είναι; η όψη μετράει με βιασύνη τη γη
περπατώντας; τι εικόνα έρχεται στο νου; μια όψη, ένα κοίταγμα ή κάποιο παρουσιαστικό
και ο ποιητής κοιτάζει το χώμα που είναι σπαρμένο από πτώματα αγωνιστών
της ελευθερίας.
Η βία όμως είναι μέρος αυτού που θέλει να περιγράψει.
Η βία σαν καταναγκασμός, όχι τόσο εύκολα σαν βιασύνη που υποστηρίζεται σαν νόημα
της λέξης βία και όχι με αυτό που ήθελε να τονίσει ο ποιητής που δεν ήταν καλός!
γνώστης τη Ελληνικής γλώσσας. Φυσικά, ούτε με βιασύνη μετράει κανείς τη γη
αλλά με επιβολή της δικής του θέλησης-πράγμα που έχει να κάνει άμεσα
με τη λέξη ελευθερία και πόσο μάλλον αν ο ποιητής είχε προ επιλέξει τον τίτλο
ΎΜΝΟΣ ΕΙΣ ΤΗΝ ΕΛΕΥΘΕΡΊΑ, τότε, σίγουρα χρειάζεται επιθετικότητα, τότε σίγουρα
χρειάζονται τα μαχαίρια και τα όπλα που χρησιμοποίησαν εκείνοι οι άνθρωποι για
να γίνουν ελεύθεροι και να χαρίσουν και σε μας αυτό το μεγάλο αγαθό που ελάχιστα
εκτιμούμε ή και του αποδίδουμε την ανάλογη τιμή.
Εμένα η εικόνα του ποιητή πριν βγάλει αυτά τα λόγια-αλήθεια ο Σολωμός σαν άνθρωπος
είχε υπάρξει καθόλου βίαιος;- είναι σαφώς μια ήρεμη εικόνα ενός ανθρώπου
που συλλογάται και όποιος συλλογάται κάνει καλά, νομίζω πως κάπως έτσι το τονίζει
και ο ίδιος καθώς βαδίζει σε μια παραλία, κάπου κοντά στη θάλασσα.
Βεβαίως μεγάλα λόγια, σπουδαιότατος στίχος. Και μόνο αυτό να είχε γράψει ο Σολωμός
δικαιούται τον τίτλο Εθνικός ποιητής που σε πολλούς αποδόθηκε, αφειδώς
και δε νομίζω πως τον άξιζαν αλλά στόχος μου δεν είναι αυτό το θέμα εδώ,
ποιος αποδίδει τον τίτλο Εθνικός ποιητής και σίγουρα μια τέτοια σύγκριση
θα βλάψει πολλούς νεώτερους. Πολλούς νεώτερους ποιητές που καταχράστηκαν
νοηματικά τον Ελληνικό λαό, πρόχειρα μου έρχεται εκείνο το βαρύγδουπο,
τη Ρωμιοσύνη μην την κλαις! του κατά πολλά καλού ποιητή Γιάννη Ρίτσου που
εκμεταλεύτηκε μαζί με τον Θεοδωράκη αυτόν τον ρημαγμένο και λεηλατημένο χώρο
που κάποιοι σαν τον Σολωμό ήθελαν πραγματικά ελεύθερο και δεν εκμεταλεύτηκε,
τουλάχιστον με τη γραφή του, τίποτα από το στεφάνι, το καμωμένο από λίγα χορτάρια
που χαν μείνει στην έρημη γη.

Ο ΜΊΚΗΣ

  Το πρώτο πράγμα που αντιλαμβάνεσαι [συνειδητοποιείς], με το που γεννιέσαι, είναι αν είσαι πλούσιος ή φτωχός στην ηλικία 3-4 χρονών. Ελάχ...